Εζησε στα χρόνια 1596-1650
Ο Ντεκάρτ θεωρούσε πως για να αναμορφωθεί η φιλοσοφία, να αποκτήσει επιστημονική βάση και να φτάσει στην αλήθεια, χρειάζεται να χρησιμοποιήσει μαθηματικές-λογικές μεθόδους έρευνας και γνώσης. Στη φιλοσοφική του αντίληψη ο Ντεκάρτ είναι δυιστής, εκφράζει μια διάσταση ανάμεσα στη «φυσική» και τη «μεταφυσική». Στη διδασκαλία του για τη φύση ήταν «υλιστής» ενώ σ' αυτή για τις ουσίες ήταν «δυιστής». Παραδεχόταν πως υπάρχουν δυο αυτοτελείς ουσίες, η υλική και η πνευματική. Γενικό του χαρακτηριστικό είναι ότι θεωρεί ως πρωταρχικό στοιχείο το πνεύμα, την ιδέα, τη συνείδηση και όχι την ύλη. Το πνεύμα, ο νους είναι άυλη ουσία, δεν ορίζεται μέσα στο χώρο, ενώ η ύλη έχει ως ουσιαστικές, αναπόσπαστες ιδιότητες την ένταση και την κίνηση. Η ύλη αποτελείται από σωματίδια που γεμίζουν το χώρο. Δεν υπάρχει έκταση χωρίς σωματίδια στο χώρο. Η κίνηση της ύλης, η οποία υπακούει στους νόμους της μηχανικής, σημαίνει μετατόπιση των σωματιδίων στο χώρο.
Κατά τον Ντεκάρτ στον ανθρώπινο νου υπάρχουν «έμφυτες ιδέες (ideae inatae)», ανεξάρτητες από τον εξωτερικό μας κόσμο, τις οποίες τις κουβαλάμε στο νου από τη γέννησή μας. Οι έμφυτες ιδέες αποτελούν τις θεμελιακές αρχές, τις πρώτες έννοιες. Εργο της φιλοσοφίας είναι να αναζητήσει και να ξεκαθαρίσει αυτές τις αρχές.
Μια από τις έμφυτες ιδέες είναι η έννοια του «τέλειου» (της τελειότητας) και αυτή την ιδιότητα την έχει η «έννοια του Θεού», ένα ον όχι μόνο τέλειον αλλά και αιώνιον, άπειρον, παντοδύναμον, ένα ον που είναι δημιουργός των πάντων. Ο τέλειος κόσμος δημιουργήθηκε από τον Θεό, το τέλειο ον, και όχι από τον ατελή άνθρωπο. Η έννοια του Θεού ως τέλειου όντος προϋποθέτει και την ύπαρξή του. Εάν δεν υπήρχε ο Θεός ως τέλειος, ο νους μας δε θα σχημάτιζε, κατ' ανάγκη, την έννοια του Θεού. Ετσι ο Ντεκάρτ καταλήγει στη λεγόμενη «οντολογική» απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Αυτή η «απόδειξη» δεν ευσταθεί. Στο νου μας γεννιούνται πολλές ιδέες (και φαντασιώσεις) χωρίς αυτό να σημαίνει πως αυτές έχουν και πραγματικό, υπαρκτό αντικείμενο.
Ολη αυτή η φιλοσοφική αντίληψη είναι μηχανιστική και ιδεαλιστική. Ο ιδεαλισμός της θεωρίας των έμφυτων ιδεών είναι σαφής και αποτελεί ένα από τα βασικά αρνητικά στοιχεία της καρτεσιανής φιλοσοφίας.
Ο Ντεκάρτ δεν αρνήθηκε τη σημασία της εμπειρίας στη διαδικασία της γνώσης, απλώς δεν τη θεωρούσε ως μοναδική πηγή και ως μοναδικό κριτήριο της αλήθειας. Ο Ντεκάρτ είναι οπαδός και υποστηρικτής του ορθολογισμού στη νεότερη φιλοσοφία, που θεωρεί το λόγο ως κύρια πηγή και κριτήριο της γνώσης. Η ίδια η πραγματικότητα έχει ορθολογική δομή και γι' αυτό το λόγο υπάρχουν αλήθειες τις οποίες ο νους μπορεί να τις συλλάβει άμεσα. Για τον Ντεκάρτ είναι βασική αρχή πως η γνώση πρέπει να 'ναι σαφής και άμεση. Για να φτάσουμε σε τέτοιου είδους γνώση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη «μεθοδική αμφιβολία». Να αμφιβάλλουμε για όλα όσα μέχρι τώρα πιστεύαμε ότι αποτελούν αλήθεια, να αμφιβάλλουμε ακόμη και για την ύπαρξη του ίδιου του κόσμου.
Η καρτεσιανή αμφιβολία, συνεπώς, είναι γενική, είναι εχθρός του σκεπτικισμού, αντιτίθεται στη σκεπτική αμφιβολία που καταλήγει στην άρνηση της δυνατότητας της γνώσης. Ο Ντεκάρτ θέτει την αμφιβολία στην υπηρεσία της νέας επιστημονικής μεθοδολογίας. Η αμφιβολία του δεν είναι αυτοσκοπός, είναι καθήκον για να εξασφαλιστεί η στέρεη βάση για τη διαδικασία της γνώσης, είναι αφετηρία, προκαταρκτικός όρος της γνώσης και όχι κατάληξή της.
Η καρτεσιανή φιλοσοφία και μεθοδολογία στο σύνολό της, παρ' όλες τις σοβαρές ιδεαλιστικές της πτυχές, είναι σημαντική για την εποχή της, για τον ορθολογισμό της, την καταδίκη της σχολαστικής, για την ιδέα της επιστημονικής θεμελίωσης της φιλοσοφίας, κλπ. Γι' αυτά ο καρτεσιανισμός καταπολεμήθηκε από τους σχολαστικούς αριστοτελικούς και τους θεολόγους.