Πέμπτη 27 Γενάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ

Ψάξαμε και δε βρήκαμε κανένα «δαίμονα» στο τυπογραφείο... Τα όποια λάθη είναι μόνο ανθρώπινα και συμβαίνουν και στα κείμενα στου Προσυνεδριακού Διαλόγου. Στο «Ριζοσπάστη» της 20ής του Γενάρη στο κείμενο του Μανούσου Αεράκη η φράση «Ασυνέπεια και συναίσθημα βλάπτουν σοβαρά την κομματική ηγεσία» θα έπρεπε να είναι «Ασυνέπεια και συναίσθημα βλάπτουν σοβαρά την κομματική υγεία». Επίσης, στον προχτεσινό «Ριζοσπάστη» στις 26 του Γενάρη στο κείμενο του Κώστα Κατσιαμάνη η φράση «Η ζωή απ' αυτό το "μουλάρωμα", όπως γνωρίζουμε, είναι μεγάλη», θα έπρεπε να είναι «Η ζημιά απ' αυτό το "μουλάρωμα", όπως γνωρίζουμε, είναι μεγάλη».

Μια λύση για το πιο σοβαρό μας πρόβλημα

Ποιο είναι το πιο σοβαρό μας πρόβλημα; Ολοι το ξέρουμε. Ολους μας πονάει. Τι ήταν αυτό που έφθειρε το σοσιαλιστικό σύστημα, τι έφερε τη στασιμότητα, τι σταμάτησε τον έλεγχο, τι έφερε τη διαφθορά, ώστε τελικά με ένα φύσημα του εχθρού το σύστημα να ανατραπεί;

Το κακό είναι που, ενώ έχουν περάσει 15 χρόνια από τις ανατροπές, απάντηση δεν έχει δοθεί ακόμα. Το πρόβλημα απλώς θίγεται στη Θέση 35, όπου του αφιερώνονται οχτώ αράδες και όπου λέμε πως συνεχίζονται οι προσπάθειες να βγουν ολοκληρωμένα συμπεράσματα για τις αιτίες ανατροπής των σοσιαλιστικών καθεστώτων. Πηγάζει όμως αμέσως το ερώτημα: Πόσο θα συνεχιστούν ακόμα αυτές οι προσπάθειες, άλλα δεκαπέντε χρόνια ή άλλα τριάντα; Γιατί το πρόβλημα υπάρχει όχι από τότε που έγιναν οι ανατροπές, αλλά από πολύ νωρίτερα, από τότε που άρχισε η στασιμότητα. Τι έφερε όμως τη στασιμότητα; Το Κόμμα πάνω σ' αυτό το πρόβλημα έκανε το 1995 μια σοβαρή δουλιά, όπου βρήκε πως το Κόμμα έχασε τον πρωτοποριακό του ρόλο, ότι τελικά εξαφανίστηκε ο έλεγχος, ότι αναπτύχθηκε ο καριερισμός στελεχών και άλλες ακόμα αιτίες, σωστές μεν, δε βρήκε όμως τη μία, τη βασική αιτία, αυτήν που προκάλεσε όλες τις άλλες. Το χειρότερο είναι που κοντεύουμε να πιστέψουμε πως το πρόβλημα είναι άλυτο ή τουλάχιστον πως μπορούμε να το αφήσουμε στην άκρη. Φαίνεται πως είμαστε ικανοποιημένοι που σαν ΚΚΕ έχουμε μια σωστή πολιτική, που έχουμε ξεκαθαρισμένες θέσεις για το τι είναι καπιταλισμός, τι είναι η περιβόητη παγκοσμιοποίηση, τι ρόλο παίζει η ΕΕ, που είμαστε το μόνο κόμμα (ή ένα από τα ελάχιστα κομμουνιστικά κόμματα στον κόσμο) που λέει πως ο καπιταλισμός δε διορθώνεται αλλά μόνο ανατρέπεται.

Ολα αυτά, βέβαια, μας βοηθούν να στεκόμαστε στα πόδια μας και να προχωρούμε μπροστά. Προχωρούμε όμως βασανιστικά και δεν ξέρω αν καταλαβαίνουμε πως αυτό το «βασανιστικά» οφείλεται στο άλυτό μας πρόβλημα. Γιατί τι μπορούμε να πούμε σε ένα φίλο μας που θέλει να συστρατευτεί μαζί μας, αλλά μας θέτει αυτό το πρόβλημα; Θα του πούμε ότι ψάχνουμε ακόμα για τη λύση του; Και αυτό το ερώτημα βρίσκεται στην «άκρη των χειλέων» του καθενός που μας συμπαθεί αλλά που ενδεχομένως λέει πως αυτό είναι το μεγάλο τρωτό του συστήματος και που γιατρειά δεν έχει.

Είναι σε όλους μας γνωστό πως όταν δημιουργήθηκε η Σοβιετική Ενωση και όταν άρχισε να χτίζεται η σοσιαλιστική οικονομία, υπήρξε μια θυελλώδης ανάπτυξη που έδειχνε την ανωτερότητα του συστήματος. Σιγά σιγά όμως ήρθε η ρουτίνα, η αδιαφορία, η πτώση των ρυθμών ανάπτυξης, η στασιμότητα, μέχρι που φτάσαμε στη διάβρωση και τις ανατροπές. Προσωπικά ψάχνω σε όλες τις παρεμβάσεις που γίνονται από τις στήλες του διαλόγου του Ριζοσπάστη και της ΚΟΜΕΠ. Ελάχιστοι σύντροφοι αναφέρουν το πρόβλημα και αυτοί στα φευγάτα εκτός από μια δυο εξαιρέσεις που στέκονται κάπως περισσότερο. Μήπως, λοιπόν, πρόκειται για ένα πρόβλημα που δεν αξίζει να του δώσουμε και πολλή σημασία; Μήπως, δηλαδή, δεν έχει σημασία αν θα ξέρουμε πώς μπορούμε να χτίσουμε ένα σοσιαλισμό που να αντέχει και ύστερα από εκατό χρόνια και που θα μπορεί να οδηγήσει στον κομμουνισμό; Είναι, λοιπόν, δευτερεύον αυτό τα πρόβλημα; `Η μήπως είναι πράγματι ένα πρόβλημα που δεν μπορούμε να βρούμε τη λύση του;

Προσωπικά πιστεύω πως το ΚΚΕ είναι το κόμμα εκείνο του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος που μπορεί να βρει τη λύση, γιατί στέκεται σωστά ιδεολογικά. Ωστόσο, φαίνεται πως χρειάζεται και ένα ταρακούνημα.

Λέμε στη δουλιά του 1995 πως τελικά ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ ο έλεγχος, πράγμα απόλυτα σωστό. Δηλαδή στα σοβαρά, χρειάζονται δεκαπέντε χρόνια και άλλα δεκαπέντε για να βρούμε έναν τρόπο που να εξασφαλίζει ότι δε θα εξαφανίζεται ποτέ ο έλεγχος; Αυτό το πράγμα ένας κοινός νους σαν τον δικό μου αδυνατεί να το καταλάβει. Πώς ψάχνουμε, όμως, πού ψάχνουμε;

Λένε οι Θέσεις, πάλι στο 35, ότι ψάχνουμε «σε κοινή έρευνα με μαρξιστές επιστήμονες και άλλα κομμουνιστικά ιδρύματα άλλων χωρών». Δηλαδή μελετώντας το «Κεφάλαιο» του Μαρξ ή το «Τι να κάνουμε» του Λένιν, θα βρούμε πώς θα εξασφαλίσουμε τον έλεγχο, πώς θα λύσουμε ένα πρόβλημα που εμφανίστηκε τόσο πολύ αργότερα; Οι κλασικοί τα είχαν προβλέψει όλα; Αν ήταν έτσι, ο Λένιν δε θα έκανε πίσω όταν εφάρμοσε τη ΝΕΠ. Μέσα στο μαρξισμό βρήκε τη ΝΕΠ;

Μήπως, λοιπόν, ούτε και τώρα θα λύσουμε το άλυτο πρόβλημά μας, ψάχνοντας μέσα στη μαρξιστική διδασκαλία;

Προσωπικά έχω καταλήξει από καιρό σε μια πρόταση - λύση. Την έχω καταθέσει στο Κόμμα. Την είχα απευθύνει στη σ. Αλέκα Παπαρήγα το Φεβρουάριο του 2003. Με όλο το σεβασμό που τρέφω στην ΓΓ του Κόμματος, υποψιάζομαι πως η πρότασή μου έμεινε στην άκρη, γιατί είναι μια λύση που έναν μαρξιστή που περιμένει κάτι άλλο τον ξενίζει, γιατί ούτε κι εγώ στηρίχτηκα στη μαρξιστική διδασκαλία.

Θα έβαζα την πρότασή μου στο Διάλογο αλλά την αναπτύσσω σε ένα κείμενο 5.000 λέξεων και δε χωράει ούτε στο Ριζοσπάστη ούτε στην ΚΟΜΕΠ. Την ξανακαταθέτω, όμως, στο Κόμμα τώρα μήπως σήμερα κοιταχτεί με άλλο μάτι. Αλλά θα την πω και εδώ με δυο λόγια: Εάν στη Σοβ. Ενωση ύστερα από τις πρώτες επιτυχίες στην οικονομία, είχε αποφασιστεί να χωριστεί το ΚΚΣΕ σε δυο κομμουνιστικά μαρξιστικά κόμματα τα οποία με ελεύθερες και ανεπηρέαστες εκλογές θα εναλλάσσονταν στην εξουσία, έχοντας και έναν πρόεδρο με αυξημένες αρμοδιότητες, θα είχε ανατραπεί το σύστημα ή όχι;

Για να ελέγξω την πρότασή μου έβαλα αυτό το ερώτημα σε μερικούς φίλους και συντρόφους. Οι απαντήσεις των φίλων και των απλών μελών ήταν πάντα σαφείς, «δε θα ανατρεπόταν». Οι απαντήσεις όμως των στελεχών ήταν σκεπτικισμός και η απόρριψη της ιδέας ίσως γιατί ήταν δανεισμένη από τον καπιταλισμό. Ωστόσο, κατά κάποιον τρόπο δέχονταν και αυτοί πως δε θα ανατρεπόταν το σύστημα λέγοντας πως αν το Κόμμα που κυβερνούσε δεν προχωρούσε ικανοποιητικά ο κόσμος θα στρεφόταν στο άλλο. Ξέχωρα όμως από αυτό υπάρχει ένας άλλος σοβαρότερος λόγος για την ανάγκη ύπαρξης δικομματικού συστήματος και στο σοσιαλισμό: Γιατί τον έλεγχο τον εξαφάνισε ο επί 70 χρόνια μονοκομματισμός. Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, η αιτία, η μία, η βασική, που προκάλεσε όλες τις άλλες, αυτή ήταν που εξαφάνισε τον έλεγχο, που έφερε τον καριερισμό, που έκανε να χάσει το Κόμμα τον πρωτοποριακό του ρόλο. Είναι η αιτία που λίγο - πολύ την ξέρουμε, μα που δεν τολμούμε να την αγγίξουμε λες και το απαγορεύει ο μαρξισμός και μάλιστα με δαμόκλειο σπάθη λες και ο μαρξισμός είναι δυνατό να στέκεται δογματικά εμπόδιο σε κάτι που βοηθάει να στεριώνεται πιο γερά ο σοσιαλισμός.

Ξανακαταθέτω, λοιπόν, την πρότασή μου για λύση του πιο σοβαρού μας προβλήματος. Μακάρι να βρουν λύση οι μαρξιστές επιστήμονες που ψάχνουν μέσα στο Μαρξισμό. Δε νομίζω να τη βρουν, όμως, όπως δεν τη βρήκαν δεκαπέντε χρόνια τώρα. Και οι καιροί ου μενετοί. Ο σοσιαλισμός είναι η απαίτηση του 21ου αιώνα. Δεν αρκεί η σωστή πολιτική και τακτική. Πρέπει να φύγει και η τροχοπέδη που κάνει βασανιστική την πορεία προς τα μπρος του δικού μας και του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Δε θα βάλουμε νερό στο κρασί μας, αν εφαρμόσουμε και εμείς δικομματισμό. Αέρα στα πανιά μας θα δώσουμε. Νερό στο κρασί μας, και πολύ μάλιστα, βάζουμε όταν ύστερα από σαράντα και πενήντα χρόνια σοσιαλισμού (Κούβα - Βιετνάμ) καλείται ο καπιταλισμός να ...βοηθήσει, και αυτό δε μας ενοχλεί.

Επανέρχομαι έτσι σε κείνη την πρότασή μου γιατί πιστεύω πως το πρόβλημα είναι βασικό και δεν μπορεί να μείνει άλλο στην άκρη. Επανέρχομαι όμως εδώ τόσο πολύ επιγραμματικά που, κατά τη γνώμη μου, είναι απαραίτητο, για όποιον θέλει να σκύψει στο πρόβλημα να διαβάσει και το κείμενο των 5.000 λέξεων που κατέθεσα παλιά στο Κόμμα. Αν αυτό τα κείμενο δεν είναι εύκολο να βρεθεί, το ξανακαταθέτω σήμερα στην αχτίδα ΕΒΕ από όπου μπορεί όποιος θέλει να ζητήσει ένα αντίγραφο να το διαβάσει.

Μενέλαος Στεφανίδης

Συγγραφέας - εκδότης

ΚΟΒ-βιβλίου

Αν θέλουμε να ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ θα ΠΡΕΠΕΙ να ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΟΥΜΕ με αυτούς που πρέπει να αποτελέσουν το επαναστατικό μέτωπο

Μετά από αρκετά χρόνια συνεργασίας με το κόμμα στο χώρο εργασίας, κατοικίας, ιδεολογικής - πολιτικής συμμετοχής με επιστολές σε δύο συνέδρια (15ο - 16ο), αλλά και προσπάθειας συνεργασίας σε επίπεδο ΚΕ, είχα αποφασίσει να μη συμμετάσχω στον προσυνεδριακό διάλογο για το 17ο, γιατί είχα απογοητευτεί από την «κακή» επικοινωνία, συνεργασία, ενδιαφέρον αλλά και την εν γένει «κακή» λειτουργία του Κόμματος ως επιτελείου του αγώνα για την απελευθέρωση της εργασίας από τα δεσμά του κεφαλαίου.

Ευτυχώς, διαβάζοντας τις ΘΕΣΕΙΣ, διαπίστωσα ότι το Κόμμα με πολύ αυστηρή αυτοκριτική έχει εντοπίσει τα ασθενή σημεία του και έχει δώσει πρώτη προτεραιότητα στην ισχυροποίησή του ως επιτελείο του αγώνα στη χώρα μας και παγκόσμια.

Γι' αυτό και με μεγάλη μου χαρά και ελπίδα ότι στην πράξη και από την επομένη του 17ου Συνεδρίου θα αρχίσει η υλοποίηση των Αποφάσεων, θέλω να προσφέρω κάποιες σκέψεις που πιστεύω ότι θα βοηθήσουν στην ισχυροποίηση του επιτελείου μας.

Τι είναι νίκη για εμάς εδώ και σήμερα;

Νίκη είναι να κερδίσουμε πρώτα απ' όλα τον ιδεολογικό πόλεμο, να απελευθερώσουμε συνειδήσεις από τα ιδεολογήματα του αντιπάλου, να δημιουργήσουμε εδώ και τώρα επαναστατημένους ανθρώπους που δεν ανέχονται άλλο την ψυχική, υλική, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική υποδούλωση και διεκδικούν πιασμένοι χέρι - χέρι σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης υπόστασης τη χειραφέτηση, την ελευθερία, την ομορφιά, τη ζωή. Ο δε αριθμός και η αποφασιστικότητά τους να είναι τέτοιος ώστε και με την κατάλληλη πολιτική (στρατηγική - τακτική) να επιτύχουν να κατακτήσουν τη λαϊκή εξουσία και να δημιουργήσουν τη λαϊκή οικονομία.

Το πεδίο της ιδεολογίας, όπως λέει ο Μαρξ είναι το κατώφλι της ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ. Μέσα από τις ιδεολογικές διαδικασίες καταστρέφονται οι ψευδείς ιδεολογικές παραστάσεις, με τις οποίες το αστικό σύστημα κρύβει την ταξική πραγματικότητα. Μέσα από ιδεολογικές διαδικασίες, η πάλη για οικονομικές διεκδικήσεις γίνεται πολιτική πάλη.

Πρέπει λοιπόν να ΟΡΓΑΝΩΣΟΥΜΕ τον ιδεολογικό πόλεμο σε βάθος με την έρευνα, την ιδεολογική κατάκτηση και παραγωγή μιας αποκρυπτογραφημένης διατύπωσης της κρυμμένης ταξικής πραγματικότητας και σε πλάτος με την εκλαΐκευση και τη ζύμωση, με προσοχή βέβαια ώστε να μη γίνει μηχανιστική εκλαΐκευση, υπεραπλούστευση, εύκολος λαϊκισμός και φορμαλιστική αντιμετώπιση των θεμάτων (γιατί έτσι θα παίζουμε το παιχνίδι της άρχουσας τάξης).

Πρέπει να εντοπίσουμε τα δυνατά και αδύνατα σημεία μας. Η μεγαλύτερη προσπάθεια, αλλά και επιτυχία του αντιπάλου είναι η αμαύρωση του μεγαλύτερου πανανθρώπινου οράματος, του κομμουνισμού, και βέβαια όλων των πολιτικών και κοινωνικών φάσεων που οδηγούν σε αυτόν (δικτατορία του προλεταριάτου, σοσιαλισμός). Εδώ λοιπόν πρέπει να είναι το κέντρο των ιδεολογικών μας δραστηριοτήτων τόσο σε βάθος όσο και σε πλάτος. Οσοι ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ καθημερινά με τους συμπολίτες μας βλέπουμε ότι εδώ ο αντίπαλος έχει πετύχει - προσωρινά - μία συντριπτική ιδεολογική νίκη (δυστυχώς και πολιτική). Ταυτόχρονα, πρέπει να αναλυθεί πολύ συγκεκριμένα και σε βάθος το περιεχόμενο της «λαϊκής εξουσίας» και της «λαϊκής οικονομίας».

Τι σημαίνει πρακτικά ΟΡΓΑΝΩΣΗ του ιδεολογικού αγώνα;

Αν μελετήσουμε τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι αστοί για να οργανώσουν τις δυνάμεις τους, θα διαπιστώσουμε ότι δανείστηκαν από το μαρξισμό, τη διαλεκτική, την οργάνωση των κομμουνιστικών κομμάτων νέου τύπου και από την οργάνωση της οικονομίας της Σοβιετικής Ενωσης σχεδόν όλες τις θεωρητικές αρχές και μεθόδους, διαστρέφοντας βέβαια την απελευθερωτική τους ουσία και ανέπτυξαν τις έτσι «κουτσουρεμένες» μεθοδολογίες στο έπακρον για τα συμφέροντά τους. Θα πρέπει, λοιπόν, αφενός θεωρητικά - ιδεολογικά να αποκαλύψουμε τη σημερινή ταξική τους υπόσταση, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν για το καλό της ανθρωπότητας τέτοια «εργαλεία» και αφετέρου άμεσα να χρησιμοποιήσουμε ως «αντιδάνεια» κάποια απ' αυτά. Για παράδειγμα αν χρησιμοποιήσουμε το εργαλείο «Διοίκηση έργου» θα αξιοποιήσουμε κάθε μας δυνατότητα ελεγχόμενα και ως προς το βέλτιστο αποτέλεσμα αν ταυτόχρονα δουλέψουμε και με το εργαλείο «Διοίκηση Ποιότητας». Αν χρησιμοποιήσουμε το εργαλείο του «Στρατηγικού Προγραμματισμού» όλο το Κόμμα (στελέχη, μέλη, οργανώσεις όλων των επιπέδων) θα λειτουργεί σαν ένας ενιαίος, δυναμικός πολιτικός μηχανισμός που όλα τα σφυριά του θα χτυπούν αρμονικά τον ίδιο στόχο. Επίσης, πολύ σημαντικό εργαλείο είναι και η «Διαχείριση γνώσης».

Δεν είναι τυχαίο ότι τα αστικά πολιτικά κόμματα που επιτυγχάνουν να ελέγχουν εντός και εκτός Ελλάδας τους λαούς, οι πλέον «επιτυχημένες» πολυεθνικές, διεθνείς, μονοπωλιακές εταιρίες και οι διεθνείς ή εθνικοί αστικοί ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί όλων των ειδών (πολιτικοί, οικονομικοί, στρατιωτικοί) χρησιμοποιούν για την ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥΣ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ.

Οι αστοί παράγουν ιδεολογήματα, οργανώνουν τις ιδεολογικές τους δραστηριότητες, αλλά κυρίως ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΝ με κάθε τμήμα, κάθε ομάδα, κάθε μονάδα του ΚΟΙΝΟΥ (του λαού). Και το κάνουν πράγματι πολύ επιτυχημένα.

Εμείς πώς πρέπει να ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΟΥΜΕ με το λαό;

Το μεγαλύτερο όπλο μας είναι και πρέπει να είναι η άμεση προσωπική επαφή, που πρέπει όμως και αυτή να έχει πολύ καλό επίπεδο οργάνωσης και συγκεκριμένες προδιαγραφές ποιότητας. Γι' αυτά έχω γράψει σε προηγούμενα συνέδρια και συνημμένα σας τα ξαναστέλνω.

Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε, όμως, ταυτόχρονα και τα παρακάτω ειδικά «εργαλεία» που χρησιμοποιούν οι αστοί για την ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: α) Το «πολιτικό Μάρκετινγκ» για την έρευνα των τάσεων, απόψεων, επιθυμιών του κοινού και την «παραγωγή» κατάλληλων «πολιτικών προϊόντων» που θα γοητεύσουν το κοινό τους. β) Την «Επικοινωνιακή Τεχνική», με την οποία εντοπίζουν σε ποιο κοινό - στόχο και πώς πρέπει να γίνει η επικοινωνία με αυτό, καθορίζουν επιμέρους στόχους επικοινωνίας, τη στρατηγική επικοινωνίας και τις ενέργειες επικοινωνίας. γ) Τις «Δημόσιες σχέσεις» που έχει ραγδαία ανάπτυξη και δ) την Ψυχολογία. Φυσικά, τα παραπάνω εργαλεία πρέπει να χρησιμοποιηθούν με προσοχή και μετά από κριτική αξιολόγηση των θετικών στοιχείων τους, γιατί όπως έχουμε ήδη αναφέρει οι αστοί τα έχουν διαστρεβλώσει υπέρ των ταξικών τους συμφερόντων.

Ιδιαίτερα πρέπει να εξετάσουμε τη λειτουργία των ψυχολογικών μεθόδων με τις οποίες δουλεύει η αστική εξουσία και να απαντήσουμε δυναμικά με τρόπο που θα λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη την ατομική και μαζική ψυχολογία. Είναι εμφανές ότι πολλές φορές οι άνθρωποι δεν «μπορούν» ή δε «θέλουν» να μας ακούσουν, επηρεασμένοι από δράση του αντιπάλου σε καθαρά ψυχολογικό επίπεδο.

Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ μπορεί και πρέπει να απλωθεί σε όλο τον πλανήτη με μια νέα Κομμουνιστική Διεθνή.

Παρατηρώντας τη σημερινή κατάσταση του κομμουνιστικού κινήματος διεθνώς, είναι εμφανής η ηγετική θέση (πολιτικά, οργανωτικά, ιδεολογικά, ηθικά) του ΚΚΕ. Κράτησε όρθιες αρχές σε στιγμές που άλλοι κατέρρεαν ή ξεπουλιόντουσαν. Από αυτό προκύπτουν και οι αυξημένες πολιτικές ευθύνες του Κόμματος για τη συγκροτημένη ανάδειξη και συνεχή καθημερινή λειτουργία του «ΔΙΑΚΡΙΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΟΥ», που με συγκεκριμένα μέτρα θα αποκτήσει πλήρη πολιτική μορφή και με συγκεκριμένα πάλι κριτήρια θα μπορεί κάποιο κόμμα να εντάσσεται σε αυτόν. Μόνο με μια νέα ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ, όπου βέβαια η εσωτερική επικοινωνία θα είναι συνεχής και προς κάθε κατεύθυνση, θα μπορέσει η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ να γίνει φορέας της παγκόσμιας ελευθερίας του ανθρώπου.

Η υλική δύναμη των ιδεών είναι τεράστια

Οπως λέει και ο λαός μας: «Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει».

Β.Π.Α.

Χολαργός

To κόμμα νέου τύπου παραμένει στόχος για κατάκτηση...

Η γενική μου εκτίμηση για τις Θέσεις, ανεξάρτητα από την ορθότητα ή όχι του περιεχομένου τους, είναι ότι γράφτηκαν για να διαβαστούν από διανοούμενους ή το πολύ από μικροαστούς των πόλεων και σε καμιά περίπτωση για να διαβαστούν από εργάτες. Η ομιχλώδης φρασεολογία τους, το διανοουμενίστικο στιλ και το δυσνόητο της φόρμας με την οποία αποτυπώνεται το περιεχόμενο τους, ήταν τα βασικά στοιχεία στα οποία στάθηκαν όλοι οι πάνω από πέντε εργάτες, περιλαμβανομένου και του καθοδηγητή της κομματικής μου οργάνωσης, με τους οποίους τις συζήτησα. Δεδομένου όμως ότι στόχος του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι η κατάκτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και όχι της πλειοψηφίας του λαού, που είναι στόχος του μετώπου, από την άποψη αυτή οι Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο δεν υπηρετούν το βασικό αυτό στόχο του Κόμματος.

Οσον αφορά το ζήτημα του μετώπου, που αποτελεί την κεντρική σήμερα πολιτική πρόταση του Κόμματος προς τον ελληνικό λαό, γενική είναι η απορία, που αποτυπώνεται και στο διάλογο, για τους λόγους που αυτή δεν προχωράει στο λαό. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ούτε και στο μέλλον πρόκειται, παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες, να περπατήσει, για δύο βασικούς λόγους. Πρώτ' απ' όλα, δεν είναι αποσαφηνισμένος ο χαρακτήρας και οι στόχοι του μετώπου, αφού από τη μια το Πρόγραμμα του Κόμματος του προσδίδει προγραμματικές κατευθύνσεις διαχείρισης του υπάρχοντος συστήματος, με εξαίρεση τις δύο πρώτες, της αποδέσμευσης δηλαδή από την ΕΕ και της αποχώρησης από το NATO, ενώ από την άλλη του θέτει σαν τελικό στόχο την ανατροπή του αστικού κράτους και των μηχανισμών του και τη δημιουργία της λαϊκής εξουσίας. Ανάμεσα σ' όλ' αυτά, σύμφωνα με το πρόγραμμα, «μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, με βάση το κοινοβούλιο» και «το ΚΚΕ επιδιώκει, μια τέτοια κυβέρνηση με τη δράση της και τη γενικότερη λαϊκή παρέμβαση, να συμβάλει στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας»(!) Ρώσικη σαλάτα δηλαδή, με επαναφορά μάλιστα απ' το παράθυρο της οπορτουνιστικής θεωρίας του σκαλοπατιού. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι πιο πάνω αντιφάσεις δεν οφείλονται σε άγνοια, αλλά σε αντιδιαλεκτική συρραφή αντίθετων αντιλήψεων (οπορτουνιστικών με κομμουνιστικές, που συγκατοικούν σε ολόκληρο το Κόμμα, αλλά κύρια στα ανώτερα καθοδηγητικά όργανα), που κατά την προσφιλή τακτική της κομματικής ηγεσίας, παντρεύονται μέσα στα ντοκουμέντα του Κόμματος, προσδιορίζοντας στόχους εξ αντικειμένου ανέφικτους, που σημαδεύουν δονκιχωτικούς ανεμόμυλους. Το Πρόγραμμα του Κόμματος κάνει μια πράγματι λενινιστική ανάλυση του χαρακτήρα της εποχής μας, καθορίζοντας ότι πρόκειται για το ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού και έμμεσα εντάσσει σ' αυτό και την Ελλάδα, ενώ οι Θέσεις της ΚΕ, κάνοντας ένα ακόμη βήμα, ξεκαθαρίζουν με τη Θέση 9 απόλυτα το ζήτημα. Αρα για το μέτωπο τα πράγματα είναι καθαρά: Δεν μπορεί να στοχεύει σε κανένα ενδιάμεσο σκαλοπάτι, σε καμιά κοινοβουλευτική ή άλλη κυβέρνηση μέσα στα πλαίσια του συστήματος, αλλά μόνο στη σοσιαλιστική επανάσταση, αναπροσαρμόζοντας από τώρα ανάλογα τους προγραμματικούς του στόχους και λέγοντας τα πράγματα με τ' όνομα τους: Λαϊκή οικονομία σημαίνει σοσιαλισμός και λαϊκή εξουσία σημαίνει δικτατορία του προλεταριάτου. Το ζήτημα του μετώπου, όπως σήμερα λαθεμένα τίθεται, οδηγεί το κόμμα σε μονόπλευρο προσανατολισμό κοινοβουλευτικής δράσης, με αντίστοιχη χαλάρωση των επαναστατικών του χαρακτηριστικών και δεν προετοιμάζει την εργατική τάξη, αλλά ούτε καν και το ίδιο το Κόμμα, για τη βίαιη ανατροπή του καπιταλισμού, που σύμφωνα με τους κλασικούς, αλλά και με όλα τα ιστορικά διδάγματα, αποτελεί τη μόνη δυνατή λύση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας. Η αδυναμία πολλών από μας ακόμα και να φανταστούν ότι θα έρθουν ιστορικές στιγμές που το κόμμα θα πρέπει να διεξαγάγει ένοπλη πάλη, δεν μπορεί να μας οδηγεί σε δρόμους ειρηνικών περασμάτων και σε μέτωπα επιδιόρθωσης του καπιταλισμού. Μόνιμη και καθημερινή πρέπει να είναι η προετοιμασία του Κομμουνιστικού Κόμματος και της εργατικής τάξης, για τη μέρα που έτσι κι αλλιώς κάποτε θα 'ρθει και κατά την οποία, χτες θα ήταν νωρίς, αλλά αύριο θα είναι αργά.

Αλλος βασικός λόγος για τον οποίο η εργατική τάξη παραμένει εγκλωβισμένη στο δικομματισμό και απέχει από τα οράματα που της αξίζουν, είναι η αδυναμία μας, η άρνησή μας θα έλεγα, να ξεκαθαρίσουμε το ζήτημα του υπαρκτού και της πτώσης του. Πέρα από την αντικαταστατική αθέτηση της απόφασης για ολοκλήρωση των επεξεργασιών μας για το ζήτημα, τίθεται (εξ αυτής) θέμα αδυναμίας στην καθημερινή μας πρακτική, στην κατεύθυνση να πείσουμε την εργατική τάξη για την αναγκαιότητα να αποτινάξει το ζυγό της και να οικοδομήσει το σοσιαλισμό. Η συνεχής αναβολή για το μέλλον της ολοκλήρωσης των σχετικών επεξεργασιών δεν έχει κατά τη γνώμη μου να κάνει με αδυναμία κατανόησης του ζητήματος, αφού η ίδια η θεωρία μας είναι το κλειδί της ερμηνείας της αποτυχημένης τελικά προσπάθειας οικοδόμησης του σοσιαλισμού, αλλά κυρίως με το γεγονός ότι για να ερμηνεύσουμε διαλεκτικά όλο αυτό το προτσές, πρέπει η αναγκαία κριτική στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ και τη δική μας αμαρτωλή 6η Ολομέλεια, να συνοδευτεί με γενναία αυτοκριτική όλων των έκτοτε και ως σήμερα πεπραγμένων μας, περιλαμβανόμενου του συνασπισμικού οικοδομήματός μας και της συμμετοχής του στις αστικές κυβερνήσεις του '89 - '90 και με αντίστοιχη κριτική όσων από τα μέλη της κομματικής ηγεσίας καθοδήγησαν επί δεκαετίες την εν πολλοίς οπορτουνιστική πρακτική μας, θέμα για το οποίο δεν είμαστε φαίνεται (δεν είναι οι ίδιοι), ακόμη έτοιμοι. Δεδομένου όμως ότι κανείς δε χρήζει ασυλίας μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα, δεδομένου επίσης ότι οι κομμουνιστές τολμούν να κοιτούν ακόμη και το θάνατο κατάματα, είναι καιρός να κοιτάξουμε συλλογικά, κατάματα την ιστορία και τα λάθη μας, να τα αναλύσουμε διαλεκτικά και διδασκόμενοι απ' αυτά, να αναπροσαρμόσουμε ό,τι λαθεμένο έχουμε ενσωματώσει όλα αυτά τα χρόνια στην τακτική αλλά και τη στρατηγική μας. Νομίζω πως αυτό αποτελεί αναγκαιότητα και συνθήκη για την ολοκλήρωση του Κόμματος σαν Κόμματος νέου τύπου, ικανού να οικοδομήσει το Μέτωπο που απαιτούν οι καιροί μας και να οδηγήσει την εργατική τάξη στη σοσιαλιστική επανάσταση.

Ανέφερα την αναγκαιότητα ολοκλήρωσης του κόμματος νέου τύπου, γιατί μια σειρά βασικών χαρακτηριστικών του απέχουν πολύ από το να είναι τέτοια, με πρώτα απ' αυτά, την έλλειψη της σιδερένιας πειθαρχίας που απαιτείται κατά την εφαρμογή των αποφάσεων και τη συμμετοχή όλων, συμφωνούν είτε όχι μ' αυτές, καθώς και τη δημόσια έκφραση των θέσεων του Κόμματος, συμφωνούμε είτε όχι μ' αυτές και όχι προσωπικών μας αντιλήψεων. Τα σχετικά παραδείγματα είναι άπειρα, λόγω όμως χώρου, θα παραθέσω ένα: Απάντηση βουλευτή του Κόμματος, στην ερώτηση «Τι θα σημαίνει για τη Θεσσαλονίκη η ανάληψη της παγκόσμιας έκθεσης EXPO 2008;» («Ελευθεροτυπία» 27/11/2004): «Ως γεγονός η EXPO σίγουρα θα προκαλέσει μια διεθνή προβολή της πόλης. Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της θα διαμορφωθούν ενδεχομένως συνθήκες οικονομικού χαρακτήρα, μέσα στις οποίες η πόλη θα μπορούσε να εντάξει διεκδικητικά δικές της αναζητήσεις, θα μπορούσε, επίσης, να προωθήσει, έστω και με τη μορφή προτάσεων, τη λύση των μεγάλων προβλημάτων που απασχολούν την πόλη, ώστε να δημιουργηθεί και ενδιαφέρον, γύρω από τη λύση αυτή, διεθνών παραγόντων» (!!!).

Τέλος, το ζήτημα της ανάδειξης στελεχών, νομίζω ότι έχει πια αναχθεί σε κυρίαρχο και άμεσης για επίλυση προτεραιότητας. Δεν πρέπει να αναδεικνύουμε στελέχη με μόνα κριτήρια τη συμφωνία τους με την καθοδήγηση και την απόδοσή τους στην πρακτική δουλιά, όπερ συνήθως πράττουμε, αλλά με βάση τις γνωστές σε όλους σχετικές λενινιστικές νόρμες και με βασικό κριτήριο τη δυνατότητά τους για εσωκομματική καθοδηγητική δουλιά και για οργανωτική και διαπαιδαγωγητική δουλιά στην εργατική τάξη, το κέρδισμα της πλειοψηφίας της οποίας, πρέπει να βρίσκεται στο καθημερινό μας ατομικό και συλλογικό πλάνο.

Χρυσόστομος Σ. Χρηστίδης

ΚΟΒ Λογιστών της ΚΟΘ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ