ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 16 Οχτώβρη 2008
Σελ. /32
«Η Διεθνής» μελωδία της άνοιξης!

Δυο ταινίες θα μας απασχολήσουν σοβαρά αυτήν τη βδομάδα. Η τούρκικη «Η Διεθνής», των Σιρί Σουργιά Εντέρ & Μουχαρέμ Γκιλμέζ και η ταινία του Φερνάντο Μεϊράλες «Περί Τυφλότητας». Η δεύτερη στηρίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Πορτογάλου νομπελίστα συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου.

«Η Διεθνής» είναι καθαρή (στη φόρμα και στο περιεχόμενο) σαν γάργαρο νερό. Τουρκία 1982. Στρατιωτικός Νόμος και ...μουσική αντίσταση. Τρυφερή, αισιόδοξη, αριστερή ταινία. Τα «Περί Τυφλότητας» είναι αρκετά εγκεφαλικά. Μια πρωτότυπη ιδέα για μια βαθιά ενδοσκόπηση στην «ψυχή» των ανθρώπων. Ταινία που απαιτεί κόπο και από τον θεατή.

Το «Χυμαδιό» του Τζόναθαν Λιβάιν ασχολείται με σοβαρά πράγματα με πολύ ελαφρό - και επικίνδυνο - τρόπο. Νεαρό βαποράκι μπερδεύεται (με «χαριτωμένο» τρόπο) με τα προσωπικά του! Ο «Max Payne» είναι μυστικός πράκτορας ο οποίος εκδικείται (με άφθονη βία), για το φόνο της οικογένειάς του.

Το «Παιχνίδι του Θανάτου», του Τζέφρι Ναχμάνοφ ασχολείται (με άφθονους φόνους και πολλά ...ταξίδια ανά την οικουμένη) με τους πράκτορες και τους προδότες του FBI. «Το Κορίτσι του Καλύτερου Φίλου μου», του Χάουρντ Ντόετς παριστάνει (άδικα) ότι είναι ρομαντική ερωτική κομεντί.

Αφησα τελευταίο (γιατί είναι) το φιλμ (;) του Τζεντ Γουάιντρομπ «Scar 3D - Τώρα ο Τρόμος Είναι Τριών Διαστάσεων». Φρικιαστικό θρίλερ τριών διαστάσεων. Αίμα και κινηματογραφικός φασισμός.

ΣΙΡΙ ΣΟΥΡΓΙΑ ΕΝΤΕΡ - ΜΟΥΧΑΡΕΜ ΓΚΙΛΜΕΖ
Η Διεθνής

«Η Διεθνής», έχει τη δική της πανέμορφη αγωνιστική ιστορία. Για να φτάσει στην κωμόπολη Αντιγιαμάν, στους πρόποδες του όρους Νεμρούτ, στη Νοτιανατολική Ανατολία της Τουρκίας το 1982, κάτω από τη στρατιωτική χούντα της γειτονικής χώρας, έκανε ένα μεγάλο, ένα τεράστιο ταξίδι. Ενα ταξίδι που αναστάτωσε τον κόσμο. Ενα ταξίδι που αναστατώνει και θα αναστατώνει τον κόσμο. Ενα ταξίδι που ξεκίνησε από την παρισινή κομμούνα και το ποιητικό χέρι του εργάτη - ποιητή και κομμουνάρου Ευγένιου Ποτιέ (1816 - 1887) και πέρασε στις καρδιές των προλετάριων ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Μεταφορέας του Υμνου των προλετάριων (τον οποίο μελοποίησε ο Ντεζετέ (1848 - 1932) και ακούστηκε για πρώτη φορά από τη χορωδία των εργατών της γαλλικής πόλης Λιλ, στο καφενείο της οδού Βινιέτ στον αριθμό 21, στις 23 Ιούνη του 1888 (ένα χρόνο μετά το θάνατο του Ποτιέ), στην απομονωμένη αυτή περιοχή της Τουρκίας είναι, σύμφωνα με τους Τούρκους δημιουργούς Σιρί Σουργιά Εντέρ & Μουχαρέμ Γκιλμέζ, ένας νεαρός Τούρκος κομμουνιστής φοιτητής. Στη διάδοση του Υμνου βοήθησαν οι τοπικοί λαϊκοί οργανοπαίκτες και η νεαρή αγαπημένη τού φοιτητή, η πανέμορφη Γκουλεντάμ. Ο φοιτητής, τελικά, πλήρωσε με τη ζωή του αυτό το πολιτικό εγχείρημα. Ενας ακόμα νεκρός τραγουδιστής της «Διεθνούς».

Ποιος στ' αλήθεια μπορεί να μετρήσει τους θανάτους των «κολασμένων»; Εκατομμύρια! Από την παρισινή κομμούνα μέχρι τις μέρες μας και τις μέρες του μέλλοντος μέχρι να επικρατήσει ο κομμουνισμός και η ελευθερία, μέχρι να νιώσουν οι εχθροί «...τη γροθιά μας και της ψυχής μας τη φωτιά» ο αριθμός θα μεγαλώνει, θα μεγαλώνει... Ωστόσο, αυτό το όμορφο ταξίδι της «Διεθνούς» κάθε μέρα θα βρίσκει νέους αγωνιστές για να την τραγουδήσουν με το αίμα τους και νέους αφοσιωμένους στην εργατική τάξη καλλιτέχνες για να τη διαδίδουν και αυτοί με το αίμα τους! Να τη διαδίδουν σε άγονες περιοχές, όπως αυτή της τουρκικής Ανατολίας. Σε άγονα μυαλά όπως αυτά των αναλφάβητων και των πολιτικά αναλφάβητων ολόκληρης της Γης!

Βρισκόμαστε στα 1982. Η χούντα του Εβρέν έχει επιβάλει τη θέλησή της από το 1980. Οι πρώτοι που πλήρωσαν ήταν οι κομμουνιστές και οι άλλοι αριστεροί αγωνιστές. Στις μεγάλες πόλεις, βέβαια, η αντίσταση δε σταμάτησε ποτέ. Ο φόβος είχε διεξόδους. Στην επαρχία, όμως, και ιδιαίτερα στις απομονωμένες περιοχές, όπως αυτή της Ανατολίας, ο στρατός είχε σκορπίσει τον πανικό και είχε καταφέρει να γίνει κυρίαρχος. Ομως, και κάτω από αυτήν την απόλυτη φασιστική κυριαρχία ο λαός, με τον τρόπο του, είχε καταφέρει να μην υποκύψει, να μην ηττηθεί πραγματικά και ψυχολογικά.

«Η Διεθνής» με έξυπνο και δημιουργικό τρόπο εξετάζει ακριβώς αυτόν τον αγώνα του τούρκικου λαού. Τον αγώνα των απλών ανθρώπων να μην υποκύψουν. Η χούντα, ανάμεσα στα άλλα, έχει απαγορεύσει και τα λαϊκά τραγούδια και τις λαϊκές μουσικές. Στο φόρτε τους τα στρατιωτικά εμβατήρια. Οι τοπικοί μουσικοί, όμως, και οργανοπαίχτες, ο λαός τελικά, δεν είναι, φυσικά, διατεθειμένοι να σιωπήσουν. Σκαρφίζονται χιλιάδες τρόπους για να μη βουλώσουν το στόμα τους, για να μην σκουριάσουν τα μουσικά όργανά τους. Ο στρατός, από την άλλη, μεριά θέλοντας να τους ελέγχει προσπαθεί να τους ενσωματώσει. Τους συγκεντρώνει και προσπαθεί να τους κάνει «ορχήστρα». Ορχήστρα, η οποία θα παίζει τους δικού του ρυθμούς. Και αυτό θα μπορούσε, ίσως, να συμβεί! Ομως, για καλή τους τύχη, στη μικρή τους πόλη, έφτασε η «Διεθνής». Η «Λύρα των Εργαζόμενων», όπως ονομάστηκε στο καφενείο της Λιλ στη γιορτή των εφημεριδοπωλών που πρωτοτραγουδίστηκε, έφτασε στο χωριό κρυφά από τον κομμουνιστή φοιτητή, ο οποίος ήταν ενσωματωμένος μαζί της. Ο Υμνος των προλετάριων άρεσε στους μουσικούς. Στην αγωνία τους να βρουν καινούριους ήχους να εκφράσουν τα αισθήματά τους έπεσαν πάνω στη «Διεθνή» που τους αναστάτωσε. Αμέσως την ενέταξαν στο ρεπερτόριό τους, την έκαναν το τραγούδι τους. Ηταν τέτοια η εκτίμηση που είχαν στη μελωδία που αποφάσισαν και με την παρότρυνση του κομμουνιστή φοιτητή και της νεαρής αγαπημένης του να την παίξουν στην κεντρική γιορτή του στρατού. Και την έπαιξαν! Και γράφηκε μια ακόμα ηρωική σελίδα, προστέθηκε ένας ακόμα ματωμένος στίχος στους ματωμένους, αλλά αισιόδοξους, στίχους της «Διεθνούς».

Η ταινία δεν είναι το ...«Μπεν Χουρ». Είναι μια απλή ταινία καθαρή στους στόχους της και στην αισθητική της. Το περιεχόμενό της είναι απόλυτα προοδευτικό, χωρίς υπεκφυγές ή αναστολές. Αγαπάει το λαό, αγαπάει τη «Διεθνή». Θεωρεί πως ετούτα τα δυο, λαός και «Διεθνής» και ό,τι αυτή συνεπάγεται, πάνε μαζί. Πως όταν αυτά τα δυο «στοιχεία» ανταμώσουν, η χημεία που θα προκληθεί από αυτή την ένωση θα γεννήσει ηρωικές και μεγάλες πράξεις. «Τι είναι αυτή η μουσική»; ρωτάει ο γέρος μουσικός την κόρη του Γκουλεντάμ. «Μουσική, πατέρα, κλασική». «Σε τι αναφέρεται, παιδί μου»; «Στον ερχομό της άνοιξης, πατέρα»! Και εκείνος, γερό μουσικό αυτί, έτσι είχε καταλάβει τον ήχο της. Μια αναγγελία ενός μεγάλου ερχομού.

Το ίδιο ποιητική με τους διαλόγους της είναι και η εικόνα της ταινίας. Η οποία δεν έχει πολυτέλειες. Εχει, ίσως, ατέλειες. Ομως, το τελικό αποτέλεσμα, για το οποίο βοήθησαν οι χώροι και τα κοστούμια, αλλά και άλλες «μικρές λεπτομέρειες», είναι μια μικρή λαϊκή όπερα. Μια μικρή λαϊκή όπερα με χρώματα, με μουσικές και με τραγούδια. Με γέλιο και πόνο. Με χιούμορ και με σοβαρότητα. Πολύ κοντά στα πρώτα θεατρικά έργα του Ιάκωβου Καμπανέλλη, για να σας δώσω μια βοήθεια. Μιλάμε για καθαρά λαϊκό κινηματογράφο. Κινηματογράφο φιλικά προσκείμενο στον Μπρεχτ.

Παίζουν: Τσεσμί Μπασκίν, Αμούτ Κουρτ, Ουζκού Ναμάλ, Ναζμί Κιρίκ, Μπαχρί Μπεγιάτ, κ.ά.

(Αποκλειστικά στον κινηματογράφο «Φιλίπ»).

ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΜΕΪΡΕΛΕΣ
Περί τυφλότητας

Εξαιρετική η σύλληψη από το νομπελίστα Πορτογάλο συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου της κεντρικής ιδέας και της υπόθεσης του ομότιτλου βιβλίου, πάνω στο οποίο βασίζεται η ταινία (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Καστανιώτης»). Ο Ζοζέ Σαραμάγκου πρωτοτυπεί! Μια επιδημία εμφανίζεται και σπέρνεται γρήγορα σε μια πόλη (σε ένα κράτος, σε μια ήπειρο, στην ανθρωπότητα τελικά). Οι άνθρωποι ξαφνικά και ανεπάντεχα χάνουν το φως τους. Δε «βλέπουν» τι κάνουν. Ενεργούν σαν «τυφλοί». Τυφλωμένοι σωστότερα.

Ναι, σωστά καταλάβατε. Μιλάμε για αλληγορία. Τόσο ο συγγραφέας, όσο και ο σεναριογράφος Ντον Μακέλαρ και ο σκηνοθέτης Φερνάντο Μεϊρέλες, θεωρούν την ανθρωπότητα «τυφλή». Και ούσα τυφλωμένη είναι αδύνατο να συμβιώσει ειρηνικά. Με το παραμικρό καταφεύγει σε αστόχαστες και βίαιες πράξεις. Κανένας δε θεωρεί κανέναν συνάνθρωπο. Αντίθετα ο καθένας βλέπει τον καθένα σαν μια πηγή για εκμετάλλευση! Με την πρώτη ευκαιρία προσπαθεί να κυριαρχήσει πάνω του, να τον εξουσιάσει, να τον βάλει στη δούλεψή του, να τον χρησιμοποιήσει σαν σκεύος ηδονής. Του παίρνει το φαγητό, τον εκμεταλλεύεται γενικά. Και ζει μέσα στη βρώμα και στη δυσοσμία! Σε μια κοινωνία «τυφλών». Σε μια κοινωνία ζώων..

Μια γυναίκα, η γυναίκα ενός γιατρού ο οποίος τυφλώθηκε, ο μοναδικός άνθρωπος που δεν έχασε το φως του, που βλέπει τα πράγματα καθαρά, πρώτα εθελοντικά ακολουθεί τον τυφλό άντρα της και στη συνέχεια και τους άλλους τυφλούς στην τυφλή κοινωνία τους. Θέλει να τους βοηθήσει να επιβιώσουν! Σιγά σιγά, όμως, ανακαλύπτει πως οι τυφλοί με την τυφλή συμπεριφορά τους σίγουρα θα οδηγηθούν σε οριστικά αδιέξοδα. Θα φάει ο ένας τον άλλον στο τέλος. Αναλαμβάνει, λοιπόν, πέρα από την επιβίωσή τους και την ευθύνη να τους βοηθήσει να εξανθρωπιστούν. Αναλαμβάνει την ευθύνη να οδηγήσει την τυφλή κοινότητα (ανθρωπότητα) στο πραγματικό φως. Εκεί, δηλαδή, που ο άνθρωπος θα βλέπει, όπως πρέπει να βλέπει ο άνθρωπος που έχει την όρασή του (τη λογική του, την ανθρωπιά του). Ο αγώνας της, βέβαια, είναι εξαντλητικός. Οι τυφλοί γύρω της με τις αστόχαστες και βίαιες πράξεις τους, πράξεις τυφλών ανθρώπων, την πληγώνουν. Εκείνη όμως, σαν υπεύθυνο άτομο, σαν άτομο που βλέπει, που βλέπει καθαρά, θα επιμείνει.

Σουρεαλισμός από την αρχή μέχρι το τέλος. Ο οποίος είναι πέρα για πέρα διδακτικός και προβληματίζει. Ωστόσο, η γενίκευση των δημιουργών, είναι σίγουρα λανθασμένη. Το σύνολο των ανθρώπων σε καμία περίπτωση δεν είναι, δεν μπορεί να είναι ανθρωποφαγικό. Δεν υπάρχει μόνον ένας άνθρωπος που βλέπει καθαρά. Οι άνθρωποι βιολογικά όλοι έχουν καθαρή όραση. Και, βέβαια, δεν «τυφλώνονται» ξαφνικά και χωρίς λόγο. Η επιδημία έχει όνομα! Είναι το κοινωνικό σύστημα, ο καπιταλισμός, που παράγει τυφλούς ανθρώπους. Ανθρώπους ανταγωνιστές. Αδικους!

Πρώτα ο συγγραφέας και μετά οι δημιουργοί της ταινίας απόφυγαν να πούνε ονόματα. Η στάση τους ελέγχεται, γιατί αδίκησε και τους ανθρώπους και το έργο τους. Φυσικά, για να είμαστε δίκαιοι, η ταινία τελειώνει αισιόδοξα. Αφού η γυναίκα, που δεν την κόλλησε η «τύφλωση», τελικά θα δικαιωθεί. Μαζί της, με άλλα λόγια, δικαιώνεται και ο άνθρωπος. Η έλλειψη, ωστόσο, παραμένει! Και αυτό είναι μια φιλοσοφική προχειρότητα.

«Προχειρότητα» υπήρξε και στην κινηματογράφηση. Ο Φερνάντο Μεϊρέλες θέλοντας να δώσει μια γαλακτερή θολούρα, όπως υποτίθεται «έβλεπαν» οι τυφλοί, γενίκευσε και εδώ! Αρκετά πλάνα που δεν ανήκαν στους τυφλούς, αλλά στη γυναίκα που έβλεπε ή και αυτά που έβλεπε μόνη της η κάμερα, είχαν και αυτά τη γαλακτερή θολούρα των τυφλών. Και αυτό έφερνε σύγχυση στο θεατή ο οποίος «διαβάζει» τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά πλάνα.

Πάντως, παρ' όλες τις φιλοσοφικές και τεχνικές ατέλειες, η ταινία μαστιγώνει. Ο σοβαρός θεατής σίγουρα θα κάνει την αυτοκριτική του, θα κοιτάξει την όρασή του. Ο καπιταλισμός έχει τις ευθύνες του και εμείς, ο καθένας ξεχωριστά και στη συνέχεια όλοι μαζί, τις δικές μας ευθύνες.

Παίζουν: Τζούλιαν Μουρ, Μαρκ Ράφαλο, Ντάνι Κλόβερ, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Γιοσίνο Κιμούρα, Μίτσελ Νίε, Αλίς Μπράγκα.

ΤΖΟΝΑΘΑΝ ΛΙΒΑΪΝ
«Χυμαδιό»

Κάποιοι θα πούνε πως έχουμε να κάνουμε με μαύρη κωμωδία. Κάποιοι άλλοι πως έχουμε να κάνουμε με υπόγεια κοινωνική κριτική. Ολα αυτά είναι... τρίχες! Στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με μια επιπόλαια και, γιατί όχι, μια επικίνδυνη ταινία. Νεαρός χρήστης και βαποράκι, που οι γονείς του έχουνε τα «δικά» τους και δεν ασχολούνται μαζί του, έχει μόλις τελειώσει το σχολείο και βρίσκεται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Από τη μια δεν ξέρει τι να κάνει για το μέλλον του, από την άλλη είναι ακόμα... παρθένος και, επιπροσθέτως, ο ψυχίατρός του είναι χειρότερος από τον ίδιον, αφού ο γιατρός είναι πιο σοβαρός χρήστης ναρκωτικών από εκείνον! Ο ψυχίατρος του δίνει συμβουλές και το βαποράκι δίνει σε εκείνον τις δόσεις του!

Ολα αυτά θα μπορούσαν να ήταν, είναι γερά υλικά για να κτήσεις πάνω τους μια καυστική σάτιρα, για παράδειγμα. 'Η μια ταινία σοβαρής κοινωνικής κριτικής, ακόμα καλύτερα. Δυστυχώς, όμως, ο κύριος Τζόναθαν Λιβάιν, ο δημιουργός της ταινίας, είχε αλλού το μυαλό του. Είδε το όλο πράγμα στην πλάκα! Τα έκανε όλα και όλους τόσο χαριτωμένα. (Σε κάποια φάση της ταινίας βαποράκι και ψυχίατρος βγαίνουν μαζί για να πουλήσουν ναρκωτικά!). Στο τέλος ο θεατής, ιδιαίτερα ο νεαρός θεατής, ταυτίζεται με τους ήρωες και θέλει να τους μοιάσει, αφού είναι τόσο καλοκάγαθα άτομα, τόσο καλοπροαίρετοι άνθρωποι! Και εκεί έγκειται το επικίνδυνο που σημείωσα. Στο μιμητισμό!

Οι σοβαροί θεατές, και ιδιαίτερα οι σοβαροί νέοι θεατές, δεν τσιμπάνε με τίποτα. Δεν μπαίνουν καν στην αίθουσα. Αλλά και αν παρά τύχη μπούνε, θα βγούνε πριν ακόμα τελειώσει η ταινία. Ο,τι συμβαίνει στην οθόνη, δεν τους αφορά.

Παίζουν: Τζος Πεκ, Σερ Μπεν Κίνγκσλεϊ, Μέθοντ Μαν, Μέρι Κάιτ Ολσεν, Ολίβια Θίρλμπι.

Παίζονται ακόμα

«Παιχνίδι θανάτου»,του Τζέφρι Ναχμάνοφ.

Πράκτορας του FBI προσπαθεί να βρει άκρη για μια σειρά «τρομοκρατικών ενεργειών», που συμβαίνουν σε

πολλά μέρη του κόσμου (τα οποία φωτογραφίζει ο φακός, για να αποχτήσει και τουριστικό ενδιαφέρον η ταινία). Ο πράκτορας του FBI ξετυλίγοντας το νήμα, φτάνει, τελικά, σε πρώην συνάδελφό του. Και ενώ ετοιμάζεται να τον κατασπαράξει, ανακαλύπτει πως όλα ήταν σκηνοθετημένα!

Τα έχετε ξαναδεί όλα τα παραπάνω; Τουλάχιστον χίλιες φορές! Τότε τι καινούριο φέρνει η ταινία; Τίποτα! Απλώς αναμασάει γνωστές συνταγές προσθέτοντας και αυτή το δικό της αίμα, τις δικές της πιστολιές, τη δική της βία. Ο κινηματογράφος, ακόμα και σε αυτόν τον... τομέα, έχει προχωρήσει. Το «Παιχνίδι του θανάτου», μένει στάσιμο.

Παίζουν: Γκάι Πιρς, Ντον Τσιλντ, Νιλ Μακντόναφ κ.ά.

«MAX PAYNE»,του Τζον Μουρ.

Η ταινία, για να καταλάβετε για τι πράγμα μιλάμε, πριν γίνει... κινηματογράφος ήταν videogame! Και μάλιστα

videogame... σίριαλ! Στο θέμα μας τώρα. Κάποιοι σκότωσαν μια γυναίκα και ένα παιδί. Ο σύζυγος και πατέρας, αστυνομικός το επάγγελμα, αρματώνεται και μόνος του βγαίνει παγανιά. Μέχρι να φτάσει ο αστυνομικός στους δολοφόνους της οικογενείας του ο φακός θα μας «γνωρίσει» όλον τον υπόκοσμο της Αμερικής. Τον οποίο υπόκοσμο, καλά το καταλάβατε, ο αστυνομικός συντρίβει!

Αν τρώτε τέτοια παραμύθια, αν σας αρέσουν τα αιματηρά ψέματα, αν τη «βρίσκεται» με χοντρές και χοντροκομμένες περιπέτειες, τότε σπεύσετε. Αν είστε... φυσιολογικοί πηγαίνετε παρακάτω. Υπάρχουν και αίθουσες που παίζουν καλές ταινίες.

Παίζουν: Μαρκ Ουόλμεργκ, Μίλα Κούνις, Αντι Νάιμαν, Ρούπερτ Γκρέιβς, Πίτερ Ντινκλέιτζ, Μάθιου ΜακΦέιντεντ.

«Το κορίτσι του καλύτερου φίλου μου»,του Χάουαρντ Ντόετς.

«Ενας κύριος είναι ερωτευμένος με μια έξυπνη και πεισματάρα γυναίκα», λέει η «περίληψη» της

ταινίας. Ωστόσο, επειδή κάτι δεν πάει καλά στη σχέση τους, «αγγαρεύει» τον καλύτερο φίλο του, ο οποίος είναι καρδιοκατακτητής, και τον «στέλνει» να τη γοητεύσει. Παράλληλα, με τη σκόπιμα άθλια συμπεριφορά του, να την κάνει να αναπολήσει εκείνον και να τον θεωρήσει σαν τον καλύτερο άντρα του κόσμου.

Τα πράγματα έτσι ξεκινάνε, αλλά, επειδή η ταινία είναι «ρομαντική κομεντί», αλλιώς εξελίσσονται! Ο φίλος τα φτιάχνει με τη μνηστή και, όπως γίνεται σε χιλιάδες παρόμοιες περιπτώσεις, την παντρεύεται στο τέλος. Αν η ταινία ήταν της εποχής του Γκρέγκορι Πεκ και της Oντρεϊ Χέμπορν και αν παιζόταν από το συγκεκριμένο εκείνο ζευγάρι, ίσως κάποιος να την έβλεπε. Σήμερα, όμως, και ιδιαίτερα παιγμένη από τους σημερινούς ηθοποιούς και με τη σημερινή συμπεριφορά τους, δεν έχει καμία τύχη. Είναι μια κακογουστιά του κερατά! Ιδιαίτερα όταν ο καρδιοκατακτητής προσπαθεί να γίνει αντιπαθητικός.

Παίζουν: Κέιτ Χάντσον, Ντάνι Κουκ, Τζέισον Μπιγκς

«SCAR -3D, Τώρα ο τρόμος έχει τρεις διαστάσεις»,του Τζεντ Γουίντροφ.

Ούτε στο πολύ βάθος του μυαλού μου δεν περνάει η ιδέα της απαγόρευσης. Είμαι 100% αντίθετος σε τέτοια μέτρα. Ωστόσο υπάρχει ανάγκη κάτι να γίνει! Το πράγμα έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Οι άνθρωποι είναι φασίστες! Αυτές δεν είναι ταινίες, είναι κινούμενος φασισμός! Στη συγκεκριμένη περίπτωση φασισμός τριών διαστάσεων! (Η ταινία είναι γυρισμένη και προβάλλεται με την τεχνική των τριών διαστάσεων).

Σε μια μικρή αμερικάνικη κωμόπολη κάποιος αρπάζει νέα κορίτσια και αφού τα δέσει σε κρεβάτια, αρχίζει και τα τεμαχίζει αργά-αργά! Κάθε τόσο ζητάει από το ένα κορίτσι να του «δώσει» εντολή να σκοτώσει το άλλο κορίτσι, για να γλιτώσει η ίδια τον ακρωτηριασμό και τη ζωή της. Ζητάει συνένοχο στο έγκλημά του.

Με αφορμή τα παραπάνω ο φακός σαδιστικά δείχνει τους ακρωτηριασμούς των γυναικών, τα βγαλμένα μάτια και τα ξεκοιλιασμένα σπλάχνα των κοριτσιών. Αίματα και αηδία. Αίματα και αηδία που γίνονται ακόμα χειρότερα με τη νέα τεχνική. Η οποία σου φέρνει τη σφαγή μπροστά στα μάτια σου, σου πετάει τα αίματα στο πρόσωπο! Ντροπή!

Παίζουν: Αντζελα Μπέτις, Κίρμπι Μπλις Μπλάντον, Κρίστοφερ Τίτους, Ντέβον Κρέι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ