Βεβαίως, αν και ο αλωνισμός είναι προς το τέλος του, οι σιτοπαραγωγοί δε γνωρίζουν πόσο θα πουλήσουν τα προϊόντα τους, αφού οι τελικές τιμές δεν έχουν, ακόμα, διαμορφωθεί. Οι έμποροι, αλλά και οι Ενώσεις Συνεταιρισμών, που συγκεντρώνουν την παραγωγή, δίνουν κάποια προκαταβολή και ...υποσχέσεις πως η τιμή θα ανεβεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ενωση Συνεταιρισμών Λάρισας, που συγκεντρώνει μεγάλες ποσότητες σιτηρών, αγοράζει με «ανοιχτή τιμή», ενώ ορμηνεύει τους παραγωγούς να μην παραδώσουν τώρα το προϊόν τους, αλλά να το κρατήσουν για αργότερα, όταν - όπως υποστηρίζει - η τιμή θα είναι πολύ καλύτερη. Ομως, αυτό είναι πολύ δύσκολο για τους μικρομεσαίους αγρότες, οι οποίοι, λόγω μεγάλης οικονομικής ανέχειας, έχουν άμεση ανάγκη να πουλήσουν τώρα και να πληρωθούν αμέσως, οπότε αναγκάζονται να πουλήσουν σε χαμηλότερη τιμή.
Αλλά, ας δούμε αν, φέτος, οι σιτοπαραγωγοί θα έχουν, πράγματι, αυξημένο εισόδημα και «θα γεμίσουν οι τσέπες τους παράδες», όπως τους λένε πολλοί «επιτήδειοι» και διάφοροι «καλοθελητές».
Η αλήθεια και η πραγματικότητα είναι ότι, ακόμα κι αν πουλήσουν το προϊόν τους σε καλύτερη τιμή, δεν πρόκειται να εξασφαλίσουν αυξημένο εισόδημα. Κι αυτό για δυο βασικούς λόγους:
-- Πρώτον, διότι οι επιδοτήσεις, οι οποίες αποτελούσαν ένα μεγάλο ποσοστό ...της τελικής τιμής του προϊόντος, έχουν περικοπεί δραστικά. Υπολογίζεται ότι η συνολική απώλεια που έχει ο αγρότης στο εισόδημά του, λόγω αυτών των περικοπών, φτάνει στο 25%.
Ως γνωστόν, με την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ αποδεσμεύτηκε η επιδότηση από την παραγωγή και η ενιαία ενίσχυση - το χρονιάτικο «τσεκ» - που δίνεται στους μικρομεσαίους αγρότες είναι ελάχιστη, μετά την περικοπή καλλιεργητικών δικαιωμάτων και τις «νόμιμες» και παράνομες παρακρατήσεις που επιβλήθηκαν.
Μ ' αυτόν και με άλλους τρόπους, η ΕΕ μείωσε τη χρηματοδότηση των παραγωγών αγροτών - ένα μεγάλο ποσοστό των κονδυλίων για τον αγροτικό τομέα μεταφέρθηκε από τον 1ο πυλώνα, που αφορά στην παραγωγική διαδικασία, στον 2ο πυλώνα (αγροτοτουρισμός κλπ.) - με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης παραγωγής αγροτικών προϊόντων, να περάσει, μέσω της αγοράς, στους καταναλωτές αγροτικών προϊόντων, οι οποίοι υποχρεώνονται να τα πληρώνουν πολύ ακριβότερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι αγοράζουν τις ζωοτροφές πανάκριβα και πάρα πολλοί οδηγούνται στη χρεοκοπία, ενώ, γενικότερα, η κτηνοτροφία, που πλήττεται καίρια, πάει να αφανιστεί.
Δεύτερον, διότι ανέβηκε αλματωδώς το κόστος παραγωγής, καθώς η άνοδος στις τιμές των αγροτικών μέσων και εφοδίων (σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, καύσιμα, αγροτικό ηλεκτρικό ρεύμα, μηχανήματα κ.ά.), ξεπερνάει, κατά μέσο όρο, το 30%.
Επομένως, κι αν εισπράξει λίγα λεπτά του ευρώ παραπάνω στην τιμή του προϊόντος του ο παραγωγός, θα δώσει όχι μόνο τα όποια «κέρδη» του, αλλά κι άλλα από την τσέπη του στους εμποροβιομήχανους των αγροτικών μέσων και εφοδίων και στην, ουσία, θα παίξει το ρόλο του «μεσάζοντα» που δουλεύει γι' αυτούς.
Ολα αυτά αποδεικνύουν ότι και φέτος οι σιτοπαραγωγοί, όπως άλλωστε και οι μικροκαλλιεργητές των άλλων αγροτικών προϊόντων, δεν πρόκειται να δουν το εισόδημά τους να αυξάνεται. Τελικά, πάλι χαμένοι θα είναι και το μόνο που θα τους μείνει θα είναι η κοροϊδία σε βάρος τους.
Βεβαίως, πολύ περισσότερο χαμένοι θα είναι οι εργαζόμενοι και οι ίδιοι οι αγρότες, ως καταναλωτές, αφού η αύξηση της τιμής των σιτηρών φέρνει συνεχείς ανατιμήσεις στα τρόφιμα. Οι μόνοι που θα κερδίσουν πάλι και, μάλιστα, πάρα πολλά, είναι οι μεγαλέμποροι που συγκεντρώνουν την αγροτική παραγωγή, οι εμποροβιομήχανοι των αγροτικών μέσων και εφοδίων και οι πολυεθνικές των τροφίμων, που κερδοσκοπούν σε βάρος και των παραγωγών και των καταναλωτών...
Την πολιτική της ΕΕ κατάγγειλαν στον αρμόδιο επίτροπο ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Γιώργος Τούσσας και εκπρόσωποι Αλιευτικών Συλλόγων
Eurokinissi |
«Η κοινή αλιευτική πολιτική πλήττει βάναυσα τον κλάδο μας, επειδή:
Οδηγεί στη διάλυση - απόσυρση σημαντικό δυναμικό του αλιευτικού στόλου, στον παροπλισμό και την πρόωρη σύνταξη πολλούς ψαράδες.
Ακυρώνει σε μεγάλο βαθμό τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού των αλιευτικών σκαφών, με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο σχετικό κανονισμό και ιδιαίτερα με την προϋπόθεση διατήρησης της ιπποδύναμης.
Περιορίζει αυθαίρετα και με πρόσχημα την προστασία των ιχθυοαποθεμάτων σημαντικά αλιευτικά εργαλεία, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του αλιευτικού εισοδήματος.
Θεσμοθετεί ειδικές άδειες αλιείας για τα μεγάλα πελαγικά ψάρια, δημιουργώντας λίγους προνομιούχους ψαράδες.
Ενισχύει με προκλητικό τρόπο τη θαλάσσια επιχειρηματική ιχθυοκαλλιέργεια σε βάρος του περιβάλλοντος και της συλλεκτικής αλιείας.
Η συνέχιση αυτής της πολιτικής θα αποδεκατίσει τον κλάδο με τεράστιες αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, ειδικότερα στα πολυάριθμα και απομακρυσμένα νησιά, που εξ αντικειμένου ανήκουν στις μειονεκτικές περιοχές της ΕΕ.
Διαφωνούμε ριζικά με αυτήν την πολιτική, επειδή δε θέλουμε να εγκαταλείψουμε τον τόπο μας και το επάγγελμά μας.
Δε θεωρούμε μονόδρομο τη συρρίκνωση του αλιευτικού στόλου, αλλά πιστεύουμε ότι η ορθολογική διαχείριση των αλιευτικών πόρων μπορεί να εξασφαλιστεί στα πλαίσια μιας πολιτικής που στο επίκεντρό της έχει τον ψαρά που ζει καθημερινά στη θάλασσα και το συνεταιρισμό του.
Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ:
Eurokinissi |
Η κοροϊδία του ΣΥΝ απέναντι στη μικρομεσαία αγροτιά και τους εργαζόμενους φαίνεται σχεδόν σε κάθε δήλωση στελέχους του, ή κείμενο σχετικό με τη γεωργία. Λίγο διάστημα έχει περάσει απ' όταν κυβερνητικά στελέχη «ανακάλυψαν» ξαφνικά ότι στη χώρα μας λειτουργεί και δρα «καρτέλ κρέατος» - τι πρωτότυπο! - και περίπου τότε το ...ανακάλυψε και ο ΣΥΝ. Σε δήλωση του Β. Αποστόλου στις 23 Απρίλη, μέλους της ΠΓ του ΣΥΝ, συντονιστή για θέματα αγροτικής πολιτικής, σχετικά με κυκλώματα εμπορίας κρέατος, καταγγέλλονται ...όλοι: Η κυβέρνηση, η οποία «παρακολουθεί αμέτοχη τα καρτέλ να σφίγγουν τη θηλιά γύρω από τον λαιμό των κτηνοτρόφων» και τα κυκλώματα των εμπόρων και μεσαζόντων, προσθέτοντας βεβαίως και ορισμένα λόγια παρηγοριάς για τους «καταναλωτές που κάθε χρόνο πληρώνουν όλο και ακριβότερα». Τι δεν κατήγγειλε; Μα, φυσικά, την ΕΕ και την ΚΑΠ, η οποία τυπικά και ουσιαστικά επιτρέπει στους εμπόρους και τους μεσάζοντες να αισχροκερδούν σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων.
Διότι είναι γνωστό ότι αν ο έμπορος δε βρει την τιμή που εκείνος θεωρεί συμφέρουσα από τον Ελληνα παραγωγό, έχει κάθε δικαίωμα να περάσει τα σύνορα με τη Βουλγαρία και να αγοράσει το εμπόρευμα που τον ενδιαφέρει σε τιμές πολύ μικρότερες - καθ' ότι το κόστος παραγωγής εκεί είναι πολύ χαμηλότερο από ό,τι στη χώρα μας - και να αποκομίσει μεγαλύτερο κέρδος. Προφανώς και ο ΣΥΝ πιστεύει ότι αν φωνάξει πολλές φορές το σύνθημα «οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη» θα ...ιδρώσει το αυτί των εμπόρων και θα πάψουν να κάνουν χρήση των δικαιωμάτων που τους παρέχει το υφιστάμενο κοινοτικό δίκαιο. `Η, μήπως, αρνείται την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων εντός ΕΕ; Γιατί, αν συμβαίνει το δεύτερο, τότε αρνείται την ίδια του τη φύση και τότε το πρόβλημα ξεφεύγει από το πεδίο της πολιτικής, οπότε και πρέπει να μιλήσουμε με όρους ...ψυχολογίας.
Ομως, ακόμη πιο χαρακτηριστική για τις επιδιώξεις του ΣΥΝ, είναι η Πλατφόρμα του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς για την Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ. Εκεί τα πράγματα είναι απολύτως ξεκάθαρα, αφού συγκεκριμένα τονίζεται: «Το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς θεωρεί ότι μία ριζική μεταρρύθμιση στην εφαρμοζόμενη αγροτική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι απαραίτητη. Είναι αντίθετο στην ιδέα κατάργησης της ΚΑΠ και τάσσεται υπέρ της ριζικής μεταρρύθμισής της».
Το κόμμα αυτό, όσο και να προσπαθεί, δεν μπορεί να κρύψει την πίστη του στον ευρωενωσιακό μονόδρομο. Στο κείμενο που έχει δοθεί στη δημοσιότητα, ξεκαθαρίζεται ευθύς εξαρχής ότι «είναι αντίθετο στην κατάργηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής» και προτείνει ως «ριζοσπαστική λύση» μία ...φιλοαγροτική ΚΑΠ, με πιο γενναίες επιδοτήσεις, σύνδεση των επιδοτήσεων με την παραγωγή αγροτικών προϊόντων, δημιουργία πολλών μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων. Δηλαδή, την επαναφορά του μοντέλου της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα χρόνια, κυρίως κατά τη δεκαετία του '80, το οποίο απλώς προετοίμασε την κυριαρχία του σημερινού αδηφάγου, για τους μικρούς και φτωχούς παραγωγούς, καθεστώτος.
Το κεφάλαιο που αφιερώνεται στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου είναι από τα πλέον χαρακτηριστικά. Ενώ επισημαίνεται ότι προς όφελος των συμφερόντων των ευρωπαϊκών πολυεθνικών θυσιάζονται τα συμφέροντα της μικρομεσαίας αγροτιάς, στη συνέχεια ως λύση προτείνεται η εξαίρεση των αγροτικών προϊόντων από τις διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ και η ανάληψη της ευθύνης επεξεργασίας κανόνων για το διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων από τον ...ΟΗΕ. Σα να πρόκειται για κάποιο ανεξάρτητο θεσμικό όργανο, που δεν επηρεάζεται από τα συμφέροντα των πολυεθνικών και των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τα ανά τον κόσμο λαϊκά συμφέροντα... Ακόμη πιο αποκαλυπτικά - ίσως και πιο ...σπαρταριστά - είναι τα κεφάλαια που αναφέρονται στο «μοντέλο γεωργίας που χρειάζεται η ΕΕ». Εκεί, για το Συνασπισμό, κύριο βήμα για την επίλυση του αγροτικού προβλήματος της Ευρώπης και κυρίως του ευρωπαϊκού νότου και των νέων μελών της ΕΕ, είναι η στήριξη της οικογενειακής γεωργίας, αλλά και «ο έλεγχος της ασυδοσίας των πολυεθνικών εταιρειών», δηλαδή επί της ουσίας προτείνει στην Ευρωπαϊκή Ενωση των πολυεθνικών να ελέγχει τον ίδιο της τον εαυτό. Και η ασυδοσία τους, βεβαίως, να συνεχίσει να υφίσταται, αλλά ...ελεγχόμενη από μία «ριζοσπαστική ΚΑΠ», η οποία επιπλέον θα πρέπει να «σταματήσει την τάση συγκέντρωσης της γης και της παραγωγής σε λιγότερα χέρια». Τη φυσική εξέλιξη του κεφαλαίου, δηλαδή, θα τη σταματήσουν οι ίδιοι οι κεφαλαιοκράτες...
Και όλα αυτά, ενώ είναι επισήμως γνωστό ότι η ΕΕ σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από την 1η Γενάρη 2014 και έπειτα, σκοπεύει να περικόψει ακόμη περισσότερο τα κονδύλια που κατευθύνονται στη γεωργία και που σήμερα αποτελούν περίπου το 40% του συνολικού κοινοτικού προϋπολογισμού. Σκοπός των Βρυξελλών, έτσι όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, είναι η περικοπή των κονδυλίων από τη γεωργία και η απόδοσή τους για την ενίσχυση του στρατιωτικού - κατασταλτικού μηχανισμού της Κοινότητας. Παρ' όλα αυτά ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να θεωρεί ότι μπορεί να υπάρξει μια «φιλοαγροτική ΚΑΠ» που να ενισχύει τον μικρομεσαίο αγρότη.
Το αμέσως επόμενο διάστημα, η επίθεση των πολυεθνικών ενάντια και στα συμφέροντα της μικρομεσαίας αγροτιάς θα ενταθεί ακόμη περισσότερο, για την οριστική εκδίωξή της από την παραγωγή και τη δημιουργία των σύγχρονων ευρω-τσιφλικιών. Το αγωνιστικό αγροτικό κίνημα οφείλει να εντείνει την πάλη του ενάντια στα μονοπώλια, αλλά και ενάντια στον πολιτικό καιροσκοπισμό του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας καθαρό ότι η πολιτική του κόμματος αυτού, και στο γεωργικό πρόβλημα, συμβάλλει στον αποπροσανατολισμό των λαϊκών στρωμάτων και στη δημιουργία αυταπατών, διότι συμφωνεί με την ΚΑΠ και, πολύ περισσότερο, προσπαθεί να την εξωραΐσει.