ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Αυγούστου 2009
Σελ. /32
ΕΚΛΟΓΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΝΔ - ΠΑΣΟΚ
Σενάρια που πατάνε στη στρατηγική συναίνεση

Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, οι δυνάμεις του κεφαλαίου που εκπροσωπούν τα δύο κόμματα, πρέπει να βρουν απέναντί τους ισχυρούς τους εργαζόμενους, στους δρόμους και στην κάλπη

Eurokinissi

Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, οι δυνάμεις του κεφαλαίου που εκπροσωπούν τα δύο κόμματα, πρέπει να βρουν απέναντί τους ισχυρούς τους εργαζόμενους, στους δρόμους και στην κάλπη
Η «ομοβροντία» δηλώσεων των εκπροσώπων των βιομηχάνων, των μεγαλεμπόρων, των επιχειρηματικών ομίλων, που με μια φωνή αξίωσαν μετά τις συναντήσεις τους την προηγούμενη Πέμπτη με τον Κ. Καραμανλή και τον Γ. Παπανδρέου, ενόψει της ΔΕΘ, συναίνεση, συνεργασία, ακόμα και συγκυβέρνηση ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να εξασφαλιστεί απρόσκοπτα η προώθηση των «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» και των πολιτικών στήριξης του κεφαλαίου και των επιχειρηματικών κερδών, δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία.

Εγινε σε μια περίοδο που η κυβέρνηση ετοιμάζεται να εξαπολύσει, έχοντας εξασφαλίσει και τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ, μια νέα αντιλαϊκή επέλαση μέσα στο φθινόπωρο, θέτοντας στο στόχαστρό της κάθε εργασιακό, ασφαλιστικό και λαϊκό δικαίωμα. Δεν αποτελεί φυσικά τυχαίο συμβάν ότι οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις των εκπροσώπων του κεφαλαίου πραγματοποιήθηκαν σε μια χρονική στιγμή «αναζωπύρωσης» φημών για κυβερνητικό ανασχηματισμό, αλλά και για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες ακόμα και μέσα στον Οκτώβρη.

Πάνω ακριβώς σ' αυτά τα δυο πεδία εδράζεται και ο συγχρονισμός: Του προέδρου του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) Δ. Δασκαλόπουλου, που ανέφερε ότι «η προϊούσα απαξίωση της πολιτικής κινδυνεύει να στερήσει τον τόπο από την ισχυρή διακυβέρνηση και από την πολιτική πνοή που σήμερα έχει ανάγκη». Του πρόεδρου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (ΕΒΕΑ), που εκπροσωπεί τους μεγαλεμπόρους, Κ. Μίχαλου, που ακόμα πιο επιτακτικά απαίτησε τη «συναίνεση και συνεργασία με οποιαδήποτε μορφή» ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ γιατί «η αγορά αυτό ζητάει, ας τα βρουν μεταξύ τους». Του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Λιανικών Πωλήσεων Ελλάδας (ΣΕΛΠΕ) που εκπροσωπεί τα πολυκαταστήματα και σε υπόμνημά του σημειώνει: «Δεν υπάρχει πλέον χρόνος για πειραματισμούς πολιτικών αυτοδυναμιών και μονοκομματικών κυβερνήσεων».

Αυτό που απαίτησαν με τις δηλώσεις τους οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από αυτό που συμφώνησαν μέσα στα γραφεία του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οτι δηλαδή χρειάζεται πλατιά «συναίνεση» ανάμεσα στους εταίρους του δικομματισμού για την επίσπευση της προώθησης νέου γύρου αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων, που θα σηματοδοτήσει την παραπέρα ενίσχυση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, διασφαλίζοντας τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας.

Η αντιλαϊκή επέλαση που εξαπέλυσε η κυβερνητική πλειοψηφία μέσα στο καλοκαίρι με νομοσχέδια από τα θερινά τμήματα της Βουλής, άλλοτε με την ανοιχτή και άλλοτε με τη σιωπηλή στήριξη του ΠΑΣΟΚ, προώθησε μέτρα ανατροπής των εργασιακών σχέσεων (εκ περιτροπής εργασία, κατάργηση της μονιμότητας στο Δημόσιο, Οδηγία Μπολκεστάιν), κατάργησης των ασφαλιστικών δικαιωμάτων (σφαγή των ΒΑΕ, επιχειρηματικά κριτήρια στα ασφαλιστικά ταμεία), ιδιωτικοποίησης της Ανώτατης Παιδείας (ίδρυση 33 ιδιωτικών κολεγίων, επιχειρησιακά προγράμματα ΑΕΙ - ΤΕΙ). Τώρα, εν μέσω κρίσης, το κεφάλαιο αξιώνει τη δρομολόγηση ακόμα πιο σκληρών μεταρρυθμίσεων.

Η αστική τάξη γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα ότι για να επιτευχθεί ο νέος γύρος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων χρειάζεται συστράτευση των πολιτικών της εκπροσώπων. Ειδικά σε μια περίοδο που με κάθε αφορμή μεγαλώνει η φθορά του συστήματος της δικομματικής εναλλαγής και των φορέων του. Αλλοτε εξαιτίας της μπόχας που αναδίνεται από τα σκάνδαλα τους, όπως στην περίπτωση της «Ζήμενς» και άλλοτε όταν προκλητικά, με αφορμή την πρόσφατη πύρινη καταστροφή της Αττικής, στέκονται και «σκιαμαχούν» πάνω στα αποκαΐδια της «εμπρηστικής» πολιτικής τους.

Αυτοί οι «τριγμοί» στο αστικό πολιτικό σύστημα, σε συνδυασμό με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις του καλοκαιριού, που δείχνουν ότι τη μεγάλη κυβερνητική φθορά της ΝΔ το ΠΑΣΟΚ παρά το «προβαδισμά» του δεν καταφέρνει να την «καρπωθεί» σε ικανοποιητικό βαθμό ώστε να εξασφαλίσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία και την ομαλή εναλλαγή στο δικομματικό μοντέλο διακυβέρνησης, οδήγησαν την άρχουσα τάξη να προβεί στη συγκεκριμένη εξόφθαλμη παρέμβαση.

Οι εκπρόσωποι των κεφαλαιοκρατών με το μπαράζ των δηλώσεών τους προσπάθησαν να δημιουργήσουν κλίμα «εθνικού συναγερμού» για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης - που φτάνει μέχρι τα όρια της συνεργασίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ - ώστε να «λανσαριστεί» με πιο ομαλό τρόπο η πολυπόθητη ταξική συνεργασία που επιζητά το κεφάλαιο προκειμένου να αποδεχτούν οι εργαζόμενοι να πληρώσουν το «μάρμαρο». Επιδίωξαν, ταυτόχρονα, με την «ωμή» παρέμβασή τους να προετοιμάσουν το «έδαφος» ώστε τα λαϊκά στρώματα να αποδεχτούν σχήματα «συνεργασίας» σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας.

Είναι ενδεικτικό ότι από τους εκπρόσωπους του κεφαλαίου δεν τέθηκε καν θέμα «ασυμφωνίας» μεταξύ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ πάνω στα μέτρα που πρέπει να υλοποιηθούν το επόμενο διάστημα. Αυτό έχει ήδη συναποφασιστεί μέσα στους κόλπους της ΕΕ και των παγκόσμιων οικονομικών ιμπεριαλιστικών κέντρων. Η πλειονότητά τους έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση και η συντριπτική τους πλειοψηφία βρίσκεται μέσα στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ και αποτελούν «δεσμεύσεις» του Γ. Παπανδρέου. Η αστική τάξη λοιπόν ζήτησε συστράτευση των πολιτικών της εκπροσώπων. Η στρατηγική σύμπλευση των εταίρων του δικομματισμού υπάρχει και είναι ενδεικτική:

-- Αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ζητάει το κεφάλαιο, ήδη ΝΔ και ΠΑΣΟΚ έχουν προτείνει την «παράταση του εργάσιμου βίου».

-- Ενίσχυση από το κράτος για την πληρωμή των εργοδοτικών εισφορών απαιτούν οι κεφαλαιοκράτες, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση προωθούν το μοντέλο της «επιδοτούμενη εργασίας», προτείνοντας κάλυψη από τον κρατικό προϋπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζόμενων, στηρίζοντας παράλληλα προγράμματα για τη μετατροπή του επιδόματος ανεργίας σε «επίδομα απασχόλησης», τινάζοντας τις εργασιακές σχέσεις στον αέρα.

-- Νέες οικονομικές ενισχύσεις και φοροαπαλλαγές αξιώνει το κεφάλαιο, η κυβέρνηση με τη «συμφωνία» του ΠΑΣΟΚ μοιράζει αφειδώς δισεκατομμύρια ευρώ από τα κρατικά ταμεία και τα ευρωπαϊκά κονδύλια - πάλι για χρήματα των εργαζομένων πρόκειται - σε βιομηχάνους, τράπεζες, μεγαλοκατασκευαστές. Μετά τα 8 δισ. μέσω των Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα που κατευθύνθηκαν στους επιχειρηματίες, τα 28 δισ. ευρώ που δόθηκαν στις τράπεζες, τα πάνω από 15 δισ ευρώ μέσω των προγραμμάτων ΕΣΠΑ που κατέληξαν στα ταμεία των επιχειρηματικών ομίλων, οι κεφαλαιοκράτες ζητούν και άλλα. Κυβέρνηση και ΠΑΣΟΚ έχουν ήδη δεσμευτεί για νέες δημόσιες επενδύσεις που θα στηρίξουν την «επιχειρηματικότητα» και την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρηματικών ομίλων, έχουν εξαγγείλει καινούριες φοροαπαλλαγές και έχουν δεσμευτεί ότι δε θα αυξήσουν τους συντελεστές φορολόγησης του κεφαλαίου!

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν οι αξιώσεις του κεφαλαίου για «απελευθέρωση του ορίου των απολύσεων», για «πάγωμα των μισθών και των συντάξεων», για «εντατικοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων», «απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων», παραπέρα «ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης», για «περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες». Μέτρα που ήδη έχει μέσα στα συρτάρια της η κυβέρνηση και που το ΠΑΣΟΚ, είτε φανερά, είτε - κατά περίπτωση - «συγκαλυμμένα» παρουσιάζει μέσα από το πρόγραμμά του.

Για να περάσουν όλα τα παραπάνω μέτρα και κυρίως για να εφαρμοστούν με τις λιγότερες δυνατόν λαϊκές αντιδράσεις, η αστική τάξη φροντίζει από τώρα να διαμορφώσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Ειδικά μπροστά στο ενδεχόμενο των προώρων εκλογών, πρέπει από σήμερα να διαμορφωθούν οι συνθήκες για την ομαλή λειτουργία και αναπαραγωγή του συστήματος. Η «πολιτική συναίνεση» ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στην υλοποίηση του αντιδραστικού σχεδίου των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, επιδιώκεται να μετατραπεί ακόμα και σε «μετεκλογική συνεργασία» ανάμεσα στα δυο κόμματα, αν δεν υπάρξει μονοκομματική κυβερνητική αυτοδυναμία. Πρώτη επιδίωξη της άρχουσας τάξης παραμένει η εναλλαγή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στον κυβερνητικό «θώκο». Προκειμένου όμως να υπερασπίσει τα συμφέροντά της και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της για τη διασφάλιση της κερδοφορίας της, δε θα διστάσει να δώσει νέους «ρόλους» και να «ανακατέψει» την τράπουλα μέσα στα πολιτικά κόμματα και τα πρόσωπα που την υπηρετούν.

Τα πρώτα «τροχιοδεικτικά πυρά» εξάλλου είχαν φροντίσει να τα ρίξουν κορυφαία στελέχη του δικομματισμού πολύ καιρό πριν. Ο τέως υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφης πέρσι το καλοκαίρι είχε ανοίξει τη συζήτηση κάνοντας λόγο για κυβέρνηση «συνεργασίας» ανάμεσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, λίγο αργότερα ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Θ. Πάγκαλος πρότεινε να υπάρξει συμφωνία ανάμεσα στα δυο κόμματα στην επιλογή «κοινών υπουργών Οικονομίας, Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως». Μέσα στον Αύγουστο η υπεύθυνη του Τομέα Οικονομίας του ΠΑΣΟΚ Λ. Κατσέλη κάλεσε την κυβέρνηση να «υιοθετήσει τουλάχιστον κάποιες από τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ, οι οποίες στο κάτω - κάτω δεν είναι και τόσο ιδεολογικά διαφοροποιημένες»...

Στην πιο ισχυρή καπιταλιστική χώρα της ΕΕ, τη Γερμανία, με παραδοσιακό δικομματικό μοντέλο εναλλαγής στην εξουσία, η αστική τάξη και τα μονοπώλια εν μια νυκτί δημιούργησαν κυβέρνηση «συνεργασίας» ανάμεσα σε «Χριστιανοδημοκράτες» και «Σοσιαλδημοκράτες», μόλις διέγνωσαν «τριγμούς» στο μοντέλο της «μονοκομματικής αυτοδυναμίας».

Είναι ξεκάθαρο ότι οι εταίροι του δικομματισμού ετοιμάζονται να γίνουν οι «εμπρηστές» της ζωής των εργαζομένων στο επόμενο διάστημα. Αν χρειαστεί θα φτάσουν «πρόωρα» και μέχρι τις κάλπες για να εξασφαλίσουν «νωπή ισχυρή λαϊκή εντολή». Η συσσωρευμένη λαϊκή οργή δεν πρέπει να εγκλωβιστεί στα εκλογικά και μετεκλογικά σενάρια που εξυφαίνονται μέσα στα κέντρα της άρχουσας τάξης. Πρέπει να πάρει πολιτικά χαρακτηριστικά και να καταδικάσει εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που καθηλώνουν το λαϊκό εισόδημα, που γκρεμίζουν τις εργασιακές σχέσεις, που ιδιωτικοποιούν την Παιδεία, την Υγεία, που σχεδιάζουν οι εργαζόμενοι να δουλεύουν μέχρι τα 70 χρόνια(!), που «καίνε» το οξυγόνο των παιδιών μας. Η πολιτική καταδίκη της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με την αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ αποτελεί μονόδρομο για τα λαϊκά στρώματα, στην πορεία ισχυροποίησης του ταξικού κινήματος, στην πορεία αντεπίθεσης που θέτει στόχο την ανατροπή αυτής της πολιτικής.


Παναγιώτης ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ