Στο άρθρο του, με τίτλο «Η επόμενη μέρα: Μεταρρυθμιστικό άλμα στο αύριο» υποστηρίζει χαρακτηριστικά: «Αυτή είναι η πορεία εξόδου από την κρίση. Αυτή είναι η "επόμενη μέρα": Επιμονή στη δημοσιονομική εξυγίανση και συνέχιση των μεταρρυθμίσεων!», πιστοποιώντας ότι οι αναδιαρθρώσεις υπέρ του κεφαλαίου και η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική σε βάρος των πλατιών λαϊκών στρωμάτων δεν είναι απλώς επιλογές της κυβέρνησής του, αλλά στρατηγικές απαιτήσεις του κεφαλαίου για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας και την περιφρούρηση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.
Προσδιορίζει ότι «Τέσσερις άξονες συνοψίζουν (χωρίς να εξαντλούν) το επόμενο κύμα μεταρρυθμίσεων»: «Ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης», που βασικά αφορά στην επιτάχυνση έκδοσης αποφάσεων, ώστε να ξεμπλοκάρουν ιδιωτικές επενδύσεις. «Ανταποδοτικά έσοδα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, με πρώτο τον ΕΝΦΙΑ», όπερ σημαίνει ότι και αυτό το χαράτσι μονιμοποιείται, με την Τοπική Διοίκηση ως άλλος ένας φοροεισπρακτικός μηχανισμός να αναλαμβάνει την είσπραξή του. «Αναβάθμιση της δημόσιας Παιδείας, ώστε να κρίνεται το έργο των εκπαιδευτικών από τα αποτελέσματά τους, δηλαδή από τις επιδόσεις των μαθητών στο γυμνάσιο και στο λύκειο», μια ορολογία που παραπέμπει ευθέως στη διαβόητη «αξιολόγηση», αλλά και σε εξεταστικούς μαραθώνιους που επιβαρύνουν τα παιδιά από πολύ μικρότερες ηλικίες, σπρώχνοντάς τα ταυτόχρονα στους φροντιστηριάρχες. «Απλοποίηση και εξορθολογισμός του φορολογικού συστήματος. Με σταδιακή μείωση των συντελεστών σε όλες τις κατηγορίες: και στο φόρο εισοδήματος, και στο φόρο κερδοφορίας, και στο φόρο περιουσίας, και στον ΦΠΑ». Νέες μειώσεις, δηλαδή, που αφορούν πρώτα και κύρια το μεγάλο κεφάλαιο, τους μεγαλοεισοδηματίες.
«Ολα αυτά, όμως, προϋποθέτουν σταθερότητα! Πρώτα πρώτα, πολιτική σταθερότητα και λειτουργικό κράτος» διαμηνύει ο Σαμαράς, εξ ου και ζητά «η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας να ολοκληρωθεί απ' αυτή τη Βουλή! Χωρίς αναταράξεις, χωρίς πρόωρες εκλογές και χωρίς κίνδυνο ακυβερνησίας. Ωστε η σημερινή κυβέρνηση να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό της έργο».
Το οποίο «μεταρρυθμιστικό έργο» το τοποθετεί πάνω σε δύο άξονες: «Να προχωρήσει απρόσκοπτα η Συνταγματική Αναθεώρηση που ήδη ξεκινά! Να ολοκληρωθεί η πρώτη φάση της από την τωρινή Βουλή μέχρι τον Μάιο του 2016 και στη συνέχεια να ψηφιστεί από την επόμενη Βουλή. Ωστε το 2017 να έχουμε νέο Σύνταγμα». Θεσμικούς εκσυγχρονισμούς αναγκαίους για τα μονοπώλια, ώστε να διασφαλίζουν τη λειτουργικότητα του κράτους τους και τη σταθερότητα της αστικής διακυβέρνησης σε όλες τις συνθήκες.
«Τέλος, χρειάζεται γενικότερη οικονομική σταθερότητα. Που σημαίνει να πιστοποιηθεί η βιωσιμότητα του χρέους μας». Αλλο ένα ζήτημα που καίει τα μονοπώλια, καθώς με αυτήν την πιστοποίηση και μια παραπέρα ρύθμιση των αποπληρωμών θα απελευθερωθούν πρόσθετα κονδύλια από την εξυπηρέτηση του χρέους για την παραπέρα στήριξή τους (νέες επιδοτήσεις, φτηνές δανειοδοτήσεις κ.λπ).
«Κάνουμε, δηλαδή, τα πάντα να μειώσουμε το χρέος και να το καταστήσουμε βιώσιμο, όταν κάποιοι άλλοι κάνουν ό,τι μπορούν για να μας επιστρέψουν στον αναγκαστικό δανεισμό!» προσθέτει ο Σαμαράς, απευθυνόμενος στο μεγάλο κεφάλαιο, πασχίζοντας από τη μια να αποδείξει ότι είναι καλύτερος διαχειριστής της εξουσίας του από τον ΣΥΡΙΖΑ, και ξορκίζοντας ταυτόχρονα «χρέη» και «ελλείμματα» που δημιουργήθηκαν σε προηγούμενες φάσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης για τη στήριξη με ζεστό παραδάκι των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά καλείται να τα πληρώσει στο ακέραιο ο λαός. Και έτσι τα «καλλιστεία» μπροστά στο κεφάλαιο καλά κρατούν. Το ζήτημα είναι ως πότε ο λαός θα παρακολουθεί αμέτοχος αυτή την κωμωδία;
Αλλεπάλληλες εκκλήσεις για συναίνεση των δυνάμεων της αστικής διαχείρισης, στη βάση των κύριων ζητημάτων που ιεραρχεί το εγχώριο κεφάλαιο, απηύθυναν το Σαββατοκύριακο σειρά στελεχών της ΝΔ.
Μιλώντας στην «Καθημερινή», ο νέος υπουργός Αμυνας, Ν. Δένδιας, δήλωσε κατ' αρχάς «σαφώς πιο αισιόδοξος σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν, ότι θα εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή». Ταυτόχρονα δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο σχηματισμού ακόμα και κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού» με τη συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο παρατήρησε ότι «για να υπάρξει συνεννόηση στο επίπεδο σχηματισμού κυβέρνησης θα πρέπει να το επιθυμούν και οι δύο πλευρές. Στην παρούσα συγκυρία τουλάχιστον δεν διακρίνω παρόμοια διάθεση του ΣΥΡΙΖΑ». Παρ' όλα αυτά, επέμεινε ότι «εθνική συνεννόηση δεν σημαίνει κατ' ανάγκην συγκυβέρνηση. Σημαίνει κυρίως συνεννόηση για την υπερκομματική αντιμετώπιση των μεγάλων ζητημάτων στην Εθνική Αμυνα, στην Εξωτερική Πολιτική, στην Παιδεία κ.α.».
Στο ίδιο μήκος κύματος η Ντ. Μπακογιάννη, μιλώντας στην «Ημερησία», τόνιζε ότι «χρειάζεται όμως να αποκτήσουμε κοινή αντίληψη για τα προβλήματα και τα μεγάλα θέματα που αντιμετωπίζει η χώρα, για την ουσία, τους κινδύνους, τις επιλογές που έχουμε μπροστά μας. Πρωτίστως στα εθνικά θέματα, δηλαδή τα θέματα εξωτερικής πολιτικής (...) Eπίσης το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος. Στα θέματα δημοκρατίας είναι επίσης αδιανόητο να μην μπορούμε να συμφωνήσουμε. Tρίτον, αν και εξαιρετικά φιλόδοξο, έχουμε μπροστά μας τη δυσκολότερη διαπραγμάτευση - διότι είναι η τελική διαπραγμάτευση - με την τρόικα (...) Aυτά θα ήταν επαρκείς και σοβαροί λόγοι για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που γνωρίζω, να συνεννοηθούν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας και να δώσουν και τη μάχη της διαπραγμάτευσης από κοινού». Μάλιστα, στην ερώτηση αν μετά από πρόωρες εκλογές και ελλείψει αυτοδυναμιών, ανοίγουν «περιθώρια συνεννόησης μεταξύ NΔ και ΣYPIZA», απάντησε: «Τίποτα δεν είναι αδύνατο. "Aνάγκα και θεοί πείθονται"»...
Με άρθρο του, εξάλλου, στην «RealNews», ο πρώην υπουργός Εσωτερικών, βουλευτής της ΝΔ, Γ. Μιχελάκης, πρότεινε να καλέσει ο πρωθυπουργός τον Αλ. Τσίπρα σε συνάντηση με αιχμή την επικείμενη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Υποστήριξε, δε, ότι «το εθνικό συμφέρον επιβάλλει πολιτική ομαλότητα και σταθερότητα. Επιβάλλει ενότητα, συστράτευση και συνεννόηση στα μεγάλα και τα σπουδαία». «Το όφελος από μια συνεννόηση», πρόσθεσε, «θα είναι για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα».
Τα περί «συναίνεσης» παπαγάλισε και ο Ανδρ. Ψυχάρης, αρθρογραφώντας στο «Βήμα» σχετικά με τους λόγους που παραιτήθηκε από βουλευτής της ΝΔ: «Εχω απογοητευθεί παρακολουθώντας πολιτικά κόμματα που αποφεύγουν να συζητήσουν και να συμφωνήσουν για ζητήματα στα οποία ομονοεί εδώ και χρόνια η ελληνική κοινωνία», έγραψε. «Ωστόσο η ελπίδα μέσα μου ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας μου θα ανακάμψει δεν έχει σβήσει. Και γι' αυτό θα εξακολουθήσω να αγωνίζομαι με όλες μου τις δυνάμεις. Διότι, όπως μου έμαθαν οι παλαιότεροι, ευημερία της χώρας χωρίς πολιτικό πολιτισμό δεν μπορεί να υπάρξει», πρόσθεσε, βάζοντας κι αυτός ζήτημα συνεννοήσεων και συναινέσεων μεταξύ των δυνάμεων της αστικής διαχείρισης, με γνώμονα την ευημερία του κεφαλαίου.