Κυριακή 28 Μάρτη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Γλυκές στιγμές

Υπάρχουν στιγμές, που ο οργανισμός μας έχει ανάγκη από ζάχαρη. Υπάρχουν στιγμές, που αποφασίζουμε να ετοιμάσουμε ένα γλυκό μόνοι μας, αλλά κάπου το θεωρούμε λίγο μπελαλίδικο. Γλυκές στιγμές θα ζήσουμε απόψε το βράδυ, όταν θα ανοίξουμε το ψυγείο και θα γευτούμε τους ...καρπούς των κόπων μας... Σε ένα μπολ, θα βάλουμε εκατό γραμμάρια γιαούρτι, εκατό γραμμάρια σαντιγί, σαράντα γραμμάρια μαύρη ζάχαρη, σαράντα γραμμάρια μπανάνες κομμένες σε φέτες, είκοσι γραμμάρια αποξηραμένα δαμάσκηνα και άλλα τόσα βερίκοκα. Θα προσθέσουμε λίγη βότκα και τέσσερα γραμμάρια καβουρντισμένα αμύγδαλα. Θα τα ανακατέψουμε όλα μαζί και θα τα βάλουμε στο ψυγείο για μια ώρα. Εδώ που τα λέμε, δε σκοτωθήκαμε από την κούραση.

Εν συντομία

Είχαμε πάει στη Βενετία τον περασμένο μήνα, θυμάστε; Είχαμε μιλήσει για τον Μάρκο Πόλο, που ήταν γέννημα, αλλά όχι και θρέμμα τούτης της παραμυθένιας πόλης. Και αναρωτηθήκαμε εάν πραγματικά έτρωγε, όπως λέγεται, την υπέροχη σπεσιαλιτέ της Γαληνοτάτης. Απάντηση δεν υπάρχει, υποθέσεις κάνουμε. Μάλλον θα έτρωγε, γι' αυτό και τον έφαγε η νοσταλγία επί 17 έτη και επέστρεψε από τα ανάκτορα του Κουμπλάι Χαν στη Βενετία, για να απολαύσει τη μακαρονάδα των παιδικών του χρόνων... Παραμύθια! Τέλος πάντων, η ακριβής συνταγή του ιταλικού γαστρονομικού θαύματος έφτασε στα χέρια μας...via PC. Ας αφήσουμε την πολυλογία και ας αρχίσουμε το μαγείρεμα.

Τι θα χρειαστούμε; Εχουμε και λέμε: 350 γραμμάρια σπαγγέτι, 25Ο γραμμάρια γαρίδες, ένα κιλό ανάμεικτο με μύδια, αχιβάδες, κυδώνια και πετροσωλήνες. Μια σκελίδα σκόρδο, μισό ποτήρι του νερού λάδι, δυο ώριμες ντομάτες, ένα μικρό ματσάκι μαϊντανό, αλάτι και χονδρό φρεσκοκομμένο πιπέρι.

Πλένουμε τις γαρίδες και τις βράζουμε σε λίγο νερό. Μετά καθαρίζουμε όλα τα θαλασσινά με μια σπάτουλα και τα πλένουμε καλά. Σε μια κατσαρόλα, βάζουμε δυο κουταλιές της σούπας λάδι και σε σιγανή φωτιά ρίχνουμε τα θαλασσινά και τα αφήνουμε μέχρι να γίνουν (όσα από αυτά δεν ανοίξουν μόνα τους, σημαίνει πως δεν είναι φρέσκα, οπότε τα πετάμε αμέσως). Καθαρίζουμε τα θαλασσινά και τα αφήνουμε για λίγο. Τώρα, θα διαλύσουμε σε ένα ποτήρι του λαδιού μια σκελίδα σκόρδο τριμμένη, τις ντομάτες και ανάλογο αλάτι και πιπέρι. θα τα αφήσουμε να ψηθούν σε δυνατή φωτιά για δέκα λεπτά, όχι περισσότερο γιατί θα σκληρύνει. Εχουμε βράσει τα μακαρόνια, τα σουρώνουμε και έτσι όπως είναι καυτά τα ρίχνουμε στην πιατέλα και τα ανακατεύουμε με την ντομάτα, τις γαρίδες και τα θαλασσινά.

Καθ' οδόν: Στο Αγρίνιο

Το βιβλίο του Αριστείδη Μπαχραμπά: «Το Αγρίνιο κάποτε...»
Το βιβλίο του Αριστείδη Μπαχραμπά: «Το Αγρίνιο κάποτε...»
Κατά τη μυθολογία, χτίστηκε από τον βασιλιά Αγριο, γιο του Θεστία. Κατά την οικογενειακή μου «μυθολογία», το Βραχώρι, το Αγρίνιο δηλαδή, ήταν ο γενέθλιος τόπος όλων των προγόνων μου από τη μεριά της μητέρας μου. Το γνώρισα στα δεκατέσσερά μου χρόνια. Μεγάλη Παρασκευή ήταν. Πόσες δεκαετίες έχουν περάσει από τότε; Θυμάμαι την εντύπωση που μου έκανε ο χαλκουνοπόλεμος που μαινόταν στην πλατεία Μπέλλου, έτσι λεγόταν τότε η κεντρική πλατεία. Θυμάμαι ότι αυτό το έθιμο μάλλον με είχε ενοχλήσει. Βάρβαρο το είχα χαρακτηρίσει. Τι άλλο θυμάμαι; Λίγα πράγματα. Τους συγγενείς και φίλους, που ήρθαν να μας χαιρετήσουν. Μερικά ωραία μεγάλα σπίτια, που πια δεν υπάρχουν, το πάρκο που καταπράσινο και περιποιημένο ήταν τότε. Μα, εκείνο που με ακολουθεί πιστά από τότε είναι η μυρωδιά, η ευωδιά, θα έλεγα, του καπνού. Η νοσταλγία πάντα χτυπάει ύπουλα και με μέθοδο. Την περασμένη Κυριακή, με παρέσυρε στο Μεσολόγγι, όχι τυχαία. Φυσικό είναι, λοιπόν, να κάνω σήμερα τα τριάντα πέντε χιλιόμετρα που το χωρίζουν από το Αγρίνιο. Και να 'μαι εδώ. Κάθομαι σε ένα καφενείο, ζητάω ένα σκέτο ελληνικό, ανάβω ένα τσιγάρο και ανοίγω το βιβλίο του Θεόδωρου Θωμόπουλου: «Το Αγρίνιο. Απ' την αρχαιότητα μέχρι σήμερα» Αθήνα 1954, που έχει από καιρό εξαντληθεί. Μου αρέσει να ταξιδεύω μέσα από τις σελίδες του.

Ο εξευτελισμός των αγωνιστών...

Το πρώτο θέατρο στο Αγρίνιο, στην οδό Δ. Στάικου
Το πρώτο θέατρο στο Αγρίνιο, στην οδό Δ. Στάικου
Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, οι μεγάλες δυνάμεις εξέλεξαν για βασιλιά της Ελλάδος, τον ανήλικο Βαυαρό πρίγκιπα Οθωνα, με τριμελή αντιβασιλεία, αποτελούμενη από τους Αρμασμπερκ, Χέιδεν και Μάουερ. Οι ξένες επιρροές εκδηλώθηκαν έντονα στα πρόσωπα των τριών ξένων, με τελική επικράτηση της αγγλικής, στο πρόσωπο του κόμητος Αρμασμπερκ. Το Μάη του 1834, εκδόθηκε η απόφαση θανατικής καταδίκης των Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα.

«Την εποχή αυτή στο Αγρίνιο (Βραχώρι) έδρευαν δυο τάγματα με επικεφαλής τον ταγματάρχη Ανδριώτη, που φερνόταν στους στρατιώτες με ανάρμοστη διαγωγή. Τους τιμημένους αγωνιστές, που ούτε σπιθαμή γης είχαν, ούτε κανένα βιοποριστικό επάγγελμα ήξεραν, αφού μια ζωή ολόκληρη πολεμούσαν τον κατακτητή και είχαν καταταγεί για ένα πιάτο φαγητό στον τακτικό στρατό, τους υπέβαλε σ' ένα σωρό εξευτελισμούς και ταπεινώσεις, όπως άλλωστε γινόταν σε όλη την Ελλάδα».

Οι πλαγιές της κυρά Βγένας και τα βουνά του Βάλτου και του Ξηρόμερου γέμισαν από τους παραγκωνισμένους αγωνιστές, που ορκίστηκαν να πολεμήσουν τη Βαυαροκρατία. Ετσι, τον Αύγουστο του 1835, κατέβηκαν από τα γύρω βουνά και βοηθούμενοι από τους δυσαρεστημένους τακτικούς, διέλυσαν τα τάγματα του Ανδριώτη.

Το Αγρίνιο κάποτε

Μια νέα, πολυτελέστατη έκδοση, ένα αξιόλογο λεύκωμα με πλουσιότατο φωτογραφικό υλικό, γραμμένο με κάποια πίκρα και με μεγάλη νοσταλγία, κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ERGO, Αθήνα 2003. Πρόκειται για μια πανέξυπνη ιδέα του Αριστείδη Μπαχραμπά, που μονάχα όποιος κατάγεται ή ζει ακόμη στο Αγρίνιο θα μπορέσει να το απολαύσει. Ο αναγνώστης θα έχει την ευκαιρία να δει τις αόρατες, πολλές φορές, γοητευτικές όψεις της πόλης και να μάθει κάποιες άγνωστες στον πολύ κόσμο καθοριστικές στιγμές στην ιστορία του. Η όψη της καρδιάς της Αιτωλοακαρνανίας έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Αγνώριστη έχει γίνει. Προς το καλύτερο; Δεν είμαι σίγουρη. Φυσικά, το σημερινό Αγρίνιο είναι μια σύγχρονη πόλη, που αναπτύσσεται συνεχώς, με ταχύτατους ρυθμούς και δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από άλλες επαρχιακές πόλεις και, φυσικά, πανομοιότυπη είναι με τις υπόλοιπες. Προσωπικά, αυτή η καθυστερημένη επίσκεψη μού προκαλεί πόνο στη μνήμη μου. Ανακαλώ εκείνα τα λίγα που έζησα στην εφηβεία μου και διαπιστώνω πως είναι βαθιά χαραγμένα, όπως και εκείνα που συνέβησαν πολύ πριν γεννηθώ. Από τις διηγήσεις των μεγάλων. Και τώρα, με τούτο το εξαιρετικό λεύκωμα, ξαναγυρίζω πίσω στο χρόνο και ακούω τη φωνή της γιαγιάς μου να με προσκαλεί να περάσω μέσα στο δίπατο ευρύχωρο γκρίζο σπίτι (οι τεχνίτες είχαν χρησιμοποιήσει ψαμμίτη λίθο και καλά πελεκημένο με ισόδομο σύστημα, μου εξηγεί).

Μαθητικά συσσίτια φτωχών παιδιών στα Προσφυγικά
Μαθητικά συσσίτια φτωχών παιδιών στα Προσφυγικά
«Τα γκρίζα σπίτια είναι ένα μύθος», σημειώνει στο βιβλίο ο Χρήστος Ε. Κατσιμπίνης, «που δημιουργήθηκε σε κάποια ιστορική στιγμή για την πόλη του Αγρινίου. Είναι το πέρασμα από μια εποχή αρχιτεκτονικής νοοτροπίας και ενός ρυθμού, που ποτέ δεν μπόρεσε να εξελιχθεί και να ολοκληρωθεί».

Αυτό, όμως, το ημιτελές που θεωρείται μια ιδιορρυθμία και που πέρασε σαν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της πόλης, σήμερα έδωσε τη θέση του σ' έναν άλλο τύπο οικοδομής και αρχιτεκτονικού ρυθμού, την πολυκατοικία...

Προτιμώ την ιδιορρυθμία του ημιτελούς. Προχωρώ την οδό Παπαστράτου, χαρούμενη και μελαγχολική συγχρόνως. Δεν είμαι μόνη. Οι ιδανικές φωνές κι αγαπημένες με ακολουθούν. Κοιτάζω τις πολυτελείς προθήκες των καταστημάτων. Τι απέμεινε από το παλιό Αγρίνιο αναρωτιέμαι, καθώς ανηφορίζω και κοντεύω να φτάσω στο Πάρκο, τι απέμεινε από μένα την ίδια; Η μυρωδιά του καπνού, που έχει ποτίσει το χώμα και τον αέρα, αλλά και το ...ολοκληρωτικό ιδιόρρυθμο χιούμορ των κατοίκων.

Μου είπε κάποτε ένας φίλος: «Την παλιά εποχή, εκείνη που εσύ νοσταλγείς, όταν ένας εργάτης κατέβαζε δυο ποτηράκια, ήταν ένας μπεκρής για την άρχουσα τάξη. Οταν οι γαιοκτήμονες άδειαζαν μπουκάλες και παραπατούσαν στην κυριολεξία, τελούσαν εν ευθυμία...».

Το Αγρίνιο, εκείνο που εγώ γνώρισα, ξαναζεί χάρη σε τούτο το υπέροχο λεύκωμα που είναι αφιερωμένο στην καπνεργατική τάξη Αγρινίου, στα είδωλα απόντων του λευκώματος και στην οικογένεια του Αριστείδη Μπαχραμπά.

Γωνία Μπουκογιάννη και Παπαστράτου. Το περίπτερο Στεργίου
Γωνία Μπουκογιάννη και Παπαστράτου. Το περίπτερο Στεργίου
Η ώρα πέρασε. Αποχαιρετώ την πόλη με τους στίχους του Πάνου Χατζόπουλου. «Εκλεισα όλους τους λογαριασμούς/ λευτερώθηκα για πάντα από το δρόμο, από την τσάντα, από τα συμβατικά χαριεντίσματα/ Γεια σου σύντροφε, για πάντα».


Διαφημιστική αφίσα των καπνών Αγρινίου
Διαφημιστική αφίσα των καπνών Αγρινίου

Στα νταμάρια, εργάτες στην εξόρυξη του ψαμμόλιθου με πρωτόγονα μέσα
Στα νταμάρια, εργάτες στην εξόρυξη του ψαμμόλιθου με πρωτόγονα μέσα

Εργάτριες και εργάτες στα καπνά, σε αρμάθιασμα
Εργάτριες και εργάτες στα καπνά, σε αρμάθιασμα
Επιθεώρηση στα άνθη

O Μάης έχει το όνομα και ο Απρίλης τη χάρη... Ο μήνας των λουλουδιών έρχεται σε τρεις μέρες. Ο μήνας, που ξεκινά με ψέματα και συνεχίζει με αλήθειες. Με αργίες, δηλαδή. Θα βρούμε, λοιπόν, καιρό να ασχοληθούμε λίγο περισσότερο με τα ταλαιπωρημένα, από τη βαρυχειμωνιά, φυτά μας. Θα επιθεωρήσουμε το μπαλκόνι μας, θα μετρήσουμε τις απώλειές μας, θα καθαρίσουμε τις γλάστρες, θα πυκνώσουμε τα ποτίσματα και θα φυτέψουμε κρίνους, μπιγκόνιες, ντάλιες και άλλα βολβώδη θερινής ανθήσεως. Μια καλή ματιά στις τριανταφυλλιές θα ρίξουμε και αμέσως θα επιδοθούμε σε ...προληπτική ιατρική. Θα τις ραντίσουμε και θα τις θειαφίσουμε τώρα, για να προλάβουμε τη μελίγκρα και το ιώδιο. Το ίδιο ισχύει και για τις πικροδάφνες μας. Καλή άνοιξη να έχουμε.

Μικρές σελίδες

«Ενας μικρός ήρωας» αναστημένος από το γίγαντα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον Φιόντορ Μ. Ντοστογιέφσκι και μεταφρασμένος από τον Βασίλη Ντινόπουλο, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις του βιβλιοπωλείου της Εστίας. Τέσσερα διηγήματα του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα παρουσιάζονται στον καλαίσθητο αυτόν τόμο: Ενας μικρός ήρωας, Το όνειρο ενός γελοίου, Το παιδί στη γιορτή πλάι στον Χριστό, και ο χωρικός Μάρεϊ. Τα διηγήματα αυτά μιλούν για την ενηλικίωση μέσα από την απώλεια της παιδικής αθωότητας, τον ονειροπόλο που, αποκομμένος από την πραγματικότητα, οραματίζεται μια ουτοπική κοινωνία, αλλά επίσης μιλά και για τη βαθιά απογοήτευση που νιώθουν οι άνθρωποι από τη σκληρότητα των συνανθρώπων. Αυτά είναι τα μικρά από τα θέματα που διατρέχουν τη σκέψη της ώριμης εποχής του συγγραφέα, που ενώ είναι κλασικός, παραμένει πάντα νέος, φρέσκος και, κυρίως, αξεπέραστος. Στην πλούσια και ενδιαφέρουσα και γεμάτη πληροφορίες «Εισαγωγή» του, ο μεταφραστής Βασίλης Ντινόπουλος, μεταξύ άλλων, σημειώνει: «Ο Φιόντορ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι γεννήθηκε στη Μόσχα το Νοέμβρη του 1821. Ο πατέρας του, ο οποίος είχε υπηρετήσει στο στρατό ως γιατρός χειρουργός, ήταν απαιτητικός άνθρωπος και σκληρός οικογενειάρχης. Ο γιος του βλέποντας το αίσθημα ανασφάλειας που διακατείχε τη μεσαίας τάξεως οικογένειά του, αποκάλεσε αργότερα τον εαυτό του "πνευματικό προλετάριο". Το περιβάλλον που επηρέασε τα λογοτεχνικά του ενδιαφέροντα ήταν τελείως διαφορετικό από εκείνο των ανταγωνιστών του, Ιβάν Τουργκένιεφ και Λέοντα Τολστόι, οι οποίοι ήταν μέλη της καλλιεργημένης αριστοκρατικής τάξης». Καιρός είναι να ξαναδιαβάσουμε τους κλασικούς, ανεξάντλητοι και αιώνια μοντέρνοι είναι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ