Κυριακή 16 Οχτώβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Οι καθημερινοί ήρωες του χτες

«Γράφω αυτές τις γραμμές μέσα στ' άγρια μεσάνυχτα. Εξω βρέχει και μέσα εγώ ονειρεύομαι και φέρνω στο νου μου όλους αυτούς τους ανθρώπους που με την εργασία τους, την παραγωγική εργασία τους, κατάφεραν να επιζήσουν στις πολύ δύσκολες συνθήκες της εποχής, αλλά και σ' έναν πολύ δύσκολο εργασιακό χώρο, αφάνταστα δύσκολο για μόνιμη κατοικία. Το βιβλίο αυτό, που αργότερα θα βρω τον τίτλο του, θα ασχοληθεί με τα μαγαζιά και τα επαγγέλματα της Αιγνούσας μέσα στο χρόνο και από πολύ παλιά μέχρι τις μέρες μας, με ιδιαίτερη έμφαση από το 1940 και μετά. Θα καλύψουμε περισσότερο τα επαγγέλματα για τα οποία δε γνωρίζουμε να έχουν γραφτεί πολλά πράγματα. Μας ενδιαφέρει κυρίως ο μόχθος του καθημερινού ανθρώπου που ακονίζει το μυαλό του και προσπαθεί να επιζήσει στις δύσκολες συνθήκες ενός νησιού απομονωμένου από τον γύρω κόσμο»...

Αυτά σημειώνει η Σκευούλα Τσελέκου - Μπαρούνη στην εισαγωγή του πραγματικά πολύτιμου βιβλίου της «Tα παλιά επαγγέλματα και τα μαγαζιά της Aιγνούσας Xίου (Διάφορες ασχολίες και σχετικές ιστορίες)» (Εκδόσεις «Πάλκο», Αθήνα 2005).

Μέσα από τις τετρακόσιες ογδόντα εννιά καλογραμμένες σελίδες του περνούν οι ναυτικοί, οι γεωργοί, οι ψαράδες, οι οικοδόμοι, οι σιδεράδες, οι μαραγκοί και οι καραβομαραγκοί, οι παπουτσήδες, οι υφάντρες, οι μελισσοκόμοι. Παπλωματάδες, γανωματές, ακονιτζήδες, τσικουδάδες, παστελάδες, αγωγιάτες, ραντιστές, παγοπώλες, προξενήτρες, ιερείς και νεωκόροι, φαροφύλακες και αγροφύλακες δίνουν το «παρών». Ολοι αυτοί οι άνθρωποι που έζησαν ταπεινά αλλά τόσο δημιουργικά, που μόχθησαν αλλά που συνέβαλαν στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής και του τόπου, ανασταίνονται. Ξαναζούν, χάρη στην επίμονη και επίπονη έρευνα της συγγραφέως, η οποία καταφέρνει να δώσει ζωή στο παρελθόν και τους μικρούς καθημερινούς ήρωές του. Κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, χαράζει στο νου του τις αλλοτινές, απαραίτητες όμως για την καθημερινότητα, δραστηριότητες. Δηλαδή, με άλλα λόγια, χαρίζει αθανασία στους χτεσινούς μεροκαματιάρηδες, στους αιώνιους αφανείς ήρωες. Ταυτόχρονα, άθελα ή ηθελημένα, πετυχαίνει να ποτίσει την ψυχή μας με μια απροσδιόριστη μελαγχολική, κάπως, νοσταλγία για τα χρόνια που πέρασαν ανεπιστρεπτί. Και κατορθώνει να μας κάνει να νιώθουμε, έστω και εκ των υστέρων, μια απέραντη ευγνωμοσύνη για τούτους τους εξαιρετικούς ανθρώπους. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο που πρέπει να όλοι να διαβάσουμε.

* Η Οινούσα (ή Αιγνούσα) είναι το μεγαλύτερο και το μοναδικό νησί που κατοικείται από τα νησάκια του συμπλέγματος των Οινουσσών. Το όνομα Οινούσσες το οφείλει στο εξαιρετικό κρασί που έφτιαχναν και εμπορεύονταν κάποτε οι κάτοικοί της, ενώ το όνομα Αιγνούσα το οφείλει στις κατσίκες (αίγες) που έβοσκαν τη γη της.

Μικρές σελίδες

Τα χρόνια περνούν και όσο περνούν τόσο πιο δύσκολα γίνονται. Το ίδιο και οι προτιμήσεις μας. Μετά από τόσα αναγνωστικά «χιλιόμετρα» που έχουμε διανύσει νιώθουμε την ανάγκη να επιστρέψουμε στους γνώριμους λογοτεχνικούς δρόμους που δεν παλιώνουν ποτέ και που, κάθε φορά που αποτολμούμε αυτήν την υπέροχη περιπλάνηση, διαπιστώνουμε ότι την προηγούμενη φορά κάτι μας είχε διαφύγει. Κάτι πολύ σημαντικό. Με αγκαλιά τα διηγήματα του Αλέξανδρου Πούσκιν, που έχουν κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος», πέρασα ευχάριστα και ξεπέρασα τις δυσκολίες αυτού του καλοκαιριού. Tου μεγάλου Ρώσου ποιητή, που ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα, όσο ζούσε και δημιουργούσε, από την τρομερή λογοκρισία που είχε επιβάλλει ο τσάρος Αλέξανδρος ο Α', μετά γεγονότα του Δεκέμβρη που τον είχαν τρομοκρατήσει. Μάλιστα αποφάσισε ο ίδιος προσωπικά να ανακρίνει τον Πούσκιν, τον οποίον ήθελε αρχικά να τον εξορίσει σε μοναστήρι, αλλά η δημοτικότητα του ποιητή τον ανάγκασε να μαλακώσει την τιμωρία. Ο Πούσκιν πέρασε στην αθανασία ενώ τον τσάρο μόνον οι ιστορικοί τον θυμούνται, αναγκαστικά, όταν ασχολούνται με εκείνη την εποχή. Οσο για τον αστυνομικό διευθυντή που αποφάσιζε για την τύχη των αριστουργημάτων του ποιητή, με αυτόν κανείς δεν ασχολείται, ούτε το όνομά του δε θυμάται. Είναι ο άνθρωπος που δεν υπήρξε ποτέ. Αν και.. Αν και, αλίμονο, υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί «ειδικοί» που «αστυνομεύουν» τη λογοτεχνία και την ποίηση.

Στα λίγα του διηγήματα, που πραγματικά είναι δείγματα απαράμιλλης αφηγηματικής τέχνης, ο Πούσκιν είναι δωρικός, ακριβής και απέριττος. Ωριμος και παρατηρητικός και με αυτά περνά από το ρομαντισμό στο ρεαλισμό, θέτοντας τις βάσεις της νεότερης ρώσικης λογοτεχνίας. Να τα ξαναδιαβάσετε κι εσείς και θα με θυμηθείτε.

Εν συντομία

Τα τελευταία χρόνια έτυχε να βρεθώ στη Σκιάθο, τέτοια περίπου εποχή. Φέτος δεν μπόρεσα να πάω, αν και θα το ήθελα πολύ. Βρήκα όμως έναν άλλο τρόπο για να παρηγορηθώ και να βρεθώ στο όμορφο αυτό νησί, ξαναδιάβασα τη «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Το κορυφαίο έργο, όχι μονάχα του μεγάλου Ελληνα συγγραφέα, αλλά και όλης της νεοελληνικής πεζογραφίας, γράφτηκε το 1903. Χωρίς τη «Φόνισσα» η ελληνική πεζογραφία θα ήταν διαφορετική, φτωχότερη. Τι είναι εκείνο που οδηγεί την Φραγκογιαννού να πνίξει με τα χέρια της δυο κοριτσάκια, το ένα εκ των οποίων είναι η ίδια της η εγγονή; Γιατί φτάνει στην ακραία, στη φρικτή αυτή πράξη; Γιατί διαπράττει αυτά τα ανατριχιαστικά εγκλήματα; Διότι θέλει να λυτρώσει τα παιδιά και τους γονείς τους από τα βάσανα και από τον πόνο. Σκοτώνει για να σώσει, σκοτώνει για λόγους φιλοσοφικούς και ας μην είναι διανοούμενη, ούτε καν μορφωμένη, όπως είναι ο Ρασκόλινκοφ του Ντοστογιέφκσι... Η γερόντισσα Χαδούλα δεν αφαιρεί την τρυφερή ζωή των παιδιών πάνω σε μια στιγμή τρέλας ή παραφοράς. Το έγκλημά της είναι πράξη ανιδιοτελής και απόλυτη. Μα τι λογής άνθρωπος είναι τούτη η γυναίκα; Δεν είναι ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη από τις άλλες γυναίκες του περίγυρού της, είναι μια απλή, καθημερινή γυναίκα που ψήλωσε ο νους της και θεωρεί ότι τα εγκλήματά της έχουν θεϊκή έγκριση. Και ποιο θα είναι το τέλος της και η τιμωρία της όταν θα αποκαλυφθεί; Η γερόντισσα πηγαίνει στον παπα - Ακάκιο για να εξομολογηθεί. Μα σαν φτάσει δέκα βήματα μακριά από την εκκλησία και πριν προλάβουν τα όργανα της Τάξης να τη συλλάβουν θα παρασυρθεί από την πλημμύρα και θα πνιγεί. Θα πληρώσει. Πνιγμό έδωσε, πνιγμό θα λάβει... Εχω την εντύπωση, ή μάλλον είμαι σίγουρη, πως όλοι μας πρέπει να ξαναδιαβάσουμε τη «Φόνισσα». Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΕΣΤΙΑ με τον εξαιρετικό πρόλογο του Σταύρου Ζουμπουλάκη.

Καθ' οδόν: Στην Μπριζ

Αποψη της πανέμορφης πόλης
Αποψη της πανέμορφης πόλης
Στην πρωτεύουσα της επαρχίας της Δυτικής Φλάνδρας, στην πανέμορφη Μπριζ - στα φλαμανδικά σημαίνει γέφυρα - «Brygge» - βρέθηκε το καλοκαίρι που μας πέρασε ο Βασίλης Λιόγκαρης.

Για τούτη τη μικρή, αλλά τόσο κομψή, πόλη, που αναφέρεται για πρώτη φορά τον 7ο αιώνα, ενώ τον 10ο αιώνα είχε ήδη αναπτυχθεί σε μεσαιωνική πόλη, θα μιλήσουμε σήμερα.

Χάρη στην εξαιρετική γεωγραφική της θέση - είναι διασταύρωση των σημαντικών οδών - έγινε ένα από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά κέντρα βιοτεχνικής παραγωγής υφαντού στην αρχή και διεθνούς εμπορίου στη συνέχεια. Αποφασιστικό ρόλο έπαιξε η Μπριζ κατά τη διάρκεια της σκληρής αναμέτρησης που έγινε στη Μεσαιωνική Φλάνδρα, μεταξύ των συντεχνιών και των ευγενών. Μια σκληρή και παρατεταμένη αναμέτρηση που υπήρξε συνεχώς αμφίρροπη, οι συντεχνίες είχαν επικρατήσει το 1302 για να νικηθούν το 1328, έκανε την Μπριζ να πέσει σε παρακμή και να χάσει την πολιτική σημασία της. Ομως, η ιδιάζουσα αρχιτεκτονική της όψη, που είναι τεχνητά διατηρημένη με τα παλιά κτίρια γοτθικού ρυθμού, τις ωραίες εκκλησίες με τα εκπληκτικά κωδωνοστάσια και με τις τοξωτές γέφυρες κινεί το ενδιαφέρον του ταξιδιώτη και, απ' ό,τι φαίνεται, τον παρακινεί να την επισκεφθεί και δεύτερη φορά. Μα, ας αφήσουμε τη φλυαρία και ας ακούσουμε τις εντυπώσεις του Βασίλη Λιόγκαρη:

Η υπόσχεση

Ο δρόμος που μας οδηγεί στην Μπριζ
Ο δρόμος που μας οδηγεί στην Μπριζ
«Πριν μερικά χρόνια είχα επισκεφθεί για πρώτη φορά την Μπριζ συντροφιά με την εικαστικό Εύα Μελά - με προτροπή και επιμονή της - και την ηθοποιό Κάτια Τσαλίνοβα κι έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Μου φάνηκε, και ήταν, μια πανέμορφη, αυθεντικά μεσαιωνική και καλοσυντηρημένη πόλη. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως με την πρώτη ευκαιρία θα ξαναπήγαινα. Τα κατάφερα φέτος κι έμεινα μαγεμένος.

Η Μπριζ είναι περίπου 80 χιλ. δυτικά των Βρυξελλών και δεν ξεπερνά τις εκατό χιλιάδες κατοίκους.

Το ψιλόβροχο, καλοκαιρινό μα διαπεραστικό, δε μ' εμπόδισε να κάνω τη βόλτα μου, έστω κι αν η ομπρέλα μού έκοβε τον ορίζοντα και με εκνεύριζε.

Είναι μια φανταστική πόλη και δεν ξέρει κανείς ή δεν προλαβαίνει τι να πρωτοδεί, τι να επισκεφθεί και τι να πρωτοθαυμάσει. Η μαγεία της αναδεικνύεται σε όλο της το μεγαλείο μέσα από την κουλτούρα, την παράδοση και την ιστορία της.

Προσπαθώ να πατώ με σταθερότητα στα γλιστερά καλντερίμια που σημαδεύουν ολόκληρη την πόλη. Περιπλανιέμαι στους στενούς πεντακάθαρους δρόμους, κάτω από τα λουλουδιασμένα κομψότατα μπαλκονάκια των καλοδιατηρημένων μικρόσπιτων. Χάνομαι στα πάμπολλα κανάλια, τα γουστόζικα μαγαζάκια, τα γραφικά φολκλορικά καφενεία. Ρεμβάζω στις κουκλίστικες πλατείες, το σημαιοστολισμένο φανταχτερό ροκοκό δημαρχείο και τα πολλά ένα γύρω αγάλματα. Καμαρώνω τις στολισμένες άμαξες με τα καλοθρεμμένα ουγγαρέζικα άλογά τους, που κάνουν το γύρο της πόλης.

Η παρέα επιμένει πως αξίζει τον κόπο να κάνουμε κι εμείς το γύρο της πόλης, αλλά στα κανάλια μέσα από το βαπορέτο. Ελα όμως που βρέχει, το βαπορέτο είναι ξέσκεπο και ο κίνδυνος να γίνουμε μούσκεμα μεγάλος.

Οπλιστήκαμε με τις ομπρέλες, ό,τι αδιάβροχο είχαμε και αποφασίσαμε το ταξίδι. Στην κυριολεξία γίναμε μούσκεμα, από τις ομπρέλες που στάζανε από παντού και τ' αντιθέτως ερχόμενα βαπορέτα, που μας πιτσιλούσαν αλλά το χαρήκαμε με την καρδιά μας!

Νοσοκομείο του 13ου αιώνα
Νοσοκομείο του 13ου αιώνα
Ολη η πόλη διακλαδίζεται από κανάλια κι αυτά σε φέρνουν μέχρι το πιο μακρινό σημείο της.

Ιστορία και πολιτισμός αιώνων. Τα πιο πολλά χτίσματα είναι παμπάλαια, αλλά καλά διατηρημένα και προσεγμένα, ώστε να μην ξεφεύγουν από το ρυθμό της αρχιτεκτονικής και της παράδοσης.

Στενά ή φαρδύτερα κανάλια και μικρά δαντελωτά σοκάκια με λουλουδιασμένα παρτέρια που συνδέονται μεταξύ τους με πανέμορφα και ιδιαίτερα φροντισμένα γιοφύρια.

Είναι μια ευχή και μια ευτυχία να μπορέσει κανείς στη ζωή του ν' αφιερώσει ένα πρωινό, να κάνει τον περίπατό του και να περιπλανηθεί σ' αυτήν τη μαγευτική μεσαιωνική πολιτεία που οι Βέλγοι (και κυρίως οι Φλαμανδοί, γιατί σ' αυτούς ανήκει) διατηρούν με τόσο ζήλο, καμάρι και περηφάνια.

Αξίζει τον κόπο».


Η αγορά της
Η αγορά της


Νυχτερινή άποψη της Μπριζ
Νυχτερινή άποψη της Μπριζ


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ