Πέμπτη 17 Οχτώβρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Στις πέντε, οι δυόμισι!

Αξιόλογη μπορεί να θεωρηθεί η τρέχουσα βδομάδα όταν από τις πέντε νέες πρεμιέρες οι δυόμισι είναι σημαντικές! Το μισό πηγαίνει στην ταινία του Φρανσουά Οζόν «ΝΕΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΦΗ»... Εκπληκτική η «γραφή» της ρουμάνικης «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ». Χαμηλού κόστους ακτινογραφία της ελευθερίας, των δικαιωμάτων και της ισότητας, που προσφέρει η καπιταλιστική παλινόρθωση στους μη προνομιούχους «υπηκόους». Πολύ δυνατή -παρά τις ενστάσεις που θα μπορούσε να προβάλλει κάποιος για αφηγηματική χειραγώγηση- η αμερικάνικη «ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ» με μια ιστορία που θα μπορούσε, τις εποχές της μετωπικής επίθεσης του συστήματος, να συμβεί στον καθένα από μας, στον άσπιλο κι αγγελικό δυτικό βέβαια, κόσμο...

Πρεμιέρα απόψε για το μέτριο αλλά φιλόδοξο αμερικάνικο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «RIDDICK» (2013) σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Τουόχι με τον Βιν Ντίζελ στον ομώνυμο ρόλο του επικίνδυνου «αντιήρωα» που εγκαταλειμμένος σχεδόν νεκρός σε έναν ακατοίκητο πλανήτη, βρίσκεται αντιμέτωπος με θανατηφόρα αρπαχτικά ζώα, με την επιβίωση να είναι η εκδίκησή του. Πρόκειται για «γενναιόδωρη» Β' ταινία -το τέταρτο αυτό μέρος της saga του πολεμιστή Riddick που άρχισε το 2000- και η μόνη της πραγματική φιλοδοξία είναι να διασκεδάσει το κοινό της. Βέβαια, γι' αυτούς που εκτιμούν τα σοφιστικέ παιχνίδια εξουσία, οι ταινίες της σειράς «RIDDICK» είναι ένα κρύο ντους!

Πρεμιέρα και για την τρίτη ταινία του σκηνοθέτη / σεναριογράφου Ρίτσαρντ Κέρτις «ΟΣΑ ΦΕΡΝΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ» (2013), μια βρετανική αισθηματική κομεντί, ένα αγγλοαμερικάνικο ρομάντζο στη βάση ενός boy-meets-girl (αγόρι - συναντά - κορίτσι) υλικού, διανθισμένου από επιφανειακά δευτερεύοντα θέματα για μωρά, οικογενειακές κρίσεις, συγκρούσεις αυτοκινήτων... Το αγόρι, ο Τιμ, ανακαλύπτει από τον εκκεντρικό πατέρα του, ότι έχει κληρονομήσει το χάρισμα των ανδρών της οικογένειας: να ταξιδεύει στο χρόνο - και να διορθώνει τα κακώς πεπραγμένα. Ετσι ο ίδιος ρίχνεται στη διόρθωση της μιας γκάφας μετά την άλλη. Το σενάριο βέβαια δεν κάνει καν προσπάθεια να εξηγήσει αυτή την παράξενη γενετική ιδιορρυθμία ή, μάλλον, τη σεναριακή αυθαιρεσία, την οποία ο πρωταγωνιστής χρησιμοποιεί κρυφά, αποκλειστικά για να γοητεύει τις κοπέλες μεταμορφωμένος σε ιδανικό σύντροφο... Καλή θέαση!

ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΟΖΟΝ
Νέα και όμορφη

`Η, η διπλή ζωή της Ιζαμπέλ. Η 14η ταινία του Φρανσουά Οζόν κολυμπά σε βαθιά νερά με το πορτρέτο της πανέμορφης, αινιγματικής 17χρονης - από καλοβαλμένη αστική οικογένεια - που εκπορνεύεται. Η ιστορία της ταινίας κινείται στο πλαίσιο των τεσσάρων εποχών του χρόνου υπό τις μελωδίες τεσσάρων αισθαντικών τραγουδιών με τη μελαγχολική φωνή της Φρανσουάζ Αρντί, για ουτοπικούς εφηβικούς έρωτες... Μέσα από το εύκολο αυτό αφηγηματικό σύστημα και από την οπτική του μικρού αδελφού της πρωταγωνίστριας, η ταινία που με σχετικό αμοραλισμό προτάσσει μια εύθραυστη αλλά ταυτόχρονα αισθησιακή σεξουαλικότητα, αφήνει τη γεύση ενός έργου ημιτελούς παρά το γεγονός ότι ο Οζόν δίνει ένα προφανές κλειδί ανάγνωσης (απουσία του πατέρα, άνδρες ηλικιωμένοι), τόσο όμως ισχνό που αισθάνεται κανείς ότι ουδόλως προσεγγίζει ή κάνει νύξη για το ουσιαστικό πώς και γιατί η Ιζαμπέλ εκδίδεται...

Η ομορφιά της Ιζαμπέλ, που θυμίζει την εκπληκτική Λετίσια Καστά στα νιάτα της, κατακλύζει την οθόνη. Εφηβη, όμορφη και αχόρταγη, ποτισμένη από τη μελαγχολία της δύσκολης ηλικίας, την εύκολη απογοήτευση και την αηδία για την υποκρισία του κόσμου των μεγάλων. Βυθισμένη στη μυστικότητα και την παρανομία, έννοιες εγκατεστημένες στο επίκεντρο της ιστορίας.

Η Ιζαμπέλ είναι μια «συνηθισμένη» 17χρονη που όμως δε θέλει να αισθάνεται πια έφηβη, ιδιαίτερα μετά από την πρώτη ερωτική της εμπειρία - που αποζήτησε η ίδια - και την παταγωδώς απογοητευτική αποτυχία της, που την έσπρωξε στο να σταματήσει να «ονειρεύεται»... Τώρα πια εκφράζει επιθυμίες ενήλικης... Επιστρέφοντας το φθινόπωρο στο Παρίσι από τις καλοκαιρινές διακοπές, θα ανακαλύψει στο ιντερνέτ ένα σπουδαίο, ζωτικό γι' αυτήν ενδιαφέρον... Της δίνεται η ευκαιρία να δουλεύει σαν πόρνη με εργαλείο το διαδίκτυο, να κλείνει πελάτες και ταρίφα... Μέχρι την ώρα που γονείς και περίγυρος ανακαλύπτουν με τι ασχολείται η έφηβη...

Ο επιτηδευμένος ρεαλισμός του Οζόν δεν περιλαμβάνει επικρίσεις, κλισέ ή ηδονοβλεψία. Ταλαντεύεται συνεχώς ανάμεσα στο «ελαφρό» και το «σοβαρό», στην εγγύτητα και την απόσταση. Η ταινία υιοθετεί έναν επίπεδο, μονοσήμαντο τόνο, που συνάδει με τη δεδηλωμένη πρόθεση του σκηνοθέτη, την πλήρως ελεγχόμενη αλλά γεμάτη ασάφεια. Ο Οζόν δεν προβάλλει τη «θέση» του, δεν κάνει νύξεις για τυχόν αιτίες που οδήγησαν στην απόφαση της Ιζαμπέλ - που δεν ψάχνει λεφτά ή σεξουαλική ικανοποίηση - αλλά προτάσσει μια κατάσταση και αναπτύσσοντας τις ηθικές - και όχι μόνο - επιπτώσεις, αφήνει στο θεατή την «ταξινόμηση»... Κάτι, που αναμφισβήτητα καθιστά την ταινία αμφιλεγόμενη μεν, «προβοκάτορα» συζητήσεων δε...

Η σκηνοθεσία του Οζόν που αποφεύγει τις παγίδες της ηδονοβλεψίας, είναι ψυχρά διακριτική, ευαίσθητη και χωρίς πάθος ουδέτερη, με μια ακρίβεια που προσδιορίζει την αποδοτικότητα... Η κάμερά του καρφώνει την Ιζαμπέλ με κομψότητα - τις στιγμές που είναι λιγότερο μυστήριο και περισσότερο πρόκληση, λιγότερο αινιγματική και περισσότερο επιθυμητή - δεν τη «χτυπά», δεν αναζητά τη λάμψη ή τη ρήξη. Παρά ταύτα, διατρέχει τον κίνδυνο όλο αυτό το μορφικό κατασκεύασμα να εκληφθεί ως «προσποιητό», παρότι ο σκηνοθέτης ξέρει όσο λίγοι, να δημιουργεί ατμόσφαιρα. Η ταινία, που μοιάζει να κοιτάζει τον εαυτό της από απόσταση - σαν την Ιζαμπέλ όταν η ίδια κάνει έρωτα στην παραλία - ουδέποτε πέφτει στην υπερβολή ή τη χυδαιότητα. Βέβαια, τον Οζόν τον έχουμε γνωρίσει πολύ πιο κακόβουλο, τολμηρό και αιχμηρό στην κοινωνική του κριτική.

Ο σκηνοθέτης δεν εικονογραφεί το πορτρέτο μιας γενιάς, ούτε κάνει μια ταινία με θέμα την πορνεία των σπουδαστριών. Πρόθεσή του μάλλον ήταν να «παίξει» με μια γαλήνια αδιαφάνεια ανάμεσα στο θεατή και αυτό το γοητευτικό πλάσμα της οθόνης, με μια ταινία που πήρε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του τελευταίου φεστιβάλ των Καννών. Η χάρη της πρωταγωνίστριας, το χαμόγελο και η τόλμη της δεν στάθηκαν όμως αρκετά για να της χαρίσουν την πρωτιά ανάμεσα στις πρωτοεμφανιζόμενες στάρλετ, γιατί, για κακή της τύχη, στο φετινό φεστιβάλ υπήρξε συνωστισμός «Λολίτων», πιο επιθετικών και «έτοιμων για τα πάντα» από την Μαρίν Βακτ. Αυτές τις «Λολίτες» θα τις δούμε στο τέλος του μήνα στη «ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΝΤΕΛ»...

Ο τίτλος της ταινίας «ΝΕΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΦΗ» παραπέμπει στο κοριτσίστικο περιοδικό «Jeune & jolie», δυο επίθετα που κολλάνε γάντι στην πανέμορφη Ιζαμπέλ...

Παίζουν: Μαρίν Βακτ, Γιόχαν Λέισεν, Σαρλότ Ράμπλινγκ, Φρεντερίκ Πιερό, Ζεραλντίν Πελάς, κ.ά.

Παραγωγή: ΓΑΛΛΙΑ (2013)

ΡΑΪΑΝ ΚΟΥΓΚΛΕΡ
Μια στάση πριν το τέλος

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του μαύρου Ράιαν Κούγκλερ ανοίγει με ένα θολό και κουνημένο βίντεο - τραβηγμένο με κινητό - στο οποίο αποτυπώνονται οι τελευταίες δραματικές στιγμές της ζωής του 22χρονου μαύρου Αμερικανού, πεσμένου στο έδαφος με χειροπέδες στα χέρια, Οσκαρ Γκαντ, πριν την εν ψυχρώ δολοφονία του από λευκό αστυνομικό, τις πρώτες ώρες της Πρωτοχρονιάς του 2009, στην πλατφόρμα του προαστιακού τρένου, στο σταθμό Φρουτβέιλ. Και αυτό είναι ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας «FRUITVALE STATION». Ο πυροβολισμός που ακούγεται, που σταματά την ανάσα και μαυρίζει την οθόνη, σηματοδοτεί την αρχή της φλας μπακ αφήγησης, της δραματοποιημένης αναπαράστασης, της τελευταίας μέρας του νεαρού «μάρτυρα»...

Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Κούγκλερ δένει μαζί μικρές σκηνές και φτιάχνει ένα σύνθετο πορτρέτο ενός ιδιότροπου Οσκαρ που προσπαθεί να βάλει τη ζωή του στο σωστό δρόμο. Ουδόλως ενδιαφέρει αν το θύμα όντως ήταν ή δεν ήταν όπως περιγράφεται, μια που πρόκειται για ταινία μυθοπλασίας βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Ομως, δεν θα έπρεπε αυτή η απλοϊκή επιλογή του σκηνοθέτη να μας οδηγήσει σε συναισθηματική χειραγώγηση μόνο και μόνο γιατί ο ήρωας ήταν καλό παιδί.

Η αμερικανική αυτή «φυλετική» τραγωδία προστίθεται σε χιλιάδες παρόμοιες και αποκαλύπτει ότι «το καζάνι σιγοβράζει» σε έναν τόπο που κυοφορεί αναταραχές. Η καθημερινότητα διαγράφει τροχιά έκρηξης, φορτισμένη από την ταξική ανισότητα της κοινωνίας, τις φυλετικές διακρίσεις, τις θρησκευτικές αιρέσεις κάθε λογής κι απόχρωσης. Οι συγκρούσεις λες και είναι έτοιμες να ξεσπάσουν από στιγμή σε στιγμή και, στην κυριολεξία, από την ελαχιστότατη αφορμή. Η πλειοψηφία των λευκών και των πλούσιων φροντίζει να αναπαράγει σενάρια καταστροφής που κάνει το φυλετικό φόβο να μεγαλώνει. Η υπόθεση Ρόντνεϊ Κινγκ στο Σίμι Βάλεϊ απέδειξε ότι υπάρχουν άνθρωποι στην Καλιφόρνια που θεωρούν ότι το καθήκον της αστυνομίας για την αποκατάσταση της τάξης ισούται με την προστασία των λευκών από τους μαύρους. «Μισούν τους λευκούς. Αυτό είναι!», ανέφερε κάπου μια ηλικιωμένη λευκή, προσθέτοντας ότι κάθε φορά που αντικρίζει έναν μαύρο στη γειτονιά της, την καταλαμβάνει παρανοϊκή υστερία... Η ίδια υστερία που κατέλαβε τους αστυνομικούς που βλέπουμε στην ταινία... Στις ΗΠΑ υπάρχουν πολλά Σίμι Βάλεϊ. Ερευνα της εποχής των ταραχών του Λος Αντζελες έδειξε ότι περισσότεροι από τους μισούς μη μαύρους κατοίκους της χώρας θεωρούν ότι οι αφροαμερικανοί είναι λιγότερο έξυπνοι από τους λευκούς. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 78% των ερωτηθέντων είχαν την πεποίθηση ότι οι μαύροι προτιμούν να ζουν από τα κοινωνικά επιδόματα. Η άποψη λοιπόν της πλειοψηφίας καταγράφεται ευκρινώς: Οι αφροαμερικανοί συνιστούν βάρος για τις ΗΠΑ τόσο πνευματικό όσο κοινωνικό και οικονομικό. Η συγκεκριμένη άποψη εισάγει με τη σειρά της ανατριχιαστικές προοπτικές για τον μαύρο πληθυσμό όταν το μεγαλύτερο τμήμα των συμπατριωτών τους, των λευκών, τους αντιμετωπίζει σαν βάρος.

Τίποτα θεαματικό δεν υφίσταται στην προσέγγιση του Κούγκλερ. Ούτε και η ταινία του είναι φανταχτερή και πρωτότυπη. Πρόκειται για ένα προσεκτικής παρατήρησης πορτρέτο των «μεσαίων» και φτωχών στρωμάτων των πληθυσμών - σε χειρότερη θέση από τους ταξικά αντίστοιχους λευκούς γιατί είναι μετανάστες ή μαύροι - και την οξεία αίσθηση της αδικίας που διέπει τους έγχρωμους αδικημένους πληθυσμούς, που με τη σειρά τους απαντούν και αυτοί ρατσιστικά. Η θέση του δημιουργού της ταινίας δείχνει να ταλαντεύεται ανάμεσα στις θέσεις που πρέσβευε ο γοητευτικός μαύρος ηθοποιός Μπιλ Κόσμπι ως γιατρός Χάξταμπλ σε δημοφιλέστατο τηλεοπτικό σίριαλ - που προβαλλόταν κάποια (πολλά) χρόνια πριν - και οι ταινίες του σκηνοθέτη Σπάικ Λι. Ο γιατρός Χάξταμπλ συνιστά σύμβολο του ονείρου των λευκών, για έναν μαύρο πληθυσμό οικονομικά αυτοδύναμο, που να αντιγράφει αναντίρρητα και να ευθυγραμμίζεται πλήρως με τον «καπιταλιστικό» τρόπο ζωής. Στην ταινία «Ο ΠΥΡΕΤΟΣ ΤΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ», ο Σπάικ Λι αντιπαραθέτει μια σιωπηλή πολεμική στον ειδυλλιακό οικογενειακό πυρήνα του Κόσμπι. Ο μαύρος ήρωας στην ταινία του Λι εγκαταλείπει τη σύζυγο και την κόρη του για μια λευκή γυναίκα. Ομως, δεν περνά πολύς καιρός κι η σχέση τους καταρρέει κάτω από το βάρος των προκαταλήψεων που τους περιβάλλουν. Κατά τη ροή της αφήγησης ο Λι αποκαλύπτει το ψέμα για το αμερικάνικο «χωνευτήρι».

Ο Κόσμπι και ο Λι εκπροσωπούσαν διαφορετικές τάσεις του κινήματος των δικαιωμάτων του πολίτη. Πίσω από τον Κόσμπι βρίσκεται ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ που ονειρευόταν «πέρα από το ρατσισμό», οραματιζόμενος μια φιλελεύθερη γη της επαγγελίας. Ο Λι έχει αφετηρία τον Μάλκομ Χ και τους Μαύρους Πάνθηρες, που αντιλαμβάνονται το ρατσισμό σαν συστατικό στοιχείο της φύσης του αμερικανικού καπιταλισμού. Πάλευαν διαφυλάσσοντας την ιδιαιτερότητά τους και ορθώνοντας το στρατευμένο τους ανάστημα, με την πεποίθηση ότι το κυρίαρχο σύστημα πρέπει να καταλυθεί και να αντικατασταθεί από κάποιο «άλλο», προϋπόθεση για να μπορέσουν μαύροι και λευκοί να ζήσουν μαζί.

Κι όπως συνέβη με την περίπτωση του μαύρου Ρόντνεϊ Κινγκ το 1992 - όταν η αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου για τους τέσσερις αστυνομικούς που τον «σκότωσαν» κυριολεκτικά στο ξύλο όταν βρέθηκε να οδηγεί πιωμένος, προκάλεσε τις πολυήμερες, αιματηρές ταραχές στην ευρύτερη περιοχή - έτσι και η δολοφονία του Γκραντ γρήγορα πήρε διαστάσεις πολιτικού γεγονότος. Να τη δείτε!

Παίζουν: Μάικλ Τζόρνταν, Μελόνι Ντίαζ, Αριάνα Νιλ, Αννα Ο' Ρέιλι, Οκτάβια Σπένσερ, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013)

ΚΑΛΙΝ ΠΙΤΕΡ ΝΕΤΖΕΡ
Οικογενειακή υπόθεση

Μητρότητα και εξουσία στην εποχή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στη Ρουμανία. Ο σκηνοθέτης -γεννημένος το 1975- φέρνει στο φως όλη την υποκρισία, τεκμηριώνοντας σε χοντρές γραμμές το αναγνωρίσιμο πλέον πλέγμα στο οποίο οφείλει τη λειτουργία του το «σύστημα», πλέγμα ποικιλόμορφης χειραγώγησης που στήνει για να εξυπηρετείται η αστική τάξη, μέσα από μια ιστορία ταξικής αντιπαράθεσης, στην ίντριγκα της οποίας χωρούν τα πάντα, ακόμα και οικογενειακές ή και πολύ «προσωπικές» περιπτώσεις. Η ταινία συνιστά ένα ενοχλητικό, σχεδόν κυνικό μωσαϊκό, χωρίς ψευδαισθήσεις, που ξεδιπλώνει το πνεύμα της σύγχρονης πάλης των τάξεων. Η πλήρης αναισθητοποίηση των συναισθημάτων -εδώ συνέπεια ενός μοιραίου λάθους- ανήκει στην κατανομή των προτεραιοτήτων στην καπιταλιστική κοινωνία. Η ταινία μπορεί να καταλήγει με κάποιο φαινομενικό «άνοιγμα» προς έναν επιφανειακό ανθρωπισμό που όμως με τίποτα δεν μπορεί να σημαίνει «λύτρωση».

Ταινία, που δικαίως βραβεύτηκε με τη «Χρυσή Αρκτο» καλύτερης ταινίας και το βραβείο FIPRESCI στο φετινό φεστιβάλ του Βερολίνου, και εστιάζει στη σχέση μιας αστής μητέρας με τον 34χρονο μοναχογιό της, ο οποίος ένα βράδυ προκάλεσε θανατηφόρο αυτοκινητικό δυστύχημα, παρασύροντας ένα 14χρονο αγόρι από τις φτωχές περιοχές που διέσχιζε τον αυτοκινητόδρομο. Η ταινία σε όλο της το μήκος και πλάτος ασχολείται με τη αστή μητέρα -μια γυναίκα με υψηλές κοινωνικές και πολιτικές γνωριμίες- που προσπαθεί να απαλλάξει από την κατηγορία της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας το γιο της χρησιμοποιώντας -με κυνική αλαζονεία- όλα τα θεμιτά, αλλά κυρίως αθέμιτα μέσα.

Η ταινία του Νέτζερ που πάλλεται από ένταση, αποκαλύπτει, σε πρώτο επίπεδο, τη χυδαιότητα και την υποκρισία της κυρίαρχης τάξης, θέση που δεν έχει ανάγκη από σκηνοθετικές δεξιοτεχνίες ώστε να γίνει όχημα η ιδέα. Η σκηνοθεσία είναι «στεγνή» και επικεντρωμένη στο μικρόκοσμο της 60χρονης μητέρας του θύτη Κορνέλια (εκπληκτική όντως η ερμηνεία της Λουμινίτσα Γκεοργκίου) και στη διάτρητη από μικροπρεπείς ίντριγκες -που η ίδια θεωρεί αυτονόητες- και υπεκφυγές, καθημερινότητά της. Κι όλ' αυτά, γιατί η κοινωνική της θέση, της επιτρέπει να τα κάνει...

Η ρουμάνικη αυτή ταινία που χλευάζει την «ισότητα των πολιτών» στην αστική δημοκρατία, είναι ένα ολοκληρωμένο έργο, ισορροπημένο και ιδιαίτερα ενδιαφέρον, που παίζει με την αργή ανάπτυξη του πάθους και της δραματικότητας. Στο πλαίσιο της σάπιας από διαφθορά καπιταλιστικής κοινωνίας, μπαίνει στο μικροσκόπιο η οικουμενική φιγούρα της μητέρας, μέσα από δύο μάνες που έχασαν τα παιδιά τους. Η αστή μάνα «χάνει» το γιο της που τον θεωρεί ιδιοκτησία της και η φτωχή μάνα χάνει όντως το παιδί της που παθαίνει από το καπρίτσιο του πλούσιου με «Audi» να προσπεράσει μια «Mercedes» με 140 χλμ./ώρα.

Μετά το διάλειμμα η ταινία μοιάζει να αλλάζει πορεία. Χάνει τον έντονα κοινωνικό της χαρακτήρα και μπαίνει σε πιο προσωπικές ατραπούς για να μπορέσει μέσα από ένα απρόσμενο φινάλε που αδυνατίζει όλο το εγχείρημα, να μπει σε οικουμενικά θέματα του τύπου: συγχώρεση, αποδοχή, κατανόηση...

Πρόκειται για ένα σινεμά θεοζώντανης, καταπληκτικής γραφής που πατά στη συμβατική έκφραση για να απογειωθεί... παρά το γεγονός ότι η κάμερα στον ώμο που κινείται με γρήγορους ρυθμούς και το απότομο, αποφασιστικό μοντάζ, λίγο ...ζαλίζει. Μη τη χάσετε!

Παίζουν: Λουμινίτσα Γκεοργκίου, Μπόγκνταν Ντουμίτρας, Ιλινκα Γκόια, κ.ά.

Παραγωγή: ΡΟΥΜΑΝΙΑ (2013)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ