Αλλά η φαγούρα μπορεί να είναι κάτι πολύ χειρότερο από μια περιστασιακή ενόχληση. Η αίσθηση αυτή, που προκαλείται από τον ερεθισμό των νευρικών απολήξεων στο δέρμα, αποτελεί μια χρήσιμη προειδοποίηση για ενδεχόμενους κινδύνους, όπως τα έντομα ή τα ξένα σώματα. Το ξύσιμο αποτελεί συχνά μια απλή και αποτελεσματική μέθοδο για την αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων. Ομως η φαγούρα είναι και το κύριο σύμπτωμα πολλών ασθενειών του δέρματος. Επιπλέον, εμφανίζεται σε ασθένειες που επηρεάζουν ολόκληρο τον οργανισμό, όπως στην κίρρωση του ήπατος, σε μερικούς τύπους καρκίνου, σε χρόνιες νεφρικές ανεπάρκειες κτλ.
Ενώ το περιστασιακό και σύντομο ξύσιμο του δέρματος προσφέρει και κάποια απόλαυση, η συνεχής φαγούρα μπορεί να γίνει οδύνη, αν δεν αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα αίτια του προβλήματος. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, 8-10% των ανθρώπων σε παγκόσμια κλίμακα πάσχουν από χρόνιο κνησμό. Είναι το πρόβλημα που οι ασθενείς αναφέρουν συχνότερα στους δερματολόγους. Οι αιτίες του όμως παραμένουν μυστηριώδεις και έχουν κατανοηθεί ελάχιστα.
Αν και παραδοσιακά, η χρόνια φαγούρα είχε παραβλεφτεί ως μια ήπια μορφή πόνου, τα τελευταία χρόνια αρχίζει να κερδίζει το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας λόγω της πολυπλοκότητάς της και της επίπτωσης που έχει σε χιλιάδες πάσχοντες. Επιπρόσθετα σε φυσικά αίτια, όπως δερματοπάθειες και αλλεργίες, η πηγή αυτού του γαργαλιστικού βασανιστηρίου έχει μια ισχυρή νοητική συνιστώσα. Μόλις τώρα οι επιστήμονες διερευνούν τα αίτια του φαινομένου, χρησιμοποιώντας απεικονιστική τεχνολογία και άλλα μέσα, φτάνοντας ακόμη και ως το μοριακό επίπεδο.
Λίγο αργότερα ανακαλύφθηκε ότι οι νευρικές ίνες του πόνου και της φαγούρας διασυνδέονται με τρόπο που όταν ενεργοποιούνται οι ίνες του πόνου προκαλείται «ανταγωνιστική παρεμπόδιση» στις ίνες της φαγούρας. Ετσι ο πόνος διακόπτει τη φαγούρα. Η διαφορετικότητα των νεύρων της φαγούρας επιβεβαιώθηκε οριστικά όταν διαπιστώθηκε ότι αυτά αντιδρούν στο μόριο της ισταμίνης που προκαλεί κνησμό, αλλά όχι σε ερεθίσματα πόνου ή θερμότητας.
Πέρα από τις παθολογικές ή εξωτερικές αιτίες της χρόνιας φαγούρας, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει και ψυχολογική παράμετρος. Οι περισσότεροι άνθρωποι αρκεί να δουν άλλους να ξύνονται για να αρχίσουν να ξύνονται κι αυτοί. Ακόμα και η απλή παρατήρηση μιας εικόνας που σχετίζεται με το ξύσιμο, όπως μια φωτογραφία ψύλλων, μπορεί να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Ωστόσο, μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε κάποια καθαρά επιστημονική απόδειξη γι' αυτήν την κοινά αποδεκτή αντίληψη.
Εξήντα φοιτητές της ιατρικής και της ψυχολογίας κλήθηκαν να αξιολογήσουν μια διάλεξη για τη φαγούρα και τα αίτιά της, χωρίς να ξέρουν ότι συμμετέχουν σε κάποια έρευνα. Κατά τη διάρκεια της διάλεξης στους μισούς προβάλλονταν εικόνες ψύλλων, κοριών, ψειρών και αλλεργικών δερματικών αντιδράσεων. Στους άλλους μισούς προβάλλονταν εικόνες μωρών και γαληνευτικών τοπίων. Οπως ήταν αναμενόμενο η πρώτη ομάδα ξυνόταν πολύ συχνότερα κατά τη διάρκεια της διάλεξης σε σχέση με τη δεύτερη ομάδα.
Οι επιστήμονες πιθανολογούν ότι η νοητική σκανδάλη για το φαινόμενο πρέπει να σχετίζεται με τους λεγόμενους μιμητικούς νευρώνες. Αυτά τα εξειδικευμένα νευρικά κύτταρα πυροδοτούν τόσο όταν κάνουμε εμείς οι ίδιοι μια συγκεκριμένη ενέργεια, όσο και όταν παρακολουθούμε κάποιον άλλο να κάνει την ίδια ενέργεια. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι το «κολλητικό» χασμουρητό.
Χρησιμοποιώντας λειτουργική Τομογραφία Μαγνητικού Συντονισμού (fMRI) οι ερευνητές εντόπισαν τις περιοχές του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται όταν νιώθει κανείς φαγούρα και ξύνεται. Προς έκπληξή τους διαπίστωσαν ότι ανάμεσα στις περιοχές αυτές δε βρίσκεται ο αισθησιοκινητικός φλοιός, ενώ αντίθετα περιλαμβάνονται περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την αντίληψη των συναισθημάτων. Νεότερες ανάλογες έρευνες επιβεβαίωσαν τη συσχέτιση της φαγούρας με την αμυγδαλή, το κέντρο των συναισθημάτων.
Το ξύσιμο προσφέρει προσωρινή ανακούφιση, αλλά προκαλεί παραπέρα ερεθισμό του δέρματος ακόμα και λύση της συνέχειάς του. Οι θεραπείες περιλαμβάνουν ειδικές λοσιόν και κρέμες, αντιισταμινικά, οπιοειδείς ανταγωνιστές, ασπιρίνη και θεραπεία με υπεριώδη ακτινοβολία. Η αντιμετώπιση του χρόνιου κνησμού πρέπει γενικά να γίνεται με ιατρική παρακολούθηση. Το 65% όσων καταφεύγουν σε γιατρό και ακολουθούν θεραπεία δείχνει βελτίωση.
Η περισσότερο υποσχόμενη θεραπευτική προσέγγιση αυτή τη στιγμή είναι εκείνη που χρησιμοποιεί ουσίες, οι οποίες επηρεάζουν τους οπιοειδείς υποδοχείς, που σχετίζονται με τη φαγούρα. Οι οπιομανείς και οι ηρωινομανείς σχεδόν πάντα πάσχουν από κνησμό, που προκαλείται από την υπερδιέγερση των μ-οπιοειδών υποδοχέων. Ακολουθώντας αυτό το στοιχείο, οι ερευνητές διερευνούν το ενδεχόμενο παρεμπόδισης αυτών των υποδοχέων. Οι φυσικοί ανταγωνιστές των μ-οπιοειδών υποδοχέων είναι οι κ-οπιοειδείς υποδοχείς, η ενεργοποίηση των οποίων μειώνει τη φαγούρα. Οι αρχικές κλινικές μελέτες αναζητούν ουσίες που να διεγείρουν τους κάπα υποδοχείς.
Επιβοηθητικά στη φαρμακευτική αγωγή μπορούν να βοηθήσουν διάφορες τεχνικές χαλάρωσης. Αντίθετα, η ψυχοθεραπεία δεν μπορεί να βοηθήσει στον περιορισμό της παρόρμησης για ξύσιμο. Οσοι πάσχουν από χρόνια ενοχλητική φαγούρα μπορούν να βρουν ανακούφιση σε κρύα μπάνια, που περιέχουν ειδικές κατευναστικές ουσίες που συνιστώνται από δερματολόγο. Για τοπικές φαγούρες χρήσιμες είναι οι παγοκύστες. Απαραίτητο είναι το δροσερό περιβάλλον, ειδικά τη νύχτα.