Πέμπτη 27 Σεπτέμβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΤΗΛΕ ...ΠΑΘΗ

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Μια Ξενάγηση

Ηταν μια γλυκιά μέρα στο τέλος του Σεπτέμβρη. Ο ουρανός ήταν καταγάλανος, ο ήλιος ζέσταινε την ατμόσφαιρα, υγρή από τη νύχτα, ο ορίζοντας διαγραφόταν ως την πιο μικρή λεπτομέρεια, πέρα από τις κορυφές των βουνών, μέχρι το πιο νότιο ορατό σημείο. Στο διάδρομο της αυλής, από τη μαύρη πόρτα με τα σιδερένια κάγκελα, ακούστηκε μια φωνή.

Εδώ είσαι; Ημουν. Ο Θοδωρής, από το χωριό στην πλαγιά του βουνού, ψηλός, όμορφος, έξυπνος, ομιλητικός, είχε έρθει να με πάρει για μια κοντινή περιήγηση. Δεν είχε σβήσει ούτε τη μηχανή του αυτοκινήτου του. Ξεκινήσαμε, εγώ με προσδοκίες, ο Θοδωρής με διάθεση ξεναγού. Μου έδωσε ένα χάρτη, φωτοτυπία από σελίδες βιβλίου από τη λογοτεχνία της Εθνικής Αντίστασης, και μου συνέστησε να διαβάζω τα χωριά απ' όπου περνούσαμε. Εκείνος μου έλεγε την ιστορία τους.

Πρώτος προορισμός ήταν το Ισαρι, 800 υψόμετρο σε καταπράσινο βουνό της Αρκαδίας. Με τόση διαφάνεια θα μπορούσαμε να δούμε από το ύψος του μέχρι τη θάλασσα της Καλαμάτας. Ενα χωριό, ήξερα το όνομά του, που δεν το είχα επισκεφθεί ποτέ πριν, παρά την κοντινή του απόσταση. Με αιχμαλώτισε. Στη μικρή του πλατεία, στο Ηρώον σμιλεμένα ονόματα θυμάτων προηγούμενων πολέμων. Ο Θοδωρής πρόσθετε λεκτικά ονόματα ηρώων που είχαν πολεμήσει τον κατακτητή, τη δεκαετία του 1940.

Περπατήσαμε λίγο ανάμεσα στα δρομάκια του και καταλήξαμε στον Ξενώνα για να θαυμάσουμε το τοπίο. Η θέα ήταν συναρπαστική. Αλλά πιο συναρπαστική ήταν η διήγηση του Θοδωρή. Ηταν μαθητής του Δημοτικού Σχολείου, στα χρόνια του Εμφύλιου, όταν η μάνα του φόρτωσε τα παιδιά της, τρία αγόρια και τρία κορίτσια, σε ένα κάρο, που το έσερνε ένα άλογο. Το μόνο φορτίο τους ήταν μερικά υφαντά σκεπάσματα, που είχε προλάβει να ρίξει στο κάρο για να κρύψει τα παιδιά της, να τα γλιτώσει από τη φονική μανία των ταγματασφαλιτών.

Θα σου δείξω, είπε. Υστερα από λίγο πήραμε, την κατηφόρα για την Αγία Θεοδώρα. Ενα εκκλησάκι γνωστό για τα δεκαεφτά κυπαρίσσια που έχουν φυτρώσει στη χωματένια στέγη του. Δίπλα ένα ρυάκι και οι κισσοί να αναρριχώνται κυκλικά στους κορμούς των δέντρων. Ο Θοδωρής, μου τα εξηγούσε όλα. Στο χωριό Βάστα (Μπάστα το λένε στα γύρω χωριά), ο Θοδωρής σταμάτησε και άρχισε να ψάχνει τριγύρω να βρει τη σπηλιά που είχε ξενυχτήσει με τους υπόλοιπους και φύλακα τη μάνα τους. Φοβόταν περισσότερο τους οπλισμένους, που τους είχαν πάρει το άλογο και κυνηγούσαν αυτούς και άλλους, παρά τους λύκους, τις αλεπούδες και άλλα ζώα, μικρά ή μεγάλα, που κυνηγούν τις νύχτες το θήραμά τους.

Είχαν επιζήσει από το θάρρος της μάνας, που ήθελε να διασώσει τα παιδιά της, για να υποδεχτούν μια μέρα τον πατέρα τους νικηφόρο. Τώρα τα καμένα και καψαλισμένα δέντρα, όρθια ή λυγισμένα, περιφρονημένα και εγκαταλειμμένα, είχαν σβήσει τα ίχνη εκείνων που είχαν φύγει, κυνηγημένοι από τα χωριά τους. Ο Θοδωρής ένιωθε, για μια ακόμα φορά, την καταστροφή και το κυνήγι που είχαν εξαπολύσει εναντίον της αγροτιάς οι άγριες, ανεξέλεγκτες πυρκαγιές. Τι περιθώρια έχω; αναρωτήθηκε ο Θοδωρής, καθώς πίναμε τον καφέ μας. Απέραντα. Υπάρχει και η μνήμη.


Ιωάννα ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ