Associated Press |
Στις 31 Δεκέμβρη του 1958 ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του κουβανέζικου στρατού ενημέρωσε τον δικτάτορα Μπατίστα ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα να εμποδιστεί η προέλαση των επαναστατών προς την Αβάνα. Η πληροφόρηση ήταν απολύτως ακριβής. Φάλαγγες ανταρτών με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο τις τελευταίες μέρες του Δεκέμβρη κύκλωναν το Σαντιάγκο. Ανταρτικές δυνάμεις υπό τον Ραούλ Κάστρο ελέγχανε την επαρχία του Οριέντε, ενώ οι δυνάμεις του Τσε Γκουεβάρα και του Καμίλο Σιενφουέγκος πολεμούσαν στα περίχωρα της Σάντα Κλάρα, λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την κουβανική πρωτεύουσα. Επιπλέον, σε όλο το νησί γίνονταν σαμποτάζ κατά στρατιωτικών στόχων του καθεστώτος, επιθέσεις σε στρατιωτικούς στόχους και κάθε λογής άλλες ενέργειες, με τις οποίες ο λαός εξέφραζε την ταύτισή του με την επανάσταση4.
Ο δικτάτορας ήταν αρκετά ευφυής για να καταλάβει πως τα λόγια του στρατηγού του δεν μπορούσαν να σημαίνουν τίποτε άλλο από το ότι είχε έρθει το τέλος. Ετσι έδωσε διαταγή να ετοιμαστούν οι βαλίτσες του. Χρήματα δε θα μετέφερε σ' αυτές, γιατί τα είχε στείλει εδώ και καιρό στην Ελβετία. Πήρε μόνο κάτι ψιλοπράγματα όπως το τηλέφωνο που είχε από καθαρό χρυσάφι και το ασημένιο ουροδοχείο του - δώρα Αμερικανών επιχειρηματιών που στις μέρες του είχαν κάνει χρυσές δουλιές στο νησί, ληστεύοντας τον κουβανέζικο λαό. Μαζί με τον Μπατίστα αποφάσισαν να φύγουν και τα τσιράκια του: στρατηγοί, υπάλληλοι των μυστικών υπηρεσιών, υπουργοί, συνολικά 124 άτομα5.
Την 1η Γενάρη του 1959 η επανάσταση είχε ουσιαστικά νικήσει. Ο Μπατίστα είχε εγκαταλείψει τη χώρα, φεύγοντας κρυφά για τον Αγιο Δομίνικο και η Σάντα Κλάρα όπου - όπως πολύ σωστά γράφει ο R. Rojo6 - δόθηκε η αποφασιστική μάχη έπεσε στα χέρια των επαναστατών. Την επομένη, με ηγέτη τον Τσε, οι αντάρτες μπήκαν θριαμβευτικά στην Αβάνα, καταλαμβάνοντας το κάστρο Καμπάνια και σε λίγες μέρες έφτασε στην πρωτεύουσα ο ηγέτης της επανάστασης Φιντέλ Κάστρο, όπου και ανέλαβε πρωθυπουργός της πρώτης επαναστατικής κυβέρνησης.
Από τη στιγμή που οι Κουβανοί άρχισαν να αποκτούν εθνική συνείδηση - τέλη του 18ου, αρχές του 19ου αιώνα - επιδίωξαν να κερδίσουν την εθνική τους ανεξαρτησία, να συγκροτηθούν, δηλαδή, σε ξεχωριστό κράτος και να πάψουν να αποτελούν αποικία των Ισπανών. Πρώτη σοβαρή απόπειρα γι' αυτούς τους σκοπούς έγινε με την ένοπλη εξέγερση τον Οκτώβρη του 1868, που καθοδήγησε ο Κάρολος Μανουέλ ντε Σεσπέντες. Ο πόλεμος εκείνος, που ονομάστηκε «πόλεμος των δέκα χρόνων», τελείωσε το 1878, με ήττα των επαναστατών. Ομως, αυτό δε σήμαινε παρά μόνο μια ανάπαυλα στην επαναστατική διαδικασία. Δεκαεφτά χρόνια αργότερα, στις 24 Φλεβάρη του 1895, ξέσπασε νέος επαναστατικός πόλεμος, τον οποίο οργάνωσε και στήριξε ιδεολογικοπολιτικά ο μεγάλος Κουβανός επαναστάτης Χοσέ Μαρτί (σκοτώθηκε σε σύγκρουση με τους Ισπανούς στις 19/3/1895). Το 1898 στον Ισπανοκουβανικό Πόλεμο επενέβησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, με το πρόσχημα ότι ήθελαν να βοηθήσουν την Κούβα στον αγώνα της για ανεξαρτησία εναντίον της Ισπανίας. Στην πραγματικότητα επιδίωκαν την εξασθένηση των δύο αντιπάλων, ούτως ώστε να έρθουν αυτοί και να καρπωθούν χωρίς κόπο τα οφέλη, μετατρέποντας το νησί σε προτεκτοράτο τους.
Μετά την επέμβαση των ΗΠΑ, η ισπανική δύναμη δεν μπόρεσε να αντέξει. Νικήθηκε κατά κράτος, αλλά η κυβέρνηση των Βορειο-Αμερικανών δεν παραχώρησε στην Κούβα την ανεξαρτησία της7. Τα στρατεύματά της κατέλαβαν τη χώρα για τέσσερα χρόνια (1898-1902) και την άφησαν μόνο, αφού έγινε δυνατό στους Βορειοαμερικανούς ιμπεριαλιστές να επιβάλουν στο Σύνταγμα του νέου κράτους μια ταπεινωτική διάταξη, που τους έδινε το δικαίωμα να επεμβαίνουν στις εσωτερικές του υποθέσεις κάθε φορά που το έκριναν σκόπιμο. Πρόκειται για την περιβόητη «τροπολογία Πλατ», η οποία στα επίμαχα σημεία της όριζε τα εξής: «Η κυβέρνηση της Κούβας δέχεται να μπορούν οι Ενωμένες Πολιτείες να ασκούν το δικαίωμα της επέμβασης για να εξασφαλίζουν μ' αυτή την ανεξαρτησία και κυβέρνηση ικανή να προστατεύει τη ζωή, την περιουσία και την ελευθερία των ατόμων...». Και η τροπολογία συνέχιζε: «Για να μπορούν οι Ενωμένες Πολιτείες να υπερασπίζουν την ανεξαρτησία της Κούβας και να προστατεύουν το λαό, η κυβέρνηση της Κούβας θα πουλήσει ή θα νοικιάσει στις Ενωμένες Πολιτείες τις περιοχές που θα χρειαστούν για να εγκατασταθούν αποθήκες ή ναυτικές βάσεις, σε καθορισμένα σημεία που θα συμφωνηθούν με τον πρόεδρο των Ενωμένων Πολιτειών...»8. Ετσι άρχισε η ζωή του νέου κράτους, της «Δημοκρατίας της Κούβας»: Κάτω από τον απόλυτο έλεγχο των ΗΠΑ. Η εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας οριζόταν από τους Βορειοαμερικανούς και το πολιτικό στάτους κβο δεν μπορούσε στο ελάχιστο να τροποποιηθεί χωρίς την έγκριση των τελευταίων. Η οικονομική ζωή της, επίσης, είχε περιέλθει ολοκληρωτικά στα χέρια του κεφαλαίου των ΗΠΑ. Για μισό αιώνα, η Κούβα ήταν ένα τεράστιο αγρόκτημα σπαρμένο ζαχαροκάλαμο στα χέρια εταιριών των Ηνωμένων Πολιτειών, που είχαν πάρει υπό τον έλεγχό τους και τη βιομηχανία της ζάχαρης. Οι ΗΠΑ είχαν επίσης βάλει στο χέρι τους τομείς των τηλεφώνων, του ηλεκτρισμού, των σιδηροδρόμων (τους είχαν μοιράσει με τους Βρετανούς), τους πορτοκαλεώνες της Καμαγουέης και του Λος Πίνος, τα μεταλλεία χαλκού, μαγγανίου, νικελίου, την «Εθνική» τράπεζα κλπ.
Ασφαλώς, η κατάσταση αυτή δεν επιβλήθηκε χωρίς αντιδράσεις. Ο κουβανικός λαός ουδέποτε αποδέχτηκε τη βορειοαμερικανική επικυριαρχία. Οι αγώνες του για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία ήταν συνεχείς, με κορυφαίο γεγονός - πριν την Επανάσταση - την επίθεση στους στρατώνες της Μονκάδα που οργάνωσαν νέοι επαναστάτες υπό την καθοδήγηση του Φιντέλ Κάστρο. «Καταδικάστε με - είχε πει τότε στους δικαστές του ο Κάστρο - δεν πειράζει. Η ιστορία θα με δικαιώσει»9. Και η δικαίωση δεν άργησε να 'ρθει. Ηταν το ξέσπασμα της επανάστασης 1956-1959 που δίδαξε στον κουβανέζικο λαό τον τρόπο για να οργανωθεί, να παλέψει και να νικήσει.
Η επανάσταση της Κούβας 1956-1959 ασφαλώς δεν είχε εύκολο δρόμο μετά την επικράτησή της. Είχε να αντιμετωπίσει σοβαρά και οξυμένα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα. Επρεπε να απαλλάξει τη χώρα από τα δεσμά της εξάρτησης στο βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό, πράγμα που σήμαινε ότι ταυτόχρονα έπρεπε να προωθήσει βαθύτατους κοινωνικοπολιτικούς μετασχηματισμούς, οι οποίοι θα εξασφάλιζαν την εθνική ανεξαρτησία και την κοινωνική απελευθέρωση. Συνεπώς από τα ίδια τα πράγματα, η κουβανική επανάσταση οδηγήθηκε στο μόνο δρόμο που της εξασφάλιζε την απελευθέρωση από τον ιμπεριαλισμό και τις εκμεταλλεύτριες τάξεις. Οδηγήθηκε, δηλαδή, στο δρόμο του σοσιαλισμού. Την Πρωτομαγιά του 1961 ο Κάστρο ανήγγειλε ότι η επανάσταση θα προχωρήσει στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Οι ΗΠΑ αντιλήφθηκαν πολύ γρήγορα ότι η επανάσταση στην Κούβα δεν ήταν ένα κίνημα για την ανατροπή του στάτους κβο στις κορυφές της πολιτικής ζωής της χώρας, αλλά ένα ευρείας έκτασης κοινωνικοπολιτικό κίνημα, που οι στοχεύσεις του έβγαιναν πολύ έξω από τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Ετσι, από την πρώτη στιγμή, επιχείρησαν να πνίξουν το νεογέννητο επαναστατικό κράτος και να στραγγαλίσουν τον κουβανικό λαό. Γι' αυτό και εκπαίδευσαν και εξόπλισαν Κουβανούς αντεπαναστάτες, οργάνωσαν στρατιωτικές επεμβάσεις κι ένα στραγγαλιστικό οικονομικοστρατιωτικό αποκλεισμό του νησιού που διαρκεί ως τα σήμερα.
Οι Κουβανοί άντεξαν και δημιούργησαν πολλά στο παρελθόν, έχοντας την αμέριστη υποστήριξη και βοήθεια των σοσιαλιστικών χωρών και της ΕΣΣΔ. Αντέχουν, όμως, και ως τα σήμερα, μια δεκαετία μετά την επικράτηση της αντεπανάστασης σε βάρος των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Παρά το γεγονός ότι οι πιέσεις του ιμπεριαλισμού αυξήθηκαν αντικειμενικά στο πολλαπλάσιο, σήμερα η Κούβα παίζει ηγετικό ρόλο σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, ο λαός της είναι ένας από τους πιο αξιοσέβαστους λαούς ολόκληρης της υφηλίου. Ασφαλώς τίποτα απ' όλα αυτά δε θα ήταν κατορθωτό χωρίς την επανάσταση και χωρίς αυτή η επανάσταση να είναι ζωντανή, δυναμική, ουσιαστική στο έργο της, συνεγείροντας όχι μόνο το λαό του μικρού αυτού νησιού, αλλά και τους λαούς σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ποια είναι όμως η βαθύτερη σημερινή σημασία της κουβανέζικης επανάστασης; Ποιο είναι το επίκαιρο μήνυμά της; «Ολη μας η δράση - έγραφε ο Τσε σ' ένα από τα τελευταία κείμενά του10 - είναι μια κραυγή πολέμου ενάντια στον Ιμπεριαλισμό». Η κουβανέζικη επανάσταση είναι η ζωντανή επιβεβαίωση. Είναι το ζωντανό παράδειγμα και η απόδειξη πως ο μαρξισμός δεν πέθανε, πως ο σοσιαλισμός δεν είναι ουτοπία, πως η αντιιμπεριαλιστική πάλη φέρνει αποτέλεσμα, πως ο ιμπεριαλισμός μπορεί να ηττηθεί, πως οι λαοί μπορούν να νικούν.
1. Ερνέστο Τσε Γκουεβάρα: «Πολιτικά Κείμενα», εκδόσεις Καρανάση, τόμος 1ος, σελ. 26-27.
2. Για την απόβαση των επαναστατών του «Γκράνμα» βλέπε: Τσε Γκεβάρα: «Το ημερολόγιο του επαναστατικού πολέμου 1956-1959», εκδόσεις «Ποντίκι» σελ. 17-18.
3. Ζαν Κορμιέ: «Τσε Γκεβάρα», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 91.
4. Φιντέλ Κάστρο: «Η επανάσταση της Κούβας», εκδόσεις ΓΝΩΣΕΙΣ, σελ. 140.
5. Ι. Λαβρέτσκι: «Ερνέστο Τσε Γκουεβάρα», εκδόσεις ΑΚΑΔΗΜΟΣ, 1979, σελ. 171.
6. R. Rojo: «Τσε Γκουεβάρα - Η ζωή και ο θάνατος ενός φίλου», εκδόσεις ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, σελ. 74.
7. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 426-428.
8. Νικόλα Γκιλιέν: Πρόλογος στο: Φ. Κάστρο: «Η επανάσταση της Κούβας», εκδόσεις ΓΝΩΣΕΙΣ, σελ. 14.
9. Φ. Κάστρο: «Η επανάσταση της Κούβας», εκδόσεις ΓΝΩΣΕΙΣ, σελ. 100.
10. Ερνέστο Τσε Γκουεβάρα: «Πολιτικά Κείμενα», εκδόσεις Καρανάση, τόμος 2ος, σελ. 242.