- ο ποιητής Οδηγητής -
Ο Κώστας Βάρναλης - ο Μπαρμπακώστας - που η Ακαδημία Αθηνών του είχε κλείσει την πόρτα, είναι μια από τις κορυφαίες προσωπικότητες του τόπου μας και της παγκόσμιας προοδευτικής Λογοτεχνίας. Ομως, το έργο του κρατήθηκε σε «απομόνωση» για πολλά χρόνια, μακριά από το πλατύ κοινό και τη νεολαία, γιατί ήταν πάντα «το φως που καίει», γράφει ο Σταύρος Καλφιώτης στο εξαιρετικά ενδιαφέρον και καλογραμμένο βιβλίο του οι «Πνευματικοί Δημιουργοί», το οποίο είχαμε παρουσιάσει σε προηγούμενο φύλλο. Και συνεχίζει: «Αλλά μήπως και στις μέρες μας δεν επιμένουν σε μία "ένοχη σιωπή" οι αντιδραστικοί κύκλοι της πολιτείας και η αρτηριοσκληρωτική διανόηση του τόπου μας για τις δημιουργίες των προοδευτικών λογοτεχνών; Βέβαια, υπάρχουν και οι τίμιες και καλής θέλησης φωνές που παλεύουν να σπάσουν αυτή την "ένοχη σιωπή". Πού χρόνος πού χώρος να χωρέσει τη ζωή και το έργο του Κώστα Βάρναλη σε μια σελίδα; Ο συγγραφέας μάς δίνει όλα τα βιογραφικά του ποιητή και τελειώνει έτσι:
«Ο Βάρναλης έμελλε να γευτεί στα 1967 και την πίκρα της απριλιανής χούντας των συνταγματαρχών, την τρίτη δικτατορία ύστερα από εκείνη του Πάγκαλου στα 1926 και του Μεταξά στα 1936. Αλλά ευτύχησε να χαρεί, μαζί με τον ελληνικό λαό, και την πτώση της τον Ιούλη του 1974. Δυστυχώς, όμως, λίγους μήνες αργότερα, στις 16 Δεκέμβρη 1974 πέρασε στην αιωνιότητα. Στο ξόδι του τον συνόδεψε ο λαός, που τόσο τον αγάπησε και που γι' αυτόν πάλεψε ολάκερη τη ζωή του. Απουσίαζαν μονάχα οι "Αθάνατοι της Ακαδημίας Αθηνών". Αλλωστε, αυτοί του ήσαν περιττοί, αφού τον κατευόδωσαν στο τελευταίο του ταξίδι οι συγγραφείς και οι πνευματικοί άνθρωποι καλής θέλησης, οι συναγωνιστές του, που τον χειροκρότησαν και τον ανακήρυξαν ΑΘΑΝΑΤΟ».
Στην καρδιά του χειμώνα ένα δροσερό «ανοιξιάτικο» αεράκι μάς συνόδευσε έως το ξενοδοχείο, στο κέντρο της πόλης, μια διαδρομή σε φαρδιούς άνετους δρόμους, γεμάτους με χιλιάδες αυτοκίνητα, που έτρεχαν ξέφρενα, αγνοώντας συστηματικά τους φωτεινούς σηματοδότες, κορνάροντας συνεχώς - σαν από υποχρέωση - μπροστά στα μάτια του «κουρασμένου» τροχονόμου, ο οποίος με απελπισμένο ύφος περιοριζόταν να παρακολουθεί την κίνηση, ανήμπορος να επέμβει...
Ηταν ήδη 2 μετά τα μεσάνυχτα και αφού τελειώσαμε με τις διατυπώσεις του ξενοδοχείου, αποφασίσαμε μια γρήγορη βόλτα, πρώτη γνωριμία με τη γύρω περιοχή...
Ο δρόμος, που από ατυχία διαλέξαμε, μας οδήγησε σε μια περιοχή σκοτεινή και βρώμικη, με έντονες μυρωδιές, κάτι σαν τις περιοχές της Αθήνας πίσω από την Κεντρική Αγορά, σε πολύ μεγαλύτερη έκταση... Η εικόνα, όμως, μαζί και η διάθεσή μας άλλαξε όταν δυο στενά πιο κάτω βρεθήκαμε σε κεντρικούς εμπορικούς δρόμους, μέσα στα φώτα, την πολυκοσμία και τα μαγαζιά, ανοιχτά στις 3 το πρωί... Η «απελευθέρωση» του ωραρίου σε όλο της το μεγαλείο...
Το πρωί ξεκινήσαμε για την Γκίζα, την πόλη που «φιλοξενεί» τις πυραμίδες. Εχει γίνει πια ένα κανονικό προάστιο του Καΐρου, καθώς η μεγαλούπολη εκτείνεται ακόμα πιο πέρα... Στη διαδρομή άρχισε να ξεδιπλώνεται μεγαλόπρεπα η «πόλη με τους χίλιους μιναρέδες» και τις μεγάλες αντιθέσεις. Τεράστιες πολυκατοικίες, κακοσυντηρημένες και φτωχικές, με μικρές αυλές, που λειτουργούν σαν λαχανόκηποι, αν δεν υπάρχουν δεμένα πέντε - έξι γιδοπρόβατα, παιδάκια να παίζουν δίπλα σε μικρούς σκουπιδότοπους, αλλά και καλαίσθητες βίλες και πανάκριβα αυτοκίνητα λίγο πιο κάτω, να συμπληρώνουν την αντίθεση.
5.000 χρόνια ιστορίας υψώθηκαν μπροστά μας, το 7ο θαύμα, απερίγραπτο θέαμα, αθάνατο μνημείο του ίδιου του θανάτου. Μαθηματικά - Αστρονομία - Φιλοσοφία - Ιστορία δεμένα, αξεχώριστα, μεταξύ τους. Πιο κει, γεμάτη μυστήριο, μακάρια, αδιάφορη, σοφή, η Σφίγγα, με το λιονταρίσιο κορμί, μαρτυράει με την κραυγαλέα σιωπή της, σε όποιον έχει αυτιά, τη ματαιότητα της φιλοδοξίας των ανθρώπων να κυριαρχήσουν πάνω στους νόμους της φύσης και της κοινωνίας... Ολα τα κατάπιε η άμμος. Ολα, εκτός από τη Σφίγγα και την ελπίδα της ανθρωπότητας για ένα καλύτερο αύριο, βασισμένο στη συλλογικότητα...
Κι ύστερα ήρθε η σειρά του Αρχαιολογικού Μουσείου του Καΐρου, με τον απερίγραπτο πλούτο των εκθεμάτων από τη δραστηριότητα των ανθρώπων, όλων των εποχών, σε μια περιοχή που έσμιξαν όλοι οι γνωστοί πολιτισμοί του αρχαίου κόσμου. Φαραωνικά αριστουργήματα αμύθητης αξίας, ταφικά ευρήματα, ανάμεσά τους εκείνα του ασύλητου και γι' αυτό μοναδικού τάφου, του Τουταγχαμόν. Ελληνικά μνημεία με κυρίαρχα της εποχής του Μεγαλέξανδρου. Με τη στήλη της Ροζέτας, την επιγραφή που με το περιεχόμενό της - ευχαριστίες Αιγύπτιων ιερέων προς τον Πτολεμαίο τον Ε' τον Επιφανή - σε τρεις γραφές (ιερογλυφική, αρχαία αιγυπτιακή και ελληνική) οδήγησε στην αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών, να δεσπόζει στην είσοδο του Μουσείου, δυστυχώς σε «ακριβές αντίγραφο», μια και το πρωτότυπο βρίσκεται στο Λονδίνο, καθώς και ρωμαϊκά από την εποχή της Κλεοπάτρας και ύστερα...
Περίπου 11 χιλιόμετρα από την κεντρική πλατεία Ταχρίρ (εκεί που βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο), σε ένα από τα πιο όμορφα προάστια, την Ηλιούπολη, βρίσκεται το ανακαινισμένο «Σπετσεροπούλειο», ένα τριώροφο οίκημα, που μέχρι το 1988 λειτουργούσε ως ορφανοτροφείο. Σήμερα στεγάζει, στον 1ο όροφο, το «Αχιλλοπούλειο», πλήρες Δημοτικό και Νηπιαγωγείο, και στον 2ο όροφο την «Αμπέτειο», Γυμνάσιο και Λύκειο, ιδιοκτησίας της Ελληνικής Κοινότητας του Καΐρου, όπου φοιτούν οι εναπομείναντες - λίγοι δυστυχώς - Ελληνες και ελληνόφωνοι της πόλης, ασθενής απόηχος μιας άλλοτε ιδιαίτερα ισχυρής κοινότητας...
Στον 3ο όροφο και στην προσπάθεια της κοινότητας να ενισχυθούν οι δεσμοί της με την Ελλάδα, αλλά και για λόγους ενίσχυσης των οικονομικών της, λειτουργεί ξενώνας υψηλών προδιαγραφών, που αποτελείται από 24 δωμάτια - στούντιο με ψυγείο, τηλεόραση και μπάνιο (σύνολο 45 κρεβάτια), με καλαίσθητη κοινή κουζίνα και τραπεζαρία, σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές (25-30 ευρώ το άτομο), ενώ στο ισόγειο υπάρχει το πάντα φιλόξενο εστιατόριο της κοινότητας, όπου μπορεί κανείς να συναντηθεί με την υπόλοιπη παροικία, που συχνά πυκνά επισκέπτεται το οίκημα. Κοντά σ' αυτά, οι άνθρωποι της κοινότητας είναι πάντα πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν και να δώσουν τις καλύτερες λύσεις στα όποια προβλήματα αντιμετωπίζουν οι εκδρομείς (πληροφορίες, οδηγίες μετακίνησης, μέχρι και διάθεση αυτοκινήτου)...
Ο Ιμπν Σίνα, γνωστότερος ως Αβικένας από την Μπούχρα της Περσίας (980 - 1037), απέκτησε μεγάλη φήμη και κέρδισε τον τίτλο του "Ηγεμόνα των Ιατρών". Ομως, πράγμα συνηθισμένο για την Ανατολή, έπεσε σε δυσμένεια και φυλακίστηκε. Λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωσή του πέθανε στην πόλη Χαμαντάν σε ηλικία 57 ετών. Οπως λένε οι βιογράφοι του, ο θάνατός του οφειλόταν σε καταχρήσεις "πνευματικές, αφροδίσιες και βακχικές". Το έργο του "Κανών" θεωρήθηκε σταθμός στην ιατρική. Πρόσθεσε στη θεραπευτική διάφορες νέες ουσίες και ανάμεσά τους μέταλλα όπως ο άργυρος, ο υδράργυρος, ο χρυσός και ουσίες όπως το μπεζοάρ(ντ) από το στομάχι των μηρυκαστικών ζώων. Συνολικά, ο Αβικένας περιγράφει 764 φάρμακα. "Τον Αβικένα θεωρούν οι εν τη Δύσει κατά την αναγέννησιν δεύτερον Γαληνόν, οι δε Αραβες ηγεμόνα των ιατρών", γράφει ο Λεβεντάκης. "Τα έργα του αποτελούν μέρος της διδακτέας ύλης εις τας ιατρικάς σχολάς της Δύσεως επί πέντε αιώνας, πολύ βραδύτερον δε συνεχίζονται αι εκδόσεις των έργων του εις λατινικήν και άλλας γλώσσας της Δύσεως". "Η φήμη του "Κανόνος" διήρκεσεν επί πολύ", γράφει ο Bouillet (1883). "Πρότινος έτι οι καθηγηταί υπομνημάτιζαν και ηρμήνευον αυτόν εν ταις ημετέραις (εν Γαλλία) ιατρικαίς σχολαίς και ο συγγραφεύς υπήρξε μετά του Γαληνού εν εκ των μαντείων του μέσου αιώνος".