Το ντοκιμαντέρ «Το ταξίδι του Ναζίμ στην Κούβα» εστιάζει σε μια ιστορική περίοδο που οι βιογραφίες για τον Τούρκο ποιητή αγνοούν. Αναφέρεται στο ταξίδι αλληλεγγύης που έκανε ο κομμουνιστής Χικμέτ στο Νησί της Επανάστασης το 1961, στον απόηχο της αποτυχημένης αμερικανικής εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων και πώς η Κουβανική Επανάσταση επηρέασε τον Χικμέτ και ο Χικμέτ με τη σειρά του τους Κουβανούς διανοούμενους και ποιητές.
Ανάμεσα στο θερμό κοινό που παρακολούθησε την προβολή παρευρίσκονταν: Ο Τούρκος σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ, Τσάρε Κινίκογλου, ο Νίκος Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, η Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ, ο πρέσβης της Κούβας στην Αθήνα, Οσβάλντο Κομπάτσο Μαρτίνεζ, κ.ά.
Ο Γ. Ρίτσος εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή το 1934 με τον τίτλο «Τρακτέρ». Την ίδια χρονιά, εντάχθηκε στο ΚΚΕ, ενώ συνεργάστηκε και με τον «Ριζοσπάστη», χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Γ. Σοστίρ, από αναγραμματισμό του ονόματός του.
Τα γεγονότα του Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη συγκλονίζουν την εργατική τάξη της χώρας μας και τον ίδιο: Στις 11 Μάη στέλνει τρία από τα δεκατέσσερα θρηνητικά ποιήματά του στο «Ριζοσπάστη» και την επόμενη μέρα η εφημερίδα τα δημοσιεύει, με γενικό τίτλο «Μοιρολόι». Ολόκληρο το έργο θα κυκλοφορήσει λίγο αργότερα, στις 8/6/1936, με τον τίτλο «Επιτάφιος».
Την περίοδο της Κατοχής, ο Γ. Ρίτσος πήρε ενεργό μέρος στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση, ενώ μετά την απελευθέρωση, το 1948 - 1952, εξορίστηκε διαδοχικά στη Λήμνο, στη Μακρόνησο και τον Αϊ - Στράτη. Μετά την απελευθέρωσή του δραστηριοποιείται μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ. Το 1956 τύπωσε τη Σονάτα του σεληνόφωτος, για την οποία τιμήθηκε με το Α' Κρατικό Βραβείο ποίησης, το 1960 κυκλοφόρησε η μελοποίηση του Επιτάφιου από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ το 1966 τυπώθηκε αυτοτελώς η Ρωμιοσύνη (πρώτη έκδοση το 1954), η οποία επίσης μελοποιήθηκε από τον Μ. Θεοδωράκη.
Την περίοδο της χούντας, συνελήφθη και εξορίστηκε και πάλι στη Γυάρο και μετά στη Λέρο. Υπό το βάρος της διεθνούς κατακραυγής, αλλά και λόγω της σοβαρής του ασθένειας, η χούντα αναγκάστηκε να τον μεταφέρει από την εξορία, θέτοντάς τον σε κατ' οίκον περιορισμό μέχρι το 1970. Μετά τη μεταπολίτευση έτυχε πλήθους διακρίσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό: Προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ το 1975, τιμήθηκε με το βραβείο «Λένιν» το 1977, κ.ά.
Παράλληλα, παρέμεινε στρατευμένος στην υπόθεση του σοσιαλισμού μέσα από τις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος έως την τελευταία του πνοή στις 11 Νοέμβρη 1990.
«ΚΚΕ / τρία γράμματα - / χαραγμένα στους τοίχους των φυλακών/ μέσα στις νύχτες της παρανομίας/ χαραγμένα στις μάντρες των εργοστασίων/ σταθερά δυνατά πάνω από το θάνατο, / εκεί που τρέμει η ρίζα της ανθρώπινης ανάσας, / εκεί που ρέει στους δρόμους σαν ποτάμι ο ουρανός, / πρωί με τα πουλιά, με τις σημαίες, με τα φύλλα/ πρωί με την τίμια κραυγή.
ΚΚΕ / τρία κόκκινα γράμματα - / πολύ πονέσαμε, σύντροφοι, / πολύ ξαγρυπνήσαμε/ πολύ μακριά κοιτάξαμε/ από κανέναν δεν το δανειστήκαμε το κόκκινο. / - δικό μας αίμα/ τρία κόκκινα γράμματα/ σεμνή υπογραφή του λαού μας/ στις λεωφόρους του μέλλοντος - / ο δρόμος φεύγει γρήγορα/ η Ιστορία δε γυρίζει πίσω...»
(Γ. Ρίτσος, «Τρία Κόκκινα Γράμματα»)
Αυτοδίδακτος δημιουργός, με πενηντάχρονη πορεία στο χώρο των εικαστικών τεχνών, διακρίθηκε για την αγωνιστικότητά του, τη σεμνότητα και το ήθος του. Γεννημένος στις 21 Νοέμβρη του 1921 στα Μέγαρα Αττικής, ο Θωμάς Μώλος είχε από παιδί μια ιδιαίτερη διάθεση για το σχέδιο. Η κύρια δουλειά του, πριν ασχοληθεί με τη ζωγραφική, ήταν οικοδόμος. Οπως ο ίδιος γράφει, «δεν είχα την τύχη να νιώσω για πολύ τη ζεστασιά του σχολείου. Με πήρε απότομα και με κάθισε στα θρανία της η σκληρή ζωή!».
Μεγάλωσε με τα ιδανικά της Εθνικής Αντίστασης και δεν υποχώρησε ποτέ από τις αξίες και τα πιστεύω του. Πάντα στο πλάι του Κόμματος. Στη ζωγραφική δημιουργία του «ξεδιπλώνεται» η ανθρώπινη ιστορία. Τα ιδανικά της Αντίστασης, οι μαύρες μέρες της εξορίας, αλλά και ερεθίσματα από τη σύγχρονη ιστορία (παιδιά Παλαιστίνης, πόλεμος στο Ιράκ κ.ά.). Η πολυδιάστατη προσωπικότητα του, γλυπτική, ζωγραφική, βιτρό, χαρακτική διέπεται πάντα από την αγάπη στον άνθρωπο και από τη διάθεση να παλέψει για να αποκτήσει ο εργαζόμενος άνθρωπος τη θέση που του πρέπει στην κοινωνία.
Με ενεργό συμμετοχή στο ΕΑΜ, πέρασε από τα κρατητήρια και την απομόνωση από τους Γερμανούς, για να ακολουθήσει το 1946 ο δρόμος για τις φυλακές Αβέρωφ, τις φυλακές της Κεφαλονιάς και η πεντάχρονη εξορία του στη Λήμνο και τη Μακρόνησο. Η εικαστική του ενασχόληση ξεκίνησε το 1952, ενώ παράλληλα, για βιοποριστικούς λόγους, άσκησε τη γραφιστική, αποκτώντας έτσι τη δυνατότητα, χωρίς δεσμεύσεις και συμβιβασμούς, να ταξιδέψει στο μαγικό κόσμο της τέχνης. Η πρώτη ατομική έκθεση έργων του πραγματοποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του '60, για να ακολουθήσουν, το ίδιο διάστημα, συμμετοχές του σε ομαδικές παρουσιάσεις σε δήμους της χώρας μας.
Από την αρχή της εκθεσιακής του περιπλάνησης, ο Θ. Μώλος επέλεξε την παρουσίαση δουλειάς του σε χώρους προσιτούς στον πολύ κόσμο, μακριά από τα εμπορικά κυκλώματα των γκαλερί και τους συμβιβασμούς. Ελάχιστες φορές έδειξε έργα του σε ιδιωτικούς χώρους τέχνης, μένοντας πιστός στην άποψή του πως, «για να έρθει ο κόσμος σε στενότερη επαφή με το έργο τέχνης, πρέπει να γίνονται εκθέσεις όχι μόνο στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και στις συνοικίες και την επαρχία».
Από την πλούσια δραστηριότητα που ανέπτυξε στο χώρο της γλυπτικής, σημειώνουμε τις τοποθετήσεις γλυπτών σε δημόσιους χώρους (Μνημεία Εθνικής Αντίστασης σε πολλές περιοχές). Ξεχωριστή ήταν η προσφορά του στην επιμέλεια των εξώφυλλων του περιοδικού «Εθνική Αντίσταση», την εικονογράφηση βιβλίων και τη φιλοτέχνηση μεταλλίων συλλόγων και δήμων.