Σάββατο 19 Ιούνη 2021 - Κυριακή 20 Ιούνη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΚΕ
Ολοκληρώθηκε η δημοσίευση κειμένων συμμετοχής στον δημόσιο διάλογο

Ανακοίνωση της Επιτροπής Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου

Η Επιτροπή Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου για το 21ο Συνέδριο του ΚΚΕ ανακοινώνει ότι ολοκληρώθηκε η δημοσίευση κειμένων συμμετοχής στον δημόσιο Προσυνεδριακό Διάλογο, που ξεκίνησε στις 13/2/2021.

Η Επιτροπή παρέλαβε συνολικά 370 άρθρα που ήρθαν εντός της καθορισμένης προθεσμίας (μετά την παράταση που δόθηκε έως τις 28/4/2021) και άλλα 7 άρθρα που ήρθαν εκτός της καθορισμένης προθεσμίας. Από τα άρθρα που πληρούσαν τα κριτήρια δημοσίευσης, 320 δημοσιεύτηκαν στον «Ριζοσπάστη» και 37 δημοσιεύτηκαν στα τεύχη 2 και 3 του 2021 (Μάρτης - Απρίλης και Μάης - Ιούνης) της ΚΟΜΕΠ. Τα υπόλοιπα 20 άρθρα ήρθαν είτε με την υπόδειξη να μη δημοσιευτούν, είτε χωρίς πλήρη στοιχεία.

Ολα τα κείμενα περιλαμβάνονται στον φάκελο του Προσυνεδριακού Διαλόγου και θα είναι στη διάθεση των αντιπροσώπων του Συνεδρίου.

17 Ιούνη 2021

Η Επιτροπή Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου για το 21ο Συνέδριο

Τίποτε δεν μένει στάσιμο. Ενισχύουμε τη συγκέντρωση δυνάμεων για το σοσιαλισμό

Η συζήτηση αποτίμησης, συμπερασμάτων και κατευθύνσεων με βάση τις θέσεις για το 21ο Συνέδριο είναι μεγάλης σημασίας για τη συνέχεια της δουλειάς του Κόμματος στις σημερινές συνθήκες. Επίκεντρο στη δουλειά του Κόμματος που διαχρονικά το απασχολεί είναι η εργατική τάξη και το κίνημά της.

Τα στοιχεία του 2ου κειμένου των θέσεων επιβεβαιώνουν την αντικειμενική πραγματικότητα σε σχέση με το χαρακτήρα της εποχής που παραμένει αυτός του περάσματος από τον καπιταλισμό (ιμπεριαλισμό) στο σοσιαλισμό.

Εκφράζονται εμφατικά οι εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού καθώς και η δυσκολία του στη διαχείριση σοβαρών καταστάσεων, ειδικά σε περιόδους όξυνσης προβλημάτων, όπως σήμερα η πανδημία και η καπιταλιστική οικονομική κρίση.

Ωστόσο, οι δυνατότητες που δίνει το υψηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων συντελούν στο να επιτυγχάνει το σύστημα μια στοιχειώδη διαχείριση, να αποφεύγει, ασφαλώς μέχρι ενός σημείου, τις οξύνσεις, ακόμα και στο πεδίο των ενδοαστικών συγκρούσεων.

Ταυτόχρονα, επιδρά η επεξεργασμένη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση της αστικής τάξης, μαζί με τις συνέπειες της αντεπανάστασης που συνεχίζουν να λειτουργούν ενεργά, οδηγώντας στην ενσωμάτωση μεγάλου τμήματος των εργαζομένων και του εργατικού, συνδικαλιστικού κινήματος.

Το μεγάλο κεφάλαιο και οι μηχανισμοί του επιδρούν ποικιλοτρόπως στους εργαζόμενους, επηρεάζουν τη στάση τους απέναντι στις εξελίξεις, δηλητηριάζοντας τη συνείδησή τους με τη λογική ότι δεν υπάρχει διέξοδος εκτός του υπάρχοντος συστήματος. Η καπιταλιστική δραστηριότητα εκθειάζεται μαζί με την «Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη». Οι κεντρικές αστικές επεξεργασίες, στην ΕΕ και αλλού, οι επιμέρους νομοθεσίες των καπιταλιστικών κρατών κατευθύνουν στην πιο βαθιά ενσωμάτωση των συνδικάτων, στην προσαρμογή τους στα σύγχρονα δεδομένα και απαιτήσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της καπιταλιστικής οικονομίας, με λειτουργία και δράση ελεγχόμενη, διευθετημένη, σε συνεργασία με το αστικό κράτος.

Κατά το δοκούν, καλλιεργείται η αντίληψη ότι οι εργαζόμενοι δεν χρειάζονται τα σωματεία, με χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα της ΑΜΑΖΟΝ στις ΗΠΑ, είτε ότι τα χρειάζονται στο ρόλο του κοινωνικού εταίρου, του συνδιαμορφωτή και συνδιαχειριστή της αστικής πολιτικής, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση και η ΓΣΕΕ.

Ετσι, βλέπουμε σήμερα, σε συνθήκες «νόμιμης» δράσης των συνδικάτων, ο βαθμός οργάνωσης να είναι χαμηλότερος σε σχέση με περιόδους παρανομίας και διώξεων. Είτε βλέπουμε μαζικά σωματεία με εργοδοτική - κυβερνητική κατεύθυνση.

Ομως, το γεγονός ότι οι αστοί επενδύουν στο «καρότο», δεν σημαίνει πως ξεχνούν το «μαστίγιο». Αντιθέτως, χειρίζονται αυτά τα δυο «εργαλεία», σε σχέση αμφίδρομη, με μεγαλύτερη μαεστρία.

Οταν κρίνουν, «δείχνουν τα δόντια τους» με ένταση της καταστολής, όπως τη ζήσαμε πρόσφατα στις κινητοποιήσεις του εργατικού και λαϊκού κινήματος, συνοδευόμενη από την προσπάθεια «πειθούς» για την αναγκαία επιβολή της χάριν «προστασίας της δημόσιας υγείας».

Η πρωτοπόρα και καθοριστική συμβολή των κομμουνιστών στην προκειμένη περίπτωση δεν είχε να κάνει μόνο με την απόκρουση αυτής της προσπάθειας, πράγμα πολύ σημαντικό, αλλά και με την αντιμετώπιση των ρεφορμιστικών, οπορτουνιστικών αντιλήψεων περί «δημοκρατίας», «ατομικού δικαιωματισμού», «προοδευτικής διαχείρισης», που «τρέφονται» από τέτοιες συγκυρίες, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον καπιταλισμό, την εκμεταλλευτική βία, την πολύμορφη καταστολή στους χώρους δουλειάς ή και προβάλλοντας τη λογική των σταδίων.

Επομένως, σε αυτές τις συνθήκες, το αυτονόητο ότι οι κομμουνιστές ανέκαθεν είναι μπροστά σε κάθε εργατικό και λαϊκό αγώνα ή σκίρτημα, θέλουν και παλεύουν για την πιο μαζική οργάνωση των εργατών στα σωματεία, συνοδεύεται από τις αυξημένες απαιτήσεις της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης για το απαραίτητο μπόλιασμα της στρατηγικής και του προγράμματός μας στο κίνημα, ώστε να προχωρήσει η ανασύνταξη.

Πρόκειται για σύνθετη και δύσκολη «εξίσωση», απαραίτητη, όμως, για την αντιμετώπιση των αντιφάσεων που συναντάμε στο κίνημα, στους αγώνες που σωστά και αναγκαία ξεσπούν για διάφορα ζητήματα.

Για παράδειγμα, αν δεν αναδεικνύεται η παραπέρα προοπτική και διέξοδος, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί η απογοήτευση ενός αγώνα που έφτασε σε ένα ορισμένο σημείο ή δεν είχε κάποιο άμεσο αποτέλεσμα. `Η η στάση ενός σωματείου που παίρνει αγωνιστικές αποφάσεις, αλλά θέτει εκτός τους εργολαβικούς εργαζόμενους. Δεν μπορεί να απαντηθεί η άποψη που έντεχνα η εργοδοσία, σε μια σειρά επιχειρήσεις, περνά στους εργαζόμενους, ότι η οικειοθελής εργοδοτική παροχή «τροφείων» τους συμφέρει περισσότερο από την κατοχύρωση μιας ΣΣΕ, γιατί έτσι «μπαίνουν περισσότερα στην τσέπη». Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί το εργοδοτικό επιχείρημα ότι αφού η επιχείρηση παρέχει καλές αμοιβές και εργασιακές συνθήκες, δεν υπάρχει λόγος να «δεσμευτεί» με ΣΣΕ.

Αντίθετα, όσο αποκαλύπτεται στους εργαζόμενους ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης, της παραγωγής υπεραξίας, ότι έχουν πάντα αντιτιθέμενα συμφέροντα με την εργοδοσία, τόσο πείθονται για την απαιτούμενη σύγκρουση με την εργοδοσία, προκειμένου να διεκδικήσουν μεγαλύτερο μέρος της κλεμμένης υπεραξίας, όχι μόνο μέσω του μισθού αλλά και των άλλων δικαιωμάτων και κυρίως μέσω της συλλογικής προστασίας που προσφέρει μια ΣΣΕ, για την ενίσχυση της οργάνωσής τους. Τόσο θα βλέπουν ότι πρέπει να αμφισβητήσουν συνολικά το εκμεταλλευτικό σύστημα, να ετοιμαστούν, μέσα και από τη συνδικαλιστική πάλη, για την ανατροπή του.

Η επέκταση και ο εμπλουτισμός της συζήτησης για τις σύγχρονες και πραγματικές ανάγκες βοηθά σε αυτή τη συνειδητοποίηση. Αντιμετωπίζει την πιθανή αμηχανία εκεί που οι εργαζόμενοι δεν έχουν οξυμένα προβλήματα, εκεί που η εργοδοσία είναι τυπικά «σωστή». Γιατί οι σύγχρονες ανάγκες διαμορφώνονται αντικειμενικά στη βάση του επιπέδου ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και υπάρχουν, όπως και η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, ανεξαρτήτως κατάστασης του κλάδου, του χώρου, των μισθών.

Σε αυτή τη βάση γίνεται η δική μας πρόταση για την αντιπαράθεση με την εργοδοσία, τον προσανατολισμό των εργαζομένων και των σωματείων τους, είτε όταν γίνεται ένας αγώνας, στην εξέλιξή του, τη διάρκειά του, είτε κι όταν δεν ξεσπά, στην προσπάθεια οργάνωσής του.

Η απαιτούμενη βασανιστική επεξεργασία της ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασης του Κόμματος στο κίνημα προϋποθέτει την καλή παρακολούθηση των κλάδων, της εργοδοσίας, των άλλων δυνάμεων. Την πιο ενδελεχή επεξεργασία των εξελίξεων στο διεθνές εργατικό κίνημα, στην ΠΣΟ και την αντιπαράθεσή της με ETUC/ITUC, στους αγώνες που αναπτύσσονται διεθνώς και τη στάση των κομμουνιστών. Την καλύτερη, όσο το δυνατόν, διάταξη των δικών μας δυνάμεων κι ενίσχυση της δουλειάς μας σε κλάδους, κλαδικά συνδικάτα, όπου έχουμε αποφασίσει να ρίξουμε βάρος.

Πρέπει, τέλος, να μας απασχολήσει πώς με αποφάσεις θα ενταχθούν νέες συνδικαλιστικές οργανώσεις στο ΠΑΜΕ, πράγμα που περνά και από την ενίσχυση των κομματικών δυνάμεων και πυρήνων στους χώρους δουλειάς, στους κλάδους, της αντικαπιταλιστικής αντίληψης μέσα στους εργάτες και την πάλη τους.

Τίποτα δεν μένει στάσιμο, ούτε η υποχώρηση στο κίνημα. Υπάρχουν και θα υπάρξουν περισσότερα στοιχεία ανόδου.

Υπάρχουν προϋποθέσεις να ενισχύσουμε τη συγκέντρωση δυνάμεων για το σοσιαλισμό.


Γιώτα Ταβουλάρη
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ

Ανεβάζοντας αισθητά τον πήχη της καθοδηγητικής δουλειάς

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ. Η πρώτη αίσθηση που είχα όταν διάβασα το 1ο κείμενο είναι ότι οι απαιτήσεις από την καθοδηγητική δουλειά μεγαλώνουν και ότι παρά το γεγονός πως σε γενικές γραμμές οι Θέσεις θέτουν πλευρές που μας απασχολούσαν όλα τα τελευταία χρόνια, δίνοντάς τα όλα μαζί συνθέτουν μία οπτική ολοκληρωμένη για το πώς πρέπει - ξεκινώντας από την ίδια την ΚΕ - τα Οργανα να καθοδηγήσουμε όλο το Κόμμα, προκειμένου να τα καταφέρουμε το επόμενο διάστημα.

Πιστεύω ότι έχουμε ακόμα πολλή δουλειά να κάνουμε για να συνειδητοποιούνται η περίοδος που βρισκόμαστε, η υποχώρηση του εργατικού κινήματος, οι μεγαλύτερες δυσκολίες για καταστάλαγμα αποτελεσμάτων. Οχι ως μία εγκυκλοπαιδική, τυπική συζήτηση, αλλά επί της ουσίας, γιατί πολλές φορές συγκρίνουμε με το παρελθόν και αυτό δεν βοηθάει. Για παράδειγμα, συζητώντας για τις μαθητικές κινητοποιήσεις στο Κόμμα ακούστηκε από ορισμένους συντρόφους ότι π.χ. το 2003 κατέβαιναν δεκάδες χιλιάδες στο δρόμο, τώρα όχι. Μια συζήτηση που δεν είναι γόνιμη αν συγκρίνει τη δουλειά μας και τα αποτελέσματά της, με το παρελθόν και δεν παίρνει υπόψη της την κατάσταση. Αντίστοιχα, σύντροφοι που έδωσαν πιο στα γεμάτα τη μάχη και πήραν πιο καλά μέρος στη διαπάλη συνειδητοποιούσαν ότι δεν μπορεί να υπάρχει σύγκριση.

Ταυτόχρονα, η συζήτηση για τα χαρακτηριστικά της περιόδου που διανύουμε είναι αναγκαίο να διέπεται και να καλλιεργεί ένα πνεύμα μαχητικής αντιμετώπισης, να καθοδηγούμε με ένα πνεύμα ασυμβίβαστο με τις δυσκολίες, όπως αναφέρεται στη θέση 13. Αυτό απαιτεί γνώση, καλή επεξεργασία, τόλμη για κατάλληλες πρωτοβουλίες, σπάσιμο της ρουτίνας και του καθιερωμένου. Αν μπορούσα να του δώσω ένα χαρακτηρισμό θα έλεγα ένα πιο δημιουργικό πνεύμα στην καθοδηγητική δουλειά.

Οι Θέσεις αναδεικνύουν ως κομβικό ρόλο το ρόλο του Γραμματέα. Συμφωνώ, ιδιαίτερα από τη σκοπιά ότι δίνει τον τόνο στον προσανατολισμό ενός Οργάνου, θέτει προτεραιότητες στη βάση των αποφάσεων. Πιστεύω όμως ότι οι αρετές που περιγράφονται και πιστώνονται ως αναγκαίες σε αυτήν τη χρέωση είναι ζητούμενο για όλα τα στελέχη και πρέπει να δούμε και υπό αυτό το πρίσμα τη δουλειά μας κοιτώντας ο καθένας μας και τον Γραμματέα που τον καθοδηγεί, αλλά και τον Γραμματέα που καθοδηγεί, ιδιαίτερα συζητώντας στο επίπεδο Επιτροπών Περιοχών. Κρίσιμο ζήτημα εδώ είναι να λειτουργεί με ευθύνη όλων των στελεχών ο καταμερισμός όχι μόνο της καθοδήγησης Οργανώσεων, αλλά να διαμορφωθούν και να διατεθούν στελέχη που στο επίπεδο των Οργάνων θα αναλάβουν τις επιτροπές, θα διαμορφωθούν δηλαδή κατάλληλα επιτελεία. Στην ΚΟ Αττικής έχουμε κάνει ορισμένα βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση, ακόμα όμως έχουμε να λύσουμε πολλά. Με αποφασιστικότητα στην επόμενη Επιτροπή Περιοχής να πάρουμε υπόψη μας τη διάθεση στελεχών που θα καλύψουν όλες τις σχετικές ανάγκες.

Το θέμα, κατά τη γνώμη μου, είναι πιο καλά να ψάξουμε, να δούμε, να δοκιμάσουμε πώς τα Οργανα θα βελτιώσουμε τον τρόπο που συζητάμε, ιδιαίτερα στο επίπεδο του ΤΓ, ορισμένες φορές και παραπάνω, στα Γραφεία Περιοχής, αλλά και πώς κατανοείται αυτό παρακάτω. Γιατί δεν είναι εύκολο. Είναι βαθιά χωνεμένο στην κομματική συνείδηση και συνήθεια ένας τρόπος ότι στη συνεδρίαση του Τομεακού Οργάνου βάζουμε κατευθύνσεις και στην επόμενη βλέπουμε λίγες νέες κατευθύνσεις και ελέγχουμε τις προηγούμενες. Με αποφασιστικότητα πρέπει το επόμενο διάστημα να δούμε τα Οργανα να συζητάνε πολυθεματικά, πολύπλευρα, να εισηγούνται με βάση τον καταμερισμό οι αντίστοιχοι σύντροφοι κ.λπ. Ομως, να μην πιστεύουμε ότι ο προηγούμενος τρόπος δουλειάς θα ξεπεραστεί εύκολα. Η μέχρι τώρα πείρα δείχνει ότι π.χ. δεν είναι εύκολο να συνειδητοποιηθεί πολλές φορές ποια είναι η ευθύνη του υπεύθυνου από το ΤΓ για τη δουλειά στις γυναίκες, στην Παιδεία, πιο ειδικά όταν πλευρές αυτής της δουλειάς, όπως είναι φυσικό, δεν ελέγχονται σε κάθε συνεδρίαση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλές φορές ακόμα και να συζητάμε - ας πούμε και με καλές εισηγήσεις - σε ένα Οργανο μία θεματολογία, να βλέπουμε πιο ιδιαίτερες κατευθύνσεις και στη συνέχεια η ευθύνη για την πορεία αυτών των κατευθύνσεων να διαχέεται ανάμεσα στους υπεύθυνους, στους Γραμματείς, στα οργανωτικά στελέχη ενός Οργάνου. Είναι χαρακτηριστική η συζήτηση που γίνεται συχνά ακόμα και για αυτές τις χρεώσεις που πιο καλά έχουμε λύσει τον καταμερισμό τους π.χ οικονομικά, ιδεολογικοί κ.λπ.

Αρα χρειάζεται με κρίσιμο κρίκο φυσικά τον Γραμματέα να ανεβαίνει η ευθύνη για τη συλλογικότητα, την ενιαία αντίληψη για τη σημασία και τις ιεραρχήσεις κάθε δουλειάς, και αυτή η ευθύνη να αποδίδεται από τους ίδιους τους Γραμματείς απέναντι στα στελέχη που χρεώνονται μέτωπα και πιο ειδικές πλευρές της δουλειάς μας στα Οργανα. Να γενικευτούν μορφές και μέθοδοι καθοδήγησης, όπως αχτίφ, ομάδες δουλειάς, ενημέρωση με ειδικά σημειώματα, αρθρογραφία κ.ά.

Στις Θέσεις κατά τη γνώμη μου πιο ολοκληρωμένα και ουσιαστικά τίθενται τα ζητήματα κομματικής οικοδόμησης, διάταξης δυνάμεων στην κατεύθυνση του ενιαίου κοινωνικοταξικού προσανατολισμού που αφορά τόσο τις κλαδικές Οργανώσεις όσο και τις εδαφικές. Σωστά νομίζω επισημαίνονται προβλήματα και κίνδυνοι που υπάρχουν τόσο όταν το βλέμμα της ΚΟΒ περιορίζεται και στενεύει όσο και όταν χάνεται σε μία γενική δουλειά χωρίς επικέντρωση. Τέτοια ζητήματα διάταξης, αλλά και επικέντρωσης χρειάζεται να δούμε στην ΤΟ Εκπαιδευτικών, παίρνοντας υπόψη μας ότι κρατώντας τη γενική κλαδική δουλειά που κάνουμε χρειάζεται να επικεντρώσουμε και να ιεραρχήσουμε σε δήμους, σε σχολικά συγκροτήματα, σε σωματεία. Επίσης χρειάζεται να εξειδικεύεται η δουλειά μας με βάση και τη βαθμίδα Εκπαίδευσης, αν συμφωνήσουμε πως η δουλειά στο περιεχόμενο της Εκπαίδευσης, του μαθήματος και η παρέμβαση στα παιδιά είναι ο κρίκος που μπορεί να τραβήξει προς τα πάνω το σύνολο της παρέμβασής μας. Από αυτήν τη σκοπιά ειδικά για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση νομίζω ότι πρέπει από κοινού Κόμμα και ΚΝΕ να δούμε ιεραρχήσεις, ακόμα και ένα πιο συγκεκριμένο κοινό σχέδιο, π.χ. ΕΠΑΛ.

Αντίστοιχα ζητήματα διάταξης πρέπει να δούμε στην ΚΟ Αττικής και για την Ιδιωτική Εκπαίδευση καθώς ο αριθμός των συντρόφων που δουλεύουν σε φροντιστήρια μεγαλώνει. Και εδώ θέλει να δούμε πού ιεραρχούμε, πώς διατάσσουμε τις δυνάμεις μας έτσι ώστε σύντροφοι που δουλεύουν σε μεγάλα φροντιστήρια να είναι στην Οργάνωση εκπαιδευτικών ενώ άλλοι σύντροφοι θα μπορούσαν στο έδαφος να συμβάλουν αποφασιστικά στην παρέμβαση στους χώρους της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης, επιδιώκοντας επαφή και με τους μαθητές. Σε κάθε περίπτωση, αυτό σημαίνει ευθύνη και από το έδαφος γι' αυτήν τη δουλειά, αλλά και ανέβασμα της επιτελικότητας για την παρακολούθηση από μεριάς της Επιτροπής Περιοχής και της ΤΟ Εκπαιδευτικών.


Βαγγελιώ Πλατανιά
Μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Περιοχής Αττικής του ΚΚΕ

Για το 2ο κείμενο των Θέσεων - Για το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα

Συμφωνώ και με το 2ο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ. Η μελέτη τους, η μελέτη των εξελίξεων (όπως αναλύονται στο κείμενο), μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εφόδιο στο σύνολο του Κόμματος, στην προσπάθεια για βελτίωση του ιδεολογικού και πολιτικού επιπέδου των δυνάμεών μας. Μπορεί να συμβάλει στον εξοπλισμό των κομματικών μας μελών και ευρύτερα, ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται στην αντιπαράθεση με τις άλλες δυνάμεις.

Δεν αρκούν πλέον κάποιες γενικές, πολύ περισσότερο επιφανειακές γνώσεις. Στη διαμόρφωση της πολιτικής μας, των θέσεών μας, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τις ταχύτατα μεταβαλλόμενες εξελίξεις, να αναλύουμε σωστά όλα τα δεδομένα.

Εχουμε πολλά παραδείγματα παρανοήσεων, άγνοιας ή συγχύσεων, π.χ. για Ρωσία - Κίνα και το ρόλο τους ως μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Αρκετοί εργαζόμενοι, ακόμα και φίλοι του ΚΚΕ, έχουν άλλη θεώρηση. Στο βάθος βάθος πολλοί πιστεύουν ότι η Κίνα (με κάποιες ιδιαιτερότητες) οικοδομεί σοσιαλισμό με τα δικά της, εθνικά χαρακτηριστικά.

Σε μεγάλα τμήματα του λαού μας επιπλέον, λόγω και της ιστορικής πείρας και ιστορικών γεγονότων και της απόλυτης ταύτισης της κυρίαρχης μερίδας της αστικής μας τάξης μαζί τους, η εικόνα κυρίως του αμερικανικού αλλά και του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού είναι αποκρουστική. Απαιτείται μεγάλη προσπάθεια, ώστε η αντίθεση αυτή να μη μεταφράζεται σε επιλογή ιμπεριαλιστή, όπως και στις Θέσεις αναφέρεται, αλλά να είναι συνολική καταδίκη των ιμπεριαλιστικών λυκοσυμμαχιών και επεμβάσεων. Η σημερινή Ρωσία καμιά σχέση δεν έχει με τη σοσιαλιστική Σοβιετική Ενωση, νοιάζεται μόνο για τα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.

Ορισμένες σκέψεις για την κατάσταση στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα:

-- Συμφωνώ ότι διατρέχει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους. Οι συνθήκες αντεπανάστασης, η μετάλλαξη ισχυρών κάποτε Κομμάτων, με αλλαγές στο χαρακτήρα και πολλές φορές και στον τίτλο, η ταλάντευση πολλών κομμάτων σε θέσεις αμφιλεγόμενες, μέχρι και εθνικιστικές, οπορτουνιστικές και «αντι- νεοφιλελεύθερες», η ελλιπής ή και ανύπαρκτη ανάλυση των αιτιών των αντεπαναστατικών ανατροπών, είναι κάποιες μόνο από τις εκφράσεις της κατάστασης και συνιστούν μια κάθε άλλο παρά ευχάριστη εικόνα.

-- Οι προσπάθειες που καταβάλλει το Κόμμα και το Τμήμα Διεθνών Σχέσεων είναι, τηρουμένων των αναλογιών, πολύ σημαντικές, πραγματική όαση. Με διμερείς συναντήσεις και συσκέψεις, τις επεξεργασίες του πρώτα απ' όλα, βοήθησε και βοηθάει πολλά Κόμματα. Αντικειμενικά όμως δεν φτάνουν οι προσπάθειες του ΚΚΕ. Το Κόμμα μας δρα σε μια μικρή χώρα, δεν μπορεί δυστυχώς να είναι Κόμμα αναφοράς, παρά το σημαντικό ρόλο που έχει αναλάβει. Θα χρειαστούν και άλλα ΚΚ σημαντικότερων χωρών.

Κατά τη γνώμη μου το Παγκόσμιο Κομμουνιστικό Κίνημα βρίσκεται απέναντι σε δύο σοβαρές προκλήσεις, εξίσου σημαντικές που πρέπει να αντιμετωπίσει:

-- Αφενός μέσα από διαρκή πάλη, αντιπαράθεση και αναζήτηση, να αποκτήσει κοινή γλώσσα, να αποκτήσει συνοχή, πάνω στις θεωρητικές, ιδεολογικές βάσεις του μαρξισμού - λενινισμού. Να αποτιμήσει (όπως κάνει το ΚΚΕ) ισορροπημένα την πείρα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, χωρίς ωραιοποιήσεις, αλλά και χωρίς να αφαιρείται από το κύριο: Οτι η πρώτη προσπάθεια για το άλμα στη σοσιαλιστική κοινωνία ήταν θετική και ελπιδοφόρα, άφησε ισχυρές παρακαταθήκες και εμπειρίες.

-- Από την άλλη, το ίδιο σημαντικός είναι, κατά τη γνώμη μου, ο κίνδυνος να έχουν μεν κάποια επιτελεία ΚΚ, να κάνουν και σωστές κατά βάση αναλύσεις και επεξεργασίες, αλλά να είναι ακίνδυνα για την αστική τάξη και το σύστημά της, να βρίσκονται στο περιθώριο. Να μην έχουν επιρροή στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, αλλά και εκλογική επιρροή (που όπως σημείωναν και οι κλασικοί μας, αντανακλά την ικανότητα των κομμάτων να δουλεύουν με τις εργατικές τους τάξεις και την ωριμότητα παράλληλα των μαζών). Και γνωρίζουμε καλά ότι δεν ενοχλεί παρά ελάχιστα τους αστούς μια μικρή, περιθωριακή δύναμη, που αναλύει, ξανά αναλύει, αλλά δεν έχει δυνατότητα να κινητοποιεί, να επηρεάζει εργατικές και λαϊκές μάζες. Και φυσικά αυτό προσπαθούν με όλα τα μέσα («νόμιμα» και μη) να κάνουν οι αστικές πολιτικές δυνάμεις.

Και δεν θα σταματήσουν να το επιχειρούν και διεθνώς και στη χώρα μας. Πολύ θα ήθελαν ένα ΚΚΕ, που θα μελετά και θα αναλύει, αλλά δεν θα υπολογίζουν παρά ελάχιστοι εργάτες και άνθρωποι των λαϊκών στρωμάτων, που η δυνατότητα να παρεμβαίνει αποφασιστικά στο εργατικό - λαϊκό κίνημα θα είναι μικρή, χωρίς δυνατότητα συσπείρωσης. Ονειρεύονται και ένα κίνημα τελματωμένο, χαμένο στο διαδίκτυο, στο συμβιβασμό και τη μοιρολατρία.

Αυτά που πέτυχε το Κόμμα όλα αυτά τα χρόνια μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές, να κρατήσει δηλαδή και τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά, να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον κίνδυνο ενσωμάτωσης και ταυτόχρονα να παίζει σοβαρό ρόλο στο εργατικό κίνημα, να διαθέτει σοβαρή ικανότητα συσπείρωσης και πολιτική επιρροή, είναι μεγάλη υπόθεση, πραγματικό κατόρθωμα.

Δυστυχώς, πολλά Κόμματα, επειδή δεν έχουν τέτοιο επαναστατικό προσανατολισμό, αλλά και επειδή δεν είναι προσανατολισμένα στη δουλειά στην εργατική τάξη και το κίνημά της, στους χώρους δουλειάς, στα άλλα λαϊκά στρώματα, κινδυνεύουν άμεσα να περιθωριοποιηθούν, να μην παίζουν ουσιαστικά ρόλο.

Είναι απαραίτητο, υπερβάλλοντας ίσως θα έλεγα είναι ζήτημα ζωής και θανάτου, αυτή η κατάσταση να αντιστραφεί, γιατί η ανάγκη των ανατροπών, η ανάγκη να τεθεί τέρμα στη σημερινή βαρβαρότητα, εξακολουθεί πιο επιτακτικά να υπάρχει και σίγουρα θα εκφραστεί στο άμεσο μέλλον με διάφορους τρόπους. Και αλίμονο στα Κόμματα που δεν θα βρίσκονται στην πρωτοπορία.

Τέλος, σύντροφοι, επιγραμματικά δύο ζητήματα:

- Το Κόμμα έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα στην επεξεργασία και εκλαΐκευση της άρνησης συμμετοχής σε κυβερνήσεις αστικής διαχείρισης και είναι αυτό μια ακόμα προσφορά και στο διεθνές κίνημα. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι έχει ολοκληρωθεί η δουλειά πάνω σε αυτό το ζήτημα στον περίγυρο και ευρύτερα. Με διάφορους τρόπους επανέρχεται, είναι εξ αντικειμένου σύνθετη και δύσκολη δουλειά, οι πιέσεις από τη σοσιαλδημοκρατία και τον οπορτουνισμό θα υπάρχουν και ανά περιόδους θα δυναμώνουν. Αρα πρέπει και εμείς να επανερχόμαστε πειστικά και αποφασιστικά, να διαπαιδαγωγούμε στο πνεύμα της ανατροπής και τις δυνάμεις μας και τους αγωνιστές που συμμετέχουν στους αγώνες.

Η αφομοίωση του Προγράμματος είναι καθοριστικής σημασίας. Να κατανοηθεί καλά η στρατηγική μας, να αντιμετωπίσουμε λογικές σταδίων, που είτε από άγνοια είτε από διαφορετική αφετηρία θα ξανατίθενται.

- Τέλος, αν και έχουμε συζητήσει το ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, το θέμα δεν έχει τελειώσει. Κι αυτό με την έννοια ότι και ολοκληρωμένα δεν έχει κατανοηθεί και η αντιπαράθεση θα δυναμώνει και νέα θέματα και προκλήσεις θα αντιμετωπίζουμε.


Ηλίας Γκουτζηγιάννης
Μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Περιοχής Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ

Σκέψεις και μια μικρή πείρα πάνω σε ζητήματα που θέτουν οι θέσεις

Συμφωνώ με τις θέσεις, είναι κείμενο που «πατάει» στη ζωή της Οργάνωσης, χωρίς στρογγυλέματα, αναδεικνύουν δυσκολίες, αδυναμίες στη δουλειά μας, κύρια καθοδηγητικές. Νομίζω ότι αυτό δεν πρέπει να το προσπερνάμε έτσι, ούτε να το θεωρούμε δεδομένο. Αλλωστε η αναγνώριση μιας αδυναμίας είναι και το πρώτο βήμα για το ξεπέρασμά της.

Βασικό ζήτημα που βάζουν στο επίκεντρο οι θέσεις είναι η Ισχυροποίηση του Κόμματος ώστε να μπορέσει να εκπληρώσει καλύτερα το ρόλο του ως καθοδηγητής του επαναστατικού εργατικού κινήματος, της Κοινωνικής Συμμαχίας, στην πάλη για τον Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό. Γεγονός που περνά, όπως θέτουν και οι θέσεις, μέσα από την αναβάθμιση της ιδεολογικής - πολιτικής - μορφωτικής δουλειάς, την αναβάθμιση της καθοδηγητικής δουλειάς και φυσικά την οικοδόμηση, πρώτα και κύρια στους μεγάλους κλάδους και χώρους δουλειάς.

Οι σωστές ιδεολογικές - πολιτικές βάσεις μπορούν να σε οδηγήσουν σε σωστή αποκωδικοποίηση συνθηκών και καταστάσεων, που με τη σειρά τους θα σε οδηγήσουν σε δράση σε σωστή κατεύθυνση, ανεξαρτήτως συνθηκών. Οσο σημαντική είναι η συλλογικότητα τόσο σημαντική είναι και η εκπαίδευση ο καθένας να ξέρει να λειτουργήσει σε μια δοσμένη στιγμή ως ένα ολόκληρο καθοδηγητικό κέντρο. Πρωτοβουλιακά αλλά και εύστοχα.

Ενώ η ΚΕ μπορεί να χαράσσει σωστά τη γραμμή, είναι ζήτημα πώς αυτή φτάνει έως τα κάτω, όπως και το ότι πρέπει συνεχώς να επανερχόμαστε σε ζητήματα, δεν λύνονται μονομιάς. Για παράδειγμα με αφορμή την περίοδο της πανδημίας, σωστά η ΚΕ έβαλε από την πρώτη στιγμή ως προμετωπίδα την οργανωμένη απειθαρχία, πως δεν μπαίνει η πολιτική δράση σε καραντίνα κ.λπ. Ομως δεν ήταν παντού και πάντοτε το ίδιο.

Για παράδειγμα στο πρώτο lockdown τον Μάρτιο υπήρξαν δυνάμεις που αιφνιδιάστηκαν, που κλειστήκαν μέσα, η αντίδραση και στο κίνημα ήταν μουδιασμένη. Με ευθύνη, από την ΤΕ ξεκινώντας, το πρόβλημα εντοπίστηκε, συζητήθηκε σε συνεργασίες, συνεδριάσεις ΚΟΒ, γρήγορα επανήλθαμε, πήραμε πρωτοβουλίες, ηγηθήκαμε με σημαντικά αποτελέσματα σε κάποιες περιπτώσεις.

Παρά την πείρα στο ξεπέρασμα του προβλήματος αυτού, αποδείχθηκε ότι δεν ξεμπερδέψαμε, επανήλθαν ζητήματα και ορισμένα πισωγυρίσματα στη δράση με το τρίτο κύμα της πανδημίας, την έξαρση των κρουσμάτων, τα πιο αυστηρά μέτρα και το παρατεταμένο lockdown.

Και εκεί όταν πήραμε μέτρα, συζητήσαμε συντροφικά και όχι με αφορισμούς, εξηγήσαμε, προτείναμε μέτρα, είχαμε θετικά αποτελέσματα. Αυτή η πείρα είναι σημαντική και πρέπει να την κρατήσουμε, αλλά να την πάρουμε και παραπέρα υπόψη και για άλλες καταστάσεις που απαιτούν οξυμένα αντανακλαστικά, π.χ. το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου ή μιας εμπόλεμης κατάστασης και την στάση των κομμουνιστών.

Επίσης είναι σωστό αυτό που μπαίνει στις θέσεις για ταξικά αντανακλαστικά των συντρόφων που δουλεύουν στη βιομηχανία με βάση τη θέση τους στην παραγωγή. Ομως εκεί ελλοχεύουν άλλοι κίνδυνοι. Το λύγισμα από την καθημερινότητα, τις οικονομικές δυσκολίες, την πίεση ή και την επίθεση από την εργοδοσία, τις πιέσεις που μπορεί να υπάρχουν από τον οικογενειακό ή και φιλικό περίγυρο στη βάση της ατομικής λύσης.

Επειδή οι άνθρωποι και οι σύντροφοί μας δεν είναι αριθμοί, όπως τους αντιμετωπίζουν οι εργοδοσίες στους χώρους δουλειάς, έχουμε ευθύνη να είμαστε διαρκώς κοντά τους και στο πλάι τους, να συζητάμε συντροφικά μαζί τους τι τους απασχολεί, πώς είναι η κατάσταση στη δουλειά, στο σπίτι, στην οικογένεια. Αναδεικνύοντας ότι τα προβλήματα δεν τα αντιμετωπίζουν μόνο αυτοί, αλλά όλη η τάξη τους, όλη η εργατική τάξη. Είναι αποτέλεσμα της λυσσασμένης επίθεσης του καπιταλισμού, που καταλαβαίνει ότι είναι στα τελευταία του αλλά δεν παραδίνεται και δεν θα παραδοθεί. Αρα και η απάντηση για να είναι όσο το δυνατόν επιτυχής θα πρέπει να είναι συλλογική, συγχρονισμένη και όχι ατομική.

Δηλαδή, σε τελική ανάλυση, το βασικό είναι το ιδεολογικό - πολιτικό ατσάλωμα, η συζήτηση της ιστορικής πείρας του Κόμματός μας αλλά και διεθνώς, το μπόλιασμα του ταξικού μίσους, της σιγουριάς για τον αγώνα που δίνουμε, για τον σκοπό που παλεύουμε, των νομοτελειών που τον χαρακτηρίζουν, ότι η εποχή μας είναι εποχή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, του περάσματος από τον καπιταλισμό στον Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό, παρά τα προσωρινά πισωγυρίσματα, τα αργά βασανιστικά βήματα - αποτελέσματα σε περίοδο αντεπανάστασης.

Προφανώς εδώ χρειάζεται να πάρουμε και οργανωτικά μέτρα, γιατί και η βοήθεια που ορισμένες φορές υπολείπεται από τις ανάγκες, δεν δίνεται όχι γιατί δεν απασχολεί, αλλά τις περισσότερες φορές για άλλους λόγους (πολυχρέωση, βάρδιες, οικογενειακές και άλλες υποχρεώσεις), παίρνοντας υπόψη ότι τις περισσότερες φορές και οι καθοδηγητές αυτών των Οργανώσεων είναι και οι ίδιοι βιομηχανικοί εργάτες, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Φυσικά δεν πρέπει όλα να ρίχνονται στην αντικειμενικότητα των συνθηκών. Γιατί πολλές φορές αφορούν δικές μας υποκειμενικές αδυναμίες, που έχουν να κάνουν με ζητήματα καλύτερης οργάνωσης της δράσης, μέτρα, ακόμα - ακόμα σε τι βαθμό θα κάνει ο καθένας και «σκόντο» από την καθημερινότητά του.

Εδώ νομίζω υπεισέρχεται και το ζήτημα τι στελέχη θέλουμε. Στελέχη πολυδιάστατα, με στέρεο ιδεολογικό - πολιτικό υπόβαθρο αλλά και λαϊκούς ηγέτες στο χώρο τους. Αυτό έχει να κάνει νομίζω και από την αποδοχή ότι ούτε κάποιοι γεννήθηκαν «πεφωτισμένο», ούτε κάποιοι άλλοι ρήτορες και οργανωτές μαζών. Αυτό γιατί κάποιοι σύντροφοι μπορεί να λένε εγώ δεν κάνω γι' αυτό ή το άλλο. Χρειάζεται δέσιμο θεωρίας και δράσης. Παρακολούθηση, μελέτη και συλλογική συζήτηση των εξελίξεων, γνώση των θέσεων του Κόμματος αλλά και πρωτοπορία στην οργάνωση της πάλης, στήριγμα για όποιον σηκώνεται.

Είναι αλήθεια πως έχουν γίνει βήματα στην καλύτερη παρακολούθηση των εξελίξεων ανά κλάδο και χώρο δουλειάς. Βοηθά η συγκρότηση βοηθητικών επιτροπών και επιτελείων. Ομως αυτή η δουλειά απαιτεί χρόνο, σκέψη, χαρτί και μολυβί, ξεπέρασμα της τρεχάλας της καθημερινότητας. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ακόμα που τα αντανακλαστικά μας είναι αργά και πολλές φορές κολλάμε και σε πρακτικά ζητήματα. Χρειάζεται κι άλλοι σύντροφοι να αναλάβουν ευθύνες, να δοκιμαστούν.

Τέλος, μια πλευρά που βάζουν οι θέσεις είναι ότι ενώ μπορεί να παίρνουμε καλό βαθμό στη δράση, είναι ζήτημα πώς αυτό πατάει σε στέρεες βάσεις, πώς αποκρυσταλλώνεται. Πολλές φορές επίσης η δράση μας μένει σε μια συνδικαλιστική παρέμβαση, δεν δένεται ιδεολογικοπολιτικά. Η πείρα δείχνει ότι όπου έγινε προσπάθεια η συμμετοχή στο κίνημα, σε έναν αγώνα να συνδυάζεται με την ιδεολογικοπολιτική συζήτηση, την ανάδειξη της πραγματικής διεξόδου του σοσιαλισμού, τη διακίνηση του «Ριζοσπάστη» κ.λπ., είχαμε και καλύτερα αποτελέσματα (διεύρυνση κύκλου επιρροής, στρατολογία). Σ' αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να δράσουμε.


Αρης Βενιζέλος
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής Ανατ. Στερεάς - Εύβοιας του ΚΚΕ

Για τη δουλειά μας στον κλάδο των super market με αφορμή το 2ο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ

Το περιεχόμενο των Θέσεων του 2ου κειμένου της Κεντρικής Επιτροπής νομίζω ότι πραγματικά εκφράζει το βήμα που θέλουμε να κάνουμε για να μελετάμε και να βλέπουμε τις εξελίξεις από την σκοπιά της στρατηγικής μας. Ιδιαίτερα τα ζητήματα της διεθνούς πραγματικότητας και του πολιτικού - στρατιωτικού πλαισίου του σύγχρονου κόσμου πρέπει να μπαίνουν πιο σταθερά στην φαρέτρα των επιχειρημάτων μας, στη βοήθεια παρακάτω στις ΚΟΒ κι όχι μόνο μπροστά στην όξυνση κάποιων εξελίξεων. Είναι όρος να μπουν στην δουλειά των κλαδικών οργάνων και των στελεχών ατομικά που είναι χρεωμένα σε αυτήν για να προχωρήσει ο επαναστατικός σκοπός μας.

Για παράδειγμα στη δουλειά μας στον κλάδο του Εμπορίου κι ειδικά στους μονοπωλιακούς ομίλους των super market πρέπει να πάρουμε υπόψη:

Οτι υπάρχει αυτήν τη στιγμή η μπροστινή εικόνα του κλάδου που αναφέρεται σε τεράστιους τζίρους - ρεκόρ κερδοφορίας όπως και αύξηση της εντατικοποίησης, των εργατικών ατυχημάτων, των συνεπειών της πανδημίας όπως με τον πρόσφατο θάνατο συναδέλφου στον «Σκλαβενίτη».

Ομως η δουλειά μας δεν θα είναι ολοκληρωμένη, δεν θα χτυπάει στην καρδιά, αν δεν πάρουμε υπόψη τη μεγάλη εικόνα που λέει ότι:

Εχουμε την είσοδο στη χώρα μας και στην περιοχή μας ενός μονοπωλίου ρωσικών συμφερόντων η οποία είναι η μεγαλύτερη discount αλυσίδα στη Ρωσία με 1.200 καταστήματα και με ένα κολοσσιαίο πλάνο επέκτασης μαζί με τη χώρα μας, σε Γαλλία, ΗΠΑ και Μ. Βρετανία.

Εχουμε έναν κλάδο ο οποίος μπαίνει στα ραντάρ εξαγοράς ενός από τα μεγαλύτερα fund στον κόσμο που ενδιαφέρθηκε πρόσφατα για την εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου της μεγαλύτερης αλυσίδας super market πανελλαδικά.

Εχουμε επίσης, με αφορμή και την πανδημία, την επιβεβαίωση ότι ο μεγαλύτερος εργοδότης σε απασχόληση προσωπικού στην Κεντρική Μακεδονία είναι ένας όμιλος super market o οποίος μεγαλώνει το δίκτυό του και πανελλαδικά.

Εχουμε όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους μονοπωλιακούς ομίλους του κλάδου, ανακοινώσεις ότι θα προχωρήσει παραπέρα, τα επόμενα 3-5 χρόνια η συγκεντροποίηση του κλάδου.

Τις παραπάνω εξελίξεις, που μπορεί να μην τις βρίσκουμε καθημερινά μπροστά μας, εννοώντας και στην κουβέντα με τους συναδέλφους, ωστόσο είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίο να μπουν στη δουλειά μας, στην ιδεολογική και πολιτική διαπάλη ώστε να αναδείξουμε και να διαλύσουμε:

1. Τον μύθο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, των επενδύσεων και του ανταγωνισμού που φέρνει δουλειές, ενώ έχουμε τρανταχτά παραδείγματα και στον κλάδο από μονοπωλιακούς ομίλους που έβαλαν την κερδοφορία τους πάνω από οποιαδήποτε δουλειά εργαζόμενου κι έστειλαν την επένδυσή τους σε άλλες καπιταλιστικές χώρες (το 2010 αλυσίδα γερμανικών συμφερόντων που έκλεισε τα 50 καταστήματα στη χώρα μας).

2. Τον μύθο του κράτους που «αν θέλει να είναι καλό για τον κόσμο, πρέπει να πάρει μέτρα και να προσελκύσει επενδύσεις», ενώ μπορεί να γίνει φανερό και στον κλάδο ότι κάθε καπιταλιστικό κράτος πρώτα και κύρια προωθεί τα συμφέροντα των δικών του μονοπωλίων μέσα από τα οποία προωθεί τα δικά του γεωστρατηγικά συμφέροντα π.χ. η πρώτη σε μέγεθος καπιταλιστική οικονομία της Ευρώπης, η Γερμανία, αναγνωρίζει μονοπωλιακό όμιλο super market γερμανικών συμφερόντων ως stiftung (φιλανθρωπικό όμιλο δηλαδή), με αποτέλεσμα η μητρική εταιρεία στη Γερμανία να απολαμβάνει μηδενικής φορολογίας από το γερμανικό κράτος, διασφαλίζοντας έτσι την κερδοφορία της, την επέκτασή της σε δεκάδες χώρες και το πάνω χέρι στον ανταγωνισμό.

3. Να χτυπήσουμε τον μύθο του «καλού αφεντικού και εργοδότη» όταν με αφορμή την πανδημία και τα μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς αποκαλύφθηκε ότι αποτελούσε στρατηγική επιλογή των μονοπωλίων του κλάδου πανευρωπαϊκά να μην παρθούν μέτρα προστασίας. Είναι πρόσφατα τα συνθήματα συναδέλφων έξω από καταστήματα super market σε Γαλλία και Ιταλία «τα κέρδη σας οι νεκροί μας» όπως και η έρευνα που έγινε πριν λίγους μήνες στη Μ. Βρετανία για το πώς μεταδίδεται ο ιός στους συγκεκριμένους χώρους.

Με τη μεγάλη και συνολική εικόνα να βοηθήσουμε τις δυνάμεις μας καθοδηγητικά και να αναδείξουμε ότι η όξυνση των ανταγωνισμών δεν έχει μόνο την πλευρά της στρατιωτικής επέκτασης και του ανταγωνισμού, αλλά και αυτή μονοπωλίων που έχουν αναφορά στο κράτος προέλευσης και η μεταξύ τους διαμάχη οξύνεται. Ο ανταγωνισμός για παράδειγμα 2 μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων super market, που δραστηριοποιούνται και στη χώρα μας, εκφράζει τον ανταγωνισμό που έχουν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Να αναδείξουμε καλύτερα ότι τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση και η εργοδοσία στον κλάδο ή σκοπεύει να πάρει είναι ζήτημα ταξικής τους επιλογής και ότι η λογική κόστους - οφέλους είναι λογική που διαπερνά όλη την καπιταλιστική οικονομία, από τους βασικούς κανόνες της.

Να δουλέψουμε στον κλάδο από τη σκοπιά των εργατικών - λαϊκών αναγκών, που αυτό μεταφράζεται στο ότι τα εκατομμύρια των εμπορευμάτων που παράγονται - φορτώνονται - διακινούνται και πωλούνται στα καταστήματα σε μία κεντρικά σχεδιασμένη σοσιαλιστική οικονομία δεν θα είχες το «παράλογο» φαινόμενο ένας ταξινομητής (picker) σε μία αποθήκη super market να φορτώνει καθημερινά κιβώτια που φτάνουν και τα 200 λίτρα γάλα ο ένας, και να μην φτάνει να αγοράσει κάποιες φορές για το παιδί του.

Να δώσουμε περισσότερο βάθος στη σκέψη των συναδέλφων, έχοντας εμπιστοσύνη σε αυτούς, ανοίγοντας ζητήματα και πλευρές από την πρότασή μας, την προοπτική που παλεύουμε, ακόμα και αν τώρα μπορεί να επηρεάζονται από ιδεολογήματα που πατάνε στον χώρο όπως «ευτυχώς εμείς έχουμε δουλειά, δες τι γίνεται γύρω μας». Οι αντικειμενικές συνθήκες δουλειάς, η μεγάλη εικόνα, η προοπτική μας μπορεί να πείσει, να δημιουργήσει ρήγματα. Αυτό δείχνει και η πρόσφατη πείρα μας τον τελευταίο χρόνο.

Συμφωνώ με τις Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής για το 21ο Συνέδριο όπως εκφράζονται και μέσα στο 2ο κείμενο.


Χ. Κ.
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ

Αναβαθμίζουμε τη δουλειά του ΚΚΕ στο κίνημα

Ακόμα και σήμερα υπάρχουν ορισμένες συγχύσεις για το πώς συνδέεται η στρατηγική του ΚΚΕ με τον ρόλο του στο εργατικό - λαϊκό κίνημα. Μερικές φορές αποσπάται η επαναστατική προοπτική από τη συνδικαλιστική δράση. Π.χ. θεωρείται ότι από την πρωτοπόρα δράση ενός κομμουνιστή στο κίνημα, το θετικό αποτέλεσμα είναι το κύρος που κερδίζει στα μάτια των συναδέλφων του χάρη στην ανιδιοτέλειά του, στον κόπο του για τα προβλήματα των άλλων, στην αφοβία του απέναντι στην εργοδοσία. Ολα αυτά ισχύουν και είναι καθήκον και τιμή μας! Μάλιστα οι κομμουνιστές συνδικαλιστές σήκωσαν μεγάλο βάρος για την καθοριστική συμβολή του ΚΚΕ ώστε «...ένα τμήμα της ΕΤ να δείχνει εξαιρετικά στοιχεία αντοχής...». Ωστόσο έχουμε πια μάθει αρκετά και είμαστε ικανότεροι ώστε να κρατάμε τα θετικά από τη δουλειά μας, αλλά και να διορθωνόμαστε για να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στο βασικό μας καθήκον.

Για να πλησιάζουν συνεχώς όλο και περισσότερο οι εργαζόμενοι στη συνειδητοποίηση ότι αυτός ο κόσμος δεν τους είναι αρκετός, πρέπει συνεχώς όλο και περισσότερο να ηττάται στη σκέψη τους η λογική του ατομικού δρόμου στη ζωή, η μη ταξική ματιά στις εξελίξεις, η «νομιμότητα» της κερδοφορίας των λίγων. Για να παίρνουμε νίκες σε αυτόν τον πόλεμο, το κύρος του συνδικαλιστή είναι ένα από τα όπλα μας, αλλά δεν αρκεί.

Η επίδραση των κομμουνιστικών ιδεών είναι δύσκολο αν όχι αδύνατον να γίνει μακριά από την οργανωμένη πάλη του εργατικού συνδικαλιστικού και ευρύτερα του λαϊκού κινήματος. Μέσα στους αγώνες μπορεί να γνωρίσει ο εργαζόμενος τη δύναμη που έχει η τάξη του. Να δει ότι τον ενώνει το ίδιο συμφέρον με χιλιάδες άλλους. Μέσα στο οργανωμένο εργατικό κίνημα υπάρχει το έδαφος για να καρποφορήσει υπό προϋποθέσεις η αντικαπιταλιστική κατεύθυνση στη σκέψη και δράση. Από αυτήν την άποψη αποκτά μεγάλη σημασία το καθήκον της αύξησης του βαθμού οργάνωσης στο κίνημα. Αλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι ο ταξικός αντίπαλος στοχεύει - και σε μεγάλο βαθμό έχει καταφέρει - την αποδιοργάνωση του εργατικού κινήματος σε μια σειρά χώρους και κλάδους.

Επιπλέον, η αστική ιδεολογία έχει αντικειμενικά κατακάτσει στη λαϊκή συνείδηση και ως αποτέλεσμα των υλικών όρων ζωής στον καπιταλισμό. Επομένως, οι προσπάθειές μας να φυτέψουμε τον σπόρο της αμφισβήτησης ξετυλίγονται σε ναρκοθετημένο έδαφος. Αν και δυνάμεις μας συνεχώς προσπαθούν για την οργάνωση της πάλης, αυτό δεν αποτελεί τη μόνη προϋπόθεση ώστε οι εργαζόμενοι να καταλαβαίνουν τα αδιέξοδα του συστήματος και να συστρατεύονται για την ανατροπή του.

Σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες πρέπει να δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό για να μεγιστοποιήσουμε την επίδραση του κομμουνιστικού οράματος. Η συμμετοχή των εργαζομένων στο κίνημα είναι μία πρώτη προϋπόθεση. Ομως εδώ υπάρχει ένα καθήκον που ιστορικά βαραίνει μονάχα εμάς τους κομμουνιστές. Αυτό αφορά τους όρους συμμετοχής στο κίνημα.

Αποδείχθηκε και το προηγούμενο διάστημα ότι δεν αρκεί να προωθούμε δίκαια αιτήματα στο κίνημα. Χρειάζεται και κλιμάκωση και καλή επεξεργασία, που να λαμβάνει υπόψη το επίπεδο της συνείδησης των εργαζομένων, τις ιδιαιτερότητες του χώρου και τις συνθήκες.

Χαρακτηριστικό είναι ότι το αίτημα για την επίταξη των ιδιωτικών κλινικών αγκαλιάστηκε από χιλιάδες υγειονομικούς, οι περισσότεροι από τους οποίους πριν την πανδημία αναγνώριζαν το δικαίωμα του κλινικάρχη στην κερδοφορία. Τότε, η θέση μας για «κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Υγεία» δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής, ακόμα και σε ανθρώπους δίπλα στο Κόμμα, που την τοποθετούσαν μαζί με άλλα στη σφαίρα του «ανέφικτου».

Τι συνέβη και άλλαξαν άποψη πολλοί εργαζόμενοι σχεδόν ταυτόχρονα; Και πριν, άλλωστε, η επιδίωξη της κερδοφορίας και η επιχειρηματική λειτουργία στον κλάδο της Υγείας ήταν βασική αιτία της υποβάθμισης της υγείας του λαού, ακόμα και θανάτων. Για τους κομμουνιστές τουλάχιστον, αυτό είναι ξεκάθαρο. Η διαφορά είναι η αμεσότητα με την οποία συνδέθηκε η κερδοφορία με τον κίνδυνο για την ανθρώπινη ζωή. Ηταν επίσης η ξαφνική μεταβολή στο μέγεθος των επιπτώσεων που προκαλεί στη ζωή του λαού το κίνητρο της παραγωγής σήμερα. Το σύστημα, έστω και περιορισμένα, ξεγυμνώθηκε από τα διάφορα περιτυλίγματα που το καθιστούν αδιαφανές ως προς την απανθρωπιά του.

Ας σκεφτούμε το εξής. Αν δεν είχαμε επεξεργαστεί το αίτημα για «επίταξη τώρα» και προχωρούσαμε με το αίτημα για «κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Υγεία» (το οποίο προϋποθέτει πολύ ανώτερο βαθμό συμφωνίας με την πολιτική πρόταση του Κόμματος) θα είχαμε πετύχει την ίδια συσπείρωση; Οχι, επειδή ο νοσηλευτής ή ο γιατρός δεν θα καταλάβαινε με ποιον τρόπο η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας θα αποσυμφορήσει τις ΜΕΘ. Διαπράξαμε κάποιου είδους υποχώρηση από τις αρχές μας; Πάλι όχι. Αλλωστε αυτή η θέση ήταν εκεί, δεν σταματήσαμε να τη δουλεύουμε σαν κομμουνιστές στο κίνημα αλλά και αυτοτελώς σαν Κόμμα. Αντίθετα, το αίτημα της επίταξης εξυπηρετεί σε αυτήν τη φάση με καλύτερους όρους τη ζύμωση για την πολιτική μας πρόταση, αφού αναδείξαμε ότι η επίλυση του προβλήματος προϋποθέτει το χτύπημα της κερδοφορίας. Επομένως, νομίζω το παραπάνω είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς προωθούμε στόχους πάλης βασιζόμενοι στις εξελίξεις, το επίπεδο συνείδησης και ξεκινώντας από τη στρατηγική μας.

Είναι αλήθεια ότι το βάθος της παραπάνω συνειδητοποίησης δεν μπορεί να είναι το ίδιο για όλους τους εργαζόμενους. Επίσης, πολλοί από αυτούς που υιοθέτησαν το αίτημα για επίταξη, μετά την πανδημία θα επιστρέψουν στις παλιές τους αντιλήψεις, ίσως όχι όλοι. Σίγουρα πάντως η δράση του εργατικού κινήματος, κάτω από την επίδραση αυτού του αιτήματος, συνέβαλε στη ζύμωση για την ανάγκη να εξελιχθεί ο οργανωμένος αγώνας σε πάλη για την ανατροπή των αιτιών που προκαλούν τα βάσανα του λαού.

Τέλος, η αυτοτελής παρέμβαση του Κόμματος είναι αδιάσπαστη από την παρέμβαση στο κίνημα και μονόδρομος για τη γονιμοποίηση της συνείδησης με τις κομμουνιστικές ιδέες σε μη επαναστατικές συνθήκες. Η δράση, που πρέπει να ακολουθεί την επίγνωση της αναγκαιότητας για κομματική δουλειά, απέχει πολύ από το να πετάμε παρεμπιπτόντως καμιά καλή κουβέντα για το Κόμμα κατά την παρέμβασή μας στα σωματεία. Ούτε καλύπτεται από τις μια στο τόσο εξορμήσεις με κομματικό υλικό και περιοδείες στελεχών. Αν μένουμε εκεί, τότε δεν έχουμε καταλάβει ότι το βασικότερο θεμέλιο για αυτό που χτίζουμε σήμερα είναι οι μεγάλες και δυνατές ΚΟΒ - ΟΒ και η ανάπτυξη της επιρροής των κομμουνιστικών ιδεών σε κάθε χώρο. Και αυτό ισχύει γιατί μόνο οι συνειδητά στρατευμένοι επαναστάτες μπορούν να συνδέουν ολοκληρωμένα το πρόβλημα με την αιτία του, και να μην αποσπούν τον σημερινό αγώνα από την προοπτική του.

Εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες του 21ου Συνεδρίου.


Θέμος Βασιλείου
Γραμματέας της Τομεακής Επιτροπής Υγείας - Πρόνοιας Κεντρικής Μακεδονίας

Με πείσμα μπορούμε να τα καταφέρουμε

Το κεντρικό ζήτημα επεξεργασίας του 21ου Συνεδρίου είναι «να γίνεται ακόμα πιο διακριτός στις πλατιές εργατικές - λαϊκές δυνάμεις ο ρόλος του Κόμματος ως ισχυρής οργανωμένης ιδεολογικοπολιτικής εργατικής - λαϊκής πρωτοπορίας, ως ο φορέας νέων ιδεών της επαναστατικής κοινωνικής προοπτικής, απάντησης στα μεγάλα ζωτικά προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί και απαιτούν επιτακτικά τη λύση τους τον 21ο αιώνα».

Συγχρόνως επανέρχεται στις θέσεις κάτι που έχουμε συζητήσει και έχει εκτιμηθεί αρκετές φορές ακόμα, ότι το κύρος και η επιρροή του Κόμματος σε σημαντικό μέρος του λαού συνολικότερα είναι αυξημένο. Παρ' όλα αυτά εξακολουθεί να κυριαρχεί μαζικά στους εργαζόμενους, σε λαϊκά στρώματα η λογική της ανάθεσης, της μοιρολατρίας και του φόβου και όχι της άμεσης δικής τους συμμετοχής στο κίνημα, να αγωνιστούν δηλαδή, να παλέψουν για να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους. Ενα μέρος των εργαζομένων, παρόλο που συμμετέχει στην πάλη και αναγνωρίζει τη δράση του Κόμματος, παραμένει επηρεασμένο από τη λογική ότι «δεν υπάρχει διέξοδος», οι θέσεις του Κόμματος δεν κατανοούνται ως ρεαλιστικές.

Αρα συζητάμε στις σημερινές και δύσκολες συνθήκες για να εξετάσουμε με ποιον τρόπο θα γίνουμε πιο διεισδυτικοί - πιο αποτελεσματικοί, στο να φτάσουμε σε περισσότερους εργαζόμενους για να συζητήσουμε μαζί τους, γιατί τώρα είναι η ώρα που πρέπει αποφασιστικά να συμβάλουν στην επαναστατική κοινωνική προοπτική που προτείνει το Κόμμα και είναι η μοναδική ρεαλιστική και σύγχρονη απάντηση στην τραγική κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας καθημερινά.

Αυτό φυσικά απαιτεί καθημερινή, συνεχόμενη και επίπονη προσπάθεια, με εξειδίκευση της στρατηγικής μας σε κάθε φάση, σε κάθε αγώνα. Κάτι που όπως μπορούμε να αντιληφθούμε όλοι μας, δεν θα έρθει από μόνο του επειδή αποτυπώνεται στα κομματικά μας έντυπα και αποφάσεις. Απαιτεί να αναμετρηθούμε ακόμα περισσότερο με αδυναμίες που έχουμε εντοπίσει, με μία συνήθεια που πολύ συχνά μπορεί να μεταφράζεται και σε ρουτίνα, για να καθοδηγήσουμε τις ΚΟΒ (οι οποίες είναι ζωντανός οργανισμός και αποτελούνται από ανθρώπους) με τον τρόπο που βάζει και το πρώτο κείμενο των Θέσεων. Δηλαδή να προσανατολιστούμε στο να είναι ζωντανές και να προετοιμάζουμε τις συνελεύσεις των ΚΟΒ ώστε να είναι δημιουργικές και πρακτικές στην εξέταση της δουλειάς τους και στις αποφάσεις.

Ζωντανή ΚΟΒ σημαίνει ότι συζητάμε σταθερά με το σύνολο των μελών της, ότι δεν διαχωρίζουμε (άθελά μας και κάτω από τις όποιες δυσκολίες) τα μέλη της σε αυτούς που μπορούμε να βρούμε, που ανταποκρίνονται, που μπαίνουν στη δράση, και στους υπόλοιπους, που δεν συμμετέχουν για τον οποιονδήποτε λόγο. Ζωντανή ΚΟΒ σημαίνει να αναδεικνύεται σταθερά μέσα από την κάθε συζήτηση ότι η όποια οπισθοχώρηση υπάρχει δεν είναι μόνο αντικειμενικό πρόβλημα. Οτι μπορεί δηλαδή ο υποκειμενικός παράγοντας που λέγεται Κόμμα να επιδράσει σε όλη αυτήν την κατάσταση, αρκεί να υπάρχει σταθερό περιεχόμενο και προσανατολισμός στην ίδια την ΚΟΒ. Στις όποιες δυσκολίες η καθοδήγηση πρέπει να ακουμπάει στη συλλογική εκτίμηση που έχει το Κόμμα και να παλεύει να τις αντιμετωπίσει ακόμα πιο έντονα.

Να δούμε τι είναι αυτό που απασχολεί τους συντρόφους μας, τι θέματα τους βάζει ο περίγυρός τους, τι ακούγεται στον χώρο εργασίας τους, τι είναι στην τελική αυτό που θα ήθελαν και οι ίδιοι να συζητήσουν. Να συζητήσει δηλαδή η ΚΟΒ, εκτός από τα θέματα που μπαίνουν στην ημερήσια διάταξη λόγω και των ίδιων των εξελίξεων, όχι για ένα γενικό και αόριστο σχέδιο, αλλά για πραγματικούς ανθρώπους στις συνθήκες όπου ζουν και δρουν καθημερινά οι σύντροφοί μας.

Τονίζεται στις Θέσεις του Κόμματος ότι «στις περισσότερες ΚΟΒ δεν συζητιέται η πείρα, τα προβλήματα από τα μέτωπα πάλης στον χώρο ευθύνης τους. Αντιθέτως συζητιούνται καθήκοντα, λίγο ή και καθόλου συνδυασμένα με την αναγκαία γενίκευση της θετικής ή αρνητικής πείρας, για το πώς εξειδικεύεται η στρατηγική, με αντίστοιχο προβληματισμό για το πώς πρέπει να δράσουμε». Και αυτό σύντροφοι γιατί είτε ασυναίσθητα θεωρούμε ότι αρκεί να κουβεντιάζουμε πάνω μόνο στις γενικές κατευθύνσεις, ώστε να τις προπαγανδίζουμε και με αυτόν τον τρόπο να αλλάξουν μαζικά οι συνειδήσεις των εργαζομένων, είτε συμβιβαζόμαστε να δουλεύουμε με αυτόν τον τρόπο γιατί ο αντίθετος τρόπος, εκτός από σύνθετος, είναι και επίπονος, χρονοβόρος και με πολλές δυσκολίες. Ο τρόπος δηλαδή που απαιτεί «η κάθε ΚΟΒ να κατακτά το δικό της σχέδιο δράσης για τη συγκέντρωση δυνάμεων γύρω από το Κόμμα και την πολιτική του, να προσθέτει τη δική της συνεισφορά στην ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, στην προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας, την ξεχωριστή της ευθύνη για να κερδηθεί η νεολαία στην επαναστατική πάλη».

Για να έχουν όμως αυτήν τη λειτουργία οι ΚΟΒ, απαιτούνται καλή γνώση του χώρου ευθύνης, ολόπλευρη παρακολούθηση της ιδεολογικοπολιτικής πάλης, εύστοχη αξιοποίηση όλων των δυνάμεων και εφεδρειών του Κόμματος και της ΚΝΕ, αξιοποίηση της επικαιρότητας για να ελέγχεται η δουλειά της και όχι για να ανατραπεί συνολικά ο σχεδιασμός της.

Εχουμε αδιάρρηκτους δεσμούς με την εργατική τάξη, με τον λαό, και υπάρχουν οι δυνατότητες να βάλουμε στο επίκεντρο της κουβέντας ποιες είναι οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και γιατί έχει συμφέρον ο κάθε εργαζόμενος να παλέψει και να τις διεκδικήσει. Με καλύτερους όρους να θέσουμε το ερώτημα και να κουβεντιάσουμε για ποιο λόγο σήμερα η εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα δεν έχουν κανένα συμφέρον να ρίξουν κι άλλο νερό στο κρασί τους, να συνεχίσουν να υπομένουν αυτήν την κατάσταση, στην τελική γιατί να συντάσσονται πίσω από τον έναν ή τον άλλον εκπρόσωπο της αστικής τάξης.

Από τις συζητήσεις με εργαζόμενους στην περιοχή μας φαίνεται ότι όλο και περισσότερος κόσμος προβληματίζεται. Καταλαβαίνει αυτό που του λέμε ότι είναι άλλα τα δικά μας συμφέροντα, τα συμφέροντα δηλαδή των εργαζομένων, του λαού συνολικότερα, και ότι δεν ισχύει στην πράξη αυτό που βάζουν όλοι οι εκφραστές και υπηρέτες της αστικής τάξης, ότι όλοι μαζί θα τα καταφέρουμε για το καλό του λαού και της πατρίδας μας.

Με πείσμα λοιπόν μπορούμε, έχουμε τις δυνατότητες να δημιουργήσουμε ακόμα μεγαλύτερα ρήγματα σε αυτήν την κατάσταση. Να φτάσουμε σε πολύ περισσότερο κόσμο και να βάλουμε στον πυρήνα των συζητήσεών μας ότι υπάρχουν δύο πατρίδες. Εμείς έχουμε διαλέξει για ποια πατρίδα αγωνιζόμαστε και παλεύουμε καθημερινά, και για αυτήν την πατρίδα έχει συμφέρον να παλέψει και η εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα. Την πατρίδα όπου αφέντης στον τόπο του θα είναι ο ίδιος ο λαός.


Φώτης Παπανικολάου
Μέλος του Γραφείου της Τομεακής Επιτροπής Λάρισας του ΚΚΕ

Για την παρέμβαση με βάση τη στρατηγική μας στα Πανεπιστήμια

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο του ΚΚΕ.

Η προσυνεδριακή διαδικασία βοηθά να φωτίσουμε τη σημασία που έχει για τη διεύρυνση της επιρροής μας η ανάπτυξη της ικανότητας των δυνάμεών μας για αντιπαράθεση με την κυρίαρχη ιδεολογία.

Η βαθιά κατανόηση της σύγχρονης και ολοένα πιο σύνθετης πραγματικότητας απαιτεί περισσότερη προσπάθεια, στην οποία ενώ έχουμε εργαλεία, δεν τα αξιοποιούμε στον αναγκαίο βαθμό. Τα ζητήματα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, της «πράσινης» ανάπτυξης, της ψηφιακής οικονομίας και κράτους, φωτίζουν την αναγκαιότητα της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής και του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας. Λόγω μικρής πείρας και συνολικότερου συσχετισμού στη νεολαία, υπάρχει μερικές φορές μια δικαιολογημένη δυσκολία και σύγχυση στο ζήτημα της εκλαΐκευσης τέτοιων θέσεών μας, αλλά και της επεξεργασίας αιτημάτων και πλαισίων πάλης.

Για παράδειγμα, αναφερόμαστε στην επιχειρηματική λειτουργία του Πανεπιστημίου, αλλά ελλιπώς αναδεικνύουμε την εξέλιξή του μέσα στα χρόνια και σε κάθε πανεπιστήμιο ξεχωριστά. Δεν αρκεί να εξηγούμε την πορεία του με βάση μια ακολουθία αντιλαϊκών νόμων. Οι αλλαγές στα προγράμματα σπουδών, η πορεία του επιπέδου και του χρόνου σπουδών, η διάταξη των αντικειμένων, η ερευνητική δραστηριότητα είναι συγκεκριμένες για κάθε πανεπιστήμιο και αλλάζουν με συγκεκριμένο τρόπο. Για παράδειγμα, αδύναμα φωτίζουν οι δυνάμεις μας το ρόλο και τους στόχους της επιστημονικής έρευνας, ειδικά σε σχολές τεχνολογικού ενδιαφέροντος, που στα πλαίσιά τους διεκπεραιώνονται και συνηθισμένες μελέτες, αλλά κυρίως παράγονται τα επιστημονικά επιτεύγματα (πολλές φορές με τη μορφή εμπορευμάτων - πατέντας) και η τεχνογνωσία που προορίζονται για την καινοτομία στη βιομηχανία, τα ίδια είναι ενταγμένα στην αγορά με τον δικό τους τρόπο και λειτουργούν ως μηχανισμός μεταφοράς κονδυλίων στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς που συμμετέχουν σε αυτήν, υπάρχει εργασιακή κινητικότητα μεταξύ κλάδων και ΑΕΙ, κ.λπ.

Μία ακόμα πλευρά που πρέπει να φωτίσουμε καλύτερα αφορά τη συζήτηση για την υποβάθμιση και την απαξίωση των προπτυχιακών σπουδών. Αυτό το ζήτημα αφορά τη στρατηγική αντίληψή μας για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Δεν μας λείπει το σωστό κριτήριο, ωστόσο προκύπτουν ζητήματα που θέλουν πιο βαθιά σκέψη. Για παράδειγμα, οι πρυτάνεις, οι αξιολογήσεις, η ΕΕ και τα κριτήριά της συγκλίνουν στο ότι «τα προγράμματα σπουδών του ΕΜΠ είναι υπερβολικά απαιτητικά». Απέναντι σε αυτήν την τοποθέτηση, εμείς δεν αρκεί να λέμε ότι οι επερχόμενες αλλαγές σε αυτά θα μας «κόψουν» απαραίτητη γνώση για να την πετάξουν σε ένα μεταπτυχιακό και σε μια επαγγελματική πιστοποίηση. Δεν είναι τόσο ρηχό το ζήτημα. Είναι ζήτημα που χρειάζεται να σκύψουμε στη δική μας στρατηγική για να απαντήσουμε, και σχετίζεται με την εργατική δύναμη και τις δεξιότητες που χρειάζεται όταν είναι εμπόρευμα σε σχέση με όταν δεν είναι, τις δεξιότητες που χρειάζεται όταν θα πρέπει να διαλύσει τον καταμερισμό και την εκμετάλλευση και να φτιάξει εργαζόμενους απαλλαγμένους από καταναγκασμούς. Η ζωή μάς λέει ότι η αύξηση της γνώσης μεταφράζεται στον καπιταλισμό κατακερματισμός, αποσπασματικότητα και προσωρινή εξειδίκευση, ενώ στο σοσιαλισμό μπορεί να σημαίνει και αναγκαία αύξηση του χρόνου σπουδών.

Ενα ακόμα ζήτημα είναι πώς φωτίζουμε την επίδραση της επιχειρηματικής λειτουργίας του Πανεπιστημίου στο σύνολο των σχέσεων που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του (καθηγητών - φοιτητών - εργαζομένων - διοικήσεων). Χρειάζεται να εμπλουτίσουμε τις επεξεργασίες μας στο σήμερα, να πέσουμε πιο καλά στο πιο σύνθετο σημερινό πανεπιστήμιο, ώστε να μπορούν να αφομοιώνονται οι θέσεις μας και να διεξάγουμε αποτελεσματικά την ιδεολογική, πολιτική και οικονομική πάλη.

Για παράδειγμα, η επίδραση της πληροφορικής, της δυνατότητας επεξεργασίας και μεταφοράς μεγάλου όγκου δεδομένων στο βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, στη ζωή και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την κοινωνική πραγματικότητα, αλλά και ο ρόλος της στον κεντρικό σχεδιασμό της εργατικής εξουσίας, μπορεί να μη χωρούν στο πλαίσιο πάλης των φοιτητικών συλλόγων, όμως για να μπουν στην καθημερινή συζήτηση χρειάζεται το πλαίσιο πάλης να απαντάει στα προβλήματα με γνώμονα τις σύγχρονες κατακτήσεις της Πληροφορικής και να θέτει τέτοια αιτήματα και προβληματισμούς που να μην μπορούν να λυθούν συνολικά στο πλαίσιο της στρατηγικής του κεφαλαίου και των συμμαχιών του, να ανοίγουν μια χαραμάδα στην αμφισβήτηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και αναρχίας. Θετική σχετική πείρα έχουμε στο ζήτημα των ηλεκτρονικών συνελεύσεων και ψηφοφοριών, που άνοιξε πέρυσι από δήθεν «ανεξάρτητους» φοιτητές στο ΕΜΠ, οι οποίοι ανέλαβαν να προωθήσουν την ατζέντα απαξίωσης και καταστολής των συλλόγων.

Η δύναμη για να πετύχουμε τους στόχους μας βρίσκεται στη συλλογικότητα, είναι όρος η ζωντανή κομματική δουλειά και λειτουργία. Πρέπει να πετύχουμε ο Γραμματέας και το Γραφείο της ΚΟΒ να νιώθουν την ανάγκη να συνεδριάσει η ΚΟΒ, για να σχεδιάσει, να μάθει, να ψάξει περισσότερο ένα θέμα, να λύσει κάτι νέο, κ.λπ. Η συνέλευση να είναι αυτή που γεννάει τις πρωτοβουλίες, που επεξεργάζεται γραμμή με μέθοδο, που προβληματίζεται στο πώς θα διευρύνει το πλαίσιο πάλης και πώς θα φωτίσει νέες πλευρές των αναγκών που πρέπει να ανοιχτούν. Οι κομματικές ομάδες να γίνουν κομματικά κύτταρα και όχι ιμάντες μεταφοράς κατευθύνσεων και δράσεων. Η ζωντανή συζήτηση γίνεται στη βάση της ζωντανής δράσης (ή της ανάγκης για τέτοια) και μπορεί να γίνει και η αφετηρία της συνέχισής της. Θετική σχετική πείρα είχαμε στις Οργανώσεις του ΕΜΠ με το άνοιγμα του «spot» της ΚΝΕ, τη δράση μπροστά στην εκκένωση των φοιτητικών εστιών, τον διήμερο αποκλεισμό της Πολυτεχνειούπολης, κ.λπ.

Πλέον οι φοιτητές δεν καθυστερούν με τις σπουδές τους, οι Οργανώσεις των φοιτητών στα πανεπιστήμια, ολοένα περισσότερο αποκτούν ένα χαρακτήρα προθαλάμων των κλαδικών Οργανώσεων. Με αυτήν την έννοια, πρέπει και η Οργάνωσή μας να προσαρμοστεί πιο αποτελεσματικά, να συνδεθεί πιο ουσιαστικά με τις αντίστοιχες κλαδικές Οργανώσεις. Εκεί και τότε που αυτό γίνεται πράξη (έστω και μερικά, με τη συμμετοχή στα σωματεία, κοινή προετοιμασία δράσεων, συνελεύσεων, αρχαιρεσιών), οι σύντροφοι που εμπλέκονται μετρούν ταχύτερα βήματα στο ατσάλωμα, στην πολιτική ωρίμανση, στην εξομάλυνση του περάσματος από τη φοιτητική στη μετέπειτα ζωή. Τροφοδοτείται το περιεχόμενο της δουλειάς στους φοιτητές, εστιάζεται και βελτιώνεται η προσπάθεια στους νέους εργαζόμενους. Ωστόσο αυτή η σχέση πρέπει να πάρει πιο οργανωμένα και ουσιαστικά χαρακτηριστικά, να γίνει σωστά και όχι ευκαιριακά, να μην εξαρτάται από το μεράκι ορισμένων συντρόφων, την τοποθέτηση ενός καθοδηγητή στα Οργανα, να μην περιορίζεται σε μια εκδήλωση.


Δανάη Πλα Καρύδη
Μέλος του Γραφείου της Τομεακής Επιτροπής Πανεπιστημίων και Ερευνητικών Κέντρων Αττικής του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ