Σάββατο 29 Φλεβάρη 2020 - Κυριακή 1 Μάρτη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Συνεχίζουμε τον αγώνα, απαντάμε στην πράξη στους σχεδιασμούς του κεφαλαίου και των ανθρώπων του

Eurokinissi

Η ιστορία της ταξικής πάλης είναι γεμάτη με αναμετρήσεις και συγκρούσεις με τις δυνάμεις και τους μηχανισμούς του κεφαλαίου.

Οι ιστορικοί του μέλλοντος, οι επόμενες γενιές θα έχουν πολλά να γράψουν και να πουν για τους αγώνες που δίνουμε όλοι εμείς.

Οι ταξικές μάχες που οργανώνουν τα Συνδικάτα, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ είναι η μεγάλη συμβολή, όπλο στον ανειρήνευτο πόλεμο με το κεφάλαιο, τους μηχανισμούς, τις δυνάμεις που το υποστηρίζουν.

Οσο και αν προσπαθούν οι αντίπαλοί μας, όσο και αν σχεδιάζουν να ξεμπερδέψουν με εμάς, δεν πρόκειται να τα καταφέρουν.

Μάχη που φανερώνει τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους

Η αναμέτρηση που δίνουμε, οι μάχες που οργανώνουμε φανερώνουν τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους.

Από τη μια μεριά είναι ο δικός μας κόσμος.

Ο κόσμος των ανθρώπων της δουλειάς, της ανιδιοτελούς προσφοράς, χωρίς ανταλλάγματα και προνόμια, για το δίκιο των πολλών. Χωρίς να υπολογίζουμε προσωπικό κόστος, χωρίς να λιγοψυχάμε απέναντι σε δυσκολίες. Χωρίς να συμβιβαζόμαστε με τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, αλλά να προσπαθούμε ακούραστα να τον ανατρέψουμε. Χωρίς να φοβόμαστε την καταστολή και όλους τους μηχανισμούς του κεφαλαίου που λυσσαλέα στέκονται απέναντί μας για να μας τρομοκρατήσουν, όπως έγινε πριν από λίγες μέρες στο «συνέδριο» - παρωδία που οργάνωσε η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ.


Εχουμε εμπιστοσύνη στη δύναμη της οργανωμένης πάλης και με αυτήν αντιμετωπίζουμε όλους τους σχεδιασμούς της μεγαλοεργοδοσίας, των κυβερνήσεων και των μηχανισμών της. Με την καθημερινή μας δράση, τη ζωντανή παρέμβασή μας μέσα στους χώρους δουλειάς, εκεί που η εργατική τάξη βιώνει την εκμετάλλευση, που τσακίζονται η ζωή και τα όνειρά της, δίνουμε το «παρών» για να οργανωθούν αγώνες με επίκεντρο τις ανάγκες των εργαζομένων.

Ποτίζουμε στην πράξη, όχι μόνο στα λόγια, το δέντρο της ταξικής πάλης, της ανασύνταξης του κινήματος, της ενίσχυσης της προοπτικής και διεξόδου της τάξης μας για να φέρει καρπούς και αποτελέσματα, μικρές και μεγαλύτερες νίκες, μέχρι και την πιο μεγάλη νίκη, να απαλλαγεί η τάξη μας από τους εκμεταλλευτές και τα τσιράκια τους.

Η δικιά μας σκούφια κρατάει από τις πιο λαμπρές σελίδες των αγώνων της Ιστορίας και των πρωτοπόρων αγωνιστών.

Απέναντί μας υπάρχει ένας άλλος κόσμος, που μας πολεμάει με λύσσα.

Ο κόσμος του κεφαλαίου με τα κόμματά του, τους μηχανισμούς και τις δυνάμεις του. Που χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να θωρακίσει τη βαρβαρότητά του.

Είναι ο κόσμος που βάζει μπροστά το «εγώ» από το «εμείς». Το ατομικό βόλεμα ενάντια στους πολλούς, στο κοινωνικό συμφέρον και την πρόοδο.

Είναι αυτοί που έφεραν τα ΜΑΤ προχτές στο «συνέδριο» της ΓΣΕΕ για να εξασφαλίσουν ότι τα «δικά τους παιδιά» θα παραμείνουν στις θεσούλες τους για να στηρίζουν τη γραμμή της εξουσίας τους. Είναι οι άνθρωποί τους μέσα στα συνδικάτα που έφτασαν στο σημείο να δώσουν λίστες με κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές συνδικαλιστές στην αστυνομία για να μπλοκάρουν την είσοδό τους στο χώρο του «συνεδρίου».

Και στο Καβούρι φανερώθηκε η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους: Χιλιάδες εργαζόμενοι και εκατοντάδες συνδικάτα διαδήλωσαν απέναντι στον εργατοπατερισμό που μόνο στήριγμα είχε την κυβέρνηση και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς
Και στο Καβούρι φανερώθηκε η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους: Χιλιάδες εργαζόμενοι και εκατοντάδες συνδικάτα διαδήλωσαν απέναντι στον εργατοπατερισμό που μόνο στήριγμα είχε την κυβέρνηση και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς
Αυτοί που σχεδίαζαν να πετάξουν έξω από τη ΓΣΕΕ τους ενοχλητικούς ΠΑΜίτες, κομμουνιστές, ταξικούς συνδικαλιστές που τους κάνουν τη ζωή δύσκολη. Που ονειρεύονται ελεύθερο το πεδίο για να κάνουν τις βρωμιές τους, να μην παίρνει χαμπάρι κανένας το ρόλο τους δίπλα στον ΣΕΒ και τις κυβερνήσεις. Για να μπορούν να χειραγωγούν τους εργαζόμενους στα θέλω και τις απαιτήσεις του κεφαλαίου.

Οσο και αν το προσπάθησαν δεν τα κατάφεραν. Ολες οι μεθοδεύσεις, οι απειλές, οι τραμπουκισμοί έπεσαν στο κενό.

Η αναμέτρηση με τον εργατοπατερισμό είναι αγώνας που συνδέεται με το αύριο

Η εικόνα της αναμέτρησης στο Καβούρι, στο «συνέδριο» - παρωδία της ΓΣΕΕ είναι αποκαλυπτική. Επιστράτευσαν «θεούς και δαίμονες», κατασταλτικούς μηχανισμούς, ασφαλίτες και «μπράβους» που τους βάφτισαν «παρατηρητές» του «συνεδρίου», για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το ταξικό κίνημα. Δεν βρήκαν όμως ούτε έναν απλό εργάτη, ένα σωματείο να διαδηλώσει υπέρ τους, να τους υπερασπιστεί.

Απέναντί τους διαδήλωναν εκατοντάδες συνδικάτα, χιλιάδες εργάτες, που παράτησαν υποχρεώσεις, που έκαναν απεργία έχοντας να αντιμετωπίσουν την εργοδοσία που τους έλεγε «μην απεργείτε, δεν έχει νόημα, η μάχη γίνεται για τα κουκιά και τις καρέκλες».

Πρέπει να ψάξουμε πολύ στην ιστορία του εργατικού κινήματος για να βρούμε Συνέδριο της ΓΣΕΕ ενάντια στο οποίο οι εργάτες να απεργούν και να διαδηλώνουν για να φύγουν οι εργοδότες και η κυβερνητική παρέμβαση από τα συνδικάτα.

Είναι πολύ βολικό για τους μεγαλοεργοδότες και για τους εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ να παρουσιάζεται αυτός ο αγώνας ως αγώνας για τις «καρέκλες και τα κουκιά».

Η αναμέτρηση των ταξικών δυνάμεων, του ΠΑΜΕ με τους ανθρώπους της εργοδοσίας μέσα στα συνδικάτα είναι αγώνας που συνδέεται με το αύριο.

Είναι μάχη για να βρεθεί η εργατική τάξη με το κίνημά της σε καλύτερες θέσεις και όρους, στον πόλεμο με τη μεγαλοεργοδοσία και τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου.

Στη γραμμή και την τακτική του ταξικού κινήματος βαραίνει το κριτήριο της υπεράσπισης και προώθησης των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Το κριτήριο της ενίσχυσης του μετώπου συσπείρωσης Σωματείων, Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων με γραμμή πάλης ενάντια στους καπιταλιστές, με νέες δυνάμεις, νέες οργανώσεις.

Αυτή η γραμμή και τακτική κατάφερε να γίνουν πανεργατικές πανελλαδικές απεργίες, κόντρα στις κυβερνήσεις και τα αστικά κόμματα, στις ενώσεις εργοδοτών και την ηγεσία της ΓΣΕΕ, που ήθελε να επιβάλει σιγή νεκροταφείου. Η ενορχηστρωμένη επίθεση αυτήν τη δυνατότητα θέλει να αφαιρέσει, αποκόβοντας τις ταξικές δυνάμεις με τη στήριξη της κρατικής καταστολής.

Εμείς δεν υπολογίζουμε κουκιά και καρέκλες. Δεν είμαστε βολεμένοι.

Είναι εξίσου σημαντικό ότι κάτω από το βάρος της δικής μας πίεσης, της επίδρασης που έχει η γραμμή μας σε εργαζόμενους και λαϊκά στρώματα, αναγκάζονται δυνάμεις μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα που δεν συμφωνούν μαζί μας σε ελιγμούς. Ο προβληματισμός μέσα στα πρωτοβάθμια συνδικάτα που δεν συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ δυναμώνει. Πολλαπλασιάζονται τα ερωτήματα για το ρόλο της ηγετικής ομάδας της ΓΣΕΕ.

Είναι μεγάλη υπόθεση ότι ανοίγονται νέες δυνατότητες για συσπείρωση δυνάμεων στη γραμμή και την τακτική που προωθεί το ΠΑΜΕ. Οτι περισσότεροι εργαζόμενοι νιώθουν αηδία για τον αντικομμουνισμό που ξεδιπλώνουν οι άνθρωποι της εργοδοσίας μέσα στα συνδικάτα. Οτι περισσότεροι αντιλαμβάνονται πως η επόμενη μέρα θα βρει τους εργαζόμενους αντιμέτωπους με μεγαλύτερες δυσκολίες, με το κεφάλαιο, με τις δυνάμεις του, ακόμη πιο επιθετικό.

Δυναμώνουμε την πάλη απέναντι στο κεφάλαιο και όλες τις δυνάμεις του

Οι εικόνες με την απόβαση των ΜΑΤ στη Μυτιλήνη, στη Σάμο και τη Χίο, το σιδερόφραχτο ξενοδοχείο στο Καβούρι, η εικόνα του αστυνομικού που βγάζει όπλο και σημαδεύει απέναντι σε φοιτητές δεν πρέπει να προσπεραστούν ούτε είναι τυχαία περιστατικά.

Θα πολλαπλασιάζονται όσο το κεφάλαιο απαιτεί πάση θυσία να υλοποιηθεί όλη η γραμμή του.

Εδώ βρίσκεται η ουσία, που κρύβεται από τα ΜΜΕ, παραποιείται και αλλοιώνεται από τα παπαγαλάκια του συστήματος για να χειραγωγηθούν οι εργαζόμενοι, να ταυτιστεί η καταστολή μόνο με μια κακή κυβέρνηση έναντι της προηγούμενης ή της επόμενης και να κρυφτεί ο πραγματικός ένοχος: Η εξουσία του κεφαλαίου.

Θυμίζουμε ότι δεν πάει πολύς καιρός που ασφαλίτης έβγαλε όπλο σε οικοδόμους που απεργούσαν απέναντι στο νόμο Κατρούγκαλου, δεν πάει καιρός που συνδικάτα και εργαζόμενοι έτρωγαν στην πλάτη τους το ραβδί της «αριστερής» καταστολής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Η ουσία είναι ότι το κεφάλαιο, με όλες τις κυβερνήσεις του, με το μαστίγιο και το καρότο, προσπαθεί να επιβάλει τη γραμμή του και τον χωροφύλακα στους αγώνες και τη συνδικαλιστική δράση. «Νόμος και τάξη» για τα συμφέροντα των λίγων. Στο στόχαστρο και τη λαιμητόμο τα συμφέροντα και οι ανάγκες των πολλών.

Η επίθεση θα συνεχιστεί. Η αναμέτρηση με το κεφάλαιο και τις δυνάμεις του τώρα πρέπει να δυναμώσει. Οι σχεδιασμοί είναι πολλοί και θα ξεδιπλωθούν με γοργό ρυθμό.

Εμείς μια υπόσχεση μπορούμε να δώσουμε: Θα συνεχίσουμε τον αγώνα, το ΠΑΜΕ θα δυναμώνει!

Τίποτα από όσα έγιναν, όσα γίνονται, όσα σχεδιάζονται δεν θα μείνει αναπάντητο. Ολα θα απαντηθούν στην πράξη με τους αγώνες μας.

Εδώ θα είμαστε για να κάνουμε τον τελικό λογαριασμό!


Του Γιάννη ΤΑΣΙΟΥΛΑ*
*Ο Γιάννης Τασιούλας είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και πρόεδρος της Ομοσπονδίας Οικοδόμων

ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ
Η μεγάλη σφαγή τον Μάρτη του 1948

Μακρόνησος στο μεσουράνημά της, ένα χρόνο μετά το αιματοκύλισμα των κρατουμένων σκαπανέων του Α' Τάγματος

Ν.ΜΑΡΓΑΡΗΣ

Μακρόνησος στο μεσουράνημά της, ένα χρόνο μετά το αιματοκύλισμα των κρατουμένων σκαπανέων του Α' Τάγματος
«Σε τούτα τα βράχια τουφεκίστηκαν οι 300 του Α' Τάγματος

τούτα τα φύκια είναι μια τούφα μαλλιά

ξεκολλημένα μαζί με το πετσί

απ' το καύκαλο ενός συντρόφου που αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση»

Γιάννης Ρίτσος

***

Τέτοιες μέρες ήτανε. Τη μια μέρα ήτανε χειμώνας, την άλλη έμπαινε η άνοιξη.

Οχι, όμως και στο Μακρονήσι.

Εδώ, ο τροχός γυρνούσε αντίστροφα. Στη θέση ενός φωτεινού κόσμου, του κόσμου της αντίστασης και της λευτεριάς, επιχειρούνταν να στηθεί το βασίλειο του τρόμου.

Πεντέμισι χιλιάδες φαντάροι, που η αστική τάξη εκτιμούσε ότι είναι στο παραπέντε να περάσουν με το μέρος του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, είχαν κλειστεί στο σύρμα της Μακρονήσου, για να «αναμορφωθούν» και να σταλούν στο μέτωπο να χτυπήσουν τους συντρόφους τους.

Αυτοί οι 5.500 φαντάροι δεν ήταν όποιοι κι όποιοι. Ηταν οι αμετανόητοι που είχαν ξεδιαλεχτεί από τα άλλα τάγματα. Στο νησί εκείνη την περίοδο υπήρχαν τρία τάγματα σκαπανέων. Τα Α, Β και Γ. Τα Β και Γ λειτουργούσαν ως φίλτρα. Οι αμετανόητοι μεταφέρονται στο Α τάγμα. 5.500 ψυχές έτοιμες για τη μεγάλη σφαγή. Ηταν 29 του Φλεβάρη κι ερχόταν η 1 Μάρτη του 1948.

***

Αυτό που γινόταν δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Η αστική τάξη είχε ήδη αποκτήσει εμπειρία, από τον εγκλεισμό στο «σύρμα» στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική 15.000 αντιφασιστών Ελλήνων στρατιωτών. Είχε ήδη μέχρι τις αρχές του 1947 μαντρώσει 5.809 κρατούμενους στα νησιά της εξορίας και άλλους 11.244 κρατούμενους τους είχε σε φυλακές και στρατόπεδα να περιμένουν την εκτόπισή τους.

Ο παράνομος «Ριζοσπάστης» (12-3-1948) αποκαλύπτει τους πραγματικούς στόχους του μακελειού
Ο παράνομος «Ριζοσπάστης» (12-3-1948) αποκαλύπτει τους πραγματικούς στόχους του μακελειού
Είχε έρθει η ώρα για να ξεκινήσει η εκκαθάριση του ανασυγκροτούμενου αστικού στρατού. Κατά χιλιάδες οι φαντάροι απομονώνονται από το κυρίως σώμα του αστικού στρατού και συγκροτούνται τα τάγματα σκαπανέων.

Ηταν η εποχή που έχει ήδη ανακοινωθεί το Σχέδιο Μάρσαλ και διακηρυσσόταν το Δόγμα Τρούμαν. Η εποχή που μετά την αποτυχία των ναζί να συντρίψουν τη Σοβιετική Ενωση, ο ιμπεριαλισμός σούμπιτος έβαζε πλώρη για να αντιμετωπίσει το σοσιαλιστικό σύστημα που είχε βγει τροπαιούχο από τον Β' Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο.

Η αστική τάξη στη χώρα μας γνώριζε πολύ καλά τι έκανε και πού πήγαινε. Ο τότε υπουργός Στρατιωτικών Π. Κανελλόπουλος δήλωνε: «Η ιστορία θα γράψει πως η στροφή της παγκοσμίου καταστάσεως εδώ άρχισε, στη Μακρόνησο. Στο ξερονήσι αυτό, υπέροχον σχολείον αναβαπτίσεως των ασώτων υιών του έθνους, εβλάπτισεν σήμερον η Ελλάς ωραιοτέρα παρά ποτέ» (δήλωση υπουργού Στρατιωτικών Παναγιώτη Κανελλόπουλου, που έδωσε συγχαρητήρια στους επιτελείς των ταγμάτων στη Μακρόνησο, ηχητικό ντοκουμέντο από το ντοκιμαντέρ του Λ. Βαρδαρού «Μακρόνησος. Τόποι πολιτικής εξορίας και ιστορικής μνήμης»).

Ολη η χώρα μια φυλακή

Είναι η εποχή που στην Ελλάδα αναπτύσσεται ο ένοπλος ταξικός αγώνας και η χώρα μετατρέπεται από άκρη σε άκρη σε μια απέραντη φυλακή. Αντλούμε στοιχεία από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμος Β2:

Απλώθηκαν και λειτούργησαν σε όλη την επικράτεια δεκάδες φυλακές και τόποι εξορίας με κρατούμενους κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές της ΕΑΜικής Αντίστασης. Στα τέλη του 1946 με αρχές του 1947 καταμετρώνται σε όλη τη χώρα 49 φυλακές και 35 τόποι εξορίας. Σ' αυτά πρέπει να προστεθούν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων που χρησιμοποίησε ο αστικός στρατός, καθώς και τα κρατητήρια και τμήματα που χρησιμοποίησαν η Χωροφυλακή και η Ασφάλεια, στα οποία κρατήθηκαν και ανακρίθηκαν χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι. Υπήρξαν επίσης 21 νοσοκομεία στα οποία κρατούνταν ασθενείς αγωνιστές, όπως το «Σωτηρία» και το «Αγιος Παύλος».

Ξυλογραφία του Γ. Φαρσακίδη,1949: Μετά το μακελειό, ο Ιωαννίδης με τους αλφαμίτες μπρος στα αιμόφυρτα κορμιά, εκβιάζουν για δήλωση. «Σκύψε κομμούνα να ιδείς, τα τίναξαν οι πουτάνες. Η σειρά σου τώρα, καθάριζε...»
Ξυλογραφία του Γ. Φαρσακίδη,1949: Μετά το μακελειό, ο Ιωαννίδης με τους αλφαμίτες μπρος στα αιμόφυρτα κορμιά, εκβιάζουν για δήλωση. «Σκύψε κομμούνα να ιδείς, τα τίναξαν οι πουτάνες. Η σειρά σου τώρα, καθάριζε...»
Ακόμα, γι' αυτήν την περίοδο αναφέρονται τουλάχιστον 5 κρατητήρια «παρακρατικών» συμμοριών, όπως οι στάβλοι του Μπαντουβά στο Ηράκλειο Κρήτης και τα κρατητήρια της ΕΑΟΚ στις Κροκεές Λακωνίας.

Η Μακρόνησος ήταν το πλέον συμβολικό στρατόπεδο. Εδώ οι μηχανισμοί καταστολής τελειοποιήθηκαν, η βία συστηματοποιήθηκε και οι πολιτικά διωκόμενοι γνώρισαν τη μεγαλύτερη αναμέτρησή τους με τον ταξικό αντίπαλο.

Η δημιουργία της Μακρονήσου υπήρξε οργανωμένο σχέδιο των Βρετανών και Αμερικανών, σε συνεργασία με το ελληνικό αστικό κράτος, για την εξουδετέρωση μιας μεγάλης μερίδας του λαϊκού κινήματος, πρωταρχικά με σκοπό την εκκαθάριση του κυβερνητικού στρατού από δυνάμεις που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εξεγέρσεις σε μονάδες, σε συνδυασμό με την αποστέρηση του ΔΣΕ από πολύτιμες εφεδρείες. Ταυτόχρονα, επιδιώχτηκε το ηθικό τσάκισμα των κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών μέσα από την υπογραφή δηλώσεων αποκήρυξης του ΚΚΕ και της ιδεολογίας του, ώστε αυτό να λειτουργήσει αρνητικά στο ηθικό του λαού.

Η ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου αποφασίστηκε στις 19 Φλεβάρη 1947, ενώ ξεκίνησε να λειτουργεί στις 28 Μάη 1947, με τον εκτοπισμό σε αυτήν των πρώτων 100 μόνιμων αξιωματικών και 600 εφέδρων.

Το στρατόπεδο της Μακρονήσου συγκροτήθηκε από: Το Α Τάγμα Σκαπανέων, που είχε μεταφερθεί από τον Αγιο Νικόλαο Κρήτης, με διοικητή τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο, τον οποίο αντικατέστησε το 1948 ο ταγματάρχης Αντώνιος Βασιλόπουλος. Το Β Τάγμα, που μεταφέρθηκε από τη Λάρισα στην Παιανία και από εκεί στο Πόρτο Ράφτη, απ' όπου έφυγε για τη Μακρόνησο (25 Μάη 1947), με διοικητή τον Ηλία Στολιόπουλο και αργότερα τον Γεώργιο Τζανετάτο. Το Γ Τάγμα, που συγκροτήθηκε το 1946 στη Μίκρα Θεσσαλονίκης, με διοικητή τον Παναγιώτη Σκαλούμπακα. Τον Σεπτέμβρη του 1947 μεταφέρθηκαν στο Γ Κέντρο Αξιωματικών Μακρονήσου οι μάχιμοι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ. Διοικητής του ήταν ο Σταύρος Χριστοδουλάκης και μετά ο Νίκος Δαούλης, που έκανε και χρέη διοικητή της Μακρονήσου. Υπεύθυνος για τη Μακρόνησο από την πλευρά του ΓΕΣ ήταν ο συνταγματάρχης Γεώργιος Μπαϊρακτάρης.


Στα τρία Ειδικά Τάγματα Οπλιτών (ΕΤΟ), τα Α ΕΤΟ, Β ΕΤΟ και Γ ΕΤΟ, κρατούνταν κομμουνιστές και άλλοι ΕΠΟΝίτες φαντάροι, ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας, που προέκυπτε από το φάκελο που είχε στη διάθεσή του το Γραφείο Ασφαλείας (Α2) του νησιού. Στο Α ΕΤΟ, το λεγόμενο και «Κόκκινο Τάγμα», κρατούνταν οι πιο επικίνδυνοι οπλίτες, στο Β ΕΤΟ οι «συμπαθούντες» και στο Γ ΕΤΟ οι «ύποπτοι».

Εκτός από τα παραπάνω τάγματα, υπήρχαν και χώρος κράτησης πολιτών και ορισμένες μικρές μονάδες υποστηρικτικών υπηρεσιών.

Στο νησί αρχικά λειτούργησαν οι Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών (ΣΦΑ), στις οποίες κρατούνταν «επικίνδυνοι πολίτες» (υπόδικοι στρατοδικείων) και οι οποίες μετονομάστηκαν το 1949 σε Ειδικό Σώμα Αναμόρφωσης Ιδιωτών (Α και Β ΕΤΟ-ΕΣΑΙ), που αργότερα ονομάστηκε Δ ΕΤΟ.

Συνολικά στο νησί κρατήθηκαν, κατά μια εκδοχή, πάνω από 100.000 άτομα, πολίτες ή στρατιωτικοί. Ανάμεσά τους και 300 ανήλικα παιδιά.

Η βία και τα ψυχολογικά και σωματικά βασανιστήρια υπήρξαν καθημερινό φαινόμενο στη Μακρόνησο. Ηδη με την άφιξή τους στο νησί, οι εξόριστοι ξυλοκοπούνταν από άντρες της Αστυνομίας Μονάδας (ΑΜ) και όσοι δεν υπέγραφαν δηλώσεις αποκήρυξης στέλνονταν στο Γραφείο Α2 για περαιτέρω βασανιστήρια και ανακρίσεις. Οι εξόριστοι που δεν υπέγραφαν συνήθως απομονώνονταν και βασανίζονταν αδιάκοπα, ενώ οι υπογράφοντες δήλωση τοποθετούνταν σε ξεχωριστούς κλωβούς, όπου η μεταχείρισή τους ήταν σχετικά ήπια.

Βασανιστήρια όπως το ξύλο με σύρματα, καδρόνια και ξύλα μπαμπού, η φάλαγγα, η ψυχρολουσία, η έκθεση στον ήλιο και το κρύο και το κάψιμο με πυρωμένα σίδερα και τσιγάρα, συνδυάζονταν με ώρες καψονιών όπως η ορθοστασία, το κουβάλημα βράχων και η ακινησία, προκειμένου να αποσπαστούν δηλώσεις. Παράλληλα, εφαρμόζονταν ψυχολογικές μέθοδοι βασανισμού, όπως η άσκοπη εργασία, ο δημόσιος εξευτελισμός και τα πολύωρα «μαθήματα» εθνικής διαπαιδαγώγησης (μεταδίδονταν από τα μεγάφωνα του στρατοπέδου εθνικιστικοί ύμνοι και ανακοινώσεις 24 ώρες το 24ωρο).

***

Κολοφώνα της βίας στη Μακρόνησο αποτέλεσε η ομαδική σφαγή στο Α ΕΤΟ περισσότερων από 300 φαντάρων (29 Φλεβάρη 1948 - 1 Μάρτη 1948).

Το έγκλημα χαρακτηρίστηκε από το ΓΕΣ και τον αστικό Τύπο ως «στάση» των φαντάρων και πολλοί από τους επιζήσαντες δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο ως «στασιαστές». Τους νεκρούς του Α ΕΤΟ τους έριξαν στη θάλασσα με άκρα μυστικότητα, στη βραχονησίδα Σαν Τζιόρτζιο, μέσα σε συρμάτινα δίχτυα. Εως σήμερα δεν έχει εξακριβωθεί και προσωποποιηθεί ο ακριβής αριθμός τους. Ο καπετάνιος του καϊκιού που μετέφερε τα πτώματα στο Σαν Τζιόρτζιο έχει δηλώσει πως καταμέτρησε ο ίδιος 350 νεκρούς. Παράλληλα, όμως, έχουν καταγραφεί πολλές μαρτυρίες για ομαδικούς τάφους στο Λαύριο και πέρα απ' αυτό.

Αφηγήσεις για τη μεγάλη σφαγή σε πρώτο πρόσωπο

Για τη μεγάλη σφαγή στη Μακρόνησο στο τρίτομο έργο με τίτλο «Μακρόνησος - Ιστορικός Τόπος», που εκδόθηκε από το ΚΚΕ (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή») έχουν συγκεντρωθεί από πολλές πηγές δεκάδες μαρτυρίες. Παραθέτουμε σήμερα αποσπάσματα από ορισμένες από αυτές.

Η πρώτη μέρα της σφαγής

Ο Νίκος Παπανδρέου αναφέρει: «Πρωινή αναφορά πήρε ο υπασπιστής του Τάγματος υπολοχαγός Καστρίτσης. Αμέσως μετά διέταξε το Τάγμα να κατευθυνθεί συντεταγμένο προς το αμφιθέατρο. Ανάμεσά μας τριγυρίζει ο ανθυπολοχαγός Καρδάρας που έλεγε: "Σήμερα θα μιλήσει ο Χριστός με το πιστόλι". Ολοι βάλαμε τα γέλια, γιατί όλοι ξέραμε πως ο άνθρωπος αυτός είχε κάποια σημάδια παρανόησης. Επειδή, όμως, ήταν Κυριακή δεν αποκλείσαμε να έρθει κάποιος παπάς από το Λαύριο ή την Αθήνα για λειτουργία και κήρυγμα, όπως είπε και κάποια άλλη φορά. Μετά το μακελειό, ο Ιωαννίδης με τους αλφαμίτες μπρος στα αιμόφυρτα κορμιά εκβιάζουν για δήλωση: "Σκύψε κομμούνα να ιδείς, τα τίναξαν οι πουτάνες. Σειρά σου τώρα, καθάριζε..."».

Ο Νίκος Μανδράκος: «Το ντουφεκίδι κράτησε δευτερόλεπτα. Δημιουργήθηκε πανδαιμόνιο (...) Η μικρότερη μάζα, γύρω στους δύο χιλιάδες άνδρες, που βρέθηκαν στην πλαγιά του θεάτρου, δέχτηκε τα πυρά. Είδε να σωριάζονται αιμόφυρτα παλικάρια δίπλα της και συνειδητοποίησε από την πρώτη στιγμή πως πρόκειται για δολοφονία.

Εξαλλοι και αναστατωμένοι σηκώθηκαν όρθιοι κι άρχισαν να φωνάζουν: "Αίσχος... Ντροπή σας... Δολοφόνοι... εγκληματίες... δειλοί...".

Μερικοί, ενεργώντας αμήχανα, σύρθηκαν προς το βάθος της χαράδρας. Οι περισσότεροι, όμως, αντιμετώπισαν το απαίσιο έγκλημα με ψυχραιμία και αποφασιστικά. Στάθηκαν όρθιοι και βλέποντας τους δολοφόνους (περίπου εκατό μέτρα τους χώριζαν), το Λόχο Ασφαλείας, φώναζαν τις λέξεις που προαναφέραμε (...) Οι κρατούμενοι που ήταν στο θέατρο σχημάτισαν με τις παλάμες τους (αριστερά - δεξιά) φορεία. Τοποθέτησαν ευλαβικά τα θύματα και σιγά σιγά κατηφόρισαν στο γήπεδο. Πέντε νεκροί και πολλοί τραυματίες. Ολοι με πυροβόλα και όπλα. Από τους τραυματίες καμιά εικοσαριά βαριά. Αλλοι με τραύματα στο θώρακα, στο κεφάλι, στα χέρια, στα πόδια. Το αίμα έτρεχε αστείρευτο».

Η δεύτερη μέρα της σφαγής

Γράφει ο Διονύσης Γεωργάτος:

«Η ώρα είναι περίπου 11. Από τα μεγάφωνα του περιπολικού, που πλέει δίπλα στους βράχους, ακούμε: "Προσοχή - Προσοχή". Και ύστερα από δύο με τρία λεπτά: "Προσοχή - Προσοχή. Στρατιώται του Α' Τάγματος. Σας ομιλεί ο συνταγματάρχης Μπαϊρακτάρης".

Το πολεμικό προχωρεί, περνούν πάλι δύο - τρία λεπτά. Σφυρίζει και τα μεγάφωνα επαναλαμβάνουν και συνεχίζουν: "Στρατιώται του Α' Τάγματος, εκάματε μιαν απερισκεψία. Ολίγα καθάρματα κομμουνισταί σάς παρέσυραν σε στάσιν κατά της πατρίδος. Οσοι από εσάς δεν συμφωνούν με τους δολοφόνους, οι οποίοι εδημιούργησαν τα χθεσινά γεγονότα, διαχωρίστε τας ευθύνας σας και συγκεντρωθείτε εις τον 7ον Λόχον. Το κράτος δεν μπορεί να υποχωρήσει".

Ολοι σχεδόν οι στρατιώτες, από όλους τους λόχους του στρατοπέδου, βγήκαν έξω απ' τις σκηνές τους. Μερικοί ρωτούν, τι είπε το μεγάφωνο; "Δεν άκουσες συνάδελφε. Εμείς, λέει, κάναμε στάση, εμείς είμαστε δολοφόνοι". Οσοι ήταν έξω απ' τις σκηνές φωνάζουν: "Αίσχος. Αίσχος. Δολοφόνοι. Φασίστες". Σηκώνουν τα χέρια και ομαδικά μουντζώνουν με κατεύθυνση το πολεμικό (...)

Το περιπολικό, κατά μικρά διαστήματα, απομακρύνεται από την ακτή, για να επανέλθει με νέες οδηγίες και συμβουλές. "Στρατιώται, το κράτος δεν μπορεί να υποχωρήσει. Θα επιβάλει τον νόμον. Θα τιμωρήσει διά την στάσιν τους υπαίτιους. Εγκαταλείψετε τους κομμουνιστάς και μεταμεληθείτε. Η πατρίς θα σας συγχωρέσει...".

Αυτή η δραστηριότητα για κάμποση ώρα του πολεμικού είναι για να μας τσακίσει τα νεύρα και να δημιουργήσει μέσα στους συναδέλφους μας το κλίμα της υποταγής και της ντροπής, να περάσουμε τη διαχωριστική γραμμή, να εγκαταλείψουμε και να απαρνηθούμε τους νεκρούς μας, που τιμητικά περιφρουρούσαμε στη σκηνή τους, να πάμε στη χαράδρα του 7ου Λόχου, δίπλα από το Λόχο Διοίκησης και να υπογράψουμε εκεί τις δηλώσεις μετανοίας, επειδή πολεμήσαμε στην Αντίσταση τους κατακτητές και επειδή από "απερισκεψία" χθες κάναμε τάχα στάση στο στρατόπεδο.

Ολο το Τάγμα διαισθάνεται τι πρόκειται από στιγμή σε στιγμή να ξεσπάσει. Ακούει από τα μεγάφωνα του πολεμικού, βλέπει τις πολεμικές προετοιμασίες που γίνονται στο γήπεδο, οσμίζεται τη θύελλα που έρχεται. Με σφιγμένη όμως την καρδιά και καθαρή τη συνείδησή του στέκει όρθιο και περιμένει. Δε λυγίζει (...) Κανείς δεν κινείται προς τον 7ο Λόχο. Το Α' Τάγμα αυτοπειθαρχημένο, μετρά τις πιο κρίσιμες στιγμές της ζωής του"».

Ο Τάκης Παπανικολάου: «Εκδηλώθηκε επίθεση με όπλα εναντίον μας. Είχανε φέρει από το Γ' Τάγμα επίλεκτους και μας χτυπούσαν. Κόλαση πυρός. Σειόταν το νησί. Οι φαντάροι αντίκριζαν το χάρο και μέσα στην αναστάτωσή τους κατευθύνονταν προς τα μαγειρεία. Μπροστά μου κι όξω από το γραφείο του 1ου Λόχου έπεσαν τραυματισμένοι θανάσιμα δύο φαντάροι. Ταραγμένος προσπάθησα να τους προσφέρω κάποια βοήθεια, μα ξεψύχησαν στα χέρια μου».

Ο Δημήτρης Διαμαντής: «Βλέπω ξαφνικά το φίλο μου τον κιθαρίστα το Θεσσαλονικιό, τον Αμυράλη Βενιζέλο, μέσα σε κείνο το καμίνι να στέκεται όρθιος. Ηταν μπλεγμένος ανάμεσα σε δυο σκηνές και γραδωμένος σε κάτι τριχιές. Βάζω δυνατή φωνή: "Βενιζέλο, σκύψε θα σε βρει βόλι". Μα ο Βενιζέλος δεν αποκρίθηκε, έμεινε ολόρθος, έτσι όπως σ' άλλες εποχές, όταν έπαιζε κιθάρα και μας τραγουδούσε. Με τρόπο τον ζύγωσα. Πάγωσα. Ηταν νεκρός κι απ' το λαρύγγι του έτρεχε αίμα».

Ο Χρυσόστομος Μαυρίδης: «Μέσα σε κείνη την κόλαση της φωτιάς μαζί με δυο άλλους στρατιώτες κουβαλούσαμε στο ιατρείο του στρατοπέδου έναν τραυματία με σπασμένα από ριπή πόδια (...) Ενας εθνοφρουρός από την Κοκκινιά ξαπλωμένος στο χώμα σπαρταρούσε σαν ψάρι. Μπροστά μου ένας σκοτωμένος, που η σφαίρα τον βρήκε στο κεφάλι και του είχε σπάσει το κρανίο. Τα μυαλά του είχαν χυθεί απέξω, όπως το αυγό, που σπάει στο βράσιμο και είχαν ανακατωθεί με αίμα και χώμα. Πόσους τραυματίες κουβαλήσαμε; Πόσους σκοτωμένους; Πόσα αυτοκίνητα φορτώσαμε; Μέσα μου όλα ήταν ανάκατα, μηχανικά φόρτωνα τ' αυτοκίνητα, που γιόμιζαν νεκρούς».

Οι νεκροί

Η μαρτυρία του γιατρού Λεωνίδα Γεωργιλάκου είναι αποκαλυπτική:

«Την άλλη μέρα, Δευτέρα 1η Μάρτη, εκεί στο Γ' Τάγμα ακούγαμε τις συνεχείς ομοβροντίες όπλων και οπλοπολυβόλων, κλεισμένοι μέσα στις σκηνές. Ολοι μας, και οι στρατιώτες, που ήσαν κοντά μας, σκεφτόμασταν και συζητούσαμε για το σκοτωμό των παιδιών που γινόταν στο Α΄ Τάγμα.

Την Τρίτη το πρωί πήγα στο Α΄ Τάγμα. Ο διοικητής Βασιλόπουλος μαζί με τον ανθυπολοχαγό της Στρατολογίας Αλιμπράντη μάς κάλεσε και έδωσε εντολή να πάμε στο Γ' Τάγμα, στο διοικητή Σκαλούμπακα, να διαπιστώσουμε το θάνατο στρατιωτών και να συντάξουμε και υπογράψουμε το πρωτόκολλο θανάτου τους. Μας ζήτησε άκρα εχεμύθεια, επαναλαμβάνοντας και τονίζοντας σε μας αυτή την υποχρέωση.

Στο Γ' Τάγμα ο Σκαλούμπακας μας διέθεσε Αλφαμίτες που μας οδήγησαν στο καΐκι, στο οποίο ήταν στοιβαγμένα πτώματα στρατιωτών. Ηταν ένα τρομερό θέαμα.

Οι Αλφαμίτες μας φέρνανε έναν έναν τους νεκρούς και διαπιστώναμε το θάνατό τους και την ταυτότητά τους. Σε συνέχεια μας έφεραν νεκρούς, που είχαν σε μεγάλες σκηνές. Καταμετρήσαμε 180 νεκρούς στρατιώτες.

Μετά την καταμέτρηση οι Αλφαμίτες παίρνανε τα πτώματα και τα τοποθετούσαν στοιβαγμένα στο καΐκι. Ο Σκαλούμπακας συνεχώς παρακολουθούσε από κοντά όλη αυτή τη διαδικασία.

Φτιάξαμε την κατάσταση - πρωτόκολλο θανάτου των στρατιωτών, το υπογράψαμε και το απόγευμα, που γυρίσαμε στο Α΄ Τάγμα, το παραδώσαμε στο διοικητή μας Βασιλόπουλο. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η προσωπική μου οδυνηρή εμπειρία για τη σφαγή στο ΑΕΤΟ».

***

Πολύτιμη είναι η μαρτυρία του Μίμη Βρονταμίτη, καπετάνιου του καϊκιού που μετέφερε τους νεκρούς:

«Εζησα όλα τα δραματικά γεγονότα της Μακρονήσου το 1948. Ο στρατός μας με είχε επιταγμένο με το καΐκι μου "Αγιος Νικόλαος", επί μισθώ, οκτώ χιλιάδες δραχμές το μήνα. Κουβαλούσα από το Λαύριο πέρα στη Μακρόνησο φαντάρους, πολιτικούς υπόδικους, νερό σε βαρέλια και άλλα.

Στο φοβερό τουφεκίδι του Μάρτη 1948 ο Σκαλούμπακας μου κόλλησε το πιστόλι στο κεφάλι και με απειλές με διέταξε να κουβαλάω σκοτωμένους φαντάρους πέρα μακριά στον Κάβο Ντόρο, στο ξερόνησο Σαν Τζιόρτζιο. Στο Γ' Τάγμα φόρτωνα τους νεκρούς φαντάρους, που τους εξέταζε ο γιατρός Μαλάμης, κι έγραφε στο πιστοποιητικό θανάτου τη λέξη "νεκρός". Ητανε δίπλα στον γιατρό Μαλάμη κι άλλοι δύο γιατροί.

Τους σκοτωμένους φαντάρους τους τακτοποιούσανε στριμωχτά στο αμπάρι οι Αλφαμίτες Χούμης και Λαγός. Σ' ένα μόνο δρομολόγιο φορτώσαμε 185 νεκρούς φαντάρους.

Λέω στον Σκαλούμπακα: "Το καΐκι δεν σηκώνει τόσο πράμα, είναι πολύ το πράμα, θα μπατάρει το καΐκι". Αυτός κουβέντα δεν έπαιρνε, με το πιστόλι με διέταξε. Τι να 'κανα; Το πιστόλι σε παγώνει...

Ανοιγόμασταν τη νύχτα στον Κάβο Ντόρο. Εκεί στο Σαν Τζιόρτζιο περίμενε καράβι πολεμικό. Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσας. Αυτό ξανάγινε. Οι νεκροί όλοι - όλοι ήταν 350 κοντά, τους μέτραγα έναν - έναν και ήταν 350 φαντάροι νεκροί. Αυτή ήταν η πιο τραγική περιπέτεια που έζησα στη ζωή μου».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ