Μετά από λίγες μέρες, ήρθε η ώρα για τη νέα ζωή του μικρού. Το προηγούμενο βράδυ, για κάμποση ώρα, άκουγε συμβουλές για τη συμπεριφορά του με τα άλλα παιδάκια, για το σεβασμό που πρέπει να 'χει στην παιδαγωγό του. Το πρωί ο πιτσιρικάς δεν ήθελε να σηκωθεί απ' το κρεβάτι. Προτιμούσε τη σιγουριά του σπιτιού του, τη γιαγιά που δεν του χάλαγε χατίρι, τα δικά του παιχνίδια. Επιπλέον, δεν ήξερε εάν οι νέοι του φίλοι θα είναι συμπαθητικοί, όπως τα ξαδέρφια του και το κοριτσάκι που έμενε στο από κάτω διαμέρισμα. Με τα πολλά το πήρε απόφαση, κατάλαβε ότι δεν μπορεί να το αποφύγει.
Ενιωσε λίγο καλύτερα, μόλις είδε τόσα πολλά παιδάκια μαζεμένα. Δεν μπορεί, κάποια θα βρει να κάνει παρέα. Η «κυρία» ήταν πολύ γλυκιά, του εξήγησε ότι θα μάθει πολλά πράγματα, ότι αυτή θα είναι κάτι σα μαμά του, για τις ώρες που βρίσκεται στο σταθμό. Τον προέτρεψε να μην ντρέπεται και να μοιράζεται μαζί της κάθε επιθυμία και κάθε πρόβλημά του. Η μητέρα του, του έδωσε ένα φιλί, του ψιθύρισε «όπως είπαμε» κι έφυγε.
Είχε αγωνία να ακούσει τις εντυπώσεις του. Επιτέλους, ήρθε το μεσημέρι. «Πώς τα πέρασες»; Ο μικρός, με βουρκωμένα μάτια, της απάντησε: «Δεν μπορώ ούτε να περπατήσω εκεί μέσα. Δε θέλω να ξαναπάω». Τον χάιδεψε και τον ρώτησε: «Η κυρία είναι καλή, δεν περάσατε όμορφα μαζί της;». Ο πιτσιρίκος έβαλε τα κλάματα: «Η κυρία δεν ξέρει εάν θα κάτσει όλη τη χρονιά». Την επόμενη μέρα η μητέρα του έμαθε, απ' την ίδια την κοπέλα, ότι η σύμβασή της λήγει σε λίγο καιρό. Ελπίζει στην ανανέωσή της...