ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 30 Δεκέμβρη 2016
Σελ. /24
ΗΠΑ
Η οικονομική πολιτική Τραμπ και τα παζάρια με διάφορα τμήματα του κεφαλαίου

Ο Τραμπ προσπαθεί να εξυπηρετήσει όλα τα τμήματα του αμερικανικού κεφαλαίου

Copyright 2016 The Associated

Ο Τραμπ προσπαθεί να εξυπηρετήσει όλα τα τμήματα του αμερικανικού κεφαλαίου
«Την περίοδο που διανύουμε ισχυροποιείται προσωρινά το αστικό ρεύμα του εθνικισμού και του προστατευτισμού στην οικονομία, τόσο στις ΗΠΑ (...) Το ρεύμα του προστατευτισμού αναπτύσσεται ως επιλογή τμημάτων της αστικής τάξης στις ΗΠΑ (...) για να αμυνθούν στην επιδείνωση των όρων ανταγωνιστικότητας πρώτα απ' όλα του βιομηχανικού κεφαλαίου τους, ιδιαίτερα σε συνθήκες επιβράδυνσης της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομίας (...)

Η ενίσχυση του αστικού ρεύματος του εθνικισμού και του προστατευτισμού της οικονομίας, που αποτυπώθηκε με την επικράτηση Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, σηματοδοτεί την επανεξέταση των προαναφερόμενων σχεδίων της προηγούμενης αμερικανικής κυβέρνησης.

Προεκλογικά, ο Τραμπ τοποθετήθηκε αρνητικά απέναντι στις διακρατικές συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου των ΗΠΑ σε Ειρηνικό (ΤΤΡ) και σε Ατλαντικό (ΤΤΙΡ), κάνοντας λόγο για ανάγκη δασμολογικής προστασίας της εγχώριας παραγωγής με στόχο την τόνωση της βιομηχανικής παραγωγής των ΗΠΑ (...) Μετά την εκλογή του, ήδη άμβλυνε κάποιες θέσεις του με ηπιότερες διατυπώσεις σε σχέση με τη σκληρή προεκλογική γραμμή του, άμβλυνση που επιβάλλεται από το ότι ως Πρόεδρος εκφράζει πλέον το γενικό συμφέρον της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ» (Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο).

***

Είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση Ντ. Τραμπ προετοιμάζεται για το «οικονομικό της πρόγραμμα», με βάση τις προεκλογικές εξαγγελίες και τις υποσχέσεις για ανάπτυξη με κρατικές επενδύσεις σε υποδομές, με εφαρμογή πολιτικής που θα επιδιώξει να «επαναπατρίσει» στις ΗΠΑ μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, αλλά και την εφαρμογή πολιτικής προστατευτισμού με στόχο να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων, δυσκολεύοντας αφενός τις εισαγωγές, αφετέρου τις εξαγωγές κεφαλαίων, ώστε να ενισχυθούν οι επενδύσεις στις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τους «New York Times», ο Ντ. Τραμπ συναντήθηκε πρόσφατα με τους επικεφαλής του κλάδου της πληροφορικής, θέτοντάς τους, όπως γράφτηκε, ζήτημα νέων επενδύσεων στις ΗΠΑ και δημιουργίας περισσότερων θέσεων εργασίας. Ταυτόχρονα, λένε ότι τον απασχολεί η υπόθεση «επαναπατρισμού» ρευστού που διατηρούν οι τεράστιοι όμιλοι τεχνολογίας σε υπεράκτια κέντρα με πολύ χαμηλούς φόρους και υπολογίζεται σε δισ. δολάρια. Οι επιχειρήσεις για να «επαναπατρίσουν» αυτά τα κεφάλαια ζητούν ευνοϊκές προϋποθέσεις. Μια συμφωνία γι' αυτό το ζήτημα θα βοηθήσει τον Τραμπ να προωθήσει το πρόγραμμα υποδομών στο οποίο είχε αναφερθεί στην προεκλογική του εκστρατεία. Στη συνάντηση συμμετείχαν οι Ελον Μασκ της «Tesla», Λάρι Πέιτζ και Ερικ Σμιντ της «Alphabet» (μητρική της «Google»), Τζεφ Μπέζος της «Amazon», Σέριλ Σάντμπεργκ της «Facebook», Σάφρα Κατζ της «Oracle», Μπράιαν Κράζμιχ της «Intel», Γκίνι Ρομέτι της ΙΒΜ και άλλοι.

«Θα ήταν επίτευγμα εάν κατάφερνα να πείσω την "Αpple" να κτίσει ένα μεγάλο εργοστάσιο ή πολλές μικρές μονάδες στις ΗΠΑ», δήλωσε ο Ντ. Τραμπ στα τέλη Νοέμβρη. Βεβαίως, την «Αpple», με έδρα την Ιρλανδία, στην οποία φορολογείται μόνο με 12,5%, και παρά το τεράστιο πρόστιμο 13 δισ. ευρώ για φοροδιαφυγή που της έχει επιβάλει η Κομισιόν, με την ιρλανδική κυβέρνηση όχι μόνο να αρνείται να το εισπράξει αλλά να εναντιώνεται στην Κομισιόν για παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας, μάλλον δεν την απασχολεί. Αλλωστε, η «Apple» ήδη συζητά τη συμμετοχή της σε επενδυτικό κεφάλαιο της ιαπωνικής «Softbank», συνολικού ύψους 100 δισ. δολαρίων.

Το αποτέλεσμα της συνάντησης για την ώρα φάνηκε να είναι ευχολόγιο. Ετσι, ο πρόεδρος του Συμβουλίου Τεχνολογίας Πληροφορικής, ένωσης που εκπροσωπεί τις εταιρείες του κλάδου, δήλωσε: «Υπάρχουν πολλά θέματα για τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί κοινή γλώσσα ανάμεσα στον κλάδο τεχνολογίας και στην κυβέρνηση Τραμπ», αλλά για την ώρα έως εδώ. Σημειώνεται πως η ψηφιακή βιομηχανία στις ΗΠΑ έχει θορυβηθεί από τις εξαγγελίες του Τραμπ για το ενδεχόμενο αλλαγών στην εξωτερική πολιτική, αλλά και σε ζητήματα διεθνούς εμπορίου λόγω προστατευτισμού, όπως και τη διαφαινόμενη στοχοποίηση της Κίνας ως του κύριου αντιπάλου των ΗΠΑ, αφού η κινεζική αγορά αποτελεί βασικό εξαγωγικό προορισμό για τα προϊόντα αυτών των εταιρειών.

Ο Τραμπ βεβαίως τους είπε πως «ό,τι μπορούμε να κάνουμε για να σας βοηθήσουμε θα το κάνουμε. Θα κάνουμε δίκαιες εμπορικές συμφωνίες. Η κατάσταση θα γίνει ακόμη πιο εύκολη για σας, αναφορικά με το εξαγωγικό εμπόριο», κάτι που αντιφάσκει με τον προστατευτισμό.

Ομως, οι μονοπωλιακοί όμιλοι δεν επενδύουν και δεν οργανώνουν τη δράση τους με κριτήριο τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά την ολοένα διευρυνόμενη αναπαραγωγή κερδών. Και αυτό το ξέρει καλά ο Τραμπ.

Εξαγγελίες, στόχευση και αντιφάσεις

Σχετικά με το πρόγραμμα δημιουργίας υποδομών στις ΗΠΑ (είναι γεγονός ότι τις χρειάζεται η οικονομία τους), από μια πρώτη ματιά φαίνεται ότι ο Ντ. Τραμπ σκέφτεται να εφαρμόσει οικονομική πολιτική με μεγάλη δόση κεϊνσιανισμού, αλλά δεν είναι έτσι ακριβώς. Η βασική του αντίληψη για τις υποδομές εδράζεται στη λογική της κατασκευής τους κυρίως με ιδιωτικά κεφάλαια. Γι' αυτό και οι «New York Times» έγραψαν ότι τον απασχολεί η υπόθεση «επαναπατρισμού» ρευστού που διατηρούν οι τεράστιοι όμιλοι τεχνολογίας σε υπεράκτια κέντρα, όπως προαναφέραμε.

Σύμφωνα με το «Ρόιτερς» («Καθημερινή» 26.12.2016), ο Ντ. Τραμπ μίλησε επίσης για ένα πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων 1 τρισ. δολαρίων σε δέκα χρόνια. «Θα κατασκευάσουμε νέους δρόμους, τούνελ, γέφυρες, σιδηροδρομικές γραμμές, αεροδρόμια, σχολεία και νοσοκομεία», είπε την 1η Δεκέμβρη, μιλώντας στο Σινσινάτι. Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι όπως συμβαίνει και με άλλες προεκλογικές υποσχέσεις του Ντ. Τραμπ, και το σχέδιο για την ενίσχυση των υποδομών δεν συνοδεύεται από πολλά διευκρινιστικά στοιχεία. Εξετάζονται και άλλες εναλλακτικές προτάσεις στην περίπτωση που το Κογκρέσο δεν εγκρίνει ένα μεγαλόπνοο σχέδιο επενδύσεων σε υποδομές. Μία εξ αυτών είναι να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα από την επιστροφή εταιρικών κερδών από το εξωτερικό. Αλλες περιλαμβάνουν την αύξηση του φόρου στα καύσιμα ή την επιβολή νέου δασμού στη μεταφορά φορτίων.

Αντιφατικά στοιχεία και προσεγγίσεις μιας πολιτικής που επιδιώκει να δώσει γοργή και μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία των ΗΠΑ, όχι μόνο γιατί επιβραδύνει, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις τουλάχιστον για το 2016, αλλά για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων στην παγκόσμια αγορά, να διευρυνθούν τα μερίδιά τους, η κερδοφορία τους έναντι ανταγωνιστών - αντιπάλων. Και λέμε αντιφατικά γιατί έχει να αντιμετωπίσει αντιτιθέμενα καπιταλιστικά συμφέροντα. Αντιφατικά επίσης γιατί αφενός προβάλλει την ανάγκη μείωσης της φορολογίας κεφαλαίων για να «επαναπατριστούν», από την άλλη επιδιώκει να συσσωρεύσει κρατικό χρήμα από τη φορολογία κερδών που θα έρθουν από το εξωτερικό, αν έρθουν βεβαίως. Αλλωστε, ο Τραμπ έχει να αντιμετωπίσει και το μεγάλο κρατικό χρέος των ΗΠΑ και το γεγονός ότι οι κρατικοί προϋπολογισμοί έχουν «ταβάνι» εξόδων.

Η κατάσταση των εργαζομένων

Βεβαίως, δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς ότι η μείωση της φορολογίας κερδών πρέπει να αντικατασταθεί και το ερώτημα είναι ποιοι «θα πληρώσουν τη νύφη» αν όχι οι εργαζόμενοι, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Ισως γι' αυτό ο Τραμπ προπαγανδίζει την ανάγκη δημιουργίας θέσεων εργασίας.

Εχει όμως να αντιμετωπίσει και το εξής ζήτημα: Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα των «New York Times», η εργατική τάξη των ΗΠΑ, η οποία αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες δυσκολίες εδώ και μία γενιά, δεν έχει καρπωθεί τα οφέλη από την ανάπτυξη της οικονομίας. Ο Ντ. Τραμπ υποστηρίζει ότι μπορεί να το καταφέρει μειώνοντας τη φορολογία των επιχειρήσεων και των πλούσιων οικογενειών, για να προσελκύσει νέους επενδυτές και να δημιουργήσει πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας στον κατασκευαστικό και στον μεταποιητικό κλάδο, αυξάνοντας τις δαπάνες για έργα υποδομής και αναθεωρώντας τις εμπορικές συμφωνίες. Είναι, πάντως, εφικτή μία άλλη λύση: Να αυξήσει σημαντικά το εισόδημα όσων Αμερικανών δεν έχουν ωφεληθεί από την ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών, διευρύνοντας την κλίμακα των φοροαπαλλαγών. Ομως, αυτή η επιλογή θα κόστιζε περισσότερο από 1 τρισ. δολάρια για την επόμενη δεκαετία, συνεπώς δύσκολα θα το αποδέχονταν οι πολιτικοί στην Ουάσιγκτον. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Αμερικανών έχει αυξηθεί κατά 78% μεταξύ 1979 και 2015. Εντούτοις, την ίδια περίοδο το μέσο εισόδημα των φτωχών νοικοκυριών έχει αυξηθεί μόνο κατά 6,9%.

Την ίδια ώρα, μπορεί οι ΗΠΑ να συνεχίζουν να κατέχουν την πρώτη θέση ως προς τη συμβολή τους στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν, σημειώνουν όμως τάση μείωσης. Η Κίνα κατέχει τη 2η θέση όσον αφορά τη συμβολή της στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν. Η Κίνα αποτελεί ήδη το σημαντικότερο κράτος - πιστωτή των ΗΠΑ. Το σχετικό μερίδιο των ΗΠΑ στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν μειώθηκε από 31% το 2000 σε 23% το 2015, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο της Κίνας αυξήθηκε από 3,6% το 2000 σε 14,9% το 2015. Σχετικά με τις εμπορικές τους ανταλλαγές, το 8,95% των εισαγωγών της Κίνας προέρχεται από τις ΗΠΑ, ενώ το 21,8% των εισαγωγών των ΗΠΑ προέρχεται από την Κίνα. Επομένως, ο Τραμπ έχει μπροστά του αυτήν την πραγματικότητα, άρα θα επιδιώξει να ενισχύσει τη διεθνή θέση των ΗΠΑ και στο επίπεδο της οικονομίας. Ολ' αυτά μπορούν να εξηγήσουν το σημερινό προβληματισμό της αμερικανικής αστικής πολιτικής.

Και η δημιουργία αντιθέσεων με τον προστατευτισμό

Αλλά ο Ντ. Τραμπ βρίσκεται μπροστά και σε ένα ακόμη μεγάλο ζήτημα που άνοιξε ο ίδιος με την εξαγγελία πολιτικής προστατευτισμού.

Aρθρο των «Financial Times» («Euro2day» 17/12/2016) είχε τίτλο «Πρώτη "ανταρσία" κατά Τραμπ για τους φόρους» και έγραφε: «Η ανταρσία έρχεται καθώς οι Ρεπουμπλικάνοι προσπαθούν να πυροδοτήσουν οικονομική ανάπτυξη με την μεγαλύτερη αναδιάρθρωση στον φορολογικό κώδικα εδώ και 30 χρόνια, ενώ υπονοεί πως ο κ. Τραμπ πιθανώς θα αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ του να προωθήσει τα αμερικανικά προϊόντα και του να "σακατέψει" τις επιχειρήσεις που εξαρτώνται από τις εισαγωγές. Αιτία αυτής της αναστάτωσης είναι μια πρόταση για φορολόγηση των εισαγωγών, που έχει αναταράξει τις παγκόσμιες αλυσίδες προσφοράς (...) το οποίο σύμφωνα με μερικούς εισαγωγείς απειλεί να εξαλείψει τα κέρδη τους (...) Ο Stephen Lamar, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της ένωσης επαγγελματιών American Apparel and Footwear Association, χαρακτήρισε το φόρο στις εισαγωγές ως "υπαρξιακή απειλή" κατά της βιομηχανίας του. Με το 98% των ενδυμάτων που πωλούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες να παράγονται στο εξωτερικό, η ένωση λιανεμπορίου National Retail Federation τόνισε πως ο φόρος θα μπορούσε να διογκώσει τις φορολογικές οφειλές κάποιων αλυσίδων μόδας μέχρι και τρεις με πέντε φορές τα κέρδη προ φόρων, θέτοντας σε κίνδυνο την κεφαλαιακή τους επάρκεια».

Αναδεικνύονται επομένως τεράστια προβλήματα από αυτή την πολιτική που προκαλεί όξυνση ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών στις ΗΠΑ.

Τι θα γίνει; Μένει να το δούμε όταν η νέα υπό τον Ντ. Τραμπ κυβέρνηση των ΗΠΑ αναλάβει τα καθήκοντά της. Αλλωστε, αυτές οι υποθέσεις του κεφαλαίου είναι ξένες για την εργατική τάξη, το λαό. Ενα όμως είναι σίγουρο: Οτι απ' αυτήν την πολιτική δεν έχει να ωφεληθεί η εργατική τάξη, το αντίθετο μάλιστα, ενώ φαίνεται ότι θα οξύνει ακόμη περισσότερο τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς αυξάνοντας διεθνώς τους ήδη υπάρχοντες κινδύνους από διάφορες πολεμικές εστίες.


Σ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ