Και μετά τη μείωση των επιτοκίων (0,10 ως 0,25 μονάδες) της Εθνικής, παραμένουν υπερτριπλάσια του πληθωρισμού τα επιτόκια καταναλωτικών δανείων και αρνητικό το πραγματικό επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου
Αύξηση των υπερκερδών τους, με την ένταση της τοκογλυφίας σε βάρος των πλατιών στρωμάτων και γενικά των οικονομικά ασθενέστερων, αποφάσισαν οι τραπεζίτες, αξιοποιώντας τη «σύγκλιση» των επιτοκίων δραχμής/ ευρώ και την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Αξιοποιώντας την προχτεσινή μείωση των παρεμβατικών επιτοκίων της Τράπεζας Ελλάδας κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας (ΕΤΕ) ανακοίνωσε χτες ότι μειώνει τα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων κατά 1/4 (0,25) της μονάδας, δίνοντας έτσι το σήμα και στις άλλες εμπορικές τράπεζες να προχωρήσουν σε ανάλογες μειώσεις. Να σημειωθεί, πάντως, ότι μετά και τη χτεσινή μείωση των επιτοκίων που προανήγγειλε η ΕΤΕ, μεγαλώνει ακόμη περισσότερο η «ψαλίδα» ανάμεσα στα επιτόκια, χορηγήσεων και καταθέσεων, χορηγήσεων και πληθωρισμού και πληθωρισμού και καταθέσεων, που σημαίνει ένταση της τοκογλυφίας από τις εμπορικές τράπεζες.
Ειδικότερα, η ΕΤΕ ανακοίνωσε ότι από την ερχόμενη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη, μειώνει:
Τέλος, να σημειωθεί, ότι η Εθνική, αυτή τη φορά, διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων σε ευρώ.
Και η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας, βάζει «πλάτες» στην κυβέρνηση, με την έκθεση για τη νομισματική πολιτική που κατατέθηκε στη Βουλή, για συνέχιση της αντιλαϊκής οικονομικής πολιτικής και την ανατροπή των κατακτήσεων των εργαζομένων στα «εργασιακά»
«Εγκαιρα με ευελιξία και με κύριο γνώμονα τη βελτίωση της παραγωγικότητας», είναι η συνταγή που δίνει στην κυβέρνηση και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Λ. Παπαδήμος, με την ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική του 2000 που κατατέθηκε χτες στη Βουλή. Στην ουσία, με την έκθεση αυτή, η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας βάζει «πλάτες» στην κυβέρνηση για συνέχιση και σκλήρυνση της αντιλαϊκής οικονομικής, με πρόσχημα -τώρα- την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στην εντός ΟΝΕ εποχή. Στο σχετικό κείμενο, καταγράφονται οι νέες προβλέψεις για τις εξελίξεις στην ελληνική και στη διεθνή οικονομία, καθώς οι αρχικές παραδοχές τής, ελέω ΟΝΕ, νομισματικής πολιτικής για τη διατηρησιμότητα των τιμών, έχουν ακυρωθεί.
Παρουσιάζοντας στους δημοσιογράφους, την ενδιάμεση έκθεση, ο Λ. Παπαδήμος:
Εξέφρασε επιφυλάξεις για τον προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης 5% το 2001, σημειώνοντας πως είναι πραγματοποιήσιμος υπό όρους.
Ας σημειωθεί η εκτίμηση του διοικητή της ΤτΕ, πως το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος θα μειωθεί περισσότερο από 1 εκατοστιαία μονάδα το 2001. Η πρόβλεψη, εφόσον βέβαια επιβεβαιωθεί, θα αποδείξει ότι στη συγκυρία της ΟΝΕ οι εργαζόμενοι παράγουν περισσότερα και συμμετέχουν με χαμηλότερο ποσοστό στην πίτα του ΑΕΠ. Η ΤτΕ ευελπιστεί ότι «η αύξηση της ζήτησης για αγαθά πρέπει να είναι συμβατή με την προσφορά». Εάν παρά ταύτα κάτι δεν πάει καλά με τον πληθωρισμό («σε περίπτωση που... κατά πώς είπε ο Λ. Παπαδήμος) τότε θα πρέπει πάση θυσία να επιτευχτεί το πλεόνασμα που προβλέπει ο προϋπολογισμός για το 2001 και να μην επιβληθεί πρόσθετη φορολογία.
Σε σχετική ερώτηση του «Ρ» ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας διατύπωσε την άποψη ότι θέση της ΤτΕ είναι η περικοπή δαπανών και όχι η πρόσθετη φορολογία, «γιατί το αντίθετο θα είχε επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα». Απέφυγε όμως να προσδιορίσει ποιες δαπάνες πρέπει να περικοπούν και μίλησε γενικά για περικοπή των καταναλωτικών δαπανών και των επιχορηγήσεων.
Βέβαια, η εποχή της ΟΝΕ θα σημαδευτεί από τους τεράστιους ρυθμούς της πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών, καθώς ο δανεισμός των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις, ανάλογες με αυτές των άλλων χωρών. Η ΤτΕ στο πλαίσιο των εποπτικών -και μόνον- δραστηριοτήτων που θα της απομείνουν, «θα υιοθετήσει αποτελεσματικά συστήματα διαχείρισης κινδύνων που συνδέονται με τα δάνεια», ενώ παράλληλα θα βελτιωθεί και το σύστημα «αλληλοενημέρωσης» μεταξύ των τραπεζών για τα δάνεια που έχουν συνάψει τα νοικοκυριά...
Τις τελευταίες... εκκρεμότητες προσπαθεί να διευθετήσει η κυβέρνηση στο ζήτημα του ξεπουλήματος των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Στα πλαίσια αυτά, οι πρασινογάλαζοι επικεφαλής του «Συνεταιρισμού» εργαζομένων, που διαχειρίζεται το 49% δηλαδή το μετοχικό κεφάλαιο των εργαζομένων, έχουν συστρατευτεί με την κυβέρνηση, προκειμένου να ξεπουληθεί το 100% των Ναυπηγείων. Στο μεταξύ, σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο Εργασίας έχει ήδη ετοιμάσει το σχέδιο για την απομάκρυνση του 1/3 (περίπου 700 άτομα) των εργαζόμενων στο ναυπηγείο και θεωρείται από τις μείζονες εκκρεμότητες και τα εν λόγω μέτρα θα τεθούν σε εφαρμογή από την αρχή του νέου έτους.
Σε προχτεσινή σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Ανάπτυξης υπό τον υφυπουργό Αλ. Καλαφάτη και με τη συμμετοχή της ΕΤΒΑ, των επικεφαλής του «Συνεταιρισμού» και του συμβούλου ιδιωτικοποίησης αποφασίστηκε να γίνει νέα σύσκεψη την ερχόμενη Δευτέρα. Στα πλαίσια της νέας σύσκεψης, πρόκειται να κατατεθούν οι προτάσεις της ΕΤΒΑ και του «Συνεταιρισμού», ώστε να αποφασιστεί και καταληχτεί από κοινού, το περιεχόμενο της προκήρυξης πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την εξαγορά των Ναυπηγείων. Σύμφωνα με το υπουργείο Ανάπτυξης, η προκήρυξη πρόσκλησης ενδιαφέροντος θα πρέπει να έχει δημοσιευτεί μέχρι τις 18 Δεκέμβρη, ώστε να αρχίσουν οι διαδικασίες αξιολόγησης των «προσφορών». Η όλη διαδικασία ξεπουλήματος θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός τεσσάρων μηνών.
Γίνεται φανερό ότι οι υποτιθέμενοι θεματοφύλακες των συμφερόντων των εργαζομένων, έχουν μετατραπεί σε μοχλό πίεσης για το γρήγορο ξεπούλημα των ναυπηγείων, απεμπολώντας τα συμφέροντα των εργαζομένων και υποθηκεύοντας το μέλλον των Ναυπηγείων.
Αν και ακούγεται γενικώς ότι υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για την εξαγορά του Σκαραμαγκά, εντούτοις μέχρι αυτή τη στιγμή από πλευράς Ελλήνων επιχειρηματιών, έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από το σημερινό κάτοχο των ναυπηγείων Ελευσίνας και Νεωρίου Σύρου Ν. Ταβουλάρη, αλλά και από τους Κόκκαλη και Μυτιληναίου. Το σίγουρο πάντως είναι ότι θα γίνουν πραγματικές μάχες για την εξαγορά του μεγαλύτερου Ναυπηγείου της Ανατολικής Μεσογείου, όπου, αν και δεν είναι γνωστό το τίμημα, αντίθετα είναι γνωστό ότι για τα αμέσως επόμενα χρόνια, έχουν ανατεθεί παραγγελίες, κυρίως από το Πολεμικό Ναυτικό, ύψους σχεδόν ενός τρισεκατομμυρίου δραχμών. Οι παραγγελίες αυτές, σύμφωνα με παλαιότερες δηλώσεις στελεχών της ΕΤΒΑ, καθιστούν το ναυπηγείο, κερδοφόρο, για τα επόμενα 20 χρόνια...