Σε απεργία προχωρούν στις 15 Μάη οι Ομοσπονδίες Τύπου - Χάρτου και Κλωστοϋφαντουργίας - Ιματισμού - Δέρματος, ενώ η Ομοσπονδία Γάλακτος - Τροφίμων - Ποτών αποφάσισε 48ωρη απεργία 15 και 16 Μάη
MotionTeam |
Οσοι λοιπόν «καίγονται» όχι για ποια κυβέρνηση θα σχηματιστεί τη Δευτέρα, και για τις δοσοληψίες των αστικών κομμάτων και των κομμάτων του ευρωμονόδρομου στις κορυφές, αλλά «καίγονται» για την κατάσταση και την ετοιμότητα του εργατικού κινήματος, δεν μπορεί παρά και στην κάλπη, να ενισχύσουν το ΚΚΕ. Το μόνο κόμμα, που στην πράξη και όχι στα λόγια, έχει αποδειχτεί στήριγμα των αγώνων των εργαζομένων, αιμοδότης και τροφοδότης της ταξικής πάλης. Και δεν είναι τυχαίο, ότι η επίθεση στο ΚΚΕ από τα κόμματα της κυβέρνησης και τους υπόλοιπους υπηρέτες του κεφαλαίου, επικεντρώνεται στη δράση του στα συνδικάτα, στη συμβολή που έχουν τα μέλη του και τα στελέχη του στην οργάνωση των εργατικών αγώνων, των απεργιών, των διαδηλώσεων.
Στην προδιαγεγραμμένη επίθεση του κεφαλαίου που επικεντρώνεται στη διάλυση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο απαντάει ήδη με την κινητοποίηση των δυνάμεών του. Το σκοπό αυτό, υπηρετεί η πρόταση της ΔΑΣ για άμεση σύγκληση των οργάνων της ΓΣΕΕ και την προκήρυξη πανεργατικής κινητοποίησης αμέσως μετά τις εκλογές για την υπεράσπιση των συμβάσεων. Σε αυτή την τροχιά μπήκαν ήδη 3 ομοσπονδίες που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, η Ομοσπονδία Κλωστοϋφαντουργών - Ιματισμού - Δέρματος και Τύπου - Χαρτιού που προκήρυξαν 24ωρη απεργία στις 15 Μάη και η Ομοσπονδία Γάλακτος - Τροφίμων - Ποτών που ομόφωνα αποφάσισε 48ωρη απεργία για τις 15 και 16 Μάη.
Πρέπει να υψωθεί ένα αδιαπέραστο τείχος αντίστασης και υπεράσπισης των συλλογικών συμβάσεων. Αυτό είναι το δύσκολο καθήκον που έχουν μπροστά τους οι εργαζόμενοι από την επαύριο των εκλογών. Γιατί η επίθεση του κεφαλαίου, που τροφοδοτείται από την νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης με την διά νόμου μείωση των μισθών της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και την υπονόμευση των κλαδικών συμβάσεων, χτυπά πλέον τον πυρήνα των εργασιακών δικαιωμάτων. Στοχεύει όχι μόνο στη δραστική μείωση των μισθών, αλλά αφορά συνολικά τη ζωή της εργατικής τάξης, μέσα και έξω από το εργοστάσιο. Αφορά στη σύνταξή της, αφού ο μισθός ευθέως συνδέεται με το ύψος της σύνταξης, με τη θέση του εργάτη μέσα στην παραγωγή, το χρόνο εργασίας, την εντατικοποίηση της δουλειάς, τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας , αλλά και την ίδια την υποστάσή της σαν συλλογικό υποκείμενο.
Γιατί η διάλυση των συλλογικών συμβάσεων δεν θα μεταφραστεί μόνο ως απώλεια στο εργατικό εισόδημα, αλλά και ως διάλυση κάθε συνεκτικού ιστού που εκ των πραγμάτων συνδέει τους εργάτες. Οι ατομικές συμβάσεις που επιδιώκουν οι καπιταλιστές δεν έχουν μόνο οικονομικές συνέπειες. Θα μετατρέψουν τους εργάτες σε έρμαια των επιχειρήσεων, θα σπάσουν τους συλλογικούς δεσμούς τους. Γι' αυτό η υπεράσπιση των συμβάσεων ξεπερνά τα όρια του οικονομικού αγώνα και συνδέεται άρρηκτα με την ίδια την οργάνωση και την εκπροσώπηση της εργατικής τάξης μέσα από τα συνδικάτα, την ίδια τη συλλογική πάλη των εργαζομένων.
Ορισμένες δυνάμεις μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα φορώντας το κοστούμι του «ρεαλιστή», συμβουλεύουν τους εργάτες να συμπλεύσουν με τους εργοδότες, να μην πάνε κόντρα, σε συνθήκες κρίσης, να κατεβάσουν τις αξιώσεις τους, να αποδεχτούν τις μειώσεις των μισθών, γιατί έτσι οι απώλειες θα είναι μικρότερες ή ακόμα πως με αυτό τον τρόπο θα «σωθούν» οι επιχειρήσεις και άρα και οι θέσεις εργασίας.
Τον τελευταίο ισχυρισμό, τον διέψευσε η ίδια η πραγματικότητα. Γιατί, αν και οι μισθοί μειώθηκαν δραστικά, η ανεργία όχι μόνο δεν συγκρατήθηκε αλλά πήρε ακόμα πιο τρομακτικές διαστάσεις. Ενώ δηλαδή οι μισθοί κατρακύλησαν την τελευταία τριετία, την ίδια περίοδο η ανεργία σχεδόν διπλασιάστηκε. Οι υποχωρήσεις και οι συμβιβασμοί δε γλίτωσαν τους εργάτες. Πολλές επιχειρήσεις επέβαλλαν μειώσεις και σήμερα επανέρχονται και απαιτούν νέα δραστική μείωση μισθών. Ο δρόμος του «ρεαλισμού» αποδείχτηκε καταστροφικός για τους εργαζόμενους.
Τον δρόμο αυτό τον χάραξε πρώτη η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, αλλά με τα εξίσου καταστροφικά αποτελέσματα. Ετσι το καλοκαίρι του 2010 υπέγραψε τριετή ΕΓΣΣΕ με πάγωμα των μισθών τον πρώτο χρόνο, και μικρή ονομαστική αύξηση κάτω από τον πληθωρισμό για την διετία 2011 -2012, στην πραγματικότητα με σοβαρή μείωση των αποδοχών στο πραγματικό εργατικό εισόδημα και όλα αυτά προς χάριν της «διάσωσης» του θεσμού. Η συνέχεια είναι γνωστή. Η υπογραφή αυτής της σύμβασης, αποθράσυνε ΣΕΒ και κυβέρνηση και τελικά με την πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου τον περασμένο Φλεβάρη επιβλήθηκε μείωση κατά 22% στους μισθούς της ΕΓΣΣΕ και κατά 32% για τους νέους εργαζόμενους. Λίγο πριν την πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η πλειοψηφία είχε πάλι μπει στο χορό του «κοινωνικού διαλόγου» με τους εργοδότες, με τους οποίους μάλιστα όπως ισχυρίστηκε πέτυχε συνεννόηση και σεβασμό του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων. Ομως μαζί με τη μείωση των κατώτερων μισθών η κυβέρνηση νομοθέτησε και την υπονόμευση των κλαδικών συμβάσεων, κάνοντας κουρελόχαρτο όλο το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο. Αυτή ακριβώς την παρέμβαση αξιοποιούν σήμερα οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες και οι μεγαλέμποροι για να απογυμνώσουν την εργατική τάξη. Αυτοί είναι οι «κοινωνικοί εταίροι» της ΓΣΕΕ, που η πλειοψηφία της δήθεν ήθελε να τιθασεύσει με τις υπογραφές που έβαζε.
Στον αντίποδα, οι ταξικές δυνάμεις έδωσαν μάχες, αντιτάχτηκαν και παρεμπόδισαν μειώσεις μισθών. Οργάνωσαν αγώνες, που έβαλαν φραγμό στις αξιώσεις του κεφαλαίου. Αποκάλυψαν ποια είναι η αιτία της επίθεσης που δέχονται οι εργαζόμενοι, ότι τα προβλήματά τους δεν είναι αποτέλεσμα λανθασμένων χειρισμών ή κακών εργοδοτών, αλλά συνέπεια της πολιτικής που υπηρετεί την «ανταγωνιστικότητα». Μια τέτοια μάχη, δίνουν και οι χαλυβουργοί εδώ και έξι ολόκληρους μήνες, δείχνοντας ότι για τους εργάτες υπάρχει και άλλος δρόμος.
Σήμερα λοιπόν υπάρχει εμπειρία και γνώση. Ο δρόμος του «ρεαλισμού» που ακολούθησαν ορισμένες δυνάμεις, και υποδεικνύουν ακόμα, αποδείχτηκε ολέθριος για το σύνολο των εργαζομένων. Να γιατί, οι ταξικές δυνάμεις, τα συνδικάτα που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, χτυπάνε συναγερμό, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιούν ότι οι υποχωρήσεις ποτέ δεν έσωσαν τους εργάτες. Δείχνουν τον μόνο ρεαλιστικό και ελπιδοφόρο δρόμο, το δρόμο της σύγκρουσης με την τάξη των εκμεταλλευτών, της ταξικής πάλης και της επίπονης και επίμονης οργάνωσης της πάλης, των αγώνων.