Και σε τούτες τις αγροτικές κινητοποιήσεις, όπως σε όλες των τελευταίων χρόνων, θα συγκρουστούν δύο γραμμές μέσα στο κίνημα: Από τη μία, η γραμμή υπεράσπισης των πραγματικών συμφερόντων και ανάδειξης των ουσιαστικών διεκδικήσεων των μικρομεσαίων αγροτών, που προβάλλει το οργανωμένο αγροτικό κίνημα, όπως εκφράζεται από τους Αγροτικούς Συλλόγους, τις Ομοσπονδίες, τις Επιτροπές Αγώνα που συσπειρώνονται στην Παναγροτική Αγωνιστική Συσπείρωση (ΠΑΣΥ) και τη Συντονιστική Επιτροπή των Μπλόκων, η οποία οργανώνει και συντονίζει πανελλαδικά τις αγροτικές κινητοποιήσεις.
Από την άλλη, η γραμμή υπεράσπισης των συμφερόντων κι ανάδειξης των αιτημάτων μιας χούφτας μεγαλοχωραφάδων, κατόχων μεγάλων αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, που την εκφράζουν κάποια αγροτοσυνδικαλιστικά σχήματα, όπως η Πανελλήνια Συντονιστική Επιτροπή Αγροτών και Κτηνοτρόφων, η Πανελλήνια Πρωτοβουλία Αγροτών Ελλάδας κ.ά. Σ' αυτά τα σχήματα, δραστηριοποιούνται αγροτοσυνδικαλιστές που έπαιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις αλήστου μνήμης τριτοβάθμιες αγροτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις ΓΕΣΑΣΕ και ΣΥΔΑΣΕ, όπως και στην ΠΑΣΕΓΕΣ.
Ξέρουν καλά ότι η Πανελλαδική Συντονιστική των Μπλόκων έχει κατακτήσει μεγάλο κύρος ανάμεσα στους αγρότες με την πρωτοπόρα δράση της, ότι μπορεί να συσπειρώνει και να κινητοποιεί μαζικά. Γι' αυτό προβάλλουν το σύνθημα της «ενότητας». Για να κρυφτεί το γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν στον ίδιο αγώνα να εκπροσωπούνται και να προβάλλονται διαφορετικά και εν πολλοίς συγκρουόμενα συλλογικά συμφέροντα και αιτήματα.
Αλλωστε, οι εν λόγω αγροτοσυνδικαλιστές έχουν παρελθόν που το γνωρίζουν καλά οι αγρότες. Ηταν αυτοί που, παίζοντας το ρόλο του «λαγού», έφευγαν από τα μπλόκα διασπώντας και υπονομεύοντας τους αγώνες. Ανάμεσά τους βρίσκονται και κάποιοι διορισμένοι από τη σημερινή κυβέρνηση σε οργανισμούς και βιομηχανίες. Επομένως, η Πανελλήνια Συντονιστική Επιτροπή των Μπλόκων, αυτή η μεγάλη κατάκτηση των μικρομεσαίων αγροτών, που βγήκε μέσα από το καμίνι μεγάλων αγώνων και συγκρούσεων, δεν πρόκειται να λειτουργήσει σαν «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για όλους αυτούς.
Επιπλέον, αυτά τα σχήματα δεν αμφισβητούν τον ευρωμονόδρομο που ξεκληρίζει τους «μικρούς» και επί της ουσίας στηρίζουν την ΚΑΠ, ζητώντας να υπάρξουν μόνο ορισμένες αλλαγές στην εφαρμογή της, για να διασφαλιστούν καλύτερα τα συμφέροντα ντόπιων μεγαλοαγροτών - μεγαλοεπιχειρηματιών στον αγροτικό τομέα, που εποφθαλμιούν τη γη, την παραγωγή, ακόμα και αυτό το ελάχιστο μέρος των επιδοτήσεων που καταλήγει στους μικρομεσαίους αγρότες.
Γι' αυτό αποδέχονται τη φορολόγηση από το πρώτο ευρώ, που πλήττει άγρια τους μικρομεσαίους αγρότες και απορρίπτουν τη μεγαλύτερη φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου. Γι' αυτό αποδέχονται και προβάλλουν το διαχωρισμό των αγροτών σε «κατ' επάγγελμα» ή μη, τον οποίο απορρίπτει το οργανωμένο αγροτικό κίνημα, γιατί χρησιμοποιείται ως εργαλείο για το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών.
Προοπτική στους αγώνες της αγροτιάς μπορεί να δώσει μόνο η σύγκρουση με την πολιτική της κυβέρνησης, που εξειδικεύει τις αντιαγροτικές κατευθύνσεις της νέας ΚΑΠ της ΕΕ, σε συμμαχία με τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Αυτός ο αγώνας θα αποκτά αντοχή και διάρκεια, θα μπορεί να βάζει εμπόδια και να αποσπά ορισμένες κατακτήσεις, όσο περισσότερο δένεται με το στόχο για μια άλλη οργάνωση της αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής στη χώρα μας, στο πλαίσιο της λαϊκής εξουσίας και οικονομίας. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί καλό και σίγουρο εισόδημα για τους αγρότες, επαρκή, φτηνά και ποιοτικά αγροτικά προϊόντα για τη διατροφή και την ένδυση του λαού, πρώτες ύλες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Τις επόμενες μέρες, ο υπ. Παιδείας, σε επίσκεψή του σε ειδικό σχολείο, για να συγκαλύψει τις τεράστιες ελλείψεις κυρίως σε προσωπικό, μίλησε για την ανάπτυξη δράσης για την καταπολέμηση του ρατσισμού απέναντι στους ανάπηρους, με στόχο να βελτιωθούν οι όροι ζωής των ΑμεΑ.
Αυτή η φιλολογία, αλλά και οι δράσεις που αναπτύσσονται στη βάση όλων αυτών των ιδεολογημάτων, συγκαλύπτουν ότι αιτία των οξυμένων προβλημάτων των αναπήρων δεν είναι η μη αποδοχή τους από τους υπόλοιπους ανθρώπους, ή τουλάχιστον δεν είναι η βασική.
Ακόμα κι αν για μια στιγμή μιμηθεί κάποιος τον/την τυφλό/-η ή τον/την κινητικά ανάπηρο/-η, ακόμα κι αν αλλάξει τη στάση του απέναντι στους ανάπηρους και την αναπηρία, τους δεχτεί ως ισότιμους στο σχολείο, στη δουλειά, σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, ακόμα και τότε τα προβλήματά τους θα παραμένουν.
Η μίμηση της στιγμής δεν μπορεί να περιέχει το χρόνιο πόνο, τη ματαίωση, την τεράστια έλλειψη δημόσιων, δωρεάν κοινωνικών και υγειονομικών υπηρεσιών. Δε δείχνει το σχολείο που δεν υπάρχει και οδηγεί στην απομόνωση του σπιτιού. Δε δείχνει την απόγνωση του ανάπηρου και της οικογένειας, γιατί κόπηκε η αναπηρική σύνταξη ή το επίδομα, γιατί δεν μπορεί να πληρώσει τα φάρμακα, τις εξετάσεις, τις ειδικές θεραπείες, τα ειδικά τεχνητά και άλλα βοηθήματα.
Η μίμηση μιας στιγμής κρύβει τον ανταγωνισμό που βιώνει ο ανάπηρος/-η στο σχολείο, στη δουλειά, ως αποτέλεσμα της κυρίαρχης αντίληψης της καπιταλιστικής κοινωνίας, της ανταγωνιστικότητας, της ατομικότητας, ότι «ο πιο δυνατός επιβιώνει».
Ουσιαστικά, η μίμηση μιας στιγμής κρύβει ότι το ίδιο το εκμεταλλευτικό και άνισο σύστημα αντικειμενικά παράγει την ανισότητα και στους ανάπηρους των λαϊκών οικογενειών και δεν μπορεί να αλλάξει υπέρ τους με δράσεις ευαισθητοποίησης, προσομοίωσης. Αυτό το σύστημα, όσο απάνθρωπο γίνεται, τόσο ευρηματικό αποδεικνύεται για να κοιμίζει τον εργατόκοσμο, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα. Ετσι, ο άνεργος που δουλεύει τζάμπα βαφτίζεται εθελοντής και νιώθει ότι εργάζεται, ο πεινασμένος που του παρέχεται ένα πιάτο φαΐ νιώθει ευχαριστημένος, ο υγιής που για λίγο ζει σαν ανάπηρος νιώθει τα συναισθήματα του ανάπηρου και ο ίδιος ο ανάπηρος νιώθει να καλύπτονται οι ανάγκες του.
Υπάρχει, ευτυχώς, η εμπειρία από τις χώρες που οικοδόμησαν το σοσιαλισμό. Εκεί δε χρειαζόταν καμία «προσομοίωση» και «βιωματική δραστηριότητα» για να γίνουν κατανοητές οι ανάγκες των ανθρώπων με αναπηρία, γιατί ήταν ο ίδιος ο σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης και το λαϊκό κράτος που κατοχύρωνε τόσο τις γενικές όσο και τις πρόσθετες, ιδιαίτερες ανάγκες των ΑμεΑ.