Πρόκειται για το πλοίο που μετέφερε τα γλυπτά του Παρθενώνα στην Αγγλία, μέσω Μάλτας και βυθίσθηκε στην είσοδο του λιμένα του Αυλαίμονα στα νοτιοδυτικά Κύθηρα, το Σεπτέμβριο του 1802. Η φετινή ανασκαφική έρευνα επικεντρώθηκε στην πρύμνη, όπου το 2009 και το 2011 είχαν εντοπισθεί διάφορα αντικείμενα του πληρώματος και των επιβατών. Αποκαλύφθηκε επίσης το σκαρί σε μήκος περίπου 10 μέτρων προς την πλώρη όπου γύρω του υπάρχουν ευρήματα κυρίως προσωπικά αντικείμενα του πληρώματος ή των επιβατών (κουμπιά στολών και ενδυμάτων, φιάλες, κλεψύδρα κλπ).
Βρέθηκαν επίσης όργανα ναυσιπλοΐας, ένας ναυτικός διαβήτης (κουμπάσο), γυάλινα μελανοδοχεία, φορητά μελανοδοχεία, ένα φορητό ρολόι, και μία επιπλέον πιστόλα (η τρίτη συνολικά με τις δύο άλλες που ανελκύθηκαν κατά την έρευνα του 2011), ένας λίθινος σφραγιδόλιθος με παράσταση πυροβόλου, μία χρυσή αλυσίδα και διάφορα διακοσμητικά αντικείμενα. Επίσης βρέθηκαν δύο χρυσά νομίσματα (το ένα του 1788 έχει ταυτισθεί ως Ολλανδικό), τρία αργυρά, σύγχρονα της περιόδου που ναυάγησε το πλοίο, καθώς και δύο αρχαία αργυρά νομίσματα (ένα βοιωτικό και ένα αθηναϊκό, το τελευταίο φαίνεται να είχε χρησιμοποιηθεί ως κόσμημα, αφού φέρει διαμπερή οπή).
Βέβαια, ουσιαστικός στόχος της έρευνας είναι η ανεύρεση τμημάτων του γλυπτού διάκοσμου του Παρθενώνα, κάτι που μέχρι τώρα δεν έχει συμβεί. Πάντως, υπάρχει και ιστορικό ενδιαφέρον για το ναυάγιο αφού μερικά αντικείμενα που ανασύρθηκαν μπορούν να ταυτισθούν με υπαρκτά πρόσωπα που επέβαιναν στο πλοίο και τα οποία πιθανώς να σχετίζονται με την υπόθεση της αφαίρεσης των γλυπτών του Παρθενώνα.
Την έρευνα διενέργησε κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, με επιστημονικό υπεύθυνο τον καταδυόμενο αρχαιολόγο Δρ. Δ. Κουρκουμέλη και τους καταδυόμενους υπαλλήλους Λούι Ζαν Μερσενιέ, αρχιτεχνίτη, Μανώλη Τζεφρόνη, δύτη, Θεμιστοκλή Τρουπάκη, τεχνολόγο - μηχανολόγο και Πέτρο Τσαμπουράκη, εργατοτεχνίτη και τη συνδρομή του Αυστραλιανού Ιδρύματος «Kytherian Research Group».
Το μελανό σημείο είναι ότι η έρευνα διενεργήθηκε με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», στο οποίο το υπουργείο Πολιτισμού εκφράζει τις «θερμές ευχαριστίες» του γιατί... «χωρίς την στήριξή» του, η διεξαγωγή της έρευνας «δεν θα ήταν δυνατή»! Αντί, λοιπόν, να ντρέπονται στο ΥΠΠΟ που δεν μπορούν να κάνουν μια στοιχειώδη ενάλια αρχαιολογική έρευνα, «διαφημίζουν» τις «χορηγίες» του κεφαλαίου. Υπέρ του οποίου βέβαια δουλεύουν όλες οι αστικές κυβερνήσεις έτσι κι αλλιώς...
Το εμβληματικό αυτό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη αφορά στην πολιτική και κοινωνική Ιστορία της Ελλάδας. Μέσα από τραγούδια, σατιρικά, αλλά και δραματικά στιγμιότυπα, το έργο διατρέχει όλες τις σημαντικές στιγμές της ελληνικής Ιστορίας. Η τουρκοκρατία, οι μηχανορραφίες και τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων σε βάρος του ελληνικού λαού, η Επανάσταση του 1821, το παλάτι του Οθωνα, η Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ελληνοαλβανικός πόλεμος είναι μερικοί από τους βασικούς σταθμούς της ιστορικής πορείας που περιγράφονται στο έργο.
«Το μεγάλο μας τσίρκο» ανέβηκε το καλοκαίρι του 1973 στο θέατρο «Αθήναιον». Τα σκηνικά είχε επιμεληθεί ο Ευγένιος Σπαθάρης. Πρωταγωνιστούσαν οι: Τζένη Καρέζη, Κώστας Καζάκος, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Σπύρος Κωνσταντόπουλος, Χρήστος Καλαβρούζος και Τίμος Περλέγκας. Και πλάι τους πολλοί νέοι ηθοποιοί. Επί σκηνής, υπέροχος ερμηνευτής των τραγουδιών ήταν ο Νίκος Ξυλούρης. Η τεράστια επιτυχία της παράστασης συνεχίστηκε και το χειμώνα 1973-1974, στο «Ακροπόλ». Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η παράσταση για μικρό διάστημα διακόπηκε, λόγω της σύλληψης των Τζ. Καρέζη - Κ. Καζάκου, αλλά μετά την απελευθέρωσή τους συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα Μάη και μετά την πτώση της δικτατορίας ξαναπαίχθηκε.
Πίνακες με αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία που λειτουργούν με το διευρυμένο, θερινό ωράριο (34), καθώς και με αυτά που παρέμεναν κλειστά ή λειτουργούσαν με μειωμένο ωράριο κατά τη χειμερινή περίοδο ενώ τώρα είναι επισκέψιμα για το κοινό (34) δημοσιοποίησε το υπουργείο Παιδείας - Πολιτισμού ...εν μέσω Ιουλίου.
Ο αναπληρωτής υπουργός, Κ. Τζαβάρας, δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι «οι προσλήψεις προσωπικού φύλαξης συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς, γεγονός που διευκολύνει την προσπάθεια που κάνουμε».
Βέβαια, πρόκειται, όπως κάθε χρόνο, για έκτακτο, εποχιακό προσωπικό που «ξεζουμίζεται» την τουριστική περίοδο για να «πεταχτεί» με τη λήξη της, «ανακυκλώνοντας» και διαιωνίζοντας έτσι την εργασιακή ομηρία στην Αρχαιολογική Υπηρεσία.