Τρίτη 25 Ιούλη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4

Η «αντοχή» της οικονομίας

Δεκαετίες τώρα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, εναλλασσόμενοι στην κυβερνητική εξουσία, έχουν λιανίσει τους εργαζόμενους και το λαό στις πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας, που τους είχαν υποδείξει οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές και τα συνεταιράκια τους στην Ελλάδα. Ενα βασικό τους επιχείρημα ήταν και είναι «δεν αντέχει η οικονομία»! Τα ίδια έγιναν και τα τελευταία χρόνια. Με την εφαρμογή αντιλαϊκών μέτρων και πολιτικών, εξασφάλισαν συνθήκες θερμοκηπίου για την αύξηση των κερδών και υπερκερδών του μεγάλου κεφαλαίου, σε ολόκληρη τη δεκαετία που πέρασε, μοιράζοντας, παράλληλα, υποσχέσεις ότι μετά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, τελειώνουν οι θυσίες και τα βάσανα για τους εργαζόμενους. Αδιάψευστος μάρτυρας, τα διψήφια και τριψήφια ποσοστά αύξησης των κερδών, που εμφάνιζαν οι μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ την ίδια περίοδο η ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων ήταν μονοψήφιος και κάτω του επίσημου πληθωρισμού αριθμός.

Ομως, με τη λήξη της δεκαετίας του '90, δεν έληξαν και οι θυσίες για τους εργαζόμενους. Αν και διανύουμε το πρώτο έτος της πρώτης δεκαετίας του 2000 και η χώρα πήρε το εισιτήριο ένταξης στην ΟΝΕ, συνεχίζονται, για μεν τους εργαζόμενους οι μονόπλευρες θυσίες, για δε το μεγάλο κεφάλαιο τα πολύπλευρα, πολύμορφα και πλουσιοπάροχα οφέλη. Η πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ - που μοιράζει χρήματα με τη σέσουλα στο μεγάλο κεφάλαιο - συνεχίζεται τώρα πια, όχι με το επιχείρημα «δεν αντέχει η οικονομία», αλλά με πρόσχημα τη «διατηρησιμότητα» των μέχρι σήμερα επιτευγμάτων και την παραμονή της Ελλάδας στη λέσχη της ΟΝΕ.

Το ότι συνεχίζεται η πολιτική που μοιράζει χρήματα με τη σέσουλα στο μεγάλο κεφάλαιο, βεβαιώνουν: Πρώτον, η εισοδηματική πολιτική λιτότητας του 2000, που δίνει ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων γύρω στο 2%, ενώ ο πληθωρισμός αυξάνεται με ρυθμό πάνω από 2,5%. Δεύτερον, η φορομπηχτική φορολογική πολιτική, που κινείται σταθερά στον αστερισμό της λογικής του «παίρνω τα πολλά από τους πολλούς και φτωχούς», για να τα «ξαναμοιράσω στους λίγους και πλούσιους», όπως δείχνουν και τα επίσημα στοιχεία. Τρίτον, η πολιτική ιδιωτικοποιήσεων, μέσω της οποίας η κυβέρνηση παραδίδει - στην κυριολεξία, σε «τιμή κοψοχρονιά» - τις μεγάλες κερδοφόρες επιχειρήσεις του δημοσίου σε ιδιώτες, ανταποκρινόμενη, έτσι, στις επιταγές του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών και των βιομηχάνων για «περισσότερη ιδιωτική πρωτοβουλία» και «λιγότερο κράτος». Τέταρτον, τα παχυλά και προκλητικά κέρδη, που εμφανίζουν στο πρώτο εξάμηνο του 2000 οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, που αυξάνονται με ρυθμό πάνω από 20%, όπως προκύπτει από τους ισολογισμούς τους, ενώ υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις που ξεπερνούν το 100%!

Οι μεγαλοεπιχειρηματίες, όμως, επιβεβαιώνοντας τη λαϊκή παροιμία «τρώγοντας ανοίγει η όρεξη», διεκδικούν ακόμη περισσότερα κέρδη. Και η κυβέρνηση Σημίτη, θεωρώντας τις αξιώσεις τους «φωνή Κυρίου», θεσπίζει και νέα μέτρα. Αντιδραστικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, «μοίρασμα» των έργων της Ολυμπιάδας, τσουχτερές αυξήσεις των διοδίων, μείωση της φορολογίας των κερδών, επιχορηγήσεις των επιχειρήσεων από το Γ` ΚΠΣ, «μεταρρύθμιση» του ΕΣΥ, για να αναφερθούμε μόνο στην τρέχουσα επικαιρότητα. Μέτρα και πολιτικές, που θα κάνουν πλουσιότερους τους έχοντες και κατέχοντες και φτωχότερους τους εργαζόμενους και το λαό. Πολιτικές, που θα συνεχίζονται, με τον ένα ή άλλο τρόπο, μορφή και όνομα, όσο οι εργαζόμενοι και ο λαός δεν οικοδομεί το δικό του Μέτωπο αλλαγής και λαϊκής εξουσίας, για να επιβάλει τις δικές του επιλογές και πολιτικές, το δικό του δρόμο ανάπτυξης της χώρας.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ