ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 30 Απρίλη 2011
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΞΟΠΛΙΣΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ
Εκλεκτός πελάτης των πολυεθνικών η Ελλάδα

Για αγορές όπλων μετά το 1974, οι κυβερνήσεις του δικομματισμού έχουν διαθέσει τουλάχιστον το 1/3 ενός ετήσιου ελληνικού ΑΕΠ, χωρίς τους τόκους!

Η Ελλάδα, από το 1974 και μετά, κατέχει σταθερά μια από τις 10 πρώτες θέσεις παγκόσμια στις εισαγωγές οπλικών συστημάτων, φθάνοντας ορισμένες χρονιές και στην πρώτη τριάδα

Eurokinissi

Η Ελλάδα, από το 1974 και μετά, κατέχει σταθερά μια από τις 10 πρώτες θέσεις παγκόσμια στις εισαγωγές οπλικών συστημάτων, φθάνοντας ορισμένες χρονιές και στην πρώτη τριάδα
Το ΚΚΕ είπε από την πρώτη στιγμή ότι το δημόσιο χρέος και η κρίση έχουν κοινή αιτία και βάση τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και κατά συνέπεια την εξυπηρέτηση του μονοπωλιακού κέρδους. Πλευρά της πολιτικής που υπηρετεί τα κέρδη των μονοπωλίων, με συνέπεια μεταξύ άλλων να αυξάνεται και το χρέος, είναι οι δαπάνες για εισαγωγή εξοπλισμών. Πρόκειται κατά κανόνα για πολεμικό υλικό που δεν υπηρετεί τις αμυντικές ανάγκες της χώρας, αλλά εντάσσεται στους επιθετικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, η υπηρέτηση των οποίων στοχεύει στο να αναβαθμίσει η ντόπια αστική τάξη τη θέση της στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Οι ελληνικές αστικές κυβερνήσεις δαπανούν διαχρονικά ένα μεγάλο μέρος του ΑΕΠ σε παραγγελίες όπλων, γεγονός που αυξάνει το χρέος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι εξοπλιστικές δαπάνες χρηματοδοτούνται με δανεισμό και κατά συνέπεια τροφοδοτούν άμεσα το χρέος, όχι μόνον αυξάνοντάς το κατά το ύψος του ποσού αυτών των δαπανών, αλλά κατά πολύ περισσότερο, καθώς συσσωρεύονται και οι τόκοι.

Ταυτόχρονα, στις δοσοληψίες με τα μονοπώλια των όπλων, αποτυπώνονται οι ισχυροί ανταγωνισμοί που εξυφαίνονται ανάμεσα στις πολυεθνικές ανά τον κόσμο για την εξασφάλιση του μεγαλύτερου μέρους της πίτας από τις παραγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης. Την ίδια ώρα, ναυπηγεία και στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις, ειδικευμένες στην παραγωγή αμυντικού στρατιωτικού υλικού, παραδίδονται στο μεγάλο κεφάλαιο, και μάλιστα με προίκα δισ. ευρώ από παραγγελίες του Ελληνικού Στρατού.

Αλλεπάλληλες «πρωτιές»

Αποκαλυπτικά είναι τα τελευταία στοιχεία του «Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης» (SIPRI):

1. Σε ό,τι αφορά στις δαπάνες για εισαγωγές όπλων κατά την ίδια περίοδο που έγινε η συσσώρευση του σημερινού δημόσιου χρέους (1974-2010), η Ελλάδα έκανε εισαγωγές όπλων αξίας 32 δισ. δολαρίων (σταθερές τιμές 1990), ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο μισό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν) της ίδιας χρονιάς (1990), που ήταν 66,7 δισ. δολ.

2. Η Ελλάδα, από το 1974 και μετά, κατέχει σταθερά μια από τις 10 πρώτες θέσεις παγκόσμια στις εισαγωγές οπλικών συστημάτων, φθάνοντας ορισμένες χρονιές και στην πρώτη τριάδα. Ειδικά το διάστημα 2007-2010 (περιλαμβάνονται και τα έτη εκδήλωσης της κρίσης), κατέχει την 5η θέση στη λίστα των μεγαλύτερων εισαγωγέων όπλων ανάμεσα σε όλες τις χώρες του κόσμου, αφού πραγματοποίησε εισαγωγές όπλων που αντιστοιχούν στο 4% της παγκόσμιας δαπάνης για εισαγωγές όπλων, ή 4.336 εκατ. δολάρια (σταθερές τιμές του 1990). Είναι χαρακτηριστικό ότι το έτος 2007 - πάντα σε σταθερές τιμές 1990 - η Ελλάδα δαπάνησε 1.808 εκατ. δολάρια, το 2008 δαπάνησε 559 εκατ. δολάρια, το 2009 δαπάνησε 1.266 εκατ. δολάρια και το 2010 δαπάνησε 703 εκατ. δολάρια. Μάλιστα, το 2009 κατέλαβε την 4η θέση παγκόσμια!

Στην ίδια λίστα των παγκόσμιων «πρωταθλητών» στις εισαγωγές όπλων για το διάστημα 2007-2010, την 1η θέση κατέχει η Ινδία (9.852 εκατ. δολ.), τη 2η η Ν. Κορέα (5.658 εκατ. δολ.), την 3η το Πακιστάν (5.351 εκατ. δολ.), την 4η η Κίνα (4,864 εκατ. δολ.) και, όπως προαναφέραμε, την 5η θέση κατέχει η Ελλάδα (4.336). Ακολουθούν κατά σειρά οι χώρες Σιγκαπούρη, Αλγερία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Μαλαισία, Αραβικά Εμιράτα, Τουρκία, Βενεζουέλα κ.λπ.

Ενδιαφέρον έχει η διαχρονική εξέλιξη της δαπάνης της Ελλάδας για εισαγωγές όπλων. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του SIPRI, η Ελλάδα την περίοδο:

  • 1960-2010 δαπάνησε 36.895 εκατ. δολάρια (13η θέση παγκόσμια).
  • 1974-2010 δαπάνησε 32.080 εκατ. δολάρια (10η θέση παγκόσμια).
  • 1980-2010 δαπάνησε 26.257 εκατ. δολάρια (10η θέση παγκόσμια).
  • 1990-2010 δαπάνησε 21.394 εκατ. δολάρια (7η θέση παγκόσμια).
  • 2000-2010 δαπάνησε 11.092 εκατ. δολάρια (4η θέση παγκόσμια).
Δαπάνες ίσες με το 1/3 του ΑΕΠ

Ολες οι παραπάνω αναφορές γίνονται με σταθερές τιμές του 1990. Για να υπάρχει, όμως, ένα μέτρο σύγκρισης με τις σημερινές τιμές και για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της συμμετοχής των δαπανών για εισαγωγές όπλων στη συσσώρευση του δημόσιου χρέους, θα πρέπει οι παραπάνω τιμές (δολάρια) τουλάχιστον να τριπλασιαστούν (πληθωρισμός, συναλλαγματικές ισοτιμίες), ώστε να είναι συγκρίσιμες με το σημερινό δημόσιο χρέος, το οποίο, στο τέλος του 2010, έκλεισε στα 328,5 δισ. ευρώ.

Ετσι, αν λάβουμε υπόψιν, πρώτον, ότι η δαπάνη για εισαγωγές όπλων στην Ελλάδα το διάστημα 1974-2010, ήταν 32 δισ. δολ. σε σταθερές τιμές του 1990, έτος κατά το οποίο το ελληνικό ΑΕΠ ήταν 66,7 δισ. δολ., δηλαδή σχεδόν μισό ΑΕΠ και, δεύτερον, ότι το σημερινό δημόσιο χρέος των 328,5 δισ. ευρώ (επί 1,4 περίπου σε δολάρια) αντιστοιχεί στο 142,76 % του ΑΕΠ του 2010, που είναι 230,1 δισ. ευρώ, αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι για αγορές όπλων μετά το 1974 έχει διατεθεί τουλάχιστον το ένα τρίτο ενός (ετήσιου) ελληνικού ΑΕΠ (χωρίς τους τόκους)!

Προς ενίσχυση αυτής της εκτίμησης, να υπενθυμίσουμε ότι κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2004 στη Βουλή, ο τότε υπουργός Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκης παραδέχθηκε ότι «τουλάχιστον 25 μονάδες του δημόσιου χρέους οφείλονται στις δικαιολογημένες μεν, αλλά ιδιαιτέρως αυξημένες αμυντικές δαπάνες της χώρας μας».

Αρα, λοιπόν, το ποσόν των 32.080 εκατ. δολαρίων (τιμές 1990) που έχει διατεθεί για εισαγωγές όπλων το διάστημα 1974-2010, αν υπολογιστεί με βάση τον πληθωρισμό, τις αλλαγές στις συναλλαγματικές ισοτιμίες αλλά και τους τόκους που πληρώνονται στα δάνεια για την κάλυψη αυτών των αγορών, τότε προκύπτει πως ένα μεγάλο μέρος, πολύ πάνω από το 1/3, του συνολικού δημόσιου χρέους της Ελλάδας των 328,5 δισ. ευρώ (περιλαμβάνει κεφάλαια και τόκους) οφείλεται σε εισαγωγές όπλων.

Να επισημάνουμε, επίσης, ότι πρόκειται για δαπάνες μόνο εισαγωγής όπλων και οπλικών συστημάτων και δεν καλύπτουν τις όποιες προμήθειες από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, όπως επίσης δεν αφορά το σύνολο των αμυντικών δαπανών (λειτουργικά έξοδα, μισθοδοσία προσωπικού, υποδομές κ.λπ.), που είναι κατά πολύ μεγαλύτερες. Σε κάθε περίπτωση, είναι δαπάνες που υπαγορεύονται από τις προτεραιότητες των ιμπεριαλιστικών επιτελείων και του ΝΑΤΟ.

Κερδισμένα τα μονοπώλια

Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχουν και τα στοιχεία που αφορούν τις χώρες προέλευσης των οπλικών συστημάτων που αγοράζει η Ελλάδα. Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του SIPRI για την περίοδο 1974-2010, η Ελλάδα αγόρασε από τις ΗΠΑ όπλα αξίας 15.475 εκατ. δολ., από τη Γερμανία όπλα αξίας 6.552 εκατ. δολ, από τη Γαλλία όπλα αξίας 4.055 εκατ. δολ, από την Ολλανδία όπλα αξίας 2.147 εκατ. ευρώ, από τη Ρωσία όπλα αξίας 1.060 εκατ. ευρώ, από την Ιταλία όπλα αξίας 879 εκατ. δολ. κ.λπ. (όλα σε σταθερές τιμές 1990).

Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα σταθερά μετά το 1974 εισάγει κατά μέσο όρο και σε ετήσια βάση το 3,74% των όπλων που εξάγουν παγκοσμίως οι ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι για την ίδια περίοδο (1974-2010), η Ελλάδα αγόρασε από τις ΗΠΑ όπλα που αντιστοιχούν στο σύνολο της παραγωγής άνω των 16 μηνών.

Αντίστοιχα, από τη Γερμανία, η Ελλάδα εισάγει το 9,64% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων αυτής της χώρας, που σημαίνει ότι η χώρα μας, κάθε δέκα χρόνια, αγοράζει το σύνολο της ετήσιας παραγωγής της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας που προορίζεται για εξαγωγές. Από τη Γαλλία, η Ελλάδα κάθε χρόνο κατά μέσο όρο αγοράζει το 5,51% των παγκόσμιων εξαγωγών της, που σημαίνει ότι η χώρα μας αγόρασε, μέσα στην περίοδο αυτή, το σύνολο της παραγωγής περίπου δύο ετών της γαλλικής πολεμικής βιομηχανίας, που προορίζεται για εξαγωγές.

Παράλληλα, η Ελλάδα μέχρι το 2010 παραμένει, σταθερά, στην πρώτη τριάδα ανάμεσα στις χώρες - μέλη του ΝΑΤΟ, στις στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, ακόμα και με ποσοστό κάτω του 3%, όπως παρουσιάζεται στους τελευταίους προϋπολογισμούς. Επίσης, όπως αποκαλύπτεται και με τα παραπάνω στοιχεία, κατέχει σταθερά μία από τις πέντε πρώτες θέσεις ανάμεσα σε όλες τις χώρες του κόσμου, όσον αφορά στην προμήθεια οπλικών συστημάτων από τις ΗΠΑ.

Οσο για την ποιότητα και τη χρησιμότητα των εξοπλισμών, τα παρακάτω παραδείγματα είναι αποκαλυπτικά:

  • Η αγορά των υποβρυχίων Τ-214, που δώδεκα χρόνια μετά την ...εσπευσμένη παραγγελία τους και αφού έχουν διατεθεί 2,3 δισ. ευρώ, το Πολεμικό Ναυτικό έχει παραλάβει μόνο ένα σκάφος το «πειραματικό» το «Παπανικολής». Επίσης, η σύμβαση του 2002 για ανακατασκευή των τριών παλαιών υποβρυχίων Τ-209, το κόστος της οποίας άγγιξε το ποσό που θα κόστιζε η εξαρχής κατασκευή τους.
  • Η αγορά 170 γερμανικών αρμάτων μάχης τύπου «Leopard 2 HEL», αξίας 1,7 δισ. ευρώ, τα οποία πέντε χρόνια, μετά την παραλαβή τους (2006), έμειναν χωρίς πυρομαχικά και ήταν μόνο για ...παρελάσεις.
  • Η παρτίδα 50 μαχητικών «F-16» που παραγγέλθηκαν εσπευσμένα... το έτος 2000, λίγο πριν τις εκλογές, χωρίς στην αρχική παραγγελία να περιλαμβάνεται ο κινητήρας και το σύστημα αυτοπροστασίας, για τα οποία χρειάστηκε να γίνει νέα συμπληρωματική σύμβαση με τους όρους των Αμερικανών πωλητών.
  • Τα 5 αντιτορπιλικά τύπου «Adams» που ναυπηγήθηκαν στις ΗΠΑ, το διάστημα 1960-1964, ήρθαν στην Ελλάδα μετά το 1991 σε ηλικία 30 ετών για να αποσυρθούν μετά από 10 χρόνια, αφού προηγουμένως «εκσυγχρονίστηκαν» με υψηλό κόστος, χωρίς ποτέ να προσφέρουν πραγματική υπηρεσία στην αμυντική θωράκιση της χώρας.
  • Τα συστήματα «Πάτριοτ», για τα οποία οι Αμερικάνοι επιχείρησαν να παραδώσουν με υποβαθμισμένο το λογισμικό τους.
  • Τα 4 αερόστρωμνα (χόβερκραφτ) τύπου «Zubr» από Ρωσία και Ουκρανία, που ποτέ δεν εντάχθηκαν επιχειρησιακά στο Πολεμικό Ναυτικό.

Κυριάκος ΖΗΛΑΚΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ