Κυριακή 1 Ιούνη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Καθ' οδόν: Στη Σρι Λάνκα

Παραδοσιακές υπαίθριες τελετές την παραμονής της πανσελήνου

Eurokinissi

Παραδοσιακές υπαίθριες τελετές την παραμονής της πανσελήνου
Μ' ένα βιβλίο θα ταξιδέψουμε - έστω αποσπασματικά - τούτη την πρώτη Κυριακή του καλοκαιριού, στο νησί του Ινδικού Ωκεανού, όπως το γνώρισε η βραβευμένη συγγραφέας Ερση Λάγκε. Στο βιβλίο της «Σρι Λάνκα η Κεϋλάνη του Βούδα» (εκδ. «ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ») περιγράφει τη μακρινή χώρα μέσα από δύο ταξίδια, με διαφορά έντεκα χρόνων. Στο πρώτο, η συγγραφέας εκστασιάζεται μπροστά στα προαιώνια μνημεία του Βουδισμού. Στο δεύτερο, η μαγεία χάνεται μια που οι ταραχές έχουν οξυνθεί και ο εμφύλιος πόλεμος άλλαξε το τοπίο. Συμπερασματικά, έρχεται στο νου της η ρήση του Βούδα: «Ποτέ να μην ξανασυναντά κανείς κάτι που βαθιά τον συγκίνησε και το αγάπησε»...

Λιθοφόρα γη

«11/3 Πέμπτη. Γράφω τις μέρες να μη χαθώ. Αν δεν το κάνω δεν έχω ιδέα τι ημερομηνία έχουμε. Η ώρα έτσι κι αλλιώς πάει τέσσερις ή πέντε ώρες μπροστά.

Τα μαγαζιά ανοίγουν στις εννέα και κλείνουν στις έξι το βράδυ, σε όλη τη Σρι Λάνκα. Τ' απόγευμα και όλο το βραστό μεσημέρι, ψήνονται και δουλεύουν.

Επτά το πρωί, τύμπανα κι εμβατήρια. Νόμιζα γιορτή. Δεν ήξερα ακόμα για το σχολείο δίπλα. Κουρούνες κρώζουν στην αυγινή θολούρα κι απέναντι προβάλλουν θολά λοφοβούνια στρογγυλά και μαλακά θηλυκά. Αμέ, με τόση βλάστηση και τόση γέννα πετρών, μόνον θηλυκά βουνά θα μπορούσαν να είναι.

Μάνα και κόρη όπου φύγει - φύγει...

Associated Press

Μάνα και κόρη όπου φύγει - φύγει...
Ακούγονται ομιλίες στο πρωινό πράσινο. Για δευτερόλεπτα φάνηκε να περνά γυναίκα από μια τρύπα φυλλώματος. Δε βλέπω τίποτ' άλλο, μόνον αυτό το πανέμορφο φυτό που ακουμπά στο ντουβάρι. Εχει ψαλιδωτά - μαλακά και σαν κομμένα φύλλα, όλα από τον ίδιο μίσχο φυτρωμένα. Πίσω του χρυσίζουν τα κόκος. Σ' άλλη ζωή, λέω, σε τέτοιον τόπο θα μεγάλωσα. Δε γίνεται... Γιατί να μ' αρέσει τόσο;

Με φωνάζουν από κάτω.

Ηρθαν να πάμε σε εργοστάσιο με δέκα δικές του "μίνες".

Παίρνει την πέτρα, που λέει ο λόγος, την κυλισμένη απ' το νερό, ή βαθιά χωμένη στο χώμα, την ταγιάρει, τη δένει και την πουλάει, όχι και πολύ φθηνά βέβαια. Η περιοχή βγάζει ζαφείρια μπλε και κίτρινα. Τα καλύτερα.

Ο ιδιοκτήτης με κάλεσε στα ιδιαίτερά του, αφήνοντας με μία κίνηση μεγιστάνα τους συνοδούς μου έξω.

Καθώς λοιπόν καθίσαμε, παίρνει μία νάιλον σακούλα, κάνει έτσι και σκορπά γεμίζοντας το μισό τραπέζι. Θεέ μου, νόμισα πως βρέθηκα καλοκαίρι στη Ζάκυνθο. Το τραπέζι είχε ξεχειλίσει αχνομπλέ και κίτρινο ζαφείρι. Εβαλα τα χέρια και τ' ανακάτευα να νιώσω τη λαμπερή - κρύα τους υφή. Τα δάχτυλά μου γέμισαν λάμψη. Ηλιος και θάλασσα καλοκαιριού! Πήρα ένα κίτρινο, ένα μπλε και ένα μπλε-κίτρινο που μέσα στο γαλανό "γυαλί" του, πέταγε αχτίνες χρυσαφιές. Δηλαδή άλλαζε χρώμα. Απίθανο παιχνίδι από σπίθες. (Ακατέργαστα μοιάζουν με βότσαλα).

Τα πιο σκούρα κίτρινα, σχεδόν πορτοκαλιά... ένα που έπιασα....

- No, μου είπε. Αυτό είναι ψημένο στο φούρνο για να σκουρύνει.

Διάλεξα κι ένα πορτοκαλί με κίτρινες λάμψεις. Είναι το πολυσυζητημένο Πατπαράτσα, (εδώ το λένε Πατμαράγια) και τα ζητούν οι Ιάπωνες.

Πιο κάτω μπήκαμε στο μουσείο, (τρία έχει η πόλη), γεμάτο όλων των ειδών τις πέτρες ως τις πιο σπάνιες π.χ. Αλεξανδρίτη. Είδα και την τομή των ορυχείων (τρύπας). Οι στρώσεις είναι τρεις. Πρώτη η γλίνα που πρέπει να βγει βρεγμένη, άμα ξεραθεί πετρώνει. Μετά έρχεται το αμμοχάλικο κι από κάτω χαλίκι και πάλι, ανάκατο με πολύτιμες πέτρες.

Ψαρόβαρκες στις θάλασσες του Ινδικού
Ψαρόβαρκες στις θάλασσες του Ινδικού
Παρέκει, στο μουσείο πάντα, βρήκα το σπάνιο Τααφεΐτη, μία αχνορόζ - μουτζουριά, πανάκριβη, λόγω σπανιότητας, πέτρα. Αγόρασα ένα Ηλιόδωρο πέτρα - αδελφάκι του σμαραγδιού σε κίτρινο -χλομοπράσινο χρώμα. Ο Αλεξανδρίτης (χρυσοβίρυλλος, βγαίνει μόνο στα Ουράλια και δω) γυάλιζε ύπουλα στο φως της μέρας πράσινα. Μόλις τον πήγα στο ηλεκτρικό, έγινε θυμωμένα κόκκινος. Κόβεται σε δύο ίσα μέρη το χρώμα, ανάλογα με το φωτισμό. Σαν ψεύτικη καραμέλα.

"Μίνες" όπως "πηγάδι - ορυχείο"

Γυρίζοντας περάσαμε από "μίνες" που δούλευαν, πετώντας νερό κιτρινοκαφέ - αδιάφανο, σε πίδακες στο πράσινο του δάσους. Ιδιο υγρό φως στον ήλιο. Στην πρώτη βγάζανε με τσουβάλια τη γλινοάμμο ανάκατη με ψιλό πετραδάκι.

Στη δεύτερη "μίνα", δέκα μέτρα πιο κει, πεταγόταν το νερό που έλεγα μέχρι ψηλά. Ηρθε από το πλάι ένας άντρας και κατέβηκε βιαστικά κι επιδέξια. Είχε λέει, μισοχαλάσει η τρόμπα ή ο εξαερισμός, (δεν κατάλαβα) και πήγαινε να το φτιάξει. Οπως έχουν χτίσει τα τετράγωνα πηγάδια με τους πασσάλους, δημιουργείται εκτός από το στήριγμα και είδος σκάλας αραιής απ' όπου κατεβαίνουν. Είναι που είναι λεπτοί κι ευκίνητοι από φύση, κάνουνε και γυμναστική, δέντρα πάνω, δέντρα κάτω σαν τις μαϊμούδες...

Μέσα στο πηγάδι, μου εξηγούν, συνεχίζουνε οι στοές οριζόντια και βγαίνουν στο πλαϊνό ή είναι τυφλές. Δεν έχει αέρα ν' αναπνεύσεις, η ζέστη τρομερή κι ιδίως η υγρασία που στάζει συνέχεια (95%). Αν δε δουλέψουν για λίγο οι τρόμπες, γεμίζει το πηγάδι. Το είδα σε κείνο το κατάπρωτο, το εγκαταλειμμένο, το γεμάτο νερό.

Βλάστηση, πουλιά και "Κιτούλ"

Το νέο με το παλιό, όπως συναντιούνται στην πρωτεύουσα, Κολόμπο
Το νέο με το παλιό, όπως συναντιούνται στην πρωτεύουσα, Κολόμπο
Απόγευμα πια κάθομαι στην είσοδο του ξενοδοχείου και με ζαλίζουν τα πουλιά. Μα να μη σταματάνε. Αέρας δεν υπάρχει ούτε για να στεγνώσει τον ιδρώτα πάνω μου. Τα δέντρα κρέμονται. Δεξιά ένα με τσαλαπατημένα φύλλα, και πιο κει τ' άλλο της γλάστρας μου, τρία μέτρα ψηλό εδώ, τα φύλλα σαν παλάμες γίγα. Ο μικρός φοίνικας με τον κατακόκκινο κορμό κουνιέται κάτω από 'να ουρανό μ' ελαφρότατα αέρινα σύννεφα.

Επιτέλους είδα την κουρούνα, τη μία δηλαδή. Η πόρνη έχει είδος φωλιάς στο κλαδί, πηδολογάει ολόγυρα στις βεντάλιες, σα στο σπίτι της και σκούζει. Στο σούρουπο ψιθυρίζονται αστραπές πετραδιών. Πετράδια υποπτεύομαι παντού, μπουκέτο αειθαλές, θεϊκές δημιουργίες που περιέχουν σταγόνες απ' την αιώνια ειρήνη Του, όπως ηρεμούν και λάμπουν επί δικαίων και αδίκων, όπως ηρεμούν σπιθίζοντας μεγαλειότητα. Ερχεται ο ξενοδόχος. Το δέντρο με τα άτσαλα φύλλα, λέει, το κόβουν σε κάποια μασχάλη. Εκείνο θυμώνει βγάζει τεφρό υγρό που το πίνουνε σαν κρασί. "Κιτούλ" ονομάζεται.

-- Τη νύχτα, συνεχίζει, έρχονται μικρά άσπρα πουλιά και κάθονται στα καλώδια του ηλεκτρικού ίσως για να ξεκουραστούν. Χιλιάδες μικρά άσπρα πουλιά. Το πρωί σηκώνονται όλα μαζί. Τρεις μήνες τα βλέπεις κάθε βράδυ. Μετά χάνονται. Πάνε πίσω στους τόπους τους.

Λέγοντας αυτά μαλάκωσε η φωνή του.

-- Τα παρατηρώ, έλεγε. Είναι τόσο μικρά και τόσο όμορφα τα άσπρα - μικρά - πουλιά στα σύρματα...

Νύχτα, τοπική ώρα ένδεκα, δηλαδή επτά δική μας. Κοιμήθηκα δύο ώρες βαθιά και τώρα τριγυρίζω. Εκλεισα το παράθυρο για το κουνούπι. Ακόμα δεν ήξερα ότι τα καφασωτά κάτω απ' το ταβάνι κι από τις δύο μεριές του δωματίου είναι ανοιχτά από κατασκευής. Ο ανεμιστήρας ανακατεύει τη σούπα του δωματίου. Εξω βλέπω φώτα μέσα απ' τη μαύρη βλάστηση. Αραιά φώτα σ' ένα τόσο δα κομμάτι δρόμου απ' όπου και πέρασε αυτοκίνητο. Ησυχία. Δεν ακούγεται φωνή. Μυστήριο λουφάζει ανάμεσα στα παράξενα σχήματα των δέντρων. Στα πέρα βουνά θα υπάρχουν θηρία, κόμπρες και η μαύρη μάμπα. Το τσίμπημά της σημαίνει θάνατο δευτερολέπτων. Σε θάβουν τότε στην πολύτιμη-λιθοφόρα γη.

Παιδιά και ελέφαντες, μια παρέα
Παιδιά και ελέφαντες, μια παρέα
Απέναντι θα έχει μαγαζί, ίσως κι ανθρώπους. Παραφυλάγω μήπως περάσει αμάξι. Περνά κι αγάλλομαι. Αμάν και δεν το 'ξερα ότι τα τροχοφόρα θα μ' ενθουσίαζαν τόσο. Στην Αθήνα τα μισώ».


Νεαρός βουδιστής σε στιγμή προσευχής
Νεαρός βουδιστής σε στιγμή προσευχής

Και τα ρούχα, κάπως πρέπει να πλυθούν...
Και τα ρούχα, κάπως πρέπει να πλυθούν...


Επιμέλεια:
Ελένη ΑΡΓΥΡΙΟΥ

Μικρές σελίδες

«Κοίτα πώς έρχονται καμιά φορά τα πράγματα... Θες οι σόλες των καινούργιων παπουτσιών του κυρίου Λάζαρου Εαυτούλη, θες η χαρά του, θες η βιασύνη του, θες οι λείες πλάκες του πεζοδρομίου, τον έκαναν να γλιστρήσει σε μια πτώση που φαινόταν ατελείωτη, σχεδόν εφιαλτική».

Κι έτσι, ο κύριος Εαυτούλης βρέθηκε ξαφνικά στην Τροχήλατη Δημοκρατία του Μπορώ. Εκεί, όλοι οι άνθρωποι κινούνταν με καροτσάκια, όλα ήταν προσαρμοσμένα στις δικές τους ανάγκες και ο ίδιος δεν μπορούσε ούτε τα μέσα μεταφοράς να χρησιμοποιήσει ούτε από τις πόρτες να περάσει, αν δεν ήταν σκυφτός.

Με αφορμή την κοινωνική αδιαφορία σε βάρος των ανθρώπων με κινητικά προβλήματα, ο Νικόλας Ανδρικόπουλος γράφει και εικονογραφεί μια εξαιρετική ιστορία, στην οποία μεταφέρει έναν «υγιή» αλλά αδιάφορο άνθρωπο σε μία πραγματικότητα αντεστραμμένη. Στον κόσμο του βιβλίου «Δύο παπούτσια με καρότσι» (κυκλοφορεί από τα «Ελληνικά Γράμματα») όλοι μετακινούνται με καρότσι, όλα είναι φτιαγμένα στα μέτρα τους και καμία πρόβλεψη δεν υπάρχει για όσους κινούνται με τα πόδια. Μέσα από αυτό το ευφυές εύρημα ο συγγραφέας βοηθά τους μικρούς αναγνώστες, αλλά και τους ενήλικες να συνειδητοποιήσουν πόσο πραγματικά απάνθρωπη και προβληματική είναι η κοινωνία των «υγιών».

Γραφή πυκνή, συμβολική

Εφτασε στα χέρια μας από την πολωνο-ελληνική ποιητική σειρά του «ΗΛΙΟΔΩΡΟΥ» (HELIODOR) η συλλογή της βραβευμένης ποιήτριας Μαρίας Μιστριώτη υπό τον τίτλο «ΚΑΙ ΝΟΣΤΟΝ ΕΜΟΝ».

Εύστοχα σκιαγραφεί το έργο της στον πρόλογό του ο Πάβεου Κρούπκα, που σημειώνει ανάμεσα σε άλλα: «Η ποιήτρια από τη Χαλκίδα, πατρίδα των πρώτων οικιστών, σε μικρές ποιητικές μορφές, εμπνευσμένες από το ομηρικό έπος, ανοίγει μπροστά στον αναγνώστη έναν μαγικό και τρυφερό κόσμο ονείρων και αισθήσεων, ιδανικών και ανησυχιών. Η λυρική της εξομολόγηση είναι ένα κράμα μονολόγου και διαλόγου με το αγαπημένο πρόσωπο, λόγια απλά και ψιθυριστά που όμως ηχούν δυνατά με τη φόρτιση μιας συμπυκνωμένης εκφράσεως. Λόγια του Οδυσσέα, καθώς αντιλαλούν την ορμή προς το ιδεώδες της ευτυχίας το οποίο είναι απρόσιτον. Η Μαρία Μιστριώτη, όπως οι περισσότεροι Ελληνες ποιητές, συνδυάζει με δεξιοτεχνία τα παραδοσιακά και τα μοντέρνα στοιχεία, τόσο στην ιδεολογική όσο και στην αισθητική διάσταση. Σ' αυτά όμως προλαβαίνει να δώσει μια χαρακτηριστική, προσωπική απόχρωση. Σε ολίγες μικρές ποιητικές συλλογές δημιούργησε ένα ιδιόμορφο ύφος και ένα ποιητικό σύνολο, η λιτή διακόσμηση του οποίου εμβαθύνει την έκφραση ούτως ώστε οι τρυφεροί της ψίθυροι μες στα πλατιά, απέριττα διαστήματα, ν' αντηχούν με τη γνήσια, φυσική δύναμη».

Η Μ. Μιστριώτη έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «Προσεγγίσεις», «Στη γη των Λαιστρυγόνων», «Στις φλέβες του χρόνου», «'Ανεμός τε κυβερνήτης» κ.ά.

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ
Ζωγράφισέ το...

Εμείς τι να σχολιάσουμε; (Κρίμα που δε γνωρίζουμε τα ονόματα των καλλιτεχνών).




Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ