Ο κύκλος του μεθανίου του βυθού είναι ένα τμήμα του πλανητικής κλίμακας κύκλου του άνθρακα το οποίο αγνοούσαμε μέχρι τώρα, θεωρώντας ότι όσος άνθρακας φτάνει στο βυθό ιζηματοποιείται και εγκλωβίζεται εκεί μέχρι κάποια ηφαιστειακή έκρηξη ή η βύθιση των τεκτονικών πλακών να επαναφέρει στην ατμόσφαιρα ένα μέρος του. Ο κύκλος του μεθανίου πραγματοποιείται από ένα είδος μικροβίων που λέγονται άρχαια. Τα άρχαια παράγουν μεθάνιο μεταβολίζοντας οργανικά ιζήματα του βυθού. Το μεθάνιο ανεβαίνει μέσα από σχισμές και χάσματα (πράσινα βέλη) και καθώς φτάνει στη διεπιφάνεια βυθού - θάλασσας παγώνει και σε πολλά σημεία σχηματίζει με το νερό ένυδρες μορφές (6 μόρια νερού δημιουργούν ένα κελί που φυλακίζει ένα μόριο μεθανίου) (λευκό).
Τα ένυδρα είναι εξαιρετικά ασταθή. Καθώς επικαλύπτονται από νέα στρώματα ιζήματος, ζεσταίνονται αρκετά, ώστε να απελευθερώσουν και πάλι το μεθάνιο που περιέχουν. Ενα μικρό μέρος του αναδύεται μέσα από παγωμένες «καμινάδες», που υπάρχουν σε μεγάλους αριθμούς κατά μήκος των άκρων των ηπείρων. Συνήθως, η μεγαλύτερη ποσότητα του μεθανίου δε φτάνει καν έως το νερό. Καταναλώνεται από άλλα είδη άρχαιων, που λειτουργώντας συμβιωτικά παρέχουν ενέργεια σε βακτήρια ικανά να μετατρέπουν τα θειικά άλατα των ιζημάτων σε υδρόθειο (άρχαια και βακτήρια οξειδώνουν το μεθάνιο χρησιμοποιώντας το οξυγόνο των θειικών αλάτων με μηχανισμό που δεν είναι ακόμα απολύτως γνωστός). Το υδρόθειο (γνωστό για την άσχημη μυρωδιά του) γίνεται με τη σειρά του τροφή για οστρακοειδή, σωληνοειδή σκουλήκια και άλλα ζώα του βυθού που ζουν συγκεντρωμένα γύρω από τις «καμινάδες».
Το πρόβλημα με αυτόν τον συναρπαστικό κύκλο του μεθανίου, όσον αφορά στην ανθρωπότητα, είναι η μεγάλη αστάθειά του. Με το πέρασμα των αιώνων συγκεντρώνονται στο βυθό τεράστιες ποσότητες μεθανίου. Αρκεί μια υποθαλάσσια κατολίσθηση, ή ελαφριά θέρμανση του νερού του βυθού για να απελευθερωθούν στην ατμόσφαιρα καταστροφικές ποσότητες. Οι ποσότητες αυτές μπορεί να εκραγούν π.χ. από έναν κεραυνό, να προκαλέσουν ασφυξία σε μεγάλες περιοχές ή να συμβάλουν σημαντικά στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Αυτοί οι αρχαίοι οργανισμοί επιζούν σήμερα μόνο σε απομονωμένες περιοχές, όπου δε φτάνει το οξυγόνο. Αυτό σημαίνει ότι ζουν κυρίως κάτω από το βυθό, με ορισμένες εξαιρέσεις, όπως η Μαύρη Θάλασσα (Εύξεινος Πόντος). Εχοντας μόνο τα στενά του Βοσπόρου σαν διέξοδο, τα νερά της ανανεώνονται ελάχιστα και γι' αυτό σε βάθος μεγαλύτερο των 200 μέτρων δεν υπάρχει ίχνος οξυγόνου. Κανένα ψάρι δε ζει εκεί, αλλά τα μικρόβια ευημερούν καταναλώνοντας το μεθάνιο που αναβλύζει από το βυθό, καθώς παράγεται διαρκώς από τα άρχαια, τα μακρινά ξαδέρφια των βακτηρίων.
Η συνολική μάζα των μικροβίων που ζουν κάτω από το βυθό υπολογίστηκε ότι είναι περίπου το ένα τρίτο όλης της βιολογικής μάζας που υπάρχει στον πλανήτη. Το συνολικό ποσό μεθανίου που παράγεται απ' αυτά τα μικρόβια είναι πιθανώς μεγαλύτερο από όλα τα γνωστά αποθέματα κάρβουνου, φυσικού αερίου και πετρελαίου μαζί! Το μεθάνιο είναι ένα από τα αέρια που συμβάλλουν εντονότερα στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μερικοί επιστήμονες συνδέουν απότομες κλιματολογικές αλλαγές ακόμα και μαζικές εξαφανίσεις βιολογικών ειδών στο μακρινό παρελθόν, με απότομες απελευθερώσεις μεγάλων ποσοτήτων αυτού του αερίου.
Μπορεί κανείς να αμφιβάλλει για το αν η υποθαλάσσια βιόσφαιρα του μεθανίου μπορεί να έχει τέτοια δύναμη. Υπάρχει, όμως, ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός: Η λάσπη του βυθού είναι ζωντανή. Πρόκειται για τη «φάλαινα» που δεν είχαμε προσέξει μέχρι τώρα.