Το ΠΑΣΟΚ απεμπόλησε τα συνθήματά του που το κατέγραφαν στη συνείδηση ευρύτερων εργατικών, λαϊκών μαζών ως αριστερό, προοδευτικό, αντιδεξιό κόμμα, χωρίς να κάνει ούτε ένα βήμα, ούτε μια απόπειρα έστω για «τα μάτια του κόσμου» για να υλοποιήσει τις υποσχέσεις στο λαό ότι θα κινηθεί ενάντια στην ΕΟΚ και το NATO, ενάντια στο μεγάλο κεφάλαιο.
Δε συνάντησε από τα πρώτα του βήματα ούτε αντίδραση, ούτε πίεση, ούτε προσκόμματα και απειλές στο εσωτερικό της χώρας από την αστική τάξη και τους εμφανείς μηχανισμούς του. Δεν έκανε ούτε μια απόπειρα να βάλει σε εφαρμογή κάποια διακήρυξή του που δε βόλευε το σύστημα σε μια περίοδο που είχε πάρει εκλογικά το 48% των ψήφων, και θα είχε ακόμα ευρύτερη λαϊκή στήριξη, αν προχωρούσε στην υλοποίηση των υποσχέσεών του. Σε μια περίοδο που ο διεθνής συσχετισμός ήταν καλύτερος, υπήρχαν εναλλακτικές λύσεις οικονομικής συνεργασίας με τις σοσιαλιστικές χώρες, με αραβικές και άλλες.
Το ΠΑΣΟΚ είχε το πλεονέκτημα της δυνατότητας εξαγοράς και διαφθοράς, καθώς είχαν καθυστερήσει στην Ελλάδα ορισμένοι αστικοί εκσυγχρονισμοί όπως ήταν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και η κατάργηση του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Είχε το πλεονέκτημα της μαζικής στήριξης και προσχώρησης ΕΑΜικών δυνάμεων που είχαν περάσει σε φάση συμβιβασμού μετά τον εμφύλιο, είχαν φοβηθεί και κουραστεί από τις κάθε λογής και μορφής διώξεις.
Είχε το πλεονέκτημα της μεταφοράς της πείρας της δυτικοευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας της μεταπολεμικής περιόδου, με το σύνθημα του «κοινωνικού» κράτους και του «λαϊκού» καπιταλισμού, αλλά και της διαβρωτικής δουλειάς του ευρωκομμουνισμού.
Προς το παρόν, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η κύρια πολιτική δύναμη που μπορεί, λόγω της εκλογικής του εκτίναξης και του δίχρονου που αξιοποίησε το 2012 - 2014 για την άμβλυνση του όποιου ριζοσπαστισμού υπήρχε, να παίξει το ρόλο του στυλοβάτη του συστήματος και του κυματοθραύστη απέναντι στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, στην κοινωνική συμμαχία, στην αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή πρωτοπορία στην Ελλάδα, στην Ευρώπη.
Είναι ανάγκη όμως να κατανοηθούν οι διαφορές του σήμερα με το χτες, και να φύγει από τη μέση κάθε ανάμνηση περί του ΠΑΣΟΚ της 3ης του Σεπτέμβρη, περί του «μικρότερου κακού». Το ΠΑΣΟΚ έγινε το σκαλοπάτι επιστροφής της ΝΔ στη διακυβέρνηση («της Δεξιάς» που θα έβαζε στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας»), ενώ ανάλογα παραδείγματα προκύπτουν με τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις που συγκροτήθηκαν και με τη συμμετοχή μάλιστα Κομμουνιστικών Κομμάτων στη Δυτική Ευρώπη. Αποτέλεσαν δυνάμεις εναλλαγής στην αστική διακυβέρνηση.
Οι συνθήκες είναι σήμερα πολύ διαφορετικές. Συνθήκες που απορρέουν όχι βεβαίως από συγκυριακά ή τυχαία γεγονότα, αποτελούν οι παρακάτω:
Η πιο σοβαρή και αδιαμφισβήτητη απόδειξη είναι το ίδιο το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και η επακόλουθη τακτική του, οι οβιδιακές του μεταμορφώσεις που τις εξηγεί μάλιστα με το ότι δεν μπορεί ένα κόμμα του 4% να είναι το ίδιο με ένα κόμμα του 27% που είναι σε αναμονή να κυβερνήσει.
Σοβαρή απόδειξη συνιστά η μαζική μετακόμιση τμήματος της εργατικής αριστοκρατίας, της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, της «πασοκικής νομενκλατούρας» στον ΣΥΡΙΖΑ. Η συριζοποίηση των δυσαρεστημένων και έντρομων πυρήνων του ΠΑΣΟΚ διευκόλυνε και τη διασπορά στελεχών σε ρεφορμιστικές δυνάμεις όπως ΔΗΜΑΡ, «κεντροαριστερά» σχήματα όπως οι «58» και η «Ελιά», έφερε στον αφρό και πρόσωπα που δεν ήταν στην πρώτη γραμμή, εκκολάφθηκαν όμως στο πασοκικό θερμοκήπιο της προγραμματικής σύγκλισης με τη ΝΔ, τύπου «Ποτάμι».
Εξόφθαλμα παραδείγματα σε ζητήματα τακτικής που πιστοποιούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται στην ίδια ρότα με το ΠΑΣΟΚ ή καλύτερα αντιγράφει και μιμείται:
Από την κατάργηση του Μνημονίου και των δεσμεύσεών του με απόφαση της Βουλής πριν την πρώτη εκλογική αναμέτρηση, σε αυτόματη κατάργηση του Μνημονίου μέσω της ψήφου. Η ψήφος σημαίνει κατά τον ΣΥΡΙΖΑ κατάργηση και ακύρωση, άρα δε χρειάζεται ούτε νομοθετική κατάργηση και πολύ περισσότερο πραγματική ρήξη με την αστική τάξη και την EE. Από την πραγματική δηλαδή σύγκρουση στην εντελώς συμβολική, δηλαδή αέρας κοπανιστός. Σε καμία χώρα της Ευρώπης οι εκλογές δεν ακύρωσαν επιλογές αυτόματα. Ούτε σήμερα, ούτε στο παρελθόν, ούτε ποτέ. Θυμίζει το σύνθημα του ΠΑΣΟΚ «στις 18 σοσιαλισμός». Το ίδιο ισχύει για την κατάργηση όλων των νόμων που περιείχαν τα Μνημόνια, των συνοδευτικών υπουργικών πράξεων, των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου που αφορούν κοινωνικά προβλήματα.
Σταδιακά η αυτόματη -κατά ΣΥΡΙΖΑ- κατάργηση των νόμων μεταφράζεται σε μία και μόνη συγκεκριμένη δέσμευση (αν και αυτή γίνει και όταν...) για τον κατώτατο μισθό, ο οποίος εν τω μεταξύ έχει χάσει την αξία του πάνω από το 40%, με δεδομένα τα διάφορα χαράτσια, φόρους κ.λπ. Πολύ περισσότερο που με τις εργασιακές σχέσεις που ισχύουν και το φόβο της απόλυσης ο κατώτατος μισθός αφορά πολύ μικρότερο αριθμό εργαζομένων.
Σήμερα που η ημερομηνία του Μνημονίου λήγει, άρα δεν έχει πρακτικό νόημα η κατάργησή του, υπόσχεται αναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης και μάλιστα μέσα από ευρωπαϊκή συνδιάσκεψη και σε κάθε περίπτωση με τη διαδικασία των συνεδριάσεων της Κομισιόν και των διαφόρων οργάνων. Σε όλη την ιστορία της ΕΟΚ/ΕΕ δεν υπάρχει αντιλαϊκή απόφαση που ακυρώθηκε -και μάλιστα με βάση την πρόταση ενός κράτους - μέλους- το αντίθετο, από το κακό στο χειρότερο κινούνται οι αποφάσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αδίστακτα, χωρίς ίχνος ντροπής, προχωρά σε συνειδητή αντιστροφή αιτίας και αποτελέσματος, κάτι πολύ προσφιλές σε όλα τα αστικά κόμματα, τα ρεφορμιστικά, που χρόνο με το χρόνο απέκτησαν ιδιαίτερη μαεστρία σ' αυτήν τη μορφή της εξαπάτησης. Συγκεκριμένα, κάνει ότι ξεχνάει το ξέσπασμα της κρίσης, που μάλιστα έχει διεθνή χαρακτήρα και όχι μόνο ελληνικό, και ανάγει το μνημόνιο σε αιτία της κρίσης.
Συνειδητά και δογματικά κάνει ό,τι μπορεί για να έρχονται στην πρώτη γραμμή δευτερεύοντα, περιφερειακά ζητήματα σε σχέση με το χαρακτήρα της κρίσης και της αστικής πολιτικής διεξόδου, όπως το δήθεν μεγάλο πρόβλημα του «πολλαπλασιαστή» που χρησιμοποίησε η τρόικα, προχειρότητες και τσαπατσουλιές, διαδικαστικά ζητήματα. Οι προχειρότητες δεν καθορίζουν το χαρακτήρα των μέτρων, αλλά αυτά για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι λεπτομέρειες, αρκεί ο λαός να τα πιστέψει.
Εχει, λοιπόν, καταντήσει μονόδρομος για τον ΣΥΡΙΖΑ η συγκρότηση εξεταστικών επιτροπών, η δικομανία, οι απειλές ότι θα πάνε στη φυλακή οι απατεώνες και κλέφτες. Υποκαθιστά αυτό που έλεγε φραστικά ότι θα ακυρώσει αντιλαϊκές αποφάσεις, ιδιαίτερα ιδιωτικοποιήσεις, με δίκες για τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και όχι για την ίδια την ιδιωτικοποίηση. Είναι πανομοιότυπη η επιλογή του με τις προεκλογικές εξαγγελίες του ΠΑΣΟΚ το '93 ότι θα ακυρώσει την ιδιωτικοποίηση της ΑΓΕΤ μέσω εξεταστικών επιτροπών. Από την αρχή της κρίσης, έθετε στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της προσφυγής στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ανομία του Μνημονίου, ενώ έβαζε επίσης στην πρώτη γραμμή τη σύσταση διεθνούς επιτροπής για το διαχωρισμό του χρέους σε πραγματικό και επαχθές. Είναι η πιο υποκριτική και παραπλανητική προπαγάνδα, που παγιδεύει το λαό, η λογική να φύγει ο «ανέντιμος και ανίκανος» να έλθει ο «έντιμος, ο αποτελεσματικός». Προπαγάνδα που έχει αξιοποιηθεί από διάφορες πλευρές.
Είναι χαρακτηριστικά τα 4 διλήμματα - κριτήρια ψήφου που θέτει για τις ευρωεκλογές:
1. Πέτυχε το Μνημόνιο ή είναι τραγωδία;
2. Να δικαιώσει η κάλπη τη Μέρκελ ή να στείλει μήνυμα δυσαρέσκειας;
3. Δικαιούται η Ελλάδα μια λύση τύπου αυτού που δόθηκε στη Γερμανία το 1953;
4. Δικαιούται η Ελλάδα ναι ή όχι το κατοχικό δάνειο;
Είναι ζητήματα που με άλλη διατύπωση υιοθετούν τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ. Επίσης, το τρίτο δίλημμα είναι εκτός τόπου και χρόνου, αφού δεν υπάρχει καμία αναλογία ανάμεσα στο ελληνικό χρέος και τη διευθέτηση του γερμανικού ζητήματος μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το τέταρτο ζήτημα δεν αφορά την EE, αλλά τις διμερείς σχέσεις δύο κρατών, της Γερμανίας και της Ελλάδας που μέσα στην ΕΕ και στο ιμπεριαλιστικό σύστημα δεν μπορεί να είναι ισότιμες.
Είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί σήμερα τροχοπέδη και βασικό εμπόδιο για την αναγέννηση του εργατικού κινήματος, την αντεπίθεσή του με όρους ρήξης και ανατροπής. Η παραπέρα ενίσχυσή του ισοδυναμεί με καίριο χτύπημα του εργατικού - λαϊκού κινήματος σε μία περίοδο που απαιτείται συγκέντρωση και ισχυροποίηση του αντικαπιταλιστικού - αντιμονοπωλιακού κινήματος, της ενότητας δράσης της εργατικής τάξης και της συμμαχίας της με τους αυτοαπασχολούμενους.