Στη μακροσκελή της δήλωση, η πρώην υπουργός και βουλευτής της ΝΔ καλεί το ΠΑΣΟΚ να προχωρήσει ταχύτερα στις φιλομονοπωλιακές ανατροπές
Ενα απάνθισμα από αντιδραστικές ιδέες, όρκους πίστης στο μνημόνιο και σκόπιμα γενικόλογες και ανούσιες διακηρύξεις, αποτελεί το χτεσινό πολυδιαφημισμένο μήνυμα της Ντ. Μπακογιάννη, με το οποίο ανακοίνωσε τη σύσταση ενός «Φόρουμ για την Ελλάδα».
Με προφανή στόχο να συντηρήσει έναν επικοινωνιακό θόρυβο γύρω από το υπό ίδρυση κόμμα της, αλλά και για να στηρίξει τα πλέον άγρια αντιλαϊκά μέτρα, η «ανεξάρτητη» βουλευτής προχώρησε χτες σε μια μακροσκελή δήλωση, ασκώντας πίεση στην κυβέρνηση να προχωρήσει με συνέπεια στην εφαρμογή του μνημονίου.
Τάχθηκε υπέρ των «σαρωτικών μεταρρυθμίσεων», απαριθμώντας μεταξύ αυτών τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, την απελευθέρωση των «κλειστών επαγγελμάτων», τη δραστική μείωση του ελλείμματος του ΟΣΕ κ.ά. Πρόκειται για προτάσεις που ήδη προωθεί η κυβέρνηση και περιλαμβάνονται στις διακηρύξεις Σαμαρά για την προγραμματική πρόταση της ΝΔ.
«Η ψήφιση του μηχανισμού στήριξης δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να σωθεί η Ελλάδα από τη χρεοκοπία και φυσικά αυτό μας δημιουργεί μια σειρά από υποχρεώσεις», τόνισε, δίνοντας το στίγμα της παρέμβασης του «φόρουμ» που δημιούργησε. Η ίδια αυτοπροβλήθηκε ως μία εκ των ελαχίστων πολιτικών που «έχει το κουράγιο να πει τα πράγματα με το όνομά τους» και, δίνοντας ένα δείγμα γραφής στην κατεύθυνση αυτή, μίλησε για «τον ολέθριο κίνδυνο που διατρέχει η Ελλάδα αν δεν πετύχουμε τους στόχους μας» (σ.σ. του μνημονίου).
Επιχειρώντας να εμφανιστεί ως εκφραστής του δήθεν «νέου», άσκησε επιδερμική κριτική σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ενώ χαρακτήρισε αναχρονιστικές και ξεπερασμένες τις πολιτικές των «κομμάτων της Αριστεράς», αναμασώντας τις άθλιες θεωρίες ότι «επιδρούν καταστροφικά σε κάθε πιθανή δυνατότητα ανάκαμψης πολλών κλάδων της οικονομίας».
Καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι «αδυνατεί να προχωρήσει γρήγορα στις αναγκαίες αλλαγές», στη ΝΔ ότι «αντί να πιέζει την κυβέρνηση να κινηθεί πιο γρήγορα, πιο αποφασιστικά, πιο ριζικά, επενδύει με πρωτοφανή οπορτουνισμό στην κατάρρευση της Ελλάδας και στην καταστροφή για να αντλήσει κομματικό όφελος».
Η γερασμένη αντιλαϊκή πολιτική που επαγγέλλεται η Ντ. Μπακογιάννη, «αντλεί δύναμη από την επιχειρηματικότητα, την καινοτομία, τη γνώση και την εξωστρέφεια» και σε αυτές τις δυνάμεις πρώτα και κύρια απευθύνεται το «Φόρουμ για την Ελλάδα» που δημιούργησε. Επιβεβαιώνεται εξάλλου από τα ονόματα των 52 πρώτων μελών που έδωσε στη δημοσιότητα, κύρια επιχειρηματίες.
Στόχος του κόμματος Κουβέλη είναι η ενσωμάτωση της λαϊκής αγανάκτησης για να μην πολιτικοποιηθεί σε ριζοσπαστική κατεύθυνση
Με την εκλογή του Φώτη Κουβέλη στη θέση του προέδρου ολοκληρώθηκε το Σάββατο η πρώτη σύνοδος της Πανελλαδικής Πολιτικής Επιτροπής της «Δημοκρατικής Αριστεράς», του κόμματος που συγκρότησε η «Ανανεωτική Πτέρυγα», αποχωρώντας από τον ΣΥΝ.
Στην ομιλία του, ο Φ. Κουβέλης επανέλαβε ηχηρά το «παρών» σε ό,τι αφορά τη διαθεσιμότητα του κόμματός του στις ευρύτερες διεργασίες αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού, με στόχο να ξεπεραστεί χωρίς επικίνδυνες αναταράξεις η γενικευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια και να ενσωματωθεί ανώδυνα για την εξουσία του κεφαλαίου.
Ενθαρρυμένος από τη δημοσκοπική υποδοχή και την προβολή που του επιφύλαξαν τα κυρίαρχα ΜΜΕ των μεγαλοεφοπλιστών και των εργολάβων, ο Φ. Κουβέλης ισχυρίστηκε ότι «στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στις συζητήσεις, στο διαδίκτυο, σε όλη τη χώρα, η απήχηση της συγκρότησης της Δημοκρατικής Αριστεράς έχει ξεπεράσει όρια και παλιά σύνορα. Τα δεδομένα αλλάζουν, οι συσχετισμοί τροποποιούνται».
Ο Φ. Κουβέλης, για μια ακόμη φορά στάθηκε γενικόλογα στους στόχους του κόμματός του, μιλώντας για «επίμονο αγώνα κατά των ανισοτήτων, υπέρ των πιο αδύνατων οικονομικά και πολιτικά στρωμάτων». Συνέδραμε την κυβερνητική προπαγάνδα ότι το πελατειακό κράτος προκάλεσε την κρίση, είπε ότι οι προτάσεις του κόμματός του βασίζονται σε «εναλλακτικές λύσεις» που δε διέπονται «από συντεχνιακή αντίληψη, αλλά να κυριαρχούνται από το δημόσιο συμφέρον» και άφησε σαφείς αιχμές ενάντια στους ριζοσπαστικούς εργατικούς αγώνες, λέγοντας ότι «η κοινωνική δράση πρέπει να δυναμώνει και να μην υπονομεύει την κοινωνική αλληλεγγύη» και πως «σε συνθήκες κρίσης δεν απειλούνται μόνον τα εισοδήματα, αλλά και οι αξίες της συλλογικότητας και της ανθρωπιάς».
Δίπλα στα παραπάνω, διαβεβαιώνει ξανά ότι «δεν πρόκειται να παίξουμε με τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη», ομολογώντας χωρίς περιστροφές ότι ο καπιταλιστικός ευρωμονόδρομος καθορίζει τη στρατηγική του κόμματός του.
Εχοντας σαν δεδομένο την ανάγκη να χαλιναγωγηθεί η δυσαρέσκεια πλατιών λαϊκών στρωμάτων στην πολιτική της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, η «Δημοκρατική Αριστερά» προσπαθεί να ενισχύσει την αυταπάτη ότι μπορεί να υπάρχει Ευρωένωση υπέρ των λαών.
Ο Φ. Κουβέλης, μάλιστα, τάσσεται υπέρ της «κοινής οικονομικής διακυβέρνησης», ερμηνεύοντάς την σαν «δίκαιη κοινή φορολογική πολιτική», ζητάει «ευρωπαϊκό κατώτατο εγγυημένο εισόδημα για μισθωτούς και συνταξιούχους» στο ύψος του πτωχοκομείου που ισχύει και σε άλλες χώρες, απαιτεί από τον καπιταλισμό να ξεπεράσει τη νομοτέλεια της ανισόμετρης ανάπτυξης, κάνοντας λόγο για «αντιμετώπιση των ενδοευρωπαϊκών οικονομικών ανισορροπιών μεταξύ των κρατών - μελών, στην κατεύθυνση της σύγκλισης» και επαναλαμβάνει θέσεις που διατυπώνει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, όπως η «αντικατάσταση του Συμφώνου Σταθερότητας από ένα Σύμφωνο Κοινωνικής Σταθερότητας».
Για το ζήτημα, τέλος, των περιφερειακών εκλογών, μιλώντας σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, ο Φ. Κουβέλης προσπάθησε να τις αποπολιτικοποιήσει, δίνοντας βάρος στα πρόσωπα. «Το κριτήριο είναι η φερεγγυότητα των προσώπων και η δέσμευση των φερέγγυων προσώπων για το τι θέλουν να προωθήσουν αναφορικά με το χαρακτήρα της τοπικής αυτοδιοίκησης» είπε χαρακτηριστικά, απαριθμώντας τα κριτήρια ενδεχόμενων συνεργασιών.
Για τις δηλώσεις της Ντόρας Μπακογιάννη, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ με σχόλιό του υπογραμμίζει:
«Συνολικά οι θέσεις της Ντ. Μπακογιάννη αλλά και οι επιθέσεις της κατά του ταξικού εργατικού κινήματος και του ΚΚΕ που αντιπαλεύουν το Μνημόνιο, αναδεικνύουν την αντιδραστικότητα της πολιτικής που υπηρετεί η Ντ. Μπακογιάννη, το σκληρό ανταγωνισμό μεταξύ των εκπροσώπων της αστικής τάξης προκειμένου να κερδίσουν την υποστήριξή της και ταυτόχρονα το μεγάλο φόβο και την αποστροφή τους για τους αγώνες και το δίκιο του λαού».