Οι ταυτίσεις και οι σκοπιμότητες όμως δεν περιορίζονται εδώ. Ετσι, ο υπουργός Εργασίας θεωρεί ξεπερασμένη την ύπαρξη και λειτουργία των Εργατικών Κέντρων και τη δυνατότητα που έχουν να προκηρύσσουν απεργία. Αλλά και εδώ ο Α. Κολλάς τον έχει ξεπεράσει, αφού όχι μόνο τάσσεται υπέρ της συγχώνευσης των 176 Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών σε 13 περιφερειακές συνδικαλιστικές οργανώσεις, αλλά και τη μετατροπή των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών «σε γραφεία εξυπηρέτησης εργαζομένων για διεκπεραίωση αιτημάτων εργαζομένων, π.χ. σχηματισμό φακέλου για σύνταξη κ.λπ.»! Δηλαδή στη διάλυση των συνδικάτων, ως ταξικών οργανώσεων της εργατικής τάξης για την οργάνωση της πάλης κόντρα στους εργοδότες και την κυβέρνηση, κόντρα στην πολιτική που ενισχύει τους καπιταλιστές και στη μετατροπή τους σε τοπικά ΚΕΠ. Μάλιστα, ξεπερνώντας παρασάγγες σε αντιδραστικότητα τον υπουργό Εργασίας, προτείνει επιπλέον τη «μετατροπή των πρωτοβάθμιων σωματείων σε εργασιακά συμβούλια» και τη «θεσμοθέτηση περιφερειακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας». Με αυτόν τον τρόπο, καταργούνται τα πρωτοβάθμια σωματεία, δηλαδή η πρώτη βαθμίδα συνδικαλιστικής οργάνωσης και εκπροσώπησης, η πιο άμεση και η πιο κοντινή στους εργάτες, διαλύεται ο πυρήνας του συνδικαλισμού. Ενώ με την Περιφερειακή Σύμβαση, ανοίγει ο δρόμος για τη δημιουργία των Ελεύθερων Οικονομικών Ζωνών που επιδιώκει το κεφάλαιο και, εξίσου σημαντικό, καταργούνται όλες οι κλαδικές και οι ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις. Δηλαδή, πριν τα αφεντικά τολμήσουν να θέσουν ευθέως ζήτημα κατάργησης των Κλαδικών Συμβάσεων Εργασίας, συνδικαλιστικά στελέχη που μάλιστα δηλώνουν και «αντιμνημονιακοί» και καλούν σε αγώνα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, με την κάλυψη «αριστερών» παρατάξεων, ορθά - κοφτά καταργούν τις κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις.
Γίνεται, λοιπόν, φανερό ότι η παρέμβαση του υπουργείου Εργασίας, ακολουθεί κατά πόδας τις απαιτήσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών και τους σχεδιασμούς συγκεκριμένων συνδικαλιστικών κύκλων, που βάζουν πλάτη στο πέρασμα της αντεργατικής πολιτικής. Και οι δύο στοχεύουν όχι στην προσαρμογή του συνδικαλιστικού κινήματος στις ανάγκες του και στις ανάγκες των εργαζομένων, αλλά στον πλήρη αφοπλισμό του απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου. Οι φωνές για «αναδιάταξη» και αναμόρφωση του συνδικαλιστικού κινήματος μόνο αθώες δεν είναι όπως αθώο δεν είναι βέβαια το όψιμο «ενδιαφέρον» της κυβέρνησης, για την κατάσταση των συνδικάτων. Αν κάτι χρειάζεται σήμερα το συνδικαλιστικό κίνημα, αυτό είναι η αλλαγή στον προσανατολισμό του, η κατάκτηση και η εμβάθυνση των ταξικών χαρακτηριστικών του, δηλαδή εκείνων των στοιχείων που πράγματι θα το αναδεικνύουν ως φορέα οργάνωσης της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο. Χρειάζονται κλαδικά συνδικάτα, με εκπροσώπηση σε κάθε χώρο δουλειάς. Και ένας τέτοιος προσανατολισμός, σήμερα, σημαίνει συμπόρευση με το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο, τη μεγάλη αυτή κατάκτηση των εργαζομένων της χώρας μας. Σημαίνει απόρριψη όλο και από πιο πολλά συνδικάτα, του «κοινωνικού εταιρισμού» και της «ταξικής ειρήνης», εγκατάλειψη της γραμμής του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού και ενεργή στράτευση στο στρατόπεδο των ταξικών δυνάμεων που όχι μόνο στα λόγια, αλλά κυρίως στην πράξη, μάχονται τους καπιταλιστές, υπερασπίζονται τα συμφέροντα των εργαζομένων, άμεσα και μακροπρόθεσμα, παλεύουν να γίνουν οι εργάτες από εκμεταλλευόμενοι, ιδιοκτήτες του πλούτου που παράγουν.