Ρεπορτάζ: Αναστασία ΜΟΣΧΟΒΟΥ
Τα στοιχεία της Διεύθυνσης Αναδασώσεων και Ορεινής Υδρονομίας του υπουργείου Γεωργίας αποκαλύπτουν τη φθίνουσα πορεία, που ακολουθεί η αναδάσωση την τελευταία δεκαετία.
Ενώ, λοιπόν, ο μέσος όρος των στρεμμάτων που αναδασώνονταν το 1990, το 1991 και το 1992 ήταν πάνω από 40.000, το 1995 πέφτουν από τα 44.058 (1994) στα 33.204 (μείωση περίπου κατά 25%) και το 1996 στα 19.631 (μείωση κατά 40%)! Μετά από μια σχετική προσπάθεια ανάκαμψης (για ...βιτρίνα, όπως αποδεικνύεται στη συνέχεια), πέφτουμε από τα 24.544 (1997) στα 14.916 (μείωση κατά 40%) το 2000, ενώ το 2001 οι εκτάσεις που αναδασώθηκαν έφτασαν τα 18.634 στρέμματα. Βέβαια, αν συγκριθούν αυτοί οι αριθμοί με τα στρέμματα που κάηκαν τις αμέσως προηγούμενες χρονιές, ίσως προκύψουν λαθεμένα συμπεράσματα.
Οπως λέει στο «Ρ» ο Αδαμάντιος Καρώνης από το Τμήμα Αναδασώσεων του υπουργείου Γεωργίας, «τα περισσότερα δάση που καίγονται, λόγω βλαστητικής δομής και κλιματεδαφικών συνθηκών που επικρατούν, έχουν φυσική αναγέννηση, αρκεί να λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα προστασίας και ορισμένες τεχνικές βοηθητικές επεμβάσεις». Μέτρα και τεχνικές, που είναι πολύ δύσκολο να δρομολογηθούν, όταν τα 3,5 δισ. δρχ. που χορηγούνται για αναδασώσεις επαρκούν μόνο για 30.000 - 40.000 στρέμματα το χρόνο. Οι πραγματικές ανάγκες είναι υπερτριπλάσιες (100.000 στρέμματα), σύμφωνα με τον κ. Καρώνη.
Απ' την άλλη βέβαια, η ικανότητα φυσικής αναγέννησης των δασών λειτουργεί συχνά ως δικαιολογία. Σε περιοχές διπλοκαμένες, π.χ. Πεντέλη, όπως επίσης και σε περιοχές που καίγονται επανειλημμένα πριν φτάσουν σε ώριμη ηλικία (ώστε, π.χ., τα πεύκα να μπορούν να δώσουν κουκουνάρια για νέους σπόρους), δεν μπορεί κανείς να περιμένει φυσική αναγέννηση, διευκρινίζει ο Κώστας Μπέσης. «Οι εκτάσεις που καίγονται κατά κύριο λόγο, είναι όχι διπλοκαμένες, αλλά πολυκαμένες, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αναγεννηθούν μόνες. Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως με βάση αυτές τις καταστροφές και επειδή δεν επεμβαίνουμε τεχνητά, έχουμε αλλοίωση, δάση μετατρέπονται σε θαμνότοπους», τονίζει. Και, φυσικά, πρέπει να προστεθεί ότι υπάρχουν καμένες περιοχές, για τις οποίες προκύπτει ιδιοκτησιακή αντιπαράθεση μεταξύ Δημοσίου και ιδιωτών, περιπτώσεις όπου οικοδομικοί συνεταιρισμοί μπλοκάρουν την αναδάσωση...
Σε ανεξέλεγκτες καταστροφές, με τεράστιας έκτασης απώλειες σε ζωές και υλικές ζημιές εξελίσσονται οι πυρκαγιές που ξεσπούν καθημερινά. Αιτία η πολιτική της κυβέρνησης που οπλίζει το χέρι των εμπρηστών
Τα στοιχεία της έρευνας που παρουσιάζει σήμερα ο «Ρ» αποκαλύπτουν ότι η πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα της προστασίας των δασών είναι και η βασική αιτία για τις σημαντικές καταστροφές από την εκδήλωση των πυρκαγιών. Παντελής υποβάθμιση και υποχρηματοδότηση, έλλειψη προσωπικού στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, κανένα μέτρο για τον απαιτούμενο καθαρισμό των δασών και των δασικών εκτάσεων. Το εντυπωσιακό μάλιστα είναι ότι, μετά από μια τηλεφωνική έρευνα σε μερικά δασαρχεία της χώρας διαπιστώσαμε ότι, όχι μόνο δεν έχουν γίνει οι αναγκαίες προσλήψεις, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις οι προθεσμίες για την υποβολή αιτήσεων έληξαν μόλις πριν από λίγες μέρες! Επίσης, κανένα δασαρχείο της χώρας δεν έχει επανδρωθεί με το απαραίτητο προσωπικό, για τη διεκπεραίωση των εργασιών που κρίνονται απαραίτητες για την έγκαιρη και αποτελεσματική επέμβαση των δυνάμεων δασοπυρόσβεσης. Κι αυτό όταν η αντιπυρική περίοδος έχει ξεκινήσει από την 1η Μάη... Γεγονότα που αποδεικνύον ότι τελικά, το χέρι των εμπρηστών οπλίζεται από την πολιτική της κυβέρνησης.
Οπως εξηγεί στο «Ρ», ο Κώστας Μπέσης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, για να μειωθούν οι πιθανότητες να ξεσπάσει πυρκαγιά σε ένα δάσος, χρειάζεται να έχουν καθαριστεί οι εκτάσεις με βλάστηση, σύμφωνα με τις υποδείξεις σχετικών μελετών, αλλά και το δασικό οδικό δίκτυο. Είναι απαραίτητο ένα σύνολο προληπτικών και προκατασταλτικών μέτρων, μεταξύ των οποίων η ανανέωση και η ενίσχυση του δικτύου υδατοδεξαμενών, πυροφυλακίων και άλλων έργων, ανάλογα με τις κατά τόπους μελέτες (π.χ. γέφυρες). Αυτές οι εργασίες πρέπει κανονικά να ολοκληρώνονται πολύ πριν το καλοκαίρι, ώστε να έχουν ληφθεί σε επίπεδο πρόληψης τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση δύσκολων συνθηκών (υψηλές θερμοκρασίες, ισχυροί άνεμοι κτλ.) με όσο το δυνατόν πιο ευνοϊκά δεδομένα.
Ομηρος της κρατικής υποχρηματοδότησης παραμένει η πρόληψη για την προστασία των δασών που, φαίνεται να έχει παραχωρήσει... υποχρεωτικά το προβάδισμα στην καταστολή. Τα 3 εκατ. ευρώ που διατίθενται κάθε χρόνο για τη συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου, επαρκούν μόνο για 2.000 χιλιόμετρα, σε σύνολο 50.000. Και αυτό τη στιγμή που, όπως σημειώνει ο Κ. Μπέσης, κάθε χρόνο πρέπει να συντηρούνται τουλάχιστον 30.000 χιλιόμετρα!
«Οι δασικοί δρόμοι είναι χωματόδρομοι, δεν είναι ασφαλτοστρωμένοι. Κάθε χρόνο με την ένταση των βροχών έχουμε διάβρωση, έχουμε αυλακώσεις στο οδόστρωμα, με αποτέλεσμα να μην είναι προσπελάσιμοι. Εκεί πρέπει να περάσει ένα γκρέιντερ, να καλύψει τα κενά, να πατηθεί ξανά αυτός ο δρόμος, ώστε να μπορέσουν να περάσουν τα βαριά πυροσβεστικά οχήματα», σημείωσε, καταλήγοντας σε ένα τραγικό συμπέρασμα: «Από άποψη πρόληψης φαίνεται ότι βρισκόμαστε σε πολύ κακό σημείο, και να παρακαλάμε να μην έχουμε κανένα περιστατικό πυρκαγιάς. Σε οποιοδήποτε δασαρχείο δε θα έχουν συντηρηθεί πάνω από 7,5 χιλιόμετρα δρόμων, που σημαίνει ότι έτσι και έχει έκταση η πυρκαγιά, δε θα μπορεί να αντιμετωπιστεί, γιατί τα οχήματα δε θα μπορούν καν να μπουν μέσα στο δάσος».
Κομβικής σημασίας είναι και ο καθαρισμός των δασικών εκτάσεων, ώστε να μην προκαλείται κανένα περιστατικό από ένα τσιγάρο ή από σκουπίδια. «Τα δάση έχουν μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη. Οι κλειστές σακούλες εκκρίνουν μεθάνιο. Αυτό με τις μεγάλες θερμοκρασίες εκρήγνυται, και μπορεί να εκδηλωθεί μεγάλη πυρκαγιά. Θα έπρεπε να καθαρίζονται τα δάση σε μια ακτίνα από το δρόμο, για να μειώνεται και η κίνηση της πυρκαγιάς - υπάρχει μικρότερη λεία, αφού δεν υπάρχει κάτι για να κάψει, άρα κινείται πιο αργά, και μπορεί να αντιμετωπιστεί καλύτερα», τονίζει ο πρόεδρος της Ενωσης.
Για τη στοιχειώδη κάλυψη των συνολικών αναγκών της δασοπροστασίας (που δε σημαίνει μόνο πυροπροστασία), απαιτείται μόνιμο προσωπικό, που θα μπορεί μετά από πολύχρονη εμπειρία να έχει πλήρη εικόνα του δάσους. Ετσι, θα εργάζεται αποτελεσματικά στον τομέα της πρόληψης και της καταστολής, τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Εξάλλου, η δασοπροστασία παρουσιάζει οξυμένες ανάγκες, τόσο το καλοκαίρι, όσο και το χειμώνα, όταν προκύπτουν ζητήματα εκχερσώσεων, καταπατήσεων, δασικών ασθενειών κτλ. Ο Κ. Μπέσης συμπληρώνει πως «θα έπρεπε στη Δασική Υπηρεσία να υπάρχουν άλλοι 500 δασολόγοι, 3.000 δασοπόνοι και 5.000 δασοφύλακες», ενώ επισημαίνει πως, ειδικά, οι ελλείψεις σε δασοφύλακες είναι πολύ σημαντικές, αφού η διαίρεση των δασών σε μικρότερες μονάδες, τα Δασονομεία, για την καλύτερη προστασία τους, δηλαδή την παρεμπόδιση εμπρηστικών ενεργειών και την αποτελεσματικότερη φύλαξη, δεν μπορεί να επιφέρει τα απαραίτητα αποτελέσματα, αφού «πάνω από το 80% των Δασονομείων της χώρας είναι κενά, χωρίς κανένα δασονόμο».
Τα παραπάνω στοιχεία γίνονται ακόμα πιο εξοργιστικά, αν σ' αυτά προστεθεί ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος, το 76% των καμένων εκτάσεων της δεκαετίας 1989-1998, ήταν αποτέλεσμα του 5% των πυρκαγιών. Το συντριπτικό ποσοστό των καταστροφών αφορά ένα ελάχιστο ποσοστό πυρκαγιών, που γίνονται ανεξέλεγκτες λόγω της δραματικά υποβαθμισμένης πρόληψης...
Την ίδια στιγμή, βέβαια, ακόμα και η καταστολή, που, κατά τους αρμόδιους, είναι ο κερδισμένος της κρατικής χρηματοδότησης (επειδή δίνει άμεσα αποτελέσματα, που μπορούν να λειτουργήσουν ψηφοθηρικά), βρίσκεται πολύ πίσω από τις υπάρχουσες ανάγκες. Οι ανάγκες για προσωπικό στην Πυροσβεστική απαιτούν 12.500, αλλά, όπως δηλώνει στο «Ρ» ο πυραγός Χρήστος Λάμπρης, που υπηρετεί στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, το μόνιμο προσωπικό φτάνει τους 9.000 άνδρες.
Ο εναέριος στόλος της Πυροσβεστικής μετρά 15 καναντέρ σε ολόκληρη τη χώρα, τα οποία χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του '80, και 9 παραλαβής 1999. Οι δασολόγοι, όμως, ισχυρίζονται πως ακόμα και ισχυρά σώματα αεροπυρόσβεσης δεν μπορούν να θεωρούνται πανάκεια, αφού τα αεροπλάνα χρησιμεύουν για να ρίχνουν την ένταση της φωτιάς, ώστε να μπαίνουν μέσα οι επίγειες δυνάμεις. Το ερώτημα όμως είναι, πώς τα οχήματα θα περάσουν από απροσπέλαστους δρόμους...
Το 1998 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ διαχώρισε τη δασοπροστασία, αποσπώντας την καταστολή από τη Δασική Υπηρεσία (όπου έμεινε μόνο η πρόληψη) και αναθέτοντάς τη στην Πυροσβεστική, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων. Το Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος της Σχολής Γεωτεχνικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης είχε προειδοποιήσει τότε: «Η Πυροσβεστική δε διαθέτει την ανάλογη επιστημονική γνώση συμπεριφοράς των δασικών πυρκαγιών, γιατί δεν έχει γνώσεις δασικής οικολογίας, διαχείρισης και οικολογίας της φωτιάς, διαχείρισης δασών και φυσικού περιβάλλοντος, δασικής νομοθεσίας, τοπογραφίας. Παράλληλα δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει το βασικό παράγοντα των δασικών πυρκαγιών, την επικινδυνότητα». Επίσης, υπογράμμιζε ότι τα δάση είναι ενιαίοι χώροι, ο τρόπος διαχείρισής τους αδιάσπαστος και η Δασική Υπηρεσία διαθέτει την τεχνογνωσία για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Την... αδιαφορία της κυβέρνησης για όσα έλεγαν οι ειδικοί ακολούθησαν δύο τραγικές χρονιές για τα ελληνικά δάση: το 1998 κάηκαν 929.010 στρέμματα και το 2000 1.450.333!
Κι αν κάποιοι ισχυριστούν ότι πρόκειται για... διαβολική σύμπτωση, οι νομικές μεθοδεύσεις των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ σε ένα βάθος χρόνου 25 ετών αποκαλύπτουν το νομικό κάλυμμα που προορίζεται για τα δάση. Η ΝΔ με το νόμο 998/79 προώθησε τη μετονομασία περίπου 50.000.000 στρεμμάτων δασικών εκτάσεων σε «χορτολιβαδικές εκτάσεις», ενώ το ΠΑΣΟΚ με το Ν. 1734/87 κινήθηκε... εναλλακτικά, προτιμώντας τον τίτλο «βοσκοτόπια», ώστε να μη δεσμεύονται από τη σχετική νομική προστασία και να διευκολύνεται ο αποχαρακτηρισμός τους. Κάποιες διατάξεις των δύο νόμων κρίθηκαν αντισυνταγματικές και η αντίδραση των σχετικών φορέων υπήρξε μεγάλη. Μέρος των συνεπειών αποφεύχθηκε, τα σχέδια αποχαρακτηρισμού και οικοπεδοποίησης «πάγωσαν».
Το 2001 αναθεωρήθηκε το άρθρο 24 του Συντάγματος (με την ψήφο του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αλλά και την ανοχή του ΣΥΝ, ο εισηγητής του οποίου στη Βουλή είχε τοποθετηθεί υπέρ της αναθεώρησης) που πρακτικά σήμανε ότι την αρμοδιότητα για τον προσδιορισμό μιας έκτασης ως δάσους και δασικής έκτασης δε θα την έχουν οι επιστήμονες, αλλά το εκάστοτε υπουργείο Γεωργίας. Ετσι, άνοιξε η κερκόπορτα για το προωθούμενο νομοσχέδιο του υπουργείου Γεωργίας που επιδιώκει να νομιμοποιήσει όλες τις καταπατήσεις που έχουν γίνει σε δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν από πυρκαγιά πριν από το Σύνταγμα του 1975, δίνει τη δυνατότητα σε όσους έχουν καταπατήσει στρέμματα και τα διεκδικούν έναντι του Δημοσίου να αποκτήσουν κυριότητα, αναγνωρίζει ιδιοκτησίες σε εκτάσεις και δάση που ανήκουν στο Δημόσιο αλλά έχουν «νοικιαστεί» σε ιδιώτες.
Η βούληση της κυβέρνησης, αλλά και της ΝΔ (που στο αγροτικό πρόγραμμα που πρόσφατα παρουσίασε, διαπιστώνει τη «μη επίλυση του ιδιοκτησιακού» στο θέμα των δασών, χωρίς να αναγνωρίζει τις καταπατήσεις και τη νομιμοποίηση ανύπαρκτων ιδιοκτησιών που έχουν προκύψει, σε βάρος της δημόσιας δασικής περιούσιας) είναι ξεκάθαρη.
Πρέπει, λοιπόν, να μπει μια τάξη σε αυτό το ζήτημα. Από τα μπορντέλα της φαίνεται ο πολιτισμός μιας χώρας. Γιατί τα μπορντέλα είναι το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού! Τα βαφτίσια των διδύμων του κ. Πάγκαλου, παρότι συγκέντρωσαν - και ένωσαν - το μεγάλο κεφάλαιο, δεν αποδεικνύουν τίποτα. Ηταν, βέβαια, ένα γεγονός μεγάλης εθνικής σημασίας, αλλά, τελικά, δε φτάνουν αυτά - από μόνα τους - να αντιστρέψουν την κακή εικόνα που έχει ο κόσμος, δυτικός και ανατολικός, για τον τόπο μας. Ακόμα και η προσπάθεια του κ. Σηφουνάκη στα δικά του βαφτίσια, με την υψηλή παρουσία του πατριάρχη και τη συνεπικουρία του ψάλτη υπουργού Εσωτερικών και την από στήθους απαγγελία του «Πιστεύω» από τον κ. Πρωτόπαππα, πάλι δεν αλλάζει την εικόνα της χώρας μας, σαν χώρας τριτοκοσμικής! Να μην πω ότι την ενισχύει κιόλας!
Πού πάμε, κύριοι, με σιτεμένες εισαγόμενες να επιβληθούμε στην ελεύθερη αγορά; Θα αποτύχουμε, όπως θα αποτύχει και ο κ. Κουλούρης. Οι ντομάτες και τα αγγούρια, έχουν, προ πολλού, σηκώσει κεφάλι. Εχουν επιβάλει τη δική τους τιμολογιακή πολιτική. Το κράτος, κράτος συντηρητικό και θρησκόληπτο, κράτος υποκριτών και κομπιναδόρων, είναι ανίκανο να βάλει τάξη στα πράγματα. Είναι ανίκανο να καθορίσει τον αριθμό των μπορντέλων. Είναι ανίκανο να καταλήξει στον αριθμό των γυναικών που θα προσφέρονται επ' αμοιβή. Οι εκκλήσεις για εθελοντισμό και στο χώρο της πορνείας, φυσικά, και πέφτουν στο κενό. Οι πουτάνες ξέρουν, καλύτερα από τον καθένα, τι σημαίνει εκμετάλλευση και δεν τσιμπάνε!
Στα μπορντέλα, ακόμα και στις ελεύθερες πιάτσες, στη Μαυρομιάλη, στη Σόλωνος, στο Μεταξουργείο, στο Κολωνάκι, οι τιμές δείχνουν άλλο ήθος και άλλη σταθερότητα. Και είναι και διαπραγματεύσιμες! Πήγαινε να διαπραγματευτείς το φως, το νερό, το τηλέφωνο, τα σέλινα και τα μπρόκολα! Καμία τύχη. Καμία λύπηση.
Μπροστά από την πύλη της ΕΤΜΑ (Αγ. Αννης - Ιερά Οδός), τιμάμε και φέτος την Σωτηρία Βασιλακοπούλου. Στην εκδήλωση μνήμης και αγώνα που διοργανώνουν αύριο Δευτέρα, στις 7.30 το απόγευμα, καλούν η Ομοσπονδία Κλωστοϋφαντουργίας - Ιματισμού - Δέρματος Ελλάδας, το κλαδικό Συνδικάτο της Αθήνας και ο Σύλλογος Φοιτητών Παντείου.
23 χρόνια από τη δολοφονία της
Ντοκουμέντο για την αποκάλυψη της δολοφονίας, που επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί ως τροχαίο ατύχημα, αποτελούν τα ρεπορτάζ της εφημερίδας μας εκείνης της περιόδου.
Δευτέρα 28 Ιούλη 1980. Στη 1.15 το μεσημέρι, συνεργεία της Αχτίδας των ΑΕΙ της ΚΟΑ του ΚΚΕ πηγαίνουν στους εργαζόμενους της ΕΤΜΑ για να μοιράσουν προκηρύξεις του ΚΚΕ, ενάντια στην ανεργία, στις απολύσεις και την ακρίβεια. Στον περίβολο της ΕΤΜΑ, υπάρχουν δύο περιπολικά (ΑΠ - 1432 και ΑΠ - 1072) με άντρες του ΚΕ Αστυνομικού Τμήματος (ΑΤ) και διοικητή τον Νίκο Χρηστάκο. Στις 2 αρχίζουν να βγαίνουν μεμονωμένοι εργάτες και να παίρνουν τις προκηρύξεις, παρά τις απειλές των αστυνομικών σε μέλη των συνεργείων. Οι υπόλοιποι εργάτες της βάρδιας μεταφέρονται με πούλμαν, από άλλη πύλη, προκειμένου να μη φτάσουν στα χέρια τους οι προκηρύξεις. Ομως, σε κάθε πύλη υπάρχουν συνεργεία.
Ο υπαστυνόμος Αλεξ. Γεωργατσώνας του ΚΕ ΑΤ δίνει εντολή να βγουν τα πούλμαν με ταχύτητα. Τα δύο από αυτά στρίβουν προς την Π. Ράλλη και το υπ' αριθμόν ΥΜ 1633 πούλμαν, με οδηγό τον Μάριο Χαρίτο, καθώς στρίβει προς την Ιερά Οδό, χτυπάει την 21χρονη τριτοετή φοιτήτρια της Παντείου, Σωτηρία Βασιλακοπούλου, μέλος της ΚΝΕ. Ο οδηγός, παρά τις φωνές της ίδιας και των συντρόφων της, δε φρενάρει. Οι πίσω τροχοί περνούν πάνω από την Σ. Βασιλακοπούλου και την πολτοποιούν. Ο οδηγός ούτε τότε σταματάει. Εργάτες της ΕΤΜΑ καταγγέλλουν ότι είχε εντολή από την Αστυνομία και τη Διεύθυνση του εργοστασίου.
Οι διαμαρτυρίες των μελών των συνεργείων αναγκάζουν τον Αλ. Γεωργατσώνα να «καταδιώξει» το πούλμαν. Μαζί του, το καταδιώκουν και οι σύντροφοι της Σωτηρίας. Ο υπαστυνόμος, όταν πλησιάζει τον οδηγό, αντί να τον συλλάβει, του λέει: «Φύγε γρήγορα, αυτά συμβαίνουν»! (Αργότερα, δικαιολογείται ότι ήθελε να τον πάει στο Τμήμα). Τα μέλη των συνεργείων φτιάχνουν ανθρώπινο φράγμα, εμποδίζοντας το πούλμαν να φύγει.
Το ασθενοφόρο έρχεται μετά από 20 λεπτά και η Αστυνομία δε διακόπτει καν την κυκλοφορία.
Στις 3.15 φτάνει στο σημείο ο βουλευτής του ΚΚΕ Τ. Μαυροδόγλου και δικηγόροι της ΚΟΑ. Ο διοικητής και εν χορώ οι υφιστάμενοί του αξιωματικοί παρουσιάζουν την εν ψυχρώ δολοφονία ως «τροχαίο ατύχημα». Από την άλλη, οι γιατροί του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Πειραιά λένε: «Την Σωτηρία Βασιλακοπούλου την έφεραν νεκρή, με πολύ βαριά εγκεφαλική κάκωση. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της είναι αδύνατο να αναγνωριστούν».
Το Συνδικάτο Κλωστοϋφαντουργών και η Εργοστασιακή Επιτροπή της ΕΤΜΑ αποφασίζουν, λίγη ώρα μετά το έγκλημα, την κήρυξη απεργίας, που ξεκινάει στις 10 το βράδυ. Η Αστυνομική Διεύθυνση Αθήνας απαγορεύει στους συνδικαλιστές να έρθουν σε επαφή με τους εργάτες, οι οποίοι δεν έχουν μάθει το τραγικό γεγονός μέχρι αργά, αφού ο χώρος του εργοστασίου είναι τεράστιος. Οι εργάτες της βραδινής βάρδιας που έχουν πληροφορηθεί το έγκλημα κατεβαίνουν με υψωμένες γροθιές από τα πούλμαν και ενώνονται με τους διαδηλωτές. Το ίδιο κάνει και η απογευματινή βάρδια, που μόλις έχει σχολάσει.
Χιλιάδες εργαζόμενοι και φοιτητές φτάνουν από νωρίς το απόγευμα στον τόπο του εγκλήματος, συγκροτώντας μαχητικές διαδηλώσεις. «Οχι στη νέα τρομοκρατία», «Οχι άλλο αίμα για την εργοδοσία», είναι τα συνθήματα που κυριαρχούν. Στο ίδιο σημείο βρίσκονται και ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, προκειμένου να «προστατευτούν οι εγκαταστάσεις της ΕΤΜΑ». Στις 9 το ίδιο βράδυ, δυνάμεις των ΜΑΤ χτυπούν ανελέητα τους συγκεντρωμένους, τραυματίζοντας σοβαρά τέσσερις κοπέλες. Επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης είναι ο κ. Μάτσικας.
Ολη τη νύχτα, παραμένουν εργαζόμενοι έξω από την ΕΤΜΑ. Στις 5 το πρωί, όταν φτάνει η πρωινή βάρδια, δίνεται, για άλλη μια φορά, με επιτυχία η μάχη της απεργίας. Η περιοχή γύρω από το εργοστάσιο αστυνομοκρατείται.
Ταυτόχρονα, καθόλη τη διάρκεια της μέρας, από τα μεγάφωνα του εργοστασίου ασκούνται πιέσεις στους εργαζόμενους: «Το εργοστάσιό σας (!) δεν απεργεί. Οσους σας παρασύρουν να τους αναφέρεται στη Διεύθυνση»... Οσοι δεν καταφέρνουν να κατέβουν από τα πούλμαν δείχνουν στην εργοδοσία ότι η τρομοκρατία δεν περνάει. Μέσα στην ΕΤΜΑ βρίσκονται γυναίκες κλαμένες. Σταματούν την παραγωγή, παρατάνε τις μηχανές. Οι 1.500 εργάτες και εργάτριες του εργοστασίου σηκώνουν κεφάλι.
Τις επόμενες μέρες, ο φιλοκυβερνητικός Τύπος και τα κρατικά ΜΜΕ καταγράφουν την είδηση της δολοφονίας, στο άθροισμα των 11 νεκρών στα τροχαία του Σαββατοκύριακου. Η «Καθημερινή» γράφει την επόμενη μέρα: «Σοβαρά επεισόδια απειλήθηκαν εξ αφορμής ενός θανατηφόρου τροχαίου», ενώ η «Βραδυνή» υποστηρίζει: «Το δυστύχημα αυτό προσπαθούν να το εκμεταλλευτούν αι κομμουνισταί, χαρακτηρίζοντάς το ως... δολοφονία».
Λίγες μέρες αργότερα, ο εισαγγελέας κ. Θεοφανόπουλος ασκεί ποινική δίωξη κατά του οδηγού του πούλμαν Μ. Χαρίτου, για «ανθρωποκτονία εξ αμελείας»... Οι ηθικοί αυτουργοί του εγκλήματος παραμένουν ατιμώρητοι.