Κυριακή 21 Νοέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Εν συντομία
Πιλάφι με άσπρη σάλτσα αυγολέμονο

Τέσσερα φλιτζάνια του τσαγιού ρύζι και εννιά φλιτζάνια του τσαγιού ζωμό κρέατος.

Για τη σάλτσα: Ενα φλιτζάνι γάλα, τέσσερις κουταλιές βούτυρο, τέσσερις κουταλιές κοφτές αλεύρι, μια κουταλιά γεμάτη βούτυρο φρέσκο, ένα φλιτζάνι κεφαλοτύρι τριμμένο και ένα χυμό του λεμονιού.

Βάζουμε το χυμό να πάρει βράση, πλένουμε το ρύζι και το ρίχνουμε στο ζωμό, ανακατεύοντάς το στην αρχή με το πιρούνι. Το σκεπάζουμε και το αφήνουμε να βράσει τόσο ώστε να γίνει σπειρωτό. Σε μια άλλη κατσαρόλα βάζουμε το βούτυρο να λιώσει και ρίχνουμε το αλεύρι λίγο λίγο και το ανακατεύουμε έτσι ώστε να διαλυθεί καλά. Προσθέτουμε ένα φλιτζάνι του τσαγιού από το ζωμό (να είναι καυτός) και ανακατεύουμε συνεχώς μέχρι να γίνει σαν αραιή κρέμα. Τότε το κατεβάζουμε από τη φωτιά, χτυπάμε τους κρόκους και προσθέτουμε σταδιακά το λεμόνι και ρίχνουμε λίγο λίγο από το μείγμα στη σάλτσα. Το βάζουμε σε σιγανή φωτιά μέχρι να δέσει και μετά το κατεβάζουμε. Θα προσθέσουμε φρέσκο βούτυρο και το μισό τυρί. Θα φορμάρουμε το πιλάφι και όταν το βάλουμε στην πιατέλα θα το περιλούσουμε με τη σάλτσα και θα το πασπαλίσουμε με το υπόλοιπο τυρί.

Καθ' οδόν: στο Σαν Μαρίνο
Η λιλιπούτεια πολιτεία

Στην Ιταλία πήγα πολλές φορές. Μα στο Σαν Μαρίνο ανέβηκα πρώτη φορά. Κι όταν λέω ανέβηκα, το εννοώ. Γιατί το Σαν Μαρίνο βρίσκεται στημένο στην κορφή του ξερόλοφου Τιτάνα, σε ύψος 675 μ. περίπου.

Η λιλιπούτεια πολιτεία του Σαν Μαρίνο δεν έχει βέβαια μήτε μεγαλόπρεπα παλάτια, μήτε αρχοντικά και αξιόλογα ιστορικά μνημεία. Το μόνο σημαντικό που έχει να επιδείξει στον επισκέπτη είναι η μεγάλη του ηλικία, η μικροσκοπικότητά του και η γραφικότητά του. Καθώς αναφέρει η παράδοση ο τόπος πρωτοκατοικήθηκε από ένα Δαλματό φυγάδα, που τον λέγανε Μαρίνο γύρω στον τρίτο αιώνα, δηλαδή την περίοδο που είχε προχωρήσει η αποσύνθεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Κι από τότε ταμπουρωμένο μέσα στα πέτρινα τείχη του ζούσε απομονωμένο για πολλούς αιώνες και χαιρόταν την ησυχία του, τη γαλήνη του και κανείς δεν το πρόσεχε.

Σήμερα, το μικρό τούτο κρατίδιο είναι απλωμένο σε μια έκταση 61 τετρ. χιλ. και τρέφει πάνω - κάτω 22.000 ψυχές.

Το Σαν Μαρίνο, κατά περίεργο τρόπο, από την αρχή κιόλας της ίδρυσής του διακυβερνήθηκε δημοκρατικά. Κι ίσαμε σήμερα τη δημοκρατία κράτησε για πολίτευμά του. Αξίζει να σημειώσουμε, πως τα πρώτα χρόνια το μικρό αυτό κρατίδιο το διοικούσε μια συνέλευση, «η ARENGO» που την αποτελούσαν οι αρχηγοί των οικογενειών. Αργότερα, στα 1253 έφτιαξε κι ένα Σύνταγμα με δημοκρατικές αρχές. Καθώς μας πληροφόρησαν, το Σαν Μαρίνο σε όλο το μακρόχρονο βίο του έμεινε δημοκρατικό, λεύτερο κι ανεξάρτητο. Ποτέ κανένας δεν ορέχτηκε να το κατακτήσει. Ακόμα ως το Μουσολίνι, την εποχή της φασιστικής δικτατορίας δε σκέφτηκε να το υποτάξει. Αυτά είναι τα παράξενα και πονηρά της ιστορίας.

Το Σαν Μαρίνο, κουρνιασμένο σε τούτη την «αϊτοφωλιά», θες γιατί ήταν απόμερο, θες γιατί ήταν μια σπιθαμή γης, θες γιατί δεν είχε να προσφέρει τίποτα, δεν προκαλούσε κι οι διάφοροι στρατηλάτες που τύγχανε να φτάσουν δω πάνω του ρίχνανε μια ματιά συμπάθειας και το προσπερνούσαν, αφήνοντάς το να ζει ήσυχο μέσα στη μικρότητά του.


Κάποτε, όταν πέρασε από τούτο το «οχυρωμένο» κρατίδιο ο Μέγας Ναπολέοντας τόσο πολύ το «συμπόνεσε» που του πρόσφερε κανόνια και στρατιώτες για να επεκταθεί. Οι κυβερνήτες όμως του Σαν Μαρίνο αρνήθηκαν την προσφορά του αυτοκράτορα. Ο τόπος που κατοικούσαν τους έφτανε αρκεί να είχαν την ησυχία τους και την ανεξαρτησία τους. Στις μέρες μας, ύστερα από το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, για να σιγουρέψουν αυτή την ανεξαρτησία, που τόσους αιώνες διατηρήσανε, δέχτηκαν να υπογράψουν μια συνθήκη στα 1953. Και για να κρατήσουν τη δημοκρατική φυσιογνωμία στο πολίτευμά τους εκλέγουν κάθε πέντε χρόνια ένα Συμβούλιο - το Consilio Grande e Generale - με εξήντα μέλη, που ασκεί τη Διοίκηση. Το συμβούλιο αυτό ορίζει και τους διοικητικούς αρχηγούς (Capitani Reggenti) για τα εννέα «κάστρα» με θητεία έξι μηνών. Πάντως, οι κάτοικοι του Σαν Μαρίνο είναι Ιταλοί, αφού μιλάνε ιταλικά και το νόμισμά τους ήταν η ιταλική λιρέτα. Μα για να δείξουν πως είναι αυτόνομο κι ανεξάρτητο κράτος έχουν δικιά τους σημαία - μπλε και άσπρη - με το έμβλημα της δημοκρατίας κολλημένο στο κέντρο.

Τούτο, λοιπόν, το μικρό κρατίδιο - μπηγμένο στα σωθικά της Ιταλίας - ήρθαμε να δούμε και να το γνωρίσουμε.

Το πούλμαν που μας μετέφερε, γλιστρούσε ανάμεσα σε καταπράσινα περιβόλια και αμπέλια και το μάτι δε χόρταινε την ομορφιά του ιταλικού τοπίου, ίσαμε που φτάσαμε στα ριζά του λόφου που στην κορυφή του βρισκόταν το Σαν Μαρίνο. Οταν, κάποια στιγμή, το πούλμαν έφτασε στην κεντρική πλατεία της πολιτείας, με τις οδηγίες της όμορφης αστυνομικίνας με τα μακριά μαλλιά, το μίνι, και τα μεγάλα σκουλαρίκια, ο οδηγός το παρκάρισε ανάμεσα σ' ένα πλήθος τουριστικά αυτοκίνητα. Η ομάδα μας δίχως καθυστέρηση ξεχύθηκε στα μικρομάγαζα και τα εστιατόρια.


Η ξενάγηση άρχισε ύστερα από δυο ώρες, χρόνος που θεωρήθηκε αρκετός για να αδειάσουν οι γυναίκες μας τα μαγαζιά και να γευτούμε τα σπαγγέτι, τα λουκάνικα, τα «τοπικά γλυκά» και το μοσχάτο ντόπιο κρασί. Η ξεναγός μπροστά κι εμείς σαν «πρόβατα» ξοπίσω της ανηφορίζουμε για την παλιά ιστορική πόλη που ήταν κλεισμένη στο κάστρο. Σιγοπερπατώντας, φτάσαμε κάποια στιγμή μπροστά στο Διοικητήριο (Παλάτσο πούμπλικος). Ενας φρουρός, με τη χαρακτηριστική στολή του στεκόταν μπροστά στην είσοδο και δύο άλλοι γυρόφερναν.

Σαν ξεμπερδέψαμε με το Διοικητήριο, πήγαμε στο χώρο του «Μπελβεντέρε» για να απολαύσουμε τη θέα. Στο πλάτωμα του Μπελβεντέρε ήταν στημένος ο ανδριάντας του Bartolomio Borchesi στα δεξιά και στα αριστερά ο σταθμός του Φενικιλέρ. Στη συνέχεια, επισκεφθήκαμε το σπίτι του Γαριβάλντι, που έμενε όταν ήρθε εδώ να κρυφτεί κυνηγημένος από τους Αυστριακούς, τον καιρό που αγωνιζόταν για την απελευθέρωση της Ιταλίας. Ανάμεσα στα άλλα αξιοθέατα που επισκεφθήκαμε ήταν το μικρό φρούριο Ρόκο, τη Μητρόπολη, την πινακοθήκη, και την εκκλησία του Σαν Φραντζέσκο. Αποσταμένος κάπως γυρόφερνα τη ματιά μου, πίνοντας έναν καφέ, και χαιρόμουνα το γραφικό τοπίο, το τόσο ειδυλλιακό και γιομάτο ρομαντισμό και σκεφτόμουν γιατί οι κάτοικοι του Σαν Μαρίνο προτίμησαν να θρονιάσουν εδώ τον «κερδώο Ερμή» κι όχι την πανέμορφη θεά Αφροδίτη, με τους μικρούς φτερωτούς έρωτες. Αραγε, δε θα ήταν προτιμότερο τούτη η πολιτεία να προσφερόταν στα νιόπαντρα ζευγάρια να περνάνε το μήνα του μέλιτος και στα ερωτευμένα να χαίρονται την αγάπη τους! Πραγματικά, το Σαν Μαρίνο, το μαγευτικό τούτο κρατίδιο θα μπορούσε να ήταν ένα «Κάπρι» με χίλια δύο αισθητικά ενδιαφέροντα και ποιητικές συγκινήσεις.

Με τούτα τα λογιάσματα έφυγα από το Σαν Μαρίνο και την ελπίδα πως κάποια μέρα οι κάτοικοί του θα του δώσουν τη φυσιογνωμία που του ταιριάζει.






Σταύρος ΚΑΛΦΙΩΤΗΣ

Η ιστορία μιας γαρδένιας

Ποτέ στη ζωή μου δεν κατόρθωσα να διατηρήσω πάνω από ένα χρόνο μια γαρδένια. Πανέμορφο, ευαίσθητο μα αλλοπρόσαλλο φυτό είναι. Πότε ανθούσε και πότε μου λιποθυμούσε. Κάποτε πέθαινε στα αλήθεια, είναι αλήθεια. Στο τέλος κουράστηκα και οργίστηκα. Ορκίστηκα να μην ασχοληθώ στο μέλλον ποτέ πια με αυτήν την ιδιότροπη καλλονή. Ποτέ μη λες ποτέ. Πριν από τρία χρόνια μια πολλά υποσχόμενη γαρδένια εγκαταστάθηκε στο μπαλκόνι μου. Δώρο ήταν. Την κοίταξα με θαυμασμό αλλά και με περίλυπο ύφος. Το πολύ - πολύ, σκέφτηκα, να αντέξει μερικούς μήνες και έπειτα φτου και από την αρχή. Ομως, να που περνούσαν οι μήνες, έκλεισε χρόνος και κείνη συνεχώς ομόρφαινε. Ενα πρωί είδα ένα κινούμενο σύννεφο γύρω της. Εσκυψα πάνω της και τι να δω. Στρατιές από έντομα τής έτρωγαν το όμορφο κορμάκι της. Αμέσως προμηθεύτηκα το κατάλληλο σπρέι και τη ράντισα αλλά ήταν πια αργά. Τότε, πάνω στην απελπισία μου, πραγματικά δεν ξέρω πώς μου ήρθε, χωρίς να συμβουλευτώ κανέναν, την κλάδεψα εντελώς. Σύρριζα. Και, φυσικά, την ξέγραψα... Μετά από δυο βδομάδες έπεσε εκείνος ο φοβερός χιονιάς που ρήμαξε τους ανθεκτικούς φίκους, τους ιβίσκους και την έρημη τη μπουκαμβίλια, και που κλόνισε την υγεία της πιστής πικροδάφνης μου. Ελιωσαν τα χιόνια και κάθε φορά που με κρύα καρδιά έβγαινα στο μπαλκόνι για να ποτίσω έριχνα και λίγο νερό στη γλάστρα όπου κάποτε κατοικούσε η γαρδένια μου. Ετσι από καθήκον. Κατά τον Απρίλη κάτι κινήθηκε, κάτι πρασίνισε, κάτι άστραψε και εκεί μέσα. Μέσα σε λίγες βδομάδες είδα τη γαρδένια να γίνεται πληθωρική. Στιλπνή και μυροβόλα. Ολο το καλοκαίρι άνθιζε. Με ζάλιζε με το άρωμά της. Με το απάνθρωπο κλάδεμα που της είχα κάνει την είχα ρίξει σε χειμερία νάρκη και τη γλίτωσα από τον πάγο. Τώρα είναι πανέμορφη μα σκέφτομαι πώς αν χαλάσει πολύ ο καιρός θα ξανακάνω το ίδιο.

Μόνο που τώρα, χωρίς τα έντομα να την απειλούν και έτσι που έχει μεγαλώσει θα μου είναι πολύ πιο δύσκολο αν όχι αδύνατον να την κλαδέψω.

Μικρές σελίδες

Οχι πως σταματάνε ποτέ, αλλά να τώρα γίνονται όλο και πιο συχνές. Η μια με την άλλη έρχονται. Οι γιορτές. Σήμερα φερ ειπείν είναι τα Εισόδια της Θεοτόκου. Γιορτάζουν οι Μαρίες, οι Μάριοι, και (οι, αι) Παναγιώτες. Ομως όχι όλοι, οι μισοί, διότι οι άλλοι πέρασαν μέσα στον καύσωνα της Ολυμπιάδας. Ευτυχώς. Την Πέμπτη που μας έρχεται, στις 25 Νοέμβρη, είναι της Αγίας Αικατερίνης, την Παρασκευή του Αγίου Στυλιανού και πάει λέγοντας... Λέγοντας πάει, αλλά με τα δώρα τι γίνεται; Ακόμη δεν έχουμε συνέλθει από του Αγίου Δημητρίου και ο Δεκέμβρης - άλλος πάλι κι αυτός, κάθε μέρα και μια ονομαστή γιορτή - θέλει μια βδομάδα για να εμφανιστεί. Το δώρο που πρόκειται να λάβουμε έχει εξανεμιστεί ...νοερά. Ομως, για να μην ξεχάσουμε κανέναν ας καθίσουμε κάτω και με ένα μολύβι και χαρτί μπροστά στο ανοιχτό ημερολόγιο να σημειώσουμε τις ...κρίσιμες μέρες, τις μέρες που θα απαιτήσουν χρόνο για ένα τηλεφώνημα και χρήμα για ένα δώρο. Κατά τη γνώμη μου, το καλύτερο δώρο είναι πάντα ένα βιβλίο. Είναι το μόνο που, τελικά μένει, που προσφέρει, που ανοίγει ορίζοντες, που ταξιδεύει, ψυχαγωγεί, μαθαίνει. Ευτυχώς, υπάρχουν βιβλία για όλα τα γούστα και για όλες τις ηλικίες. Μα υπάρχουν και άτλαντες. Μην τους ξεχνάμε τους άτλαντες και προπάντων μην τους υποτιμάμε. Εκανα δώρο στον εαυτό μου δυο διαφορετικούς άτλαντες και κάθε βράδυ τους κοιτάζω μαγεμένη. Τριγυρίζω συνεχώς και πετάγομαι από τη Νότιο Αμερική στην Ωκεανία! Ελάτε μαζί μου. Θέλετε;



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ