Κατ' αρχήν αυτά όλα αποτυπώνουν μιαν εικόνα. Από την οποία υποτίθεται ότι ένας παρατηρητής μπορεί να βγάλει κάποια συμπεράσματα για την πορεία αυτής της οικονομίας. Ταυτόχρονα όμως, και επειδή μιλάμε για την οικονομία μιας χώρας, μιας ολόκληρης κοινωνίας, καθένας μπορεί να παρατηρήσει ότι πχ το ΑΕΠ, (αυτός είναι ο βασικός δείκτης μέτρησης της πορείας μιας καπιταλιστικής οικονομίας), έχει αυξηθεί Χ% σ' ένα χρόνο. Ο ίδιος έχει τη δυνατότητα να συγκρίνει αυτή την πορεία και με τα δικά του οικονομικά μεγέθη, τα εισοδήματά του. Που δεν είναι μόνο κατ' ανάγκη αν αυξήθηκαν αυτά τα εισοδήματα, (για τον εργάτη πχ ο μισθός ή το μεροκάματο), στο ίδιο ποσοστό, (πράγμα που επίσης δεν αποτυπώνει ολόκληρη την εικόνα ως προς τη θέση των εισοδημάτων του στην οικονομία μιας χώρας και τη σχέση τους μ' αυτήν). Αλλά αν μπορεί να έχει, να αγοράσει, τα αντίστοιχα προϊόντα και υπηρεσίες που είχε τον προηγούμενο χρόνο, με τον προηγούμενο μισθό, περισσότερα ή λιγότερα, αν δηλαδή μπορεί να ικανοποιήσει τις ίδιες ανάγκες όπως και πριν, λιγότερες ή περισσότερες. Αλλά και πάλι αυτή η εικόνα και εκτίμηση δεν μπορεί να αποτυπώσει ολοκληρωμένα στη συνείδησή του την πορεία της οικονομίας. Ενα ερώτημα πάντα βασανίζει: «Γιατί η οικονομική κατάσταση διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων είναι διαφοροποιημένη»; Και στην προκειμένη περίπτωση, «γιατί να υπάρχει ο πλούτος και η φτώχεια»;
Επομένως ως τώρα οι δείχτες της οικονομίας μπορούν να αποτυπώσουν την πορεία και εξέλιξη της παραγωγής, της οικονομίας γενικά, αλλά δεν μπορούν να απαντήσουν στο γιατί υπάρχει η διαφοροποίηση των εισοδημάτων των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Ετσι, εμφανίζεται ότι η ιδιοκτησία των επιχειρήσεων (των μέσων παραγωγής γενικά) και η θέση καθενός ως προς αυτό, καθορίζει και τη διαφοροποίηση των εισοδημάτων. Οποιος έχει μεγάλη ιδιοκτησία μπορεί να έχει και μεγάλα εισοδήματα. Είναι όμως έτσι;
Αρα πίσω από την πορεία της οικονομίας, υπάρχουν σχέσεις διαφορετικών ανθρώπων, που ως χαρακτηριστικό τους γνώρισμα εμφανίζεται η σχέση τους ως προς την ιδιοκτησία στις επιχειρήσεις, στα μέσα παραγωγής. Αρα η οικονομία δεν είναι πράγματα, αντικείμενα, επενδύσεις για την παραγωγή, για την ανάπτυξή της, αλλά σχέσεις ανθρώπων, σχέσεις ολόκληρων κοινωνικών ομάδων, σχέσεις κοινωνικών τάξεων.
«Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι έρχονται σε καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέλησή τους σχέσεις, σε παραγωγικές σχέσεις που αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο αυτών των παραγωγικών σχέσεων αποτελεί την οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας, την πραγματική βάση, που πάνω της υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα...», Καρλ Μαρξ («Κριτική της πολιτικής οικονομίας», πρόλογος).
Οταν οι μαρξιστές αναφέρονται στην οικονομία δεν εννοούν «αποκλειστικά την παραγωγική βάση από τη σκοπιά μόνο των μέσων παραγωγής, τα τεχνικά χαρακτηριστικά της, τον όγκο των παραγόμενων προϊόντων, αλλά και τη βασική παραγωγική δύναμη, δηλαδή τον άμεσο παραγωγό, τον εργαζόμενο άνθρωπο και τις σχέσεις με τις οποίες έρχεται σε επαφή με τα μέσα παραγωγής. Οι παραγωγικές δυνάμεις και η ίδια η παραγωγική διαδικασία προσδιορίζεται από τις κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις, μέσα στην οποία πραγματοποιείται»1. Οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής προσδιορίζουν το γεγονός ότι η εργατική δύναμη είναι εμπόρευμα, κινεί τα μέσα παραγωγής που ως κεφάλαιο που περιέχουν νεκρή εργασία που χρησιμοποιείται στη διαδικασία της παραγωγής για την απόσπαση υπεραξίας.
«Βεβαίως, σε ένα δοσμένο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων αντιστοιχούν ορισμένες σχέσεις παραγωγής. Το ζήτημα είναι να μην απογυμνώνονται οι πρώτες από τις δεύτερες. Με τη γλώσσα της διαλεκτικής, οι σχέσεις παραγωγής αποτελούν τη μορφή και οι παραγωγικές δυνάμεις το περιεχόμενο της παραγωγής».2 Επομένως πρέπει να εξετάζουμε την πορεία των μέσων παραγωγής αλλά και των παραγόμενων προϊόντων, την επιτάχυνση της ανάπτυξής τους, ή την καθυστέρηση, αλλά και την εξέλιξη της εργατικής δύναμης, στη σχέση τους με τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
«Το κεφάλαιο είναι η ενσάρκωση της εκμεταλλευτικής σχέσης της μισθωτής εργασίας και όχι απλά μια παραγωγική επένδυση που έχει την ιδιότητα να παράγει αξίες χρήσης, προϊόντα. Στην αντίληψη των εργαζομένων, το κεφάλαιο από κοινωνική σχέση μετατρέπεται σε πράγμα, σε μηχανές, κτίρια. Ο κεφαλαιοκράτης εκλαμβάνεται ως επενδυτής που δημιουργεί θέσεις εργασίας. Στην πραγματικότητα είναι ο ιδιοκτήτης μέσων παραγωγής που αγοράζει την εργατική δύναμη. Το κεφάλαιο δεν εκφράζει απλά την έννοια της συσσώρευσης του πλούτου, σημαίνει πριν απ' όλα ταξική εκμετάλλευση, παραγωγή υπεραξίας.
Διατηρεί την επικαιρότητά της η μαρξιστική θέση για το φετιχισμό του κεφαλαίου, που οδηγεί στο να κατανοείται η ανάπτυξη των μέσων παραγωγής σαν ταξικά «ουδέτερη» διαδικασία, και να αξιολογείται με περιορισμένα κριτήρια δεικτών βιομηχανικής παραγωγής, διάρθρωσης της παραγωγής, επιπέδου σύγκλισης ορισμένων οικονομικών στόχων στα πλαίσια πχ της ΕΕ.
Ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο» (τ. ΙΙΙ, σελίδες 1005-1006) υπογραμμίζει ότι η πολιτική οικονομία δεν πραγματεύεται πράγματα, αλλά σχέσεις ανάμεσα σε πρόσωπα και σε τελευταία ανάλυση ανάμεσα σε τάξεις. Οι σχέσεις αυτές είναι πάντα δεμένες με πράγματα και εμφανίζονται σαν πράγματα. Η κατανόηση της μαρξιστικής αντίληψης για το φετιχισμό του κεφαλαίου είναι ένα ισχυρό θεωρητικό ανάχωμα της διαβρωτικής πολιτικής και της δράσης της αστικής ιδεολογίας».3
1, 2, 3. Από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002, σελ.90-91