«Γι' αυτό αρχίσαμε και το κυνηγητό του παραεμπορίου, που σκοτώνει και το νόμιμο εμπόριο και την αγορά και την οικονομία.(...). Οι λαθρομετανάστες εξάγουν συνάλλαγμα από την Ελλάδα προς χώρες εκτός ευρώ. Αυτό δεν μπορεί να συνεχίζεται. Δεν μπορεί να εξάγουν νόμιμα συνάλλαγμα από παράνομη εργασία!». Με τη φράση αυτή ο πρωθυπουργός στην ομιλία του το μεσημέρι του Σαββάτου στη ΔΕΘ θέλησε να επιβεβαιώσει την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να συνεχίσει το κυνήγι των μεταναστών στο όνομα της πάταξης του παρεμπορίου. Ομως την ίδια στιγμή ο πρωθυπουργός δεν θέλησε να πει ούτε λέξη για τη φασιστική επίθεση που είχε γίνει το προηγούμενο βράδυ στη Ραφήνα από τους τραμπούκους της «Χρυσής Αυγής». Μόνο τυχαία βέβαια δεν είναι η αυτή παράλειψη. Ομως ακόμα και αν έκανε κάποια δήλωση, είναι σίγουρο ότι δεν θα ξέφευγε από τα συνήθη πλαίσια της υποκριτικής αποδοκιμασίας και των φραστικών λεονταρισμών του τύπου «δεν θα γίνουν δεκτά στη χώρα μας τα τάγματα εφόδου» που επαναλαμβάνει μονότονα ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, ενώ την ίδια στιγμή οι φασιστικές συμμορίες συνεχίζουν ανενόχλητες τις τραμπούκικες επιθέσεις. Από την άλλη, η αντίδραση της κυβέρνησης ότι θα παραπέμψει στη δικαιοσύνη τα «τάγματα εφόδου» είναι αποπροσανατολιστική. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι απλά η νομιμότητα των τραμπούκικων επιθέσεων κατά των μεταναστών από τη «Χρυσή Αυγή» - η ίδια στη δήλωσή της εμφανίζεται ως θεματοφύλακας της νομιμότητας - αλλά η «νομιμοποίησή» τους από το ανελέητο κυνηγητό που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση κατά των μεταναστών, αναπαράγοντας τα συνθήματα της «Χρυσής Αυγής» - π.χ. να ανακαταλάβουμε τις πόλεις - και υλοποιώντας τις προτάσεις της (για στρατόπεδα συγκέντρωσης, σαρωτικές απελάσεις κ.ο.κ). Οι κυβερνώντες είναι οι ηθικοί αυτουργοί και συνυπεύθυνοι για τη δράση των «ταγμάτων εφόδου». Τη δράση δολοφονικών οργανώσεων, μαζί και της κρατικής καταστολής, μπορεί και πρέπει να την αντιμετωπίσει και να τη βάλει στο περιθώριο μόνο ο οργανωμένος λαός που παλεύει για τη δική του εξουσία.
Επίδειξη πυγμής προς το εργατικό ταξικό κίνημα έκανε για ακόμα μια φορά από το βήμα της ΔΕΘ ο Αντ. Σαμαράς, θέλοντας να στείλει μήνυμα προς τους επιχειρηματικούς ομίλους ότι η κυβέρνηση εγγυάται όχι μόνο φτηνή εργατική δύναμη αλλά και υποταγμένους εργάτες. Με περίσσεια ταξική περηφάνια ο πρωθυπουργός επιδείκνυε το μεγάλο «κατόρθωμα» της κυβέρνησης να «ανοίξει» το εργοστάσιο της «Χαλυβουργίας» στέλνοντας με δική του εντολή τις διμοιρίες των ΜΑΤ κατά των ηρωικών χαλυβουργών. «Ακόμα σταματήσαμε την αυθαιρεσία ορισμένων συντεχνιών που σε εποχές τεράστιας ανεργίας επέμεναν να μπλοκάρουν εργοστάσια, να εμποδίζουν ανθρώπους να πάνε στη δουλειά τους και να τους σπρώχνουν στην ανεργία. Ανοίξαμε το εργοστάσιο της Χαλυβουργίας που ήταν αποκλεισμένο επί μήνες! Τέτοια πράγματα -τέτοιοι αποκλεισμοί- δεν συμβαίνουν πουθενά στον κόσμο. Τώρα πια τα σταματήσαμε και στην Ελλάδα», δήλωσε ξεδιάντροπα, διαστρεβλώνοντας βάναυσα την πραγματικότητα και συκοφαντώντας τον αγώνα των χαλυβουργών, που αποτελεί παρακαταθήκη συνολικά για την εργατική τάξη και το λαό. Η επιμονή του πρωθυπουργού να αναφέρει διαρκώς το παράδειγμα της «Χαλυβουργίας» είναι ολοφάνερο ότι αποσκοπεί στο να στείλει μήνυμα στα μονοπώλια ότι η κυβέρνηση εγγυάται την ασφάλειά τους έναντι του εργατικού ταξικού κινήματος και πως είναι αποφασισμένη να συντρίψει το ταξικό - ριζοσπαστικό κίνημα για να το διασφαλίσει. Οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα, δεν πρέπει να τρέφουν ψευδαισθήσεις. Πρέπει να γυρίσουν την πλάτη στις συνταγές διαχείρισης της κρίσης της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ και να χαράξει πορεία για τη δική του εξουσία και διακυβέρνηση, που θα τον απαλλάξει από την κρίση και τη χρεοκοπία οριστικά και μόνιμα.
Η κυβέρνηση της Τσεχίας, χώρα που μπήκε στην ΕΕ το 2004, δεν ανακάλυψε την πυρίτιδα σε ό,τι αφορά τις ανατροπές στο σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης. Ο δεύτερος πυλώνας που περιγράφει το νομοσχέδιο είναι ένας εκ των τριών που προβλέπουν οι ευρωενωσιακές στρατηγικές για την αναμόρφωση των ασφαλιστικών συστημάτων σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ. Οι τρεις πυλώνες είναι: Κύρια σύνταξη στο ύψος επιδόματος πείνας, που θα παρέχεται από το κράτος, επαγγελματικά - ανταποδοτικά ταμεία, απ' όπου θα παίρνεις ανάλογα με το τι θα δίνεις στον εργάσιμο βίο σου και ιδιωτική ασφάλιση. Εννοείται ότι οι δύο τελευταίοι πυλώνες είναι αμιγώς ιδιωτικοί, όποιο όνομα κι αν τους δώσει κανείς. Στόχος αυτής της αντιδραστικής αναμόρφωσης είναι, από τη μια το κράτος και η εργοδοσία να απαλλαγούν από την ευθύνη να ασφαλίζουν τους εργαζόμενους και, από την άλλη, να βρει το κεφάλαιο νέα πεδία δράσης σε τομείς με σίγουρο κέρδος, όπως είναι η Ασφάλιση. Οσο για τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τους εργαζόμενους από μια τέτοια αναμόρφωση, το ομολογούν οι ίδιοι οι εμπνευστές της, προβλέποντας τάχα «ρήτρες» σε περίπτωση χρεοκοπίας των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών. Για να χρυσώσουν το χάπι, λένε ότι εγγυώνται τις συντάξεις. Γιατί δε ρωτάνε τους χιλιάδες ασφαλισμένους της αμερικάνικης Enron, του ενεργειακού κολοσού που παρείχε και επαγγελματικό ταμείο στους εργαζόμενους και όταν κατέρρευσε τους άφησε στην κυριολεξία ξεκρέμαστους, ενώ χρυσοπλήρωναν μια ζωή για ένα συμπλήρωμα στη σύνταξή τους; Αυτό είναι το μέλλον για εκατομμύρια ασφαλισμένους στην Ελλάδα και την ΕΕ, αν περάσουν τα εφιαλτικά τους σχέδια.
Η μείωση αυτή - για την οποία ήδη πανηγυρίζουν τα αστικά ΜΜΕ - θα δώσει νέο οδυνηρό χτύπημα στα Ταμεία που είναι ούτως ή άλλως βυθισμένα στα χρέη που δεν αποδίδουν εδώ και χρόνια και το κράτος και οι εργοδότες. Ηδη, ο νέος «μποναμάς» που τσέπωσε η πλουτοκρατία ανέρχεται στα 240 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, ενώ όταν η απαλλαγή ολοκληρωθεί, τα έσοδα για τη συνταξιοδοτική - ασφαλιστική και ιατροφαρμακευτική κάλυψη των εργαζομένων θα είναι μειωμένα κατά 1 ολόκληρο δισεκατομμύριο το χρόνο (σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ίδιου του ΙΚΑ)! Φυσικά, αυτό θα πυροδοτήσει νέα βάρη για τις πλάτες των ασφαλισμένων, αφού η λογική λέει το εξής: Τη μείωση των εσόδων θα κληθούν να πληρώσουν και πάλι οι ίδιοι. `Η θα δουν τις δικές τους εισφορές (και τους ήδη πενιχρούς μισθούς τους να εξανεμίζονται ακόμα πιο γρήγορα) να αυξάνονται ή θα δουν τις (ούτως ή άλλως ανεπαρκείς με βάση τις σύγχρονες ανάγκες) παροχές τους να πετσοκόβονται κι άλλο.
Αυτές είναι οι συνέπειες της «μείωσης του μη μισθολογικού κόστους» και της «τόνωσης της ανταγωνιστικότητας». Αποδείξεις κι αυτές, για το ότι δε γίνεται να κερδίζει και η πλουτοκρατία και οι εργαζόμενοι. Από τη μεριά της, η πλουτοκρατία δεν μπορεί παρά να οξύνει τη σύγκρουση με τους εργάτες, γιατί μόνο έτσι θα μπορεί να διασφαλίζει τη σωτηρία της, ειδικά μέσα σε συνθήκες κρίσης. Αυτό που μένει είναι οι εργάτες να συνειδητοποιήσουν την αναπόφευκτη αυτή σύγκρουση και να της δώσουν ως τάξη το περιεχόμενο που επιβάλλουν τα δικά τους συμφέροντα: Περιεχόμενο ανειρήνευτης πάλης μέχρι την ανατροπή.
Την πρότασή της για «καθιέρωση κοινωνικού πόρου υπέρ της Κοινωνικής Ασφάλισης» επαναφέρουν οι δυνάμεις που βρίσκονται στην ηγεσία της ΓΣΕΕ (όπως αναφέρεται και στο ψήφισμα που έθεσαν προς έγκριση στη Θεσσαλονίκη το Σάββατο). Πρόταση που συνοδεύει γενικές διακηρύξεις για «υπεράσπιση του ΙΚΑ και του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος», τις οποίες κατά καιρούς έχουν επαναλάβει όλοι όσοι έχουν ρημάξει την Ασφάλιση. Για την ακρίβεια, κάθε φορά που ετοιμαζόταν νέα επιδρομή στην Κοινωνική Ασφάλιση (ΚΑ) γινόταν στο όνομα της... υπεράσπισής της.
Ψευδεπίγραφη είναι όμως και η υπεράσπιση που προσφέρει στους ασφαλισμένους η συγκεκριμένη πρόταση της ΓΣΕΕ αφού ούτε λίγο ούτε πολύ προτείνει νέο χαράτσωμα των ασφαλισμένων για να βρουν πόρους τα Ταμεία. Κι αυτό όταν οι εργαζόμενοι είναι οι μόνοι που με συνέπεια πληρώνουν τις δικές τους εισφορές από μισθούς, μάλιστα, που δε φτάνουν να καλύψουν ούτε βασικές τους ανάγκες. Αντί όμως η ΓΣΕΕ να εμφανιστεί αντίθετη σε κάθε επιβάρυνση των ασφαλισμένων, εκείνη δίνει νέες ιδέες στην κυβέρνηση και στη μεγαλοεργοδοσία, τους προσφέρει καταφύγιο. Λέει «χρηματοδότηση και ενίσχυση του ΕΟΠΥΥ» αλλά δε λέει από ποιον πρέπει να χρηματοδοτηθεί και να ενισχυθεί ο ΕΟΠΥΥ.
Δείγμα του πώς εννοούν αυτές οι δυνάμεις τη «στήριξη» του ΕΟΠΥΥ είναι όσα ακούστηκαν τον περασμένο Ιούλη, στο Γενικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία. Η ΔΑΚΕ είχε φτάσει να προτείνει «να μπει νέος φόρος σε τσιγάρα, ποτά, καύσιμα, τζόγο... υπέρ της Υγείας» (όπως τόνιζε το σχετικό ρεπορτάζ του «Ρ» στις 6/7). Ενώ ο συνάδελφός του από την ΠΑΣΚΕ «ζήτησε να διευρυνθεί η φορολογική βάση»...
Σε τέτοιους αγώνες καλούν τους εργαζόμενους αυτές οι συνδικαλιστικές δυνάμεις. Σε «αγώνες» που ουσιαστικά βρίσκουν τρόπους στήριξης του μεγάλου κεφαλαίου και του κράτους του. Σε «αγώνες» για διαφορετικούς τρόπους διαχείρισης μιας πολιτικής που θα συνεχίσει να φορτώνει «τα σπασμένα» στις λαϊκές οικογένειες. Με αυτό το περιεχόμενο θα εντείνουν την παρέμβασή τους το επόμενο διάστημα, πατώντας στο έδαφος της ηττοπάθειας και των αυταπατών που έκαναν τα πάντα, για να κυριαρχήσει στους τόπους δουλειάς τα προηγούμενα χρόνια. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να εγκλωβιστούν σε τέτοια μονοπάτια, που μόνο μακριά από τις αιτίες των προβλημάτων τους δεν οδηγούν. Γιατί δεν αρκεί να ζητάς «ανατροπή της πολιτικής» ή «ανατροπή της κυβέρνησης» όπως αυτές οι δυνάμεις λένε σε διάφορους χώρους. Για παράδειγμα, στην Υγεία, πώς θα ανατραπεί η πολιτική που σμπαραλιάζει την ασφάλιση, τα δημόσια νοσοκομεία και τσακίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων; Γίνεται να υπάρξει ανατροπή της πολιτικής αυτής χωρίς πάλη ενάντια στο κεφάλαιο; Γίνεται να ανατραπεί αυτή η πολιτική χωρίς κατάργηση των μνημονίων και των σχετικών νόμων τη μονομερή διαγραφή του χρέους, την αποδέσμευση από την ΕΕ; Δε γίνεται, αλλά αυτές οι δυνάμεις στηρίζουν την πολιτική που αυξάνει αμείωτα τα μνημόνια, την πολιτική που θέλει ενίσχυση και ανάπτυξη των μεγαλοεπιχειρηματιών. Τέτοιες πλευρές πρέπει να προβληματίσουν τους εργαζόμενους, ειδικά μπροστά στη μάχη για προετοιμασία γενικής απεργίας. Να οργανωθεί η ιδεολογικοπολιτική συζήτηση και η διαφώτιση στους τόπους δουλειάς. Να γίνουν βήματα στην αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, να συσπειρωθούν νέες δυνάμεις στα ταξικά συνδικάτα, στο ΠΑΜΕ.