Στις 24 Φλεβάρη, λοιπόν, θα ξανακουστεί, δυνατή, οργισμένη κι αποφασισμένη, η φωνή των συνταξιούχων να καταγγέλλει την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης και να απαιτεί την ανατροπή της. Κι ας μην ξεχνάμε ότι την επομένη, 25 Φλεβάρη, θα ξανακουστεί η βοή των τρακτέρ της αγωνιζόμενης μικρομεσαίας αγροτιάς...
Το Ελληνικό Τμήμα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) διαγράφτηκε απ' τη Διεθνή Οργάνωση το Νοέμβρη του 1999 όταν αρνήθηκε να υπακούσει στις υποδείξεις των ΝΑΤΟικών που βομβάρδιζαν τη Γιουγκοσλαβία και να προσφέρει βοήθεια μόνο στους Κοσσοβάρους. Το Ελληνικό Τμήμα προσέφερε βοήθεια και στους Κοσσοβάρους και στους Σέρβους και γι' αυτό το ...αμάρτημά του αποβλήθηκε απ' τη Διεθνή Οργάνωση.
Πρόσφατα, το Ελληνικό Τμήμα των ΓΧΣ ανακοίνωσε την επανένταξή του στη Διεθνή Οργάνωση καθώς οι «ΓΧΣ της Ελλάδας ενσωματώθηκαν στην κοινή δομή υποστήριξης και ευθυγραμμίστηκαν με την επιχειρησιακή πολιτική της οργάνωσης».
Βέβαια, ο καθείς κρίνεται απ' τα έργα του. Αναρωτιόμαστε, όμως, αν η ευθυγράμμιση μπορεί να φτάσει και στο σημείο της πειθήνιας υπακοής σε κελεύσματα όπως εκείνα των ΝΑΤΟικών στη Γιουγκοσλαβία. Πολύ θα θέλαμε αυτές οι υπόνοιες να μην ισχύσουν ποτέ, αλλά...
Οταν οι βιομήχανοι απευθύνονται, δημοσίως, στην εκάστοτε κυβέρνηση για να ζητήσουν τη λήψη πρόσθετων μέτρων κατά των εργαζομένων, ώστε ν' αυξήσουν κι άλλο τα κέρδη τους, χρησιμοποιούν γλώσσα περίπλοκη και παραπλανητική. Οχι, φυσικά, επειδή δε γνωρίζουν να μιλούν απλά και κατανοητά, αλλά γιατί δε θέλουν να «παίρνουν χαμπάρι» οι ανίδεοι.
Να, όπως π.χ. ο Σύνδεσμος Θεσσαλικών Βιομηχανιών (ΣΘΕΒ), ο οποίος, με επιστολή του προς τον υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Π. Παναγιωτόπουλο, ζητάει τη λήψη νέων αντεργατικών μέτρων. Δεν αναφέρει, όμως, ότι ζητάει αυτά τα μέτρα για ν' αυξηθούν κι άλλο τα κέρδη των Θεσσαλών βιομηχάνων, αλλά δήθεν για την καταπολέμηση της ανεργίας και την προώθηση της απασχόλησης. Και, βεβαίως, δεν κάνει λόγο για αφαίρεση εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, αλλά για την ανάγκη «θεσμοθέτησης ενός εργασιακού περιβάλλοντος που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής».
Αλλά, διαβάζοντας κανείς τα μέτρα που προτείνουν να ληφθούν, αντιλαμβάνεται ότι η «απαλή γλώσσα» που χρησιμοποιούν δεν έχει ουδεμία σχέση με τη σκληρότητα των αντεργατικών μέτρων που ζητούν.
Ιδού μερικά απ' αυτά:
-- Διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε εξαμηνιαία βάση.
-- Επιμήκυνση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας στις 48 ώρες.
-- Μείωση από 150% σε 125% της αμοιβής με προσαύξηση για τις επιπλέον 3 ώρες εργασίας πέραν του 40ωρου και μείωση από 175% σε 125% της υπερωριακής εργασίας.
-- Ν' αναλάβει το δημόσιο το κόστος των εργοδοτικών εισφορών για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας και για τρία χρόνια.
Το «κακό» δεν είναι ότι οι θεσσαλοί βιομήχανοι ζητούν «τα κέρατά» τους, αλλά ότι απευθύνονται σε κυβερνητικά ευήκοα ώτα...
Είναι να ...πονάει κανείς, παρακολουθώντας τις αγωνιώδεις και κοπιώδεις προσπάθειες του Γιώργου Παπανδρέου να πείσει τον κόσμο ότι υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, ανάμεσα στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στον πρωθυπουργό. Στόχος του είναι να εμφανίσει προοδευτικό το ΠΑΣΟΚ και συντηρητική τη ΝΔ, αριστερό τον εαυτό του και δεξιό τον Κ. Καραμανλή. Και τι δεν κάνει για να το πετύχει!
Αγορεύοντας στη Βουλή, χρησιμοποιεί «βαριά λόγια» κατά της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, βάζει τους βουλευτές του να αποχωρήσουν σε ένδειξη, τάχα, πλήρους και καθέτου διαφωνίας, φτάνει μέχρι το σημείο να φορέσει κόκκινη γραβάτα. Ροβολάει στο θεσσαλικό κάμπο και συνομιλεί με χωρικούς, για να δείξει ότι είναι «λαϊκός ηγέτης» κι όχι ένα «Αμερικανάκι» που είναι προορισμένο να γίνει πρωθυπουργός, επειδή ήταν και ο παππούς του και ο πατέρας του. Στέλνει προσωπικές επιστολές και σε κομμουνιστές, ψαρεύοντας σε θολά νερά και επιχειρώντας να δείξει ότι το κόμμα του εξακολουθεί να έχει ρίζες και δεσμούς στην Αριστερά.
Πλην, όμως, μάταιος κόπος. Στη συνείδηση του φτωχού, του λαϊκού ανθρώπου, το ΠΑΣΟΚ έχει, πλέον, καταγραφεί ως ένα από τα δυο κόμματα της πλουτοκρατικής αστικής τάξης και ο Γ. Παπανδρέου ως «ο πιστότερος πολιτικός φίλος των Αμερικανών ιμπεριαλιστών» στην Ελλάδα και ως ιδεολόγος υπηρέτης της δικομματικής συναίνεσης και συνεργασίας...
Αναφερόμαστε στο βιβλίο-cd που εξέδωσε το Πανεπιστήμιο, με τίτλο «Δεν ξέρω παρά να τραγουδώ: Δεκαεννέα συνθέτες μελοποιούν Κωστή Παλαμά». Στο βιβλίο (96 σελίδες) περιλαμβάνονται τα κείμενα και τα μελοποιημένα ποιήματα, που είχαν παρουσιαστεί (και ηχογραφηθεί) σε μια εκδήλωση-συναυλία του Πανεπιστημίου το 2003. Επίσης, περιλαμβάνει κείμενα του πρύτανη, Γεωργίου Μπαμπινιώτη, του φιλολόγου, ποιητή, κριτικού και καθηγητή Θεατρολογίας στο Πανεπιστήμιο Κώστα Γεωργουσόπουλου, του Ιωσήφ Βιβιλάκη (καθηγητής Θεατρολογίας στο Πανεπιστήμιο και επιμελητής της έκδοσης), χρονολόγιο του παλαμικού έργου και βίου, καθώς και φωτογραφίες του ποιητή. Οι συνθέτες-μελοποιοί ερωτικών ποιημάτων του Παλαμά είναι οι: Ο. Περίδης, Δ. Παναγοπούλου, Κ. Μακράς, Στ. Κόκκαλης, Γ. Αρχιμανδρίτης, Χρ. Θεοδώρου, Σ. Καμαγιάννη, Γ. Ανδρέου, Φ. Δεληβοριάς, Β. Χατζηνικολάου, Λουδοβίκος των Ανωγείων, Χάικ Γιαζιτζιάν, Ν. Ξυδάκης, Τ. Ρωσόπουλος, Κ. Ζευγαδέλης, Κ. Λειβαδάς, Ν. Ζούδιαρης, Μ. Τανάγρη, Στ. Κραουνάκης. Με τα δεκαεννέα παλαμικά τραγούδια, «που αντιστέκονται στο συρμό της μουσικής επικαιρότητας που απαξιώνει το στίχο και επιμένει ναρκισσιστικά στην επιδερμική εντύπωση και στο θέαμα» (Ι. Βιβιλάκης), ο επί πολλά χρόνια διατελέσας γενικός γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κ. Παλαμάς «και ίσως ξεχασμένος βάρδος της νεοελληνικής ποίησης ξαναμπαίνει στο Πανεπιστήμιο, με την ιδιότητα του μελοποιημένου ποιητή» (Γ. Μπαμπινιώτης). Πλην, όμως, αυτό δεν αρκεί. Επιβάλλεται, ειδικά στις αφελληνιζόμενες μέρες μας, η εκτεταμένη διδασκαλία όλου του παλαμικού έργου, και πρωτίστως εκείνου που δε διδάχθηκε ποτέ.
Στο παρθενικό της ταξίδι υπό τη νέα της ιδιότητα, η Κοντολίζα Ράις έθεσε τρία ζητήματα: το Ιράκ, το Ιράν και την Κίνα.
Στο θέμα του Ιράκ, η Ράις επιδίωκε να αποσπάσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τους «συμμάχους», και κυρίως από τις μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ, δηλαδή τη Γερμανία και τη Γαλλία, όσον αφορά στη στρατιωτική και οικονομική τους συμμετοχή στην κατοχή. Αυτό που πέτυχε, ήταν η νομιμοποίηση της αμερικανικής κατοχής, μέσα από την αναγνώριση των εκλογών - παρωδία που διεξήχθησαν στο Ιράκ.
Για την Κίνα, η Ράις πίεσε την ΕΕ να μην άρει το εμπάργκο όπλων που είχε επιβληθεί στο Πεκίνο μετά το 1989, εκφράζοντας «την ανησυχία των ΗΠΑ για τη σταθερότητα της περιοχής». Ούτε σ' αυτό το σημείο, όμως, κατάφερε να αποσπάσει κάποια συγκεκριμένη δέσμευση από τους «συμμάχους».
Τέλος, το θέμα του Ιράν ήταν αυτό που προκάλεσε και τις μεγάλες τριβές, καθώς, ασχέτως δηλώσεων, η ΕΕ, ακόμη και η Βρετανία, αρνήθηκε πεισματικά να προχωρήσει σε υιοθέτηση κυρώσεων ή σε έγκριση κάποιου ψηφίσματος, που θα δρομολογεί την αυτόματη ανάληψη δράσης σε βάρος του Ιράν, «αν δε συμμορφωθεί με τη ΔΕΑΕ» για τον τερματισμό κάθε προσπάθειας κατασκευής πυρηνικών όπλων.
Οπως φαίνεται, οι ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις συνεχίζουν να λειτουργούν ταυτόχρονα με τη δεδομένη συμφωνία της καταλήστευσης των λαών...