Αλήθεια, ποιο είναι το νόημα της διαβεβαίωσης που έδωσε χτες στον πρωθυπουργό της ΠΓΔΜ ο Γ. Παπανδρέου, ότι δηλαδή «η Ελλάδα θα υπερασπιστεί με όλα τα μέσα την εδαφική ακεραιότητα της ΠΓΔΜ»; Με ποιους τρόπους θα το επιδιώξει αυτό η ελληνική κυβέρνηση; Μόνο με τη συμμετοχή της στη δύναμη της KFOR, η οποία, ας σημειωθεί, κάνει, τουλάχιστον, τα «τραβά μάτια» στις επιθέσεις των αλβανόφωνων του «UCK»; Και από την άλλη, τι κάνει, για παράδειγμα, απέναντι στις ΗΠΑ, που επίμονα και συστηματικά αποφεύγουν να ταχθούν υπέρ της μη αλλαγής των συνόρων; Απλούστατα, δηλώνει ότι θα συνεργαστεί μαζί τους για την «εξεύρεση λύσης». Με λίγα λόγια, η στάση της κυβέρνησης Σημίτη «βρωμάει» από μακριά για νέες επεμβάσεις και καθόλου δεν μπορεί να καθησυχάσει το φιλειρηνικό αντιιμπεριαλιστικό λαϊκό κίνημα, το οποίο, βέβαια, δεν έχει αυταπάτες για την πολιτική της. Το ΚΚΕ, πάντως, ξεκαθάρισε με χτεσινή ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου ότι «αν η κυβέρνηση ήθελε να συνεισφέρει σε θετικές εξελίξεις, θα έπρεπε αμέσως να αποσύρει τα ελληνικά ΝΑΤΟικά στρατεύματα από το Κόσσοβο και τα Βαλκάνια, να απαγορεύσει τη διέλευση ΝΑΤΟικού στρατού από την Ελλάδα, να κλείσει τις ΝΑΤΟικές βάσεις». Επειδή, ακριβώς, αυτό δεν πρόκειται να γίνει, πρέπει να επιβληθεί «από τα κάτω».
Το τελευταίο διάστημα ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, Κ. Λαλιώτης, όπου σταθεί κι όπου βρεθεί δεν παραλείπει να εκδηλώσει την περηφάνια του για το μετρό της Αθήνας, επισημαίνοντας ότι τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του το προτίμησαν 85 εκατομμύρια επιβάτες.
Μα, αν δεν κάνουμε λάθος, ο ίδιος τα έξι προηγούμενα χρόνια - κατά την περίοδο της κατασκευής του - μιλούσε επανειλημμένα για 450.000 επιβάτες ημερησίως, δηλαδή για 165 εκατομμύρια το χρόνο...
Πώς, όμως, να το προτιμήσουν τόσοι, όταν το μετρό λειτουργεί ακόμη κουτσουρεμένο (παρά τα δεκάδες δισ. δρχ. «πανωπροίκια»), όταν καθιερώθηκε πανάκριβο εισιτήριο κι όταν οι σταθμοί μετεπιβίβασης είναι ελλιπείς και οι χώροι στάθμευσης γύρω από τους σταθμούς ανύπαρκτοι;
Μήπως τελικά, ο συγκεκριμένος υπουργός, μιλώντας για το μετρό έχει χάσει το... μέτρο ή μήπως νομίζει ότι παντού και πάντα το θράσος σώζει;
Γνωρίζετε πως 1,5 περίπου εκατομμύριο Ευρωπαίοι εργαζόμενοι -πολίτες των χωρών της ΕΕ - μετακινούνται κάθε χρόνο, από χώρα σε χώρα, προκειμένου να βρουν δουλιά; Γνωρίζετε πως το φαινόμενο αυτό, οι αρμόδιοι των Βρυξελλών και οι κυβερνήσεις των χωρών - μελών το ονομάζουν κινητικότητα του εργατικού δυναμικού και επιδιώκουν τη σοβαρή ενίσχυσή του; Βέβαια. Οπως λένε, μάλιστα, δεν μπορεί στις ΗΠΑ να μετακινείται κάθε χρόνο το 2,4% του πληθυσμού και στην ΕΕ το σχετικό ποσοστό να μένει καθηλωμένο στο 0,4.
Τώρα, αν το νέο αυτό φρούτο ικανοποιεί τις ανάγκες των εργαζομένων ή μπορεί να αντιμετωπίσει - έστω και στο ελάχιστο - την ανεργία ή γίνεται αποκλειστικά και μόνο για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του ανταγωνισμού και της ευλυγισίας των επιχειρήσεων, του άναρχου χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης γενικότερα και, πάνω απ' όλα, τη μεγιστοποίηση των κερδών του κεφαλαίου, το αφήνουμε στη δική σας κρίση.
Μετριόφρων ήταν ο Ν. Μπερνς, που προτίμησε να χαρακτηρίσει ως την «καλή εποχή στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις τη δεκαετία του '50 έως τα μέσα της δεκαετίας του '60». Στην πραγματικότητα, ο ανθύπατος των ΗΠΑ στη χώρα μας γνωρίζει πολύ καλά ότι η θητεία του στην πρεσβεία στην Αθήνα ήταν «εφάμιλλη» εκείνης του Πιουριφόι. Και τότε ίσχυε το «στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας», και τώρα ισχύει το «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ». Η υποτέλεια της κυβέρνησης Σημίτη σε τίποτα δεν υστερεί αυτής των κυβερνήσεων της επαράτου μετεμφυλιακής Δεξιάς. Απλώς, ο Ν. Μπερνς θέλησε να κάνει ένα «δώρο» στην κυβέρνηση Σημίτη και γι' αυτό θέλησε να την εμφανίσει λιγότερο υποτελή στις ΗΠΑ. Το άξιζε, άλλωστε, η κυβέρνηση αυτό το δώρο, αφού τον είχε ουσιαστικά αναγορεύσει σε «υπερπρωθυπουργό», ακόμα και σε ζητήματα «εσωτερικής πολιτικής» (βλέπε τρομο-νόμο).
Να και μια φορά, που συμφωνούμε με τον κ.Αρσένη: «Είμαι και εγώ από αυτούς που δεν είναι καθόλου ικανοποιημένοι από την πορεία της κυβέρνησης», δήλωσε τις προάλλες. Και μεις το ίδιο. Οι διαφορές μας, όμως, με τον κ. Αρσένη βρίσκονται στα εξής: Πρώτον, ότι το δικό του... ανικανοποίητο άρχισε από τότε που έπαψε να είναι υπουργός και θα πάψει να υπάρχει εάν και πάλι υπουργοποιηθεί. Και δεύτερον, ότι εμείς διαφωνούμε, πρώτα και κύρια και, μάλιστα, ριζικά και κατηγορηματικά, με τις βασικές κατευθύνσεις και το ταξικό περιεχόμενο της κυβερνητικής πολιτικής, ενώ ο κ. Αρσένης με το... σοσιαλδημοκρατικό μείγμα της και τον τρόπο παρουσίασής της.
Ε, ΛΟΙΠΟΝ, ΕΙΝΑΙ η καλύτερη εποχή αυτή που διανύουμε για να βρίσκεται κανείς εδώ! Εκεί στο «κέντρο», στην «κεντροδεξιά» και στην «κεντροαριστερά», πλέον μαζευτήκανε πολλοί και όχι οι καλύτεροι.
Απαντες, μάλιστα, δηλώνουν και ολίγον φιλελεύθεροι - με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Εχουμε, λοιπόν, τώρα πια ένα Κίνημα Ελεύθερων Πολιτών με φιλελεύθερο (και νεοφιλελεύθερο μάλλον) αρχηγό.
Πάντως, μια δόση χιούμορ τη διακρίναμε στη χτεσινή παρουσίαση του ονόματος και των συμβόλων, του κόμματος Αβραμόπουλου. Ομολογουμένως, οι δυο «τεμνόμενοι περιστροφικοί κύκλοι», όπως είπε, έχουν την αίσθηση του μπερδεμένου. Οπως οι θέσεις του, δηλαδή...
Επίσης εκτιμήσαμε τη σαφήνεια και την κρυστάλλινη καθαρότητα, όσον αφορά το θέμα των συνεργασιών του δημάρχου με το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία: «Είναι θέμα ατμόσφαιρας και συμπεριφοράς», μας είπε. Δηλαδή, αν έχει ήλιο, κάτι μπορεί να γίνει. Αν βρέχει, ματαιώνονται οι συνεργασίες!
Να πούμε και για το οικονομικό στίγμα του κόμματος, το οποίο, τι να σας πούμε, παγώσαμε από έκπληξη από τις πρωτότυπες εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν: «Προέχει η εσωτερική ισόρροπη κατανομή του εθνικού πλούτου»! Βρείτε μας εσείς έναν πολιτικό φορέα, που δεν έχει χρησιμοποιήσει την ίδια φράση.
Εν κατακλείδει, η μόνη πολιτική δέσμευση που ακούσαμε από τον Αβραμόπουλο είναι η φράση του ότι «η συμφιλίωση του επιχειρηματικού με τον πολιτικό κόσμο είναι υποχρέωσή μας». Εντάξει, δήμαρχε, το πιάσαμε το υπονοούμενο.
Μια φορά, τους δυστυχείς πολιτικούς που κλήθηκαν χτες στα τηλεοπτικά δελτία, για να σχολιάσουν την εξαγγελία Αβραμόπουλου, ειλικρινά τους συμπονέσαμε. Ψάχνανε καμιά πολιτική θέση για να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν και δε βρίσκανε.
Τι να γίνει, υπομονή! Φαίνεται ότι για κάποιους έχει παρέλθει ο καιρός που τα κόμματα χρειάζονταν θέσεις. Για αρχή, φτάνει ένα κομμάτι κλασικής μουσικής, ένας γραφίστας, μια νοικιασμένη αίθουσα και ορισμένοι χειροκροτητές.