Πέμπτη 13 Μάη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η συλλογική πείρα οδηγός της δράσης μας

Με την ολοκλήρωση της μελέτης των Θέσεων εκφράζω τη συνολική μου συμφωνία και με τα τρία κείμενα. Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί ζητήματα που εντοπίζαμε το προηγούμενο διάστημα και δυσκόλευαν τη δράση μας, ξεκαθαρίζονται και γίνεται προσπάθεια να εδραιωθεί ενιαία αντίληψη για να αφήσουμε πίσω αδύναμες πλευρές της δουλειάς μας.

Το ότι δρούμε σε δύσκολες συνθήκες σοβαρής υποχώρησης του κινήματος είναι αλήθεια και δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για τη μειωμένη δράση μας. Αποτελεί όμως αντανάκλαση στο αποτέλεσμα της δουλειάς μας.

Πάγια τακτική του συστήματος, που επιδιώκει να επηρεάσει ανώριμες πολιτικά μάζες, είναι η λογική τού «εδώ και τώρα» με απαξίωση της αγωνιστικής πείρας του παρελθόντος και κάθε μελλοντικής προοπτικής για ριζικότερες αλλαγές. Στον μύλο τού «εδώ και τώρα» εγκλωβίζονται εργαζόμενοι που ταυτόχρονα πιέζουν το Κόμμα να αφήσει πίσω διεκδικήσεις χρόνων και να βάλει νερό στο κρασί του, ξεχνώντας κάθε επαναστατική προοπτική.

Από τη μία θέλει προσοχή σε κάθε χώρο να μην παρασυρόμαστε από το άμεσο και να αφήνουμε πίσω την αποκάλυψη των αιτιών κάθε προβλήματος, την ανάδειξη της ριζικής ανατροπής του καπιταλισμού ως της μόνης προοπτικής για την ουσιαστική λύση των προβλημάτων τού σήμερα.

Θέλει όμως και ιδιαίτερη προσοχή να μην απαξιώνουμε τα άμεσα προβλήματα. Κι αυτό όχι μόνο στα λόγια ή με μια γενική επίκληση του δίκιου. Κατά βάση οι αγώνες δεν γίνονται για προπαγανδιστικούς λόγους. Πρέπει εμείς οι ίδιοι να πιστέψουμε και να παλεύουμε για τις όποιες κατακτήσεις βελτιώνουν έστω και λίγο το επίπεδο ζωής των εργαζομένων. Διαφορετικά, άθελά μας, δεν καταπολεμούμε μια μοιρολατρική αποδοχή της κατάστασης. Το ζήτημα της ανεργίας και των ελαστικών μορφών εργασίας δεν μπορεί να λυθεί στον καπιταλισμό. Ομως, ο μόνιμος διορισμός χιλιάδων εκπαιδευτικών μπορεί να γίνει κάτω από την πίεση ενός μαζικού κινήματος. `Η να μην μπορεί να λυθεί το ζήτημα της συνολικής διαχείρισης των σκουπιδιών. Ομως, η επέκταση της χωματερής στη Φυλή και η λειτουργία ενός εργοστασίου καύσης που θα πολλαπλασιάσει τον καρκίνο στις γειτονιές μας, μπορεί να αποτραπεί αν γίνει υπόθεση των χιλιάδων κατοίκων της περιοχής. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα. Η οργάνωση των εργαζομένων σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε γειτονιά. Μόνο όταν αρχίσει ο εργαζόμενος να διεκδικεί κι, ακόμα περισσότερο, όταν αρχίσει να πιστεύει στη δύναμή του, στη συλλογική δύναμη μέσα από μικρές νίκες, θα ανεβάσει τις απαιτήσεις από την ίδια του τη ζωή. Και με την παρέμβαση του Κόμματος σε κάθε χώρο θα σκεφτεί έξω από τα όρια του συστήματος και θα διεκδικήσει ριζικότερες αλλαγές.

Στην προσπάθειά μας να ανοίξουμε θέματα πέρα από τους κλάδους και στις γειτονιές για κρίσιμα ζητήματα της ποιότητας ζωής αλλά και αλληλεγγύης, έχουμε κατά καιρούς δοκιμάσει διάφορα σχήματα. Λαϊκές επιτροπές, επιτροπές αγώνα, συντονισμούς. Δεν είναι κακό να ψάχνουμε αυτό που κάθε φορά βολεύει στο να αναδείξουμε προβλήματα, να συσπειρώσουμε, να βάλουμε κόσμο σε κίνηση. Το πρόβλημα είναι να μένουμε στη σχηματοποίηση που επιλέγουμε κάθε φορά και να την απολυτοποιούμε χωρίς να υπολογίζουμε το αποτέλεσμα.

Είναι πολύ σημαντικό να γίνεται συντονισμός φορέων και σωματείων για κάθε ζήτημα που προκύπτει ή ιεραρχούμε την ανάδειξή του. Και να μπαίνουν οι φορείς μπροστάρηδες και οργανωτές του κινήματος. Ομως, δεν μπορεί σε κάθε κινητοποίηση να βάζουμε τον τίτλο «σωματεία και φορείς» όταν δεν υπάρχει από κάτω κάτι τέτοιο, όταν δεν έχουν συνεδριάσει όργανα διοίκησης, δεν έχει γίνει υπόθεση του ίδιου του φορέα. Οι Κομματικές Ομάδες δεν γίνεται να σχεδιάζουν αγνοώντας την κατάσταση των συνδικάτων. Γιατί χωρίς να το καταλαβαίνουμε πέφτουμε στο λάθος της υποκατάστασής τους από το ίδιο το Κόμμα. Και πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί και να σεβόμαστε την αυτοτέλειά τους, δρώντας βέβαια μέσα σ' αυτά.

Για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στα σύνθετα αυτά καθήκοντα χρειάζεται συλλογικό ανέβασμα του ιδεολογικοπολιτικού επιπέδου. Τα μαθήματα, οι σχολές, οι συσκέψεις είναι αυτονόητα. Επίσης δεν νοείται κομμουνιστής που δεν είναι όχι μόνο μαρξιστικά αλλά και πολύπλευρα διαβασμένος. Το δυσκολότερο όμως είναι οι ΚΟΒ, τα Οργανα, οι Κομματικές Ομάδες να φτάσουν σε τέτοιο επίπεδο ώστε να μπορούν σε κάθε χώρο να διακρίνουν την πίεση από τον ταξικό αντίπαλο, να επεξεργάζονται πλαίσια που παίρνουν υπόψη το υπαρκτό επίπεδο συνείδησης των μαζών και να εξοπλίζουν τα μέλη και τους οπαδούς τους όχι μόνο για να αντέξουν οι ίδιοι την πίεση αλλά και να μπορούν σε κάθε φάση να πολιτικοποιούν την πάλη και να εμπνέουν τις μάζες με την προοπτική της ανατροπής. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα στη φωτιά της μάχης, όχι έξω από αυτή. Η γνώση πρέπει να συνοδεύεται από κοινωνική μόρφωση που πηγάζει από τη συλλογική εξέταση της πείρας, μέσα από τη δράση και από βαθιά πίστη στη δύναμη του αγώνα. Γι' αυτό είναι μεγάλο λάθος να μπαίνουν διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην ιδεολογική και τη μαζική, οργανωτική δουλειά. Αν ο κομμουνιστής συνδικαλιστής, η Κομματική Ομάδα κάθε χώρου στο σύνολό της δεν έχουν ανώτερο ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό επίπεδο δεν θα μπορέσουν να οργανώσουν με επιτυχία καμιά μάχη, όσο μικρή ή μεγάλη κι αν είναι.

Αποτελεί παράδειγμα για τη δουλειά μας ο τρόπος που δώσαμε τη μάχη τα προηγούμενα χρόνια με τους αναπληρωτές. Καταφέραμε ο αγώνας για μαζικούς διορισμούς και μονιμοποίηση να βγει από τα όρια μιας πόλης, δίνοντας πανελλαδική εμβέλεια ακόμα και με συλλαλητήρια στην Αθήνα. Να βγει από τα όρια ενός σωματείου και ενός κλάδου, εξασφαλίζοντας 150 αποφάσεις σωματείων στο χώρο του Δημοσίου και βάζοντας ως αίτημα τη συνταγματική αναθεώρηση για να υπάρχει δυνατότητα να μετατραπούν οι συμβάσεις σε αορίστου χρόνου. Πατώντας στο δικαίωμα στη σταθερή δουλειά, επεξεργαστήκαμε πλαίσια και αιτήματα σε αλληλεπίδραση με τον κόσμο που ήταν στον δρόμο προσπαθώντας σε κάθε φάση να εξασφαλίσουμε την ενότητα όλων απέναντι στην προσπάθεια της κυβέρνησης και των εκφραστών της να διαιρέσουν σε μόνιμους και συμβασιούχους, ειδικότητες... Σε μεγάλο βαθμό τα αιτήματα αυτά έγιναν υπόθεση των ίδιων των αναπληρωτών, που έβλεπαν το αδιέξοδο των προτάσεων των άλλων δυνάμεων. Και με την αυτοτελή δουλειά του Κόμματος ο αγώνας αυτός πήρε έκταση αναδεικνύοντας το θέμα τόσο μέσα από τον κομματικό Τύπο, όσο και μέσα από τα έδρανα της Βουλής. Ολοι θυμόμαστε τον αντίκτυπο που είχε η ομιλία του σφου Κουτσούμπα στον κόσμο που κινητοποιούνταν. Μπορεί ο αγώνας να μη μαζικοποιήθηκε τόσο ώστε να έχει άμεσα και χειροπιαστά αποτελέσματα, όμως εξασφάλισε ένα μεγαλύτερο κύρος και δέσιμο της πολιτικής του Κόμματος με τους συμβασιούχους της Εκπαίδευσης.


Νατάσα Μιχαήλ
Μέλος της ΕΟΕ της ΤΟ Εκπαιδευτικών Αττικής του ΚΚΕ

Να εμπιστευτούμε την εργατική τάξη για να μας αναγνωρίσει ως πρωτοπορία της

Το τρίτο κείμενο των Θέσεων, παρά τις όποιες, σε θετική κατεύθυνση, αλλαγές στην εργατική δουλειά, όπως την αποκατάσταση του ρόλου του ΠΑΜΕ μέσα στο εργατικό κίνημα, (Θέσεις 34, 35), δεν θέτει το δάχτυλο «επί τον τύπον των ήλων».

Κατά την άποψή μου, ο προσανατολισμός του Κόμματος σε τμήμα και όχι στο σύνολο της εργατικής τάξης και η συνακόλουθη στρέβλωση της σχέσης Κόμματος και συνδικάτων (Θέση 27) είναι το πρακτικό αποτέλεσμα του περιεχομένου που έδωσαν το 17ο και 18ο Συνέδριο στην «ανασύνταξη» του εργατικού κινήματος, για να υπηρετηθούν οι προγραμματικές επεξεργασίες που αποκρυσταλλώθηκαν στο 19ο Συνέδριο.

Η γενικότερη πολιτική πρόταση του Κόμματος πρακτικά μετέτρεψε το ΠΑΜΕ σε «κόκκινο συνδικάτο», μας απομάκρυνε από τη δουλειά μέσα στα σωματεία, έβαλε όρια και εμπόδια στην παρέμβασή μας όταν ξεσπούσαν κινητοποιήσεις ευρύτερων μαζών.

Θεωρώ ότι πρέπει άμεσα να ξεπεράσουμε βασικά προβλήματα:

Πρώτο: Η υποτίμηση του συνόλου των κοινωνικών αντιθέσεων μας εμποδίζει στην πράξη να οργανώσουμε μαζικούς αγώνες, προσανατολίζοντας έμπρακτα την εργατική πάλη σε κατεύθυνση επίλυσης της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας.

Δεύτερο: Δεν αντιλαμβανόμαστε σωστά τον ρόλο του Κόμματος ως φορέα που εισάγει «απέξω» την ταξική συνείδηση στην εργατική τάξη. Το «απέξω» δεν σημαίνει γενικόλογη ιδεολογική διαφώτιση για τον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό. Πρωτίστως σημαίνει την οργάνωση τέτοιων αγώνων στους οποίους ο εργάτης που δρα για τα φλέγοντα προβλήματά του, μαθαίνει να παρατηρεί τον εαυτό του και τη σχέση του με τον καπιταλιστή μέσα από τις αμοιβαίες σχέσεις όλων των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Μόνο έτσι η εργατική τάξη μπορεί να αποκτά συνείδηση του ρόλου της στην κοινωνική εξέλιξη.

Το επαναδιατυπώνω σχηματικά: Το «απέξω» σημαίνει πέρα από τη σχέση εργοδότη - εργαζόμενου, αλλά μέσα στα συγκεκριμένα όρια διεξαγωγής της ταξικής πάλης εντός των οποίων τοποθετείται η σχέση εργοδότη - εργαζόμενου. Για να ηγεμονεύσουμε στο κίνημα χρειάζεται βαθύτερη κατανόηση των σχετικών υποδείξεων του Λένιν, προκειμένου να συγχωνευόμαστε λενινιστικά με την εργατική τάξη και να μας αναγνωρίζει ως πρωτοπορία της.

Τρίτο: Πρέπει να εγκαταλείψουμε λαθεμένες αντιλήψεις που αναθέτουν («ο λαός πρέπει να...») στην εργατική τάξη καθήκοντα, τα οποία αναλογούν στο ΚΚΕ ως πρωτοπορία της. Αυτές οι αντιλήψεις περιόριζαν πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν τον ρόλο του Κόμματος σε ιδεαλιστικά καλέσματα «να μη νομιμοποιήσει ο λαός στη συνείδησή του...» τη δραματική επιδείνωση των όρων ζωής του, όταν γνωρίζουμε ότι το Κοινωνικό Είναι καθορίζει τη Συνείδηση και όχι το αντίστροφο.

Στην κατεύθυνση αυτή, δεν μπορούμε να παραβλέπουμε ότι η ταξική πάλη διεξάγεται ταυτόχρονα σε τρία επίπεδα: Οικονομικό - συνδικαλιστικό, πολιτικό και ιδεολογικό. Με αυτήν την έννοια, η απώλεια της τρίτης θέσης του ΚΚΕ στις εκλογές του 2012 αποτελεί κυρίαρχο πολιτικό γεγονός. Χειροτέρευσε τους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης, συντελώντας στην αποδιοργάνωση της εργατικής τάξης (και) συνδικαλιστικά.

Ας μη γελιόμαστε: Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης οι κοινωνικοί αγώνες σκόνταψαν κυρίως στο πολιτικό επίπεδο. Η διεκδίκηση καλύτερων όρων πώλησης της εργατικής δύναμης απαιτούσε και απαιτεί ξήλωμα των μνημονίων. Η ικανοποίηση βασικών αιτημάτων προϋποθέτει την αναίρεση των δεσμεύσεων που αναλάμβαναν οι αστικές κυβερνήσεις έναντι των δανειστών. Οι εργαζόμενοι βρίσκονταν διαρκώς αντιμέτωποι με εκβιασμούς που συνοψίζονταν στο αν υπάρχει άμεση πολιτική απάντηση στο δίλημμα «εντός ή εκτός ΕΕ». Αν δεν κατανοήσουμε τα κενά της δικής μας πολιτικής θα βρεθούμε μπροστά στο ίδιο πρόβλημα, με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης σε συνθήκες νέας κρίσης.

Αυτό το ζήτημα θα σφραγίσει τη δουλειά με επίκεντρο την «πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση» (Θέση 29), το πρόβλημα της «συνέχειας» και «κλιμάκωσης» των πρωτοβουλιών συσπείρωσης (Θέση 31), τα κριτήρια ανάδειξης των «αιχμών» στα διεκδικητικά πλαίσια (Θέση 30).

Το Συνέδριο οφείλει να δώσει αυτό τον τόνο και τον προσανατολισμό. Διαφορετικά, πώς τα κατώτερα Κομματικά Οργανα θα σχεδιάσουν τοπικά και κλαδικά τη δράση για τη συσπείρωση και κινητοποίηση μαζών στο πλαίσιο των φορέων του μαζικού κινήματος όπου «είναι πιθανό να συμμετέχουν και άλλες πολιτικές δυνάμεις»; (Θέση 42).

Από την άποψη αυτή, το «ιστορικά χαμηλό σημείο» (Θέση 21) οργάνωσης της εργατικής τάξης είμαστε υποχρεωμένοι να το εκλάβουμε και ως απάντησή της στο Κόμμα της. Η εργατική τάξη μάς κρίνει με βάση τα ζέοντα προβλήματά της και όχι τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά της. Αν συνέβαινε το αντίθετο, τα Κομμουνιστικά Κόμματα δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης. Θεωρώ ότι οι Θέσεις αποφεύγουν να δώσουν γενναία εξήγηση για τη «γενική αποδυνάμωση των συνδικάτων» (Θέση 22).

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι στα χρόνια της προηγούμενης κρίσης η πλειοψηφία της εργατικής τάξης έκανε βήματα πολιτικής ωρίμανσης στη συνείδησή της, παρά την αντιφατικότητα και τη στρεβλή έκφραση αυτών των βημάτων. Το 2015 στο δημοψήφισμα, η εργατική τάξη, χωρίς τη δική μας βοήθεια, διαχωρίστηκε από την αστική τάξη και τις ηγεσίες των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, απορρίπτοντας την πρόταση της ΕΕ. Η πολιτική μας δεν μας επέτρεψε να αξιοποιήσουμε αυτά τα βήματα για να ανεβάσουμε τον βαθμό οργάνωσης της εργατικής τάξης.

Ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός θωρακίζεται παραπέρα από τη σύνδεσή του με την ΕΕ, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την αστική τάξη. Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγούν οι Θέσεις 24, 25, 37.

Γι' αυτό και τα προβλήματα που μετέφερε στην εργατική δουλειά η συνολική πολιτική πρόταση του Κόμματος, η αναπροσαρμογή της θέσης μας για την αποδέσμευση από την ΕΕ, αντανακλώνται στην πληρέστερη μορφή τους στους στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας. Εκεί όπου «εκφράζεται το σύνολο των προβλημάτων για το πώς δουλεύουμε από θέσεις μειοψηφίας» και αντλεί τις δυνάμεις του ο κυβερνητικός - εργοδοτικός συνδικαλισμός στη ΓΣΕΕ (Θέση 35).

Μπορώ να επιβεβαιώσω το ίδιο ακριβώς πρόβλημα, ως εργαζόμενος στα αστικά ΜΜΕ, σε έναν κλάδο που αναπαράγει μέρος του αστικού πολιτικού προσωπικού (βουλευτές και υπουργούς), ενώ η πλειοψηφία των δημοσιογράφων δουλεύει με ατομικές συμβάσεις και μισθούς 650 - 800 ευρώ.

Τέλος, δύο ερωτήματα προς το Συνέδριο:

Διεκδικούμε από μια αστική κυβέρνηση την επίταξη του ιδιωτικού τομέα Υγείας. Είναι μια προσωρινή μορφή κρατικοποίησης. Τότε, γιατί τις κρατικοποιήσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού τις απαξιώνουμε ως αστική διαχείριση και έχουμε εγκαταλείψει τη διεκδίκηση ενιαίων κρατικών φορέων στους στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας; Και γιατί ταυτόχρονα στη ΛΑΡΚΟ προτείνουμε κρατικοποίηση;

Για το ζήτημα της γυναικείας ανισοτιμίας: Το αστυνομικό δελτίο είναι γεμάτο με δολοφονίες γυναικών από άντρες. Πρόσφατα ξέσπασε μπαράζ καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης στον καλλιτεχνικό χώρο. Πώς θα παρέμβουμε αναδεικνύοντας τον ρόλο του εργατικού κινήματος κόντρα στην αστική τάξη και κινήματα τύπου «MeToo», όταν στον κομματικό Τύπο απουσιάζει το επίκαιρο ρεπορτάζ καταγραφής των γεγονότων;


Θοδωρής Λαπαναΐτης
Δημοσιογράφος, μέλος της ΚΟΒ Κέντρου Βύρωνα του ΚΚΕ

Για το εργατικό - λαϊκό κίνημα

Εχω συμφωνήσει με τα τρία κείμενα. Το τρίτο κείμενο ασχολείται αναλυτικά με το εργατικό, λαϊκό κίνημα. Οι επισημάνσεις σχετικά με κενά και αδυναμίες έχουν βάση και πρέπει να μας ανησυχήσουν.

Μέσα από τα Συνέδριά μας, αλλά και από δύο πανελλαδικά σώματα, ξεκαθαρίσαμε τη γραμμή μας στο εργατικό κίνημα. Το κείμενο επισημαίνει: «Εχουμε προσδιορίσει το βασικό περιεχόμενο της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και την προετοιμασία και ανάπτυξη της ικανότητας και δράσης του να αντιπαρατεθεί με αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα σε συμμαχία με τα λαϊκά τμήματα των αυτοαπασχολούμενων της πόλης και της υπαίθρου ενάντια στην επεξεργασμένη στρατηγική του κεφαλαίου και της καπιταλιστικής εξουσίας».

Ποιο είναι λοιπόν το βασικό περιεχόμενο;

1. Το βασικό χαρακτηριστικό της ανασύνταξης δεν περιορίζεται στη βελτίωση της συνδικαλιστικής δράσης, στην καλύτερη καταγραφή των αιτημάτων, αλλά στην προετοιμασία και οργάνωση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για την αποφασιστική αναμέτρηση με τα μονοπώλια και την εξουσία τους, η πάλη για την εξουσία της εργατικής τάξης (ε.τ.).

2. Μαζικοποίηση του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλαγή συσχετισμού υπέρ του ταξικού πόλου, κτύπημα του ρεφορμισμού, οπορτουνισμού και του νεοφιλελευθερισμού, αλλαγή συνείδησης της ε.τ.

3. Βαθιά πολιτική και ιδεολογική δουλειά για να αποκαλύπτονται οι μηχανισμοί της εκμετάλλευσης και κυρίως οι όροι κατάργησής τους. Αυτό σημαίνει, πέρα από την ανεξάρτητη θεωρητική ιδεολογική δουλειά του Κόμματος, πολιτικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης ώστε να κουμπώνει η οικονομική με την πολιτική πάλη.

4. Δυνατά Κόμμα και ΚΝΕ στους μεγάλους τόπους δουλειάς, σε κλάδους κ.λπ.

Σε αυτήν τη βάση, να δούμε το αποτέλεσμα της δράσης μας και το σχεδιασμό της δουλειάς μας αυτό το διάστημα.

Μέσα σε δύσκολες συνθήκες, με το μεγαλύτερο μέρος της ε.τ. ασυνδικάλιστο, ως Κόμμα δώσαμε μάχες ώστε να οργανωθούν αγώνες με πλαίσιο και προσανατολισμό που να υπηρετούν τη γραμμή της ανασύνταξης. Το ζήτημα όμως που πρέπει να συζητήσουμε και να εξετάσουμε είναι αν πετύχαμε ολοκληρωμένα να παρέμβουμε ώστε να απεγκλωβίζουμε δυνάμεις από τα γρανάζια του ρεφορμισμού, την επίδραση της αστικής διαχείρισης. Να δούμε αδυναμίες που πρέπει να διορθώσουμε.

Ασφαλώς, το κίνημα δεν μπορεί να μην προβάλλει τις διεκδικήσεις των εργαζομένων. Το θέμα είναι με ποια πολιτική γραμμή δίνεται απάντηση στα μεγάλα προβλήματα της ε.τ., του λαού. Με τα μονοπώλια και το κεφάλαιο ή ενάντια στην κυριαρχία του, με την εξουσία της ε.τ., του λαού;

Για παράδειγμα, σωστά παλεύουμε για υπογραφή ΣΣΕ στους κλάδους, στους χώρους δουλειάς κ.λπ. Ωστόσο, αν αυτό δεν συνδέεται με την πάλη της ε.τ. να κατακτήσει όλο τον πλούτο που παράγει, ο αγώνας δεν είναι αποτελεσματικός. Απλά, εκπαιδεύουμε την ε.τ. να διεκδικεί ψίχουλα στα πλαίσια αυτού του συστήματος καλλιεργώντας κοινοβουλευτικές αυταπάτες.

Ας πάρουμε σαν παράδειγμα τις συμβάσεις που είχε υπογράψει ο κλάδος των κατασκευών. Να τι λέει η εισήγηση του Κόμματος για την εργατική δουλειά το 2010: «Για παράδειγμα: Στον τομέα των κατασκευών, ο άξονας πάλης των οικοδόμων για δεκαετίες αφορά στη διαπραγμάτευση της τιμής πώλησης της εργατικής δύναμης, για τις συνθήκες εργασίας και άλλα σχετικά. Οποιες επιτυχίες σε αυτόν τον αγώνα δεν αλλάζουν τη γενική θέση των οικοδόμων. Η θέση του οικοδόμου παραμένει πλήρως εξαρτημένη από το κεφάλαιο (...)».

Σωστά παλεύουμε να περιοριστούν τα ατυχήματα στους χώρους δουλειάς. Ομως αυτή είναι μια περιορισμένη και προσωρινή δραστηριότητα, χωρίς να ανοίγει και να βάζει σε ολοκληρωμένη βάση το ζήτημα της υγείας και της ασφάλειας.

Εμείς ξεκινάμε με το εξής ζήτημα: ΦΘΟΡΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ. Μέσα εδώ περιέχεται ο τρόπος ζωής, διατροφής, τόπος διαμονής του εργαζόμενου. Η ανεργία, η ανασφάλεια, το άγχος, η απληρωσιά, το μικρό μεροκάματο, η κατάσταση στην Υγεία και ασφαλώς οι συνθήκες δουλειάς στο χώρο εργασίας. Αυτοί και άλλοι είναι παράγοντες που συμβάλλουν όχι μόνο στο ατύχημα, αλλά στην πρώιμη φθορά της εργατικής δύναμης.

Ενα παράδειγμα: Ο μεταλλεργάτης που εργάζεται 8 ώρες τσιμπίδα στο καράβι δεν θα σωθεί με κάποια προσωρινά μέτρα που μπορεί να επιβάλει το σωματείο και είναι αναγκαία. Απαιτούνται 6 ώρες δουλειά, τακτικά διαλείμματα, άδεια 2 μήνες, σύνταξη στα 55 κ.λπ.

Αυτό το πεδίο φέρνει σε ουσιαστική σύγκρουση το κεφάλαιο με τις απαιτήσεις του εργαζόμενου. Εδώ φαίνεται η ανάγκη της εξουσίας των εργατών. Εδώ μας δίνεται η δυνατότητα να πολιτικοποιήσουμε τον αγώνα μας.

Επειδή, λοιπόν, γίνεται πολλή κουβέντα για καλά επεξεργασμένα πλαίσια δράσης κ.λπ. το ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει δεν είναι να βρούμε φωτισμένα μυαλά να σχεδιάσουν πλαίσια, αλλά να επεξεργαστούμε πλαίσια δράσης που θα υπηρετούν τη στρατηγική και τις προϋποθέσεις της ανασύνταξης.

Πιο συγκεκριμένα, έχουμε επεξεργαστεί πλαίσιο πάλης στον κλάδο των κατασκευών την περίοδο της κρίσης και της ανεργίας που προετοιμάστηκε με όλες τις δυνάμεις που εμπλέκονται στον κλάδο. Ποια είναι η βάση του πλαισίου; Αναδεικνύει από τη μια τις λαϊκές ανάγκες για κατοικία, έργα υποδομής που να ανακουφίζουν τα λαϊκά στρώματα, από την άλλη ανεργία, ανέχεια, εξαθλίωση και το κατασκευαστικό κεφάλαιο να επενδύει εκεί που θα έχει περισσότερη κερδοφορία. Αυτήν την αντίφαση ποιος θα τη λύσει και πού μπορεί να λυθεί; Στον καπιταλισμό όχι. Να γιατί επιβάλλεται να δουλεύουμε με επεξεργασμένη και πολιτικοποιημένη γραμμή. Μόνο έτσι μπορούμε να βάλουμε στο κέντρο της προσοχής των εργαζομένων τον άλλο δρόμο ανάπτυξης, όπου η τεχνική και η επιστήμη θα είναι προς όφελος του λαού και όχι των μονοπωλίων.

Κατά συνέπεια, σύντροφοι, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι τα γενικότερα προβλήματα ζωής και δουλειάς της ε.τ. είναι βάση αγώνων και συσπείρωσης και θα πρέπει να διεξαγάγουμε αυτόν τον αγώνα στους κλάδους, στις επιχειρήσεις κ.λπ., όσο όμως κι αν οξυνθεί αυτή η πάλη, ακόμα κι αν πάρει τις πιο ανεβασμένες μορφές, δεν οδηγεί αυτόματα σε ταξική συνείδηση. Ταξική συνείδηση δημιουργεί ο αγώνας που προσανατολίζεται ενάντια στο κεφάλαιο και την εξουσία του και αναδεικνύει την ανάγκη της εργατικής εξουσίας.

Το Κόμμα μας με το Πρόγραμμά του έχει ξεκαθαρίσει το ζήτημα της εξουσίας. «Η εποχή μας είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, κομμουνισμό».

Με την έννοια αυτή, η παρέμβασή μας πρέπει να αποδομεί «τη λογική των σταδίων», της «καλύτερης αστικής διαχείρισης», που είναι ισχυρή μέσα στο εργατικό κίνημα και τα συνδικάτα και αποτελεί εμπόδιο στους στόχους που έχουμε.

Το Κόμμα μας έχει ωριμότητα, έχουμε όπλο το Πρόγραμμά μας, οι εξελίξεις μάς επιβεβαιώνουν και μπορούμε να δουλέψουμε με τέτοιον τρόπο που να υλοποιήσουμε τα καθήκοντα που απορρέουν από τη στρατηγική μας.


Γιάννης Πάσουλας
Μέλος της ΚΟΒ Οικοδόμων, ΤΟ Κατασκευών Αττικής του ΚΚΕ

Για τον ψηφιακό μετασχηματισμό

Ορισμένες σκέψεις για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ο οποίος είναι σε εξέλιξη και απ' ό,τι φαίνεται είναι και από τους βασικούς άμεσους στόχους της αστικής τάξης, και θα μας απασχολήσει ακόμα περισσότερο.

Το ζήτημα του ψηφιακού μετασχηματισμού δείχνει να κρίνεται θετικά από τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πιερρακάκης, ο αρμόδιος υπουργός, είναι από τα πιο δημοφιλή στελέχη της κυβέρνησης. Και η αλήθεια είναι ότι ορισμένες αλλαγές είχαν καθυστερήσει πολλά χρόνια, όσον αφορά π.χ. τη γραφειοκρατία στις δημόσιες υπηρεσίες, και είναι λογικό να καλωσορίζονται από τον κόσμο.

Κατά κάποιον τρόπο απομονώνεται μια πλευρά της λειτουργίας του κράτους, ως ουδέτερη, ως υπερταξική, ως ένας γενικός εκσυγχρονισμός. Σε ένα κράτος ταξικό, όμως, δεν μπορεί να θεωρηθεί κάποια πλευρά του ουδέτερη. Στην ουσία αυτό είναι και το σκεπτικό που κρύβεται πίσω από τη γνώμη ότι «ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι αναγκαία και θετική εξέλιξη, η οποία είχε καθυστερήσει». Δεν έχει κατανοηθεί πλήρως - και από τον περίγυρό μας - η ταξικότητα του κράτους, το κράτος ως «όργανο ταξικής κυριαρχίας», γεγονός που προφανώς το βρίσκουμε μπροστά μας και μέσα από άλλα ιδεολογήματα, όπως είναι η συμμετοχή σε κυβέρνηση, η «εθνική ενότητα» στα θέματα εξωτερικής πολιτικής κ.ά.

Είναι ένα ζήτημα πώς μπορούμε να αναδείξουμε και στον ψηφιακό μετασχηματισμό την ταξικότητα, και πιθανότατα πέφτει και ένα ιδιαίτερο βάρος στον τομέα μας, ώστε να τροφοδοτήσουμε τους συντρόφους μας με στοιχεία, επιχειρήματα, αλλά και συμπεράσματα από τις έως τώρα αλλαγές, όπως π.χ. η καθιέρωση της τηλεργασίας και οι συνέπειές της στη ζωή μας, στην εργασία μας κ.ο.κ. Αντίστοιχα, έχουμε πολλές εξελίξεις στον κλάδο, νέες τεχνολογίες που πρέπει να παρακολουθούμε και το πώς μπορούν να εφαρμοστούν σε μια άλλη οικονομία και ένα άλλο κράτος.

Π.χ. ενώ έχουν δημιουργηθεί μοντέλα που θα μπορούσαν εν δυνάμει να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό και την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών μας, βλέπουμε να αξιοποιούνται για παρακολούθηση, καταστολή, εργοδοτική τρομοκρατία κ.ά. Είναι άλλωστε χαρακτηριστική η συζήτηση που έχει ανοίξει για τα προσωπικά δεδομένα, λόγω και των αποκαλύψεων της τελευταίας περιόδου.

Παράλληλα, δεν είναι τυχαία και η κοινή σύγκλιση και ψήφιση του νομοσχεδίου για τα προσωπικά δεδομένα από σχεδόν όλα τα αστικά κόμματα (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, ΜέΡΑ25), που δείχνει ότι το κράτος και η πολιτική της αστικής τάξης, στα στρατηγικά ζητήματα, έχει συνέχεια από κυβέρνηση σε κυβέρνηση. Κάθε μία πατάει στο έργο της προηγούμενης.

Από την άλλη πλευρά, η λεγόμενη «4η βιομηχανική επανάσταση» είναι και το έδαφος πάνω στο οποίο μπορούμε να ξετυλίξουμε και την ανωτερότητα του σοσιαλισμού. Το πώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τα τεχνολογικά επιτεύγματα για την άμεση κάλυψη αναγκών, για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου κ.ο.κ.

Επίσης, βλέποντας την τεράστια εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, μπορούν να αναδειχθούν και οι αντιφάσεις του καπιταλισμού. Π.χ. η πανδημία έχει αναδείξει με πάρα πολλούς τρόπους ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να αντεπεξέλθει και θυσιάζει ζωές στο όνομα της οικονομίας τους, τα δημόσια συστήματα Υγείας σε πολλές χώρες έχουν καταρρεύσει, το κυνήγι και ο ανταγωνισμός για το εμβόλιο μόνο αρνητικές συνέπειες έχουν φέρει.

Την ταξικότητα όμως της επιστήμης και του κράτους μπορούμε να τη δούμε και από ένα άλλο, πολύ πιο μικρό παράδειγμα: Αντί να γίνονται επαναλαμβανόμενα και συχνά τεστ σε όλους, με ιδιαίτερο βάρος σε μαζικούς χώρους δουλειάς, σχολεία και νοσοκομεία, η ψηφιακή διακυβέρνηση έφτιαξε μια πλατφόρμα που επιλέγει τυχαία σε ποιον να κάνει τεστ. Αυτή είναι η χρήση της «4ης βιομηχανικής επανάστασης» από το σύγχρονο αστικό κράτος στην καταπολέμηση της πανδημίας.

Για όλα τα παραπάνω πρέπει όμως και εμείς από την πλευρά μας να παρακολουθούμε σταθερά τις εξελίξεις στον κλάδο, τις εξελίξεις της επιστήμης, την αξιοποίησή τους από το αστικό κράτος. Είναι εξελίξεις που επηρεάζουν τη νέα γενιά, που μέσα στη σαπίλα των αστικών κομμάτων, των κυβερνήσεων και των συνολικότερων αντιδραστικών εξελίξεων, ψάχνουν το νέο, το διαφορετικό, αυτό που μπορεί να φέρει την αλλαγή. Η τεχνολογία είναι ένα από αυτά τα πεδία όπου ποντάρει η νεολαία. Η εξέλιξή της καλλιεργείται ότι μπορεί να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες, να σταματήσει τους πολέμους, να λύσει προβλήματα της κοινωνίας, όπως είναι η ανεργία, η σίτιση. Από την πλευρά μας, όμως, δεν φτάνει ένα «δεν αρκούν τέτοιου είδους αλλαγές, χρειάζονται αλλαγές στην οικονομία». Θέλει μεγαλύτερη μελέτη και παρακολούθηση για να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε σε αυτές τις εξελίξεις. Για παράδειγμα, πόσο έτοιμοι είμαστε να απαντήσουμε και να αναλύσουμε σε έναν νέο εργαζόμενο ή να τροφοδοτήσουμε το Κόμμα μας με άρθρα και στοιχεία για τεχνολογικές εξελίξεις όπως είναι τα bitcoin, τα κρυπτονομίσματα, τα αποκεντρωμένα συστήματα, που είναι και της μόδας ως «εναλλακτική» οικονομία, ως εργαλεία ανωνυμίας συνδιαλλαγών που καλλιεργούνται σταθερά από διάφορα κέντρα ως το νέο και εναλλακτικό. Και από την άλλη πλευρά, μιας και προφανώς δεν απορρίπτουμε το εργαλείο και την επιστήμη, αλλά κρίνουμε τη χρήση τους στο σήμερα, να δούμε και πώς μπορούν αυτά τα εργαλεία να αξιοποιηθούν σε μια άλλη οικονομία, στον σοσιαλισμό, ώστε σε τελική ανάλυση να εμπνεύσεις και τον άλλο που προβληματίζεται και πραγματικά ενδιαφέρεται για αυτές τις πλευρές.

Μπροστά στις αντιφάσεις του καπιταλισμού, σε μια περίοδο με νέα κρίση, δεύτερη σε ελάχιστα χρόνια, είναι λογικό να υπάρξουν αντιδράσεις από την εργατική τάξη και το λαό. Γι' αυτό και προσπαθούν να τον αποκόψουν από τη ριζοσπαστικοποίηση, να προμοτάρουν «εναλλακτικούς» τρόπους διεκδίκησης, διακυβέρνησης, οικονομίας εντός των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής κ.λπ. Γι' αυτό πρέπει και εμείς να κάνουμε βήμα στη μελέτη των εξελίξεων, και των επιστημονικών, ώστε να μπορούμε να παρεμβαίνουμε καλύτερα. Η μελετημένη παρέμβασή μας μπορεί να φέρει αποτελέσματα στον βαθμό που περνάει από το χέρι μας να προβληματίσουμε κόσμο, να κερδίσουμε συνειδήσεις. Είναι στοίχημα για εμάς, ειδικά μπροστά στην «4η βιομηχανική επανάσταση», να κάνουμε βήμα ως Κόμμα στην παρέμβασή μας, στην απάντηση των σύγχρονων ιδεολογημάτων. Να αναδείξουμε την ταξικότητα της επιστήμης, του κράτους. Να αναδείξουμε τα εμπόδια που βάζει η σημερινή οικονομία στην εξέλιξη και αξιοποίηση της τεχνολογίας προς όφελος των λαών. Γιατί μπορεί τα πράγματα να δείχνουν ότι κινούνται αργά και δύσκολα, μπορεί να βλέπουμε μια τάση συντηρητικοποίησης του κόσμου, αλλά παρ' όλα αυτά εμείς μπορούμε να παρέμβουμε και να κερδίσουμε συνειδήσεις στον αγώνα μας.


Μάνθος Ψυρράκης
Μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ