Ρητές δεσμεύσεις στο κεφάλαιο για στήριξη των επενδύσεών του και αναπαραγωγή των αποπροσανατολιστικών κελευσμάτων για «εθνική ομόνοια», ώστε ο λαός να γίνει συνένοχος στη στρατηγική που τον τσακίζει, περιελάμβανε η ομιλία του Αλ. Τσίπρα χτες βράδυ στην Ομόνοια.
«Καλώ από δω... τις Ελληνίδες και τους Ελληνες σε μια νέα εθνική ομόνοια. Σε μια νέα κοινωνική συμμαχία. Σε μια νέα πατριωτική συμμαχία. Με αποφασιστικότητα, θάρρος, σύνεση, να δώσουμε όλοι μαζί τις δύσκολες μάχες που έχουμε μπροστά μας», ανέφερε χαρακτηριστικά, για να ξεκαθαρίσει λίγο μετά ότι θέλει το λαό σύμμαχο στην προσπάθεια ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Παίζοντας στο ίδιο γήπεδο με τον Α. Σαμαρά και αντλώντας μεθόδους απ' τα κιτάπια της αστικής τάξης, αντέταξε στο «διχαστικό και εμφυλιοπολεμικό κήρυγμά του» το «κάλεσμα εθνικής και μαχητικής ομοψυχίας, κάλεσμα μιας νέας εθνικής ευθύνης».
Απέναντι στο λαό δεν είχε να προτάξει τίποτα που να ανοίγει το δρόμο κάλυψης των απωλειών του την περίοδο της κρίσης. Αντίθετα, έδωσε ανέξοδες υποσχέσεις για πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής, μαζί με τα ψίχουλα του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, τα οποία είχε το θράσος να παρουσιάσει και σαν σχέδιο υλοποίησης του οράματος μιας Ελλάδας που θα ευημερούν και το κεφάλαιο και οι εργαζόμενοι.
Αντιθέτως, απέναντι στο κεφάλαιο δεσμεύτηκε: «Η Ελλάδα να διεκδικήσει ξανά τη θέση του ισότιμου εταίρου στην Ευρώπη», απελευθέρωση «από τη θηλιά της λιτότητας», «βιώσιμη λύση στο πρόβλημα του χρέους» που «φράζει το δρόμο της ανάπτυξης και τους πόρους της πατρίδας μας».
Κι ακόμα ότι «η Ελλάδα... θα σεβαστεί τις ευρωπαϊκές συνθήκες» και η κυβέρνησή του θα προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που «θα γίνουν μοχλός ανάπτυξης και επενδύσεων» και «θα ενθαρρύνουν την ιδιωτική πρωτοβουλία που θέλει να επιχειρήσει, παράγοντας πλούτο και όχι απομυζώντας το κράτος και το δημόσιο πλούτο».
«Βεβαίως θα έχουμε ένα πρόγραμμα, αλλά δεν θα το λέμε "μνημόνιο"». Την παραδοχή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να βαφτίσει το κρέας ψάρι έκανε χτες ο Ν. Παππάς, διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Αλ. Τσίπρα, στον ρ/σ «Βήμα», επιβεβαιώνοντας με τη σειρά του ότι δεν σκοπεύουν να παρεκκλίνουν ούτε χιλιοστό απ' τη στρατηγική που τσακίζει το λαό για τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Ερωτηθείς για τη διαπραγμάτευση με τους «εταίρους», ο Ν. Παππάς σημείωσε: «...Ο ίδιος ο Ντράγκι και ο Κερέ έχουν δηλώσει ότι είναι έτοιμοι να συζητήσουν ποιες μεταρρυθμίσεις θα εφαρμοστούν από την επόμενη κυβέρνηση. Βεβαίως θα έχουμε ένα πρόγραμμα, αλλά δεν θα το λέμε "μνημόνιο". Θα πάμε σε μία συμφωνία». Η προσπάθειά του να ισχυριστεί ότι η νέα συμφωνία που θα επιδιώξει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα περιλαμβάνει «μνημονιακά» μέτρα, προσκρούει στις περί του αντιθέτου βεβαιώσεις όλων εκείνων με τους οποίους λέει ότι θα διαπραγματευτεί.
«Εμείς ζητάμε συνολική διαπραγμάτευση. Βεβαίως, αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη μια δανειακή σύμβαση και είμαστε έτοιμοι και αυτό το θέμα να συζητήσουμε. Είμαστε έτοιμοι», διαμήνυσε στην ΕΕ.
Ο Ν. Παππάς επανέλαβε την πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να αναζητήσει ευρύτερες συναινέσεις λέγοντας: «Η κυβέρνηση που θα σχηματίσουμε θα είναι κυβέρνηση όλων των Ελλήνων, δεν θα είναι κυβέρνηση κομματικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ (...) Χρειάζεται ευρύτερες συναινέσεις, τις οποίες θα αναζητήσουμε και στο θέμα του Προέδρου της Δημοκρατίας». Μάλιστα, για το ενδεχόμενο να συμμετέχουν στην κυβέρνηση και στελέχη άλλων κομμάτων, σχολίασε πως «τίποτε δεν μπορώ να αποκλείσω, αυτή τη στιγμή».
Την ίδια ώρα που όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνουν ότι ετοιμάζουν τα δικά τους μνημόνια, ο Αλ. Τσίπρας με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» συνεχίζει την κοροϊδία με ισχυρισμούς ότι κλείνει ο κύκλος των μνημονίων και μέμφεται την κυβέρνηση για «δέσμευση σε καινούργιο μνημόνιο, ακόμα κι αν το ονομάζουν διαφορετικά»! Το μήνυμα που απευθύνει στο λαό αφορά αποκλειστικά την αστική τάξη, στην οποία υπόσχεται ανάπτυξη, δηλαδή κέρδη, κοινωνική συνοχή, δηλαδή υποταγή του λαού στις επιδιώξεις της, και ουσιαστική διαπραγμάτευση με την ΕΕ ώστε να της εξασφαλίσει ευνοϊκότερο περιβάλλον ανάκαμψης κερδών.
Να προτιμήσει ο λαός τη ΔΗΜΑΡ και όχι τους ΑΝΕΛ για «δεκανίκι» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ψηφίζοντάς τους να παίξουν ένα τέτοιο ρόλο, ζητά η Αγίου Κωνσταντίνου. Μάλιστα, χτες, ο Φ. Κουβέλης σε συνέντευξή του στον «ΣΚΑΪ» δήλωσε διαθέσιμος να στηρίξει την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα κι αν το κόμμα του δεν είναι στην επόμενη Βουλή.
«Και είτε είμαστε στη Βουλή -που πιστεύω ότι θα είμαστε και δεν το λέω με καμία διάθεση διαμόρφωσης αισιοδοξίας αλλά θα είμαστε στη Βουλή- είτε δεν είμαστε στη Βουλή, εμείς θέλουμε την προοδευτική διακυβέρνηση να τη στηρίξουμε, να την ενισχύσουμε, να συμμετέχουμε σε αυτή ενεργά», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Τι λέει ο ΣΥΡΙΖΑ για την ανεργία; Ξεχάστε κάθε ελπίδα για θέσεις μόνιμης και σταθερής εργασίας, γι' αυτό απαιτούνται πάρα πολλά χρόνια και υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που δεν προβλέπεται να φτάσει η καπιταλιστική οικονομία. Ομολογεί δηλαδή ότι η περιβόητη «ανάκαμψη» του κεφαλαίου, την οποία θα στηρίξουν με κάθε τρόπο ως αυριανή κυβέρνηση, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ανεργία. Ταυτόχρονα λέει ότι τα επιδόματα ανεργίας, δηλαδή τα μέτρα προστασίας των ανέργων, δεν είναι λύση. Αναγνωρίζει ότι ο καπιταλισμός που θα διαχειριστεί δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα.
«Το πρόγραμμα είναι επικεντρωμένο στους ανέργους, σε αυτούς που αναζητούν δουλειά για πρώτη φορά, ειδικότερα στις γυναίκες», αναφέρει η ίδια σε συνέντευξή της στην «Καθημερινή», 13/1/2013.
Επιδοτώντας με χρήμα από τις τσέπες των εργαζομένων, μέσω κρατικής φορολογίας, τους εργοδότες.
Διαμορφώνοντας ένα μηχανισμό «μοιράσματος της ανεργίας» με «προσωρινές θέσεις εργασίας» προφανώς χωρίς δικαιώματα, εξασφαλίζοντας δηλαδή ένα μισο-άνεργο φθηνό εργατικό δυναμικό για τους επιχειρηματίες.
Συνδέοντας μάλιστα αυτό το μηχανισμό με προγράμματα «Κοινωφελούς Εργασίας», δηλαδή αξιοποιώντας αυτή τη μάζα μισο-ανέργων και προσωρινά εργαζόμενων για να κλείνει και τρύπες που αφορούν την παροχή αντικειμενικά υποβαθμισμένων «κοινωνικών υπηρεσιών» στους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Πετυχαίνοντας έτσι μ' ένα σμπάρο δύο τρυγόνια και η ανεργία να κουκουλώνεται και οι ανάγκες σε κοινωνικές υπηρεσίες να μπαλώνονται χωρίς να ικανοποιούνται οι λαϊκές ανάγκες. Αυτά τα σχέδια άλλωστε κινούνται στις κατευθύνσεις που προβλέπει η ΕΕ.