ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Γενάρη 2012
Σελ. /28
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Αντεργατική η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ

Η επίθεση συγκυβέρνησης - τρόικας στους μισθούς και στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας για λογαριασμό του κεφαλαίου συνοδεύεται και από μια ισχυρή προπαγανδιστική καταιγίδα που εξαπέλυσε το πολιτικό του προσωπικό και οι κονδυλοφόροι του στα μέσα μαζικής χειραγώγησης που ελέγχει η αστική τάξη. Κεντρική θέση σε όλη αυτήν την προσπάθεια παραπληροφόρησης κατέχει το αξίωμα ότι, «ο εργάτης είναι κόστος» και το κόστος αυτό πρέπει να μειωθεί γιατί εμποδίζει την ανάπτυξη, το ξεπέρασμα της κρίσης κ.λπ. Πρόκειται για καραμπινάτη απάτη και πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας. Γιατί η αλήθεια είναι πως ο εργάτης όχι μόνο δεν είναι κόστος, αλλά είναι ο μόνος παραγωγός του πλούτου. Ο εργατικός μισθός σε όλα τα μήκη και πλάτη του καπιταλιστικού κόσμου, όποιος και αν είναι αυτός, μικρός, μέσος, κατώτερος ή ανώτερος, παντού και πάντα, αποτελεί μόνο ένα μέρος από αυτό που παράγει ο εργάτης. Το άλλο, αυτό που δεν καταβάλλεται καταλήγει στο ταμείο της εργοδοσίας. Μεταφράζεται σε κέρδη, ευρώ, δολάρια, γιεν, σε μετοχές και ομόλογα, σε καπιταλιστικές επενδύσεις για περισσότερα κέρδη, σε χλιδή και κατανάλωση για την ολιγάνθρωπη κάστα των καπιταλιστών, αυτών που κατέχουν τα μέσα παραγωγής.

Σε αυτήν την αντιστροφή της πραγματικότητας προσχώρησε και η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, η οποία όχι μόνο αποδέχεται ότι ο εργάτης είναι κόστος για τον εργοδότη, αλλά και πως αυτό το κόστος πρέπει να περιοριστεί. Ετσι αποφάσισε τη συμμετοχή της στο «διάλογο» που την κάλεσαν οι εργοδότες και για να θολώσει τα νερά, είπε ότι δε συζητά για τη μείωση των μισθών και όσα προβλέπει η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση, αλλά για το «μη μισθολογικό κόστος». Η ΓΣΕΕ έχει δώσει γην και ύδωρ για να εξασφαλιστεί για χρόνια το πάγωμα και στην πράξη η μείωση των μισθών. Εβαλε πλάτη, για να περάσουν οι επιχειρησιακές συμβάσεις, με τις οποίες σήμερα οι εργοδότες χτυπάνε τις κλαδικές, όλες οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης που και αυτές οδηγούν σε μείωση του εργατικού εισοδήματος. Χαρακτήριζε «μαξιμαλιστικές» τις διεκδικήσεις του ΠΑΜΕ και, κυρίως, στάθηκε πάντα εχθρική απέναντι στη «λογική» που προωθούσαν οι ταξικές δυνάμεις στο εργατικό κίνημα, ότι αυτό που πρέπει να οδηγεί τους αγώνες των εργαζομένων είναι οι ανάγκες τους και όχι τα κέρδη των επιχειρήσεων.

Ο διαχωρισμός, που κάνει σήμερα η ΓΣΕΕ ανάμεσα στο λεγόμενο «μισθολογικό» και «μη μισθολογικό κόστος», είναι άκρως επικίνδυνος για την εργατική τάξη. Αυτός ο διαχωρισμός βολεύει τους καπιταλιστές. Γιατί, για τον εργάτη είναι πολύτιμος όχι μόνο ο μισθός του, αλλά και οι εισφορές που πηγαίνουν για τη σύνταξή του, το επίδομα ανεργίας, την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη, άλλες καλύψεις και παροχές. Και που, ας σημειωθεί, ότι και αυτές οι εισφορές, δεν καταβάλλονται από τον εργοδότη - δεν είναι κόστος όπως λένε - αλλά προέρχονται από τη δική του απλήρωτη εργασία.

Να γιατί η ΓΣΕΕ, αποφασίζοντας να πάει στο «διάλογο» με τους εργοδότες, νομιμοποιεί συνολικά τις αξιώσεις του κεφαλαίου και ανοίγει το δρόμο για την εφαρμογή των νέων αντεργατικών μέτρων. Και, ταυτόχρονα, αποδεικνύεται εξίσου επικίνδυνη, γιατί υιοθετεί και προβάλλει την ιδεολογία των αστών, οι οποίοι αντιστρέφοντας την πραγματικότητα θεωρούν τον εργάτη κόστος. Γι' αυτό οι εργαζόμενοι πρέπει να απορρίψουν τα ιδεολογήματα εργοδοτών και ΓΣΕΕ και τα μέτρα που προωθούνται και τους εξαθλιώνουν.

Ρεαλιστικό και αναγκαίο

Γρηγοριάδης Κώστας

'Η υπογράφουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι την καταδίκη τους, ή τους επιβάλλεται βίαια. Κάπως έτσι ακούγεται ο εκβιασμός που εξαπολύουν η πλουτοκρατία, τα κόμματα του μαύρου μετώπου της συγκυβέρνησης και η τρόικα προς τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, με αφορμή τις συζητήσεις για νέες περικοπές μισθών και εργατικών δικαιωμάτων. Με αυτόν τον τρόπο θέτει το ζήτημα και το χτεσινό πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της «Καθημερινής» που με τίτλο «Υπευθυνότητα και ρεαλισμός» καλεί σε ένα «νέο κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους προκειμένου να επιβιώσει ό,τι έχει απομείνει ζωντανό στον ιδιωτικό τομέα». Αυτό το «νέο κοινωνικό συμβόλαιο» αντιπροσωπεύει τη μόνιμη απώλεια δικαιωμάτων και κατακτήσεων των εργαζομένων και αποδεικνύει ακριβώς ότι τα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα που υλοποιούνται δεν έρχονται για να λύσουν το πρόβλημα του χρέους, αλλά αποτελούν στρατηγικές επιλογές των μονοπωλίων για δραματική μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης και είναι μέτρα μόνιμου χαρακτήρα.

Αποτελεί επίσης στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή της πλουτοκρατίας το χτύπημα του ταξικού εργατικού κινήματος και του ΚΚΕ, γιατί έτσι μπορεί να βάζει πιο εύκολα τους εργαζόμενους «στο χέρι». Γι' αυτό και η «Καθημερινή» φτάνει στο σημείο να στοχοποιεί ως υπεύθυνους για την ανεργία τους αγώνες ενάντια στα αντιλαϊκά μέτρα και φωτογραφίζοντας το ΚΚΕ και τις ταξικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα να ισχυρίζεται ότι «δίνουν την εντύπωση ότι προτιμούν να κλείσει ένα εργοστάσιο ή μια επιχείρηση παρά να προχωρήσουν σε έναν υπεύθυνο συμβιβασμό. Ισως πιστεύουν ότι έτσι αυξάνουν την ανεργία και τη λαϊκή δυσαρέσκεια που με τη σειρά τους φέρνουν ψήφους. Σίγουρα όμως δε βοηθούν τους εργαζόμενους και δε συμβάλλουν στη διατήρηση θέσεων εργασίας». Αντιστρέφει, δηλαδή, την πραγματικότητα, χρεώνοντας στους αγώνες των εργαζομένων για σταθερή δουλειά με αξιοπρέπεια την ανεργία. Αυτή είναι η σκοπιά της πλουτοκρατίας που θέλει να κερδίζει περισσότερα, δηλαδή να κλέβει περισσότερο από τον πλούτο που παράγει η εργατική τάξη. Η «υπευθυνότητα και ο ρεαλισμός» όμως από τη σκοπιά της εργατικής τάξης, επιβάλλει την ένταση της πάλης με οργάνωση και ταξικό προσανατολισμό, για την ικανοποίηση των δικών τους αναγκών σε μια λαϊκή εξουσία και οικονομία όπου ο πλούτος που θα παράγουν θα επιστρέφει για την κάλυψη των δικών τους αναγκών και όχι του κέρδους της πλουτοκρατίας.

Συνεργοί στο νέο σφαγείο της εργατικής τάξης

«Καταρχήν τη θεωρούμε ακραία πράξη και κοινοβουλευτικά και συνταγματικά να επιβληθεί η κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού με νομοθετική πράξη. Αν νομίζει ότι μπορεί κι ότι έχει την αντοχή και τη συνοχή, αυτό το τριμερές σχήμα που στηρίζει την κυβέρνηση, να το κάνει, ας το κάνει». Μάλλον τη μύχια επιθυμία του εξέφρασε χτες (στο «Vima Fm») ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, «προκαλώντας» την κυβέρνηση του «μαύρου μετώπου» να περάσει τη νέα σφαγή των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου. Στην πραγματικότητα μια τέτοια κίνηση εκ μέρους της κυβέρνησης θα βόλευε εξαιρετικά τους εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ, γιατί θα έβγαζαν από πάνω τους τις εξόφθαλμες ευθύνες για το νέο έγκλημα κατά της εργατικής τάξης, στο οποίο ήδη είναι συνένοχοι προστρέχοντας στο διάλογο για το νέο σφαγείο των εργασιακών δικαιωμάτων. Είναι ολοφάνερο ότι η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ επιχειρεί να παίξει «το παιχνίδι των ευθυνών», για να μη σαρωθεί από την οργή και την οργανωμένη ταξική πάλη, πράγμα όμως που δεν πρόκειται να καταφέρει, ανεξάρτητα από τη μοιρασιά και τη συμφωνία που θα κάνει με τα κόμματα της μαύρης συγκυβέρνησης. Οι φραστικοί λεονταρισμοί των εργατοπατέρων της ΓΣΕΕ δεν μπορούν να ξεγελάσουν τους εργαζόμενους και να κρύψουν τις διαχρονικές ευθύνες τους στο τσάκισμα των εργαζομένων από την εργοδοσία και τα κόμματά της. Πολύ περισσότερο που είναι αποφασισμένη να βάλει πλάτες για να περάσουν τα νέα αντεργατικά μέτρα που φορτώνουν τις συνέπειες της κρίσης στους εργαζόμενους. Το είπε προκλητικά και θρασύτατα στην ίδια συνέντευξή του ο Γ. Παναγόπουλος: «Στήριξα αποφασιστικά τους συναδέλφους στον ΟΤΕ που με σύμβαση μείωσαν τις αποδοχές τους κατά 13%. Τίποτα δεν είναι ταμπού - ούτε η μείωση της ΕΣΣΕ - όταν αυτή εδράζεται σε πραγματικά δεδομένα». Τι άλλο να πει;

Τα κροκοδείλια δάκρυα των καπιταλιστών

Βαθιά υποκριτική και ύπουλη η στάση των εργοδοτικών φορέων (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ κ.ο.κ.) που κόπτονται τάχα για τη διάσωση των μισθών, των εργασιακών δικαιωμάτων και των θέσεων εργασίας, ενώ την ίδια στιγμή κάνουν ό,τι μπορούν για να δοθεί η χαριστική βολή στα εναπομείναντα εργασιακά δικαιώματα. Δηλώνουν με άνεση ότι «το μισθολογικό κόστος δεν είναι το σημαντικότερο πρόβλημα για την ανταγωνιστικότητα», αλλά όμως ήδη στην πράξη έχουν πετσοκόψει τους μισθούς στους εργαζόμενους και προετοιμάζονται από κοινού με την κυβέρνηση και την τρόικα για μια γενικευμένη και με τη «βούλα» του νόμου καταβαράθρωση των μισθών στα επίπεδα των 500 ευρώ, επέκταση των ευέλικτων μορφών εργασίας και της ανασφάλιστης εργασίας. Λένε ψέματα όταν υποστηρίζουν ότι «η ανταγωνιστικότητα δεν εξαρτάται μόνο από το κόστος εργασίας», γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι η μοναδική πηγή παραγωγής υπεραξίας και άρα κερδοφορίας για το κεφάλαιο είναι η (απλήρωτη) εργατική δύναμη. Και αυτή ακριβώς την «πηγή» επιχειρούν να εξαντλήσουν μέχρις εσχάτων προκειμένου να ξεπεράσουν την κρίση, εντείνοντας την υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων και οδηγώντας βαθιά στην απόλυτη φτώχεια και την εξαθλίωση την εργατική τάξη και το λαό. Είναι καταδικασμένη, λοιπόν, η πλουτοκρατία και η μαύρη συγκυβέρνησή της και οι ξένοι σύμμαχοί της (τρόικα) να κλιμακώσουν τον ταξικό πόλεμο για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της κερδοφορίας των μονοπωλίων. Από την άλλη ο λαός πρέπει να πάρει την απόφαση ότι δεν πρέπει να κάνει καμία θυσία για την κρίση που προκάλεσε η πλουτοκρατία και πως ο ταξικός αγώνας είναι μονόδρομος για να απαλλαγεί από την καπιταλιστική βαρβαρότητα.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ