Μια παράλληλη ματιά με τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες του αστικού κράτους εκείνη την περίοδο
Και στη χώρα μας, σε στιγμές που η εξουσία της αστικής τάξης είχε κλονιστεί και δεν έλεγχε πλήρως όλες τις δομές του κράτους και της εκπαίδευσης, όπως στην Ελεύθερη Ελλάδα στα τέλη της Κατοχής, αλλά και στα χρόνια της ταξικής σύγκρουσης 1946-1949, το ΚΚΕ δοκιμάστηκε στην εφαρμογή εκπαιδευτικής πολιτικής σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες. Ειδική αναφορά κάνουμε σήμερα στο Λαϊκό Διδασκαλείο Πελοποννήσου, που δημιουργήθηκε σε εφαρμογή αποφάσεων της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης το 1948, στα Τρόπαια της Γορτυνίας.
Για πρώτη φορά, το συντηρητικό περιεχόμενο σπουδών των Παιδαγωγικών Ακαδημιών αμφισβητήθηκε, όταν η μαρξίστρια καθηγήτρια Ιστορίας της Μαρασλείου, Ρόζα Ιμβριώτη, δίδαξε την Ελληνική Επανάσταση του '21 μέσα από την εξέταση της επαναστατικής διαδικασίας που προκαλούσε η κοινωνική δυναμική εμφάνιση της αστικής τάξης και των πρώτων προλεταριακών αγροτο-εργατικών στρωμάτων. Μετά τα «Μαρασλειακά» και την απόλυση των Διευθυντών των Διδασκαλείων Γληνού και Δελμούζου, στις γραμμές του Εκπαιδευτικού Ομίλου, που πρωτοστατούσε στα εκπαιδευτικά ζητήματα της εποχής, επέρχεται ρήγμα, γιατί οι διώξεις των εκπαιδευτικών ανέδειξαν τα όρια «ανοχής» του καπιταλιστικού συστήματος απέναντι στα θέματα της «δημοκρατικοποίησης» της Παιδείας του λαού.
Ο Δ. Γληνός και οι σοσιαλιστές δημοτικιστές θα συνδέσουν την πραγματική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με την κοινωνία και την ταξική πάλη. Γι' αυτούς το ιδανικό της σωστής Παιδείας μόνο σε μια σοσιαλιστικά οργανωμένη κοινωνία μπορεί να πραγματωθεί. Ετσι, στο μεσοπόλεμο, από τον Εκπαιδευτικό Ομιλο θα διατυπωθούν προτάσεις ενός ολοκληρωμένου προγράμματος «Λαϊκής Παιδείας», που θα γίνει προσπάθεια να εφαρμοστούν στην πρώτη Κυβέρνηση του Βουνού, το 1944.
Σκοπός του Διδασκαλείου ήταν να διαμορφώσει δασκάλους - πολιτικά στελέχη για να διαπαιδαγωγήσουν το νέο άνθρωπο, που να είναι ικανός να σκέφτεται, να μελετά, να έχει κριτική σκέψη. Σε αυτό, κύριο ρόλο έπαιξε η προσπάθεια εισαγωγής της υλιστικής προσέγγισης και μετάδοσης της γνώσης σε αντίθεση με τη μεταφυσική.
Στο Λαϊκό Διδασκαλείο, ο σπουδαστής - αυριανός δάσκαλος - μαθαίνει την Ιστορία συνδέοντας τα γεγονότα μέσα στις συνθήκες που έγιναν, έτσι ώστε να μπορέσει να μεταδώσει στα παιδιά αργότερα την αντικειμενική εξέλιξή της Ιστορίας και όχι σαν τυχαία περιστατικά, διάσπαρτα μέσα στα χρόνια. Πως η Ιστορία εξηγείται με βάση την πάλη των τάξεων, όπως ακριβώς αυτά διατυπώνονταν στα κεφάλαια του ΑΠ: «εξεγέρσεις δούλων κόντρα στους αφεντάδες», «η μετατροπή των δούλων σε απελεύθερους και μετά σε δουλοπάροικους», «Γαλλική Επανάσταση», «Ελληνική Επανάσταση, οι αγρότες και οι εργάτες κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης».
Η Γεωγραφία συμπεριλάμβανε στοιχεία οικονομικής γεωγραφίας για τις πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες της χώρας και κάθε περιφέρειας ξεχωριστά («Πελοπόννησος: σταφίδα, υδατοπτώσεις, δενδροκαλλιέργεια», «Αττικοβοιωτία: τουρισμός, εμπορο/βιομηχανία, Λαυρεωτική, Κωπαΐδα» κ.ο.κ.). Στα Φυσικά οι γνώσεις για τα φυτά και τα ζώα περιλάμβαναν στοιχεία παραγωγικής αξιοποίησης, στην προοπτική της αυριανής ανάπτυξής τους σε συνθήκες λαϊκής εξουσίας. Στην Ανθρωπολογία γινόταν λόγος για το «ρόλο του χεριού στην ανάπτυξη του μυαλού». Σε ειδικό κεφάλαιο της Γυμναστικής υπήρχε η επισήμανση για αποφυγή της μονοτονίας του σουηδικού συστήματος, για την αρμονική διάπλαση όλου του σώματος, «με το παιχνίδι θέλουμε να διαπλάσουμε προπαντός καλούς χαρακτήρες». Το πρόγραμμα μαθημάτων εμπλουτιζόταν με μαθήματα Φιλοσοφίας και με διαλέξεις στις ώρες του «Ελεύθερου Σεμιναρίου» πάνω σε διάφορα κοινωνικά θέματα, όπως «τι είναι Σύνταγμα», «τι είναι σοσιαλισμός», «οι σχέσεις μεταξύ σχολείου και σπιτιού».
Σε αντίθεση με την αστική Παιδαγωγική της εποχής, το Λαϊκό Διδασκαλείο ήθελε να δημιουργήσει δασκάλους για να στελεχώσουν ένα σχολείο που θα δουλεύει για την όσο το δυνατόν αρμονική ανάπτυξη των ικανοτήτων των μαθητών.
Ενα στοιχείο που αναδεικνύει την ανωτερότητα του προγράμματος και των μεθόδων του Λαϊκού Διδασκαλείου σε σχέση με τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες της εποχής, είναι ότι μετά την «Υποδειγματική Διδασκαλία» του κάθε σπουδαστή, ακολουθούσε συζήτηση και κριτική απ' όλη την ομάδα για τα θετικά σημεία ή τις αδυναμίες της παράδοσης.
Το εγχείρημα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε ως άθλο, καθώς μέσα σε στιγμές κορύφωσης της ταξικής πάλης μόρφωνε δασκάλους με βάση ένα άλλο κοινωνικό ιδανικό, δίνοντάς τους ό,τι περισσότερο μπορούσε στις δύσκολες συνθήκες της εποχής που λειτούργησε.
Παρά τις δυσκολίες και τις ελλείψεις, φάνηκε η ανωτερότητα του Λαϊκού Διδασκαλείου στον τρόπο μετάδοσης της γνώσης, αλλά και των μαθημάτων, σε σχέση με τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες της περιόδου. Ο σωστός εκπαιδευτικός, έλεγε ο Γληνός, «βλέπει στις νέες ψυχές τη δυνατότητα μιας καλύτερης ανθρωπότητας και θέτει ολόκληρο τον εαυτό του υπηρέτη της δημιουργίας της, βρίσκοντας σε αυτήν του την ενέργεια τη βαθύτερη ικανοποίηση του είναι του». Τέτοιους δασκάλους έβγαλε το Διδασκαλείο, που αργότερα πολλοί από αυτούς έδωσαν ακόμα και τη ζωή τους για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης από την εκμετάλλευση. Πολλοί από αυτούς αρνήθηκαν τις δάφνες και τις τιμές του εκμεταλλευτικού συστήματος και γι' αυτή τους την επιλογή πλήρωσαν βαρύ τίμημα. Ομως, έμειναν στη συνείδηση του λαού ως Δάσκαλοι με «Δ» κεφαλαίο. Γι' αυτό τους τιμάμε και «σήμερα» και κυρίως γι' αυτό συνεχίζουμε στο δρόμο τους.