Η πολυβραβευμένη συγγραφέας, με απίστευτο κέφι και με πραγματική "θεία" έμπνευση, πότε ανεβάζει τον αναγνώστη στην κορυφή του Ολύμπου, πότε τον κατεβάζει στα Τάρταρα, πότε τον στέλνει στον πόλεμο και πότε τον αφήνει να ερωτεύεται θεϊκά, δηλαδή ανθρώπινα. Κάποτε οι Θεοί συναντήθηκαν με τους ανθρώπους. Γίνανε, μάλιστα, ομοτράπεζοι και ομόκλινοι. Ομως, αυτή η συναναστροφή είχε ένα όριο, οι θνητοί δεν έπρεπε να το ξεπεράσουν, γιατί κάθε υπέρβασή του ήταν «ύβρις» και η τιμωρία ερχόταν πάντα σε χρόνο απροσδιόριστο. Η μυθολογική, αλλά και η ποιητική αλήθεια το βεβαιώνουν. Τα πρόσωπα σ' αυτά τα μυθολογικά αφηγήματα είναι προϊόντα έμπνευσης και τύχης. H έμπνευση έφερε μόνο τα μυθολογικά ζευγάρια: Θησεύς και Αριάδνη, Πλούτων και Περσεφόνη. Για τα άλλα ονόματα που αναφέρονται, τα έβγαλε η τύχη από τις ακροστιχίδες. Από τις σελίδες αυτού του συναρπαστικού βιβλίου, όπου δε συναντιούνται μόνον οι Θεοί με τους ανθρώπους, αλλά η μυθολογία με την εξαιρετική λογοτεχνία, περνούν οι εξής μορφές: Αριάδνη, Ρέα, Ινώ, Αταλάντη, Δανάη, Νιόβη, Ηώς, Θησέας, Ηρακλής. Σαρπηδών, Ενδυμίων, Υλας, Σαλμονεύς. Περσεφόνη, Εκάτη, Ρόδος, Σεμέλη, Ελένη, Φιλομήλα, Ομφάλη, Νυξ, Ησιόνη, Πλούνων, Λυκάων, Ορφεύς, Υάκινθος, Τεύκρος, Ωρίων, Νηρεύς.
Μα ευτυχώς τούτη τη φορά, εντελώς ξαφνικά και ανεξήγητα, φανταστήκαμε ότι βρεθήκαμε σε έναν τόπο ονειρεμένο. Σε μια πόλη γνωστή και άγνωστη ταυτόχρονα, στη Βιέννη. Στη Βιέννη της μουσικής παράδοσης, όπου οι «θείες νότες του Μότσαρτ, των Γιόχαν και Ρίχαρντ Στράους έχουν λιπάνει το χώμα και έχουν φιλτράρει τον αέρα της. Στη Βιέννη της μπαρόκ αρχιτεκτονικής ανάμεικτης με κτίρια της περίφημης Αρτ Νουβό. Στη Βιέννη, που ποτέ δε συμπάθησε ο Φρόιντ και που τόσο μίσησε η θλιμμένη Σίσι. Σ' αυτή τη Βιέννη, που τα καφενεία αποτελούν παράδοση ή μάλλον τρόπο ζωής για τους Βιεννέζους, εκεί θα βρεθούμε. Στη Βιέννη του γαλάζιου Δούναβη, που μονάχα γαλάζιος δεν είναι, θα περάσουμε μερικές στιγμές. Στη Βιέννη του «Τρίτου ανθρώπου» του Γκράχαμ Γκριν, του μυθιστορήματος που μας είχε ενθουσιάσει και ήταν από τις λίγες φορές που η κινηματογραφική του μεταφορά δε μας είχε απογοητεύσει. Αντιθέτως, η φιγούρα του Ορσον Γουέλς δεσπόζει ακόμη στη μνήμη μας. Στη Βιέννη! Θα φύγουμε από το σπίτι μας και ξαφνικά άκοπα και ανέξοδα θα ανακαλέσουμε όλες τις εικόνες που έχει καταγράψει ο νους μας είτε από διηγήσεις είτε από ταινίες. Προς το παρόν ας αρκεστούμε σε μια σοκολάτα βιενουά, δηλαδή σοκολάτα κακάο, με σαντιγί και ας πούμε «εις υγείαν»! Μετά, βλέποντας και κάνοντας... Στη Βιέννη, στη Βιέννη, στη Βιέννη επαναλαμβάνουμε, έτσι ακριβώς όπως οι «Τρεις αδελφές» του Τσέχοφ αναφωνούν στο τέλος του έργου: «Στη Μόσχα, Στη Μόσχα, στη Μόσχα».
Εκλογές έρχονται και πρέπει να έχουμε το μυαλό μας στη θέση του. Καθαρή Δευτέρα ξημερώνει και θα αναζητήσουμε την ηρεμία. Τη γαλήνη και την περίσκεψη. Ο καθαρός αέρας και το περπάτημα θα μας βοηθήσουν να σκεφτούμε πιο σοβαρά. Οποιος το πράσινο αγαπά πετάγεται μέχρι την Καισαριανή ή το πολύ πολύ μέχρι την Πάρνηθα. Γιατί το πράσινο ανήκει στα δάση, όσα απόμειναν δηλαδή. Οι άλλοι, εκείνοι που αγαπούν το γαλάζιο, θα κατέβουν στον Πειραιά ή στη Ραφήνα και σε μια ώρα και κάτι θα βρεθούν στην Αίγινα ή στην Ανδρο. Το γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας ανήκει σε όλους μας. Ετσι, θα περάσουμε μερικές ώρες σε ένα από τα δυο κοντινά νησιά και το ίδιο βράδυ ή και την επομένη θα επιστρέψουμε στις εστίες μας. Ετοιμοι για την εκλογική μάχη, ξεκούραστοι και αποφασιστικοί.
Μιάμιση ώρα περίπου χρειάζεται ένας άνθρωπος εντελώς αγύμναστος, μιάμιση ώρα και πολλή επιμονή για να διασχίσει το βουνό. Να φτάσει στην άκρη και να σταθεί λαχανιασμένος στο φυσικό καταπράσινο μπαλκόνι. Να απολαύσει τη θέα, να αφήσει το βλέμμα του ν' αγκαλιάσει το Φαληρικό Δέλτα και το λιμάνι του Πειραιά. Μιάμιση ώρα να πάει και άλλη τόση να γυρίσει θα χρειαστεί στην αρχή. Επειτα, μοιραία θα καταλήξει κάτω, στις ψαροταβέρνες της γραφικής κεντρικής πλατείας της Καισαριανής. Κι αν είναι τυχερός και βρει τραπέζι μπορεί να απολαύσει ψαρόσουπα, καραβιδόψυχα, καλαμαράκια, σαλάτες και όλα τα ...νηστίσιμα. Και χαλβά... που προσφέρει πάντα το κατάστημα. Ομως, πριν φτάσουμε εκεί, και εάν έχουμε ακόμη αντοχή, μετά την κοπιαστική διαδρομή, αξίζει τον κόπο να επισκεφτούμε τη Μονή της Καισαριανής, που ιδρύθηκε κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο. Το καθολικό του συγκροτήματος που σώζεται οικοδομήθηκε στα τέλη του 11ου αιώνα. Το εσωτερικό του κοσμείται με τοιχογραφίες που χρονολογούνται πριν από το 1700. Το κεραμοσκεπές παρεκκλήσι στα βόρεια του ναού, ο νάρθηκας και το κωδωνοστάσιο αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες. Αξίζει να το δείτε, όχι μία μόνον αλλά πολλές φορές. Και, ακόμη, καλό θα είναι να βάλετε στόχο να επισκέπτεστε την Καισαριανή όσο πιο συχνά μπορείτε. Και να μου το θυμηθείτε πως κάθε φορά θα είστε πιο γρήγοροι, πιο ξεκούραστοι και πως το χρονικό διάστημα που θα χρειάζεστε, για να διασχίζετε το βουνό όλο και πιο σύντομο θα γίνεται. Και εάν συνεχίσετε την προσπάθεια για δύο - τρεις μήνες θα έχετε γίνει τόσο καλοί στο βάδισμα, θα έχετε τόσο πολύ ασκηθεί που σε μισή ωρίτσα θα φτάνετε άνετα στην άκρη. Περίπατος θα σας φαίνεται.
Για να μην κάνουμε δυσάρεστες σκέψεις θα επιστρέψουμε στην πλατεία, θα πιούμε τον καφέ μας και θα πάρουμε σβάρνα τα μουσεία, αρχίζοντας από το αρχαιολογικό και καταλήγοντας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Εκεί, στα σκαλοπάτια του Μουσείου θα σταθούμε και θα κοιτάξουμε μαγεμένοι από ψηλά την υπέροχη θάλασσα. Με σπάνιο σμαράγδι πάντα μοιάζει. Αψεγάδιαστη είναι. Ο ήλιος νύσταξε και πάει να βασιλέψει. Πάμε και εμείς πίσω. Αργία ήταν, αργία...«Καθαρή Δευτέρα» και ευτυχώς ...καθαρή τη βγάλαμε μέχρι στιγμής. Αντε και του χρόνου.