ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Φλεβάρη 2017
Σελ. /32
Σκέψεις πάνω στις Θέσεις

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ και εύχομαι κάθε επιτυχία στο 20ό Συνέδριο του Κόμματός μας.

Για το περιεχόμενο της ανασύνταξης

Το περιεχόμενο της ανασύνταξης προδιαγράφει και τη συνθετότητα των καθηκόντων που απορρέουν για τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες, την ανάγκη να κατακτήσει το κομματικό δυναμικό την ικανότητα ανώτερης συνδυασμένης συνδικαλιστικής, πολιτικο-ιδεολογικής και οργανωτικής παρέμβασης στους μαζικούς χώρους. Δεν μπορεί, σε καμιά περίπτωση, να αποσπάται από το καθήκον ενίσχυσης και αναβάθμισης της αυτοτελούς κομματικής παρέμβασης πέρα από εκλογικούς σταθμούς ή κεντρικές πολιτικές εξελίξεις. Η συστηματοποίηση, άλλωστε, της αυτοτελούς κομματικής παρέμβασης είναι κρίσιμος όρος και για την πολιτικοποίηση της συνδικαλιστικής πάλης, για την ενίσχυση εν γένει του κινηματικού ρεύματος ριζοσπαστικών ανατροπών σε επίπεδο οικονομίας και εξουσίας.

Επιβεβαιώνεται και από το κείμενο των Θέσεων η ανάγκη όλο το κομματικό δυναμικό να αποκτήσει ενιαία αντίληψη για το περιεχόμενο της ανασύνταξης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Η ενιαιοποίηση της αντίληψης για το περιεχόμενο της ανασύνταξης δεν μπορεί όμως να προσλαμβάνεται σαν μια γενικόλογη διακήρυξη. Δεν μπορεί να προσεγγίζεται, δηλαδή, σαν πρόβλημα θεωρητικής μόνο συμφωνίας με τον πυρήνα των κομματικών αποφάσεων και επεξεργασιών. Για να αποκτήσει πολιτικό ουσιαστικό περιεχόμενο η ενιαιοποίηση, απαιτείται ουσιαστικός, δημιουργικός, επιτελικός και πολυεπίπεδος έλεγχος, διαρκής ανησυχία και φροντίδα για την εξειδίκευση των γενικών κατευθύνσεων στους χώρους δουλειάς και δράσης, διαπάλη σκληρή και ανειρήνευτη, όχι μόνο με τα κατάλοιπα παλαιότερων λανθασμένων θεωρητικών και προγραμματικών επεξεργασιών, αλλά και με τις μικροαστικές ή φιλελεύθερες αντιλήψεις που μπορεί να εισχωρούν ύπουλα στον τρόπο δουλειάς ακόμα και πρωτοπόρων και ιδεολογικά θωρακισμένων, κατά τα άλλα, σ/φων. Γι' αυτό, επιπλέον, δεν πρέπει να υποτιμάται σε καμιά περίπτωση η ολόπλευρη υπεράσπιση και τήρηση των αρχών συγκρότησης και λειτουργίας του Κόμματος, όλων των εκφάνσεων του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, της συμμετοχής, της συζήτησης, του ελέγχου, της κριτικής και αυτοκριτικής, της λογοδοσίας. Η οργανωτική διάσταση της δουλειάς μας δεν είναι δευτερεύουσας σημασίας, είναι κρίσιμος, ποιοτικός κατεξοχήν, κρίκος της πολιτικο-ιδεολογικής ανάπτυξης των κομμουνιστικών χαρακτηριστικών του κομματικού δυναμικού.

Ιδεολογική και πολιτική παρέμβαση με όρους μαχητικής σύγκρουσης

Η σύγκρουση με τα αστικά ιδεολογήματα, η ανάγκη ενίσχυσης της ιδεολογικής παρέμβασης στους άξονες που ιεραρχούν σωστά οι Θέσεις 43 - 47, δεν πρέπει να παίρνουν απλώς τη μορφή από καθέδρας συσκέψεων, καμπανιών διαφώτισης και ιδεολογικών μαθημάτων. Χρειάζονται και αυτά οπωσδήποτε για την ενίσχυση του θεωρητικού εξοπλισμού κομματικών μελών και οπαδών. Εγνοια όμως και φροντίδα των καθοδηγητικών οργάνων και των κομματικών οργανώσεων πρέπει να είναι η πρακτική εξειδίκευση και εφαρμογή, η πολιτική και συνδικαλιστική αποτύπωση της σύγκρουσης με την αστική τάξη και την ιδεολογία της με μαχητική διάθεση και διαπαιδαγωγητικό χαρακτήρα. Οι λεγκαλιστικές αντιλήψεις π.χ. δεν εξαντλούνται στις κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Διατρέχουν ένα ευρύτατο φάσμα θεσμών και σχέσεων στην αστική κοινωνία και στον αστικό πολιτισμό. Προβάλλει συνεπώς πιο επιτακτικά το καθήκον της συλλογικά επεξεργασμένης και τακτικά ζυγισμένης σύγκρουσης του επαναστατικού εργατικού κόμματος με την αστική τάξη και το ποικιλώνυμο υπηρετικό προσωπικό της, στο πλαίσιο της σχετικής πάντα νομιμότητας του κομμουνιστικού κόμματος, ώστε να ξεπροβάλλουν παντού σύμβολα και παραδείγματα ανυπακοής και ανυποταξίας. Σε συνθήκες αυξημένης γεωπολιτικής ρευστότητας, οξυμένων οικονομικών αβεβαιοτήτων και αυξημένου κινδύνου γενίκευσης του ιμπεριαλιστικού πολέμου απαιτείται η μέγιστη δυνατή ετοιμότητα και συνεπώς η μέγιστη δυνατή μαχητικοποίηση τόσο του κομματικού δυναμικού όσο και κομματικού περίγυρου.

Για τους εργαζόμενους στη Δημόσια και Τοπική Διοίκηση

Η ολοκλήρωση της μελέτης για την ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας (Θέση 82) πρέπει να περιέχει ειδική, επεξεργασμένη και τεκμηριωμένη, με θεωρητικούς και πολιτικούς όρους, αναφορά στην ταξική θέση και υπόσταση της σύγχρονης δημοσιοϋπαλληλίας. Πρέπει ασφαλώς να λαμβάνει υπόψη τις αναδιαρθρώσεις του αστικού κράτους και τις ανατροπές στις σχέσεις και τους όρους εργασίας που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στη Δημόσια Διοίκηση - και αναμένεται να κλιμακωθούν - χωρίς όμως να τις απολυτοποιεί. Χρειάζεται εδώ βεβαίως δημιουργική προσφυγή - και όχι μηχανιστική αναγωγή - στα λενινιστικά κριτήρια προσδιορισμού των τάξεων, λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι οι εργαζόμενοι στην Τοπική και Δημόσια Διοίκηση δεν συγκροτούν σε καμιά περίπτωση ένα ομοιογενές και μονολιθικό ταξικό υποκείμενο ή κοινωνικό στρώμα. Φαινόμενα όπως η «φτωχοποίηση» ενός μεγάλου τμήματος της δημοσιοϋπαλληλίας, η επίταση της ανασφάλειας λόγω της ουσιαστικής άρσης της μονιμότητας, η επέκταση των μορφών προσωρινής κακοπληρωμένης εργασίας και στη Δημόσια και Τοπική Διοίκηση υπάρχει κίνδυνος να εκληφθούν σαν ενδείξεις προλεταριοποίησης ή σχετικοποίησης της μικροαστικής κατά κανόνα σύνθεσης της δημοσιοϋπαλληλίας. Το πρόβλημα δεν είναι ακαδημαϊκό. Είναι βαθιά πολιτικό και οργανωτικό γιατί σχετίζεται με την οριοθέτηση της σύνθεσης της Κοινωνικής Συμμαχίας και τα καθήκοντα των κομμουνιστών που δρουν σε αυτό το πλαίσιο.


Ανδρέας Καραμπάτσος
Γραμματέας ΚΟΒ Ασφαλιστικών Ταμείων, υπ. Εργασίας & υπ. Πολιτισμού, Τομέας Τοπικής, Περιφερειακής και Κεντρικής Διοίκησης της ΚΟΑ

Για την παρέμβαση του ΚΚΕ σε μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες

Η ικανότητα να αντιμετωπίζουμε σωστά την τάση των εξελίξεων ως επαναστατικό κόμμα, κρατώντας ισχυρή την αυτοτελή παρουσία με τις «δικές μας σημαίες», χωρίς να παρασυρόμαστε από την πίεση του αρνητικού συσχετισμού, δεν είναι και το πιο απλό ζήτημα. Ιδιαίτερα όταν αυτά που λέμε φαντάζουν «μακρινά», ακόμα και σε ψηφοφόρους του ΚΚΕ.

Η διαμόρφωση επαναστατικής στρατηγικής για ένα ΚΚ αποτελεί ένα σύνθετο καθήκον. Αποδείχτηκε και στην πράξη για το Κόμμα μας τα τελευταία χρόνια. Τόσο το Πρόγραμμα του Κόμματος που ψηφίστηκε στο 19ο Συνέδριο, όσο και οι επεξεργασίες για τα ζητήματα της συμμετοχής σε αστικές κυβερνήσεις και τη στάση στο ενδεχόμενο ιμπεριαλιστικού πολέμου, αποτελούν πολύτιμες παρακαταθήκες που αποτελούν εχέγγυο για την ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος.

Το να καταφέρνει ένα ΚΚ να αντιμετωπίζει τις «κακοτοπιές», να διατηρεί δεσμούς με την εργατική τάξη και ευρύτερα λαϊκά στρώματα, έχει τη δική του δυναμική που σχετίζεται με το «μπόλιασμα» αυτών των επεξεργασιών, κάτι που είναι πολύ πιο σύνθετη διαδικασία από την εκάστοτε καταγραφή του α' ή β' εκλογικού αποτελέσματος. Το αποτέλεσμά του κρίνεται από την αποφασιστικότητα του Κόμματος και των μελών του να προχωρήσουν. Χωρίς ισχυρό ΚΚΕ δεν μπορεί να προχωρήσει τίποτα.

Και αν αυτά σήμερα φαίνονται πιο κατανοητά σε έναν κόσμο, γιατί η στάση του Κόμματος δικαιώνεται στην πράξη από τις εξελίξεις, δεν το είχαμε σαν δεδομένο εξαρχής. Αρκεί ο καθένας να θυμηθεί τι αντιμετωπίσαμε για το «κίνημα στις πλατείες», τη συμμετοχή σε «αριστερή κυβέρνηση», τη στάση μας απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και όλο το φάσμα του οπορτουνισμού, μέχρι και το δημοψήφισμα το 2015.

Αρκεί ο καθένας να θυμηθεί ότι απέναντί μας δεν έχουμε μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ και τις υπόλοιπες αστικές δυνάμεις. Είχαμε και έχουμε διάφορους «καλοπροαίρετους», διάφορους κατ' επίφαση διαφωνούντες γύρω από το Κόμμα, το συρφετό του «Εργατικού Αγώνα» κ.ά., που όχι μόνο πολέμησαν τα βήματα του Κόμματος, αλλά αξιοποιήθηκαν πολύπλευρα από τη σοσιαλδημοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ για να χτυπηθεί το ίδιο το Κόμμα.

Σωστά στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ο Συνέδριο ανοίγουν στο 4ο κεφάλαιο τα ζητήματα που αφορούν τα ζητήματα ισχυροποίησης του Κόμματος. Ζητήματα και δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε και αντιμετωπίζουμε στη δράση των ΚΟ.

Σωστά οι Θέσεις ανοίγουν το ζήτημα της οικοδόμησης, για τη σχέση Κόμματος - κινήματος, ιδιαίτερα για τη συμβολή στη συλλογική διαμόρφωση θεωρητικών επεξεργασιών, για τα ζητήματα της κοινωνικής συμμαχίας.

Μια ιδιαίτερη πλευρά που πρέπει να κάνουμε περισσότερα βήματα στην εξειδίκευση της δουλειάς μας, είναι η παρέμβαση σε μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες. Η παρέμβασή μας σε αυτό τον τομέα έχει απαιτήσεις και είναι πολύπλευρη.

Ας σκεφτούμε μόνο το πώς αγκαλιάζει μεθοδικά η αστική τάξη αυτά τα τμήματα βιοπαλαιστών αυτοαπασχολούμενων και μισθωτών, που προσεγγίζουν ή ανήκουν στην εργατική τάξη, για να τα ενσωματώσει στους σχεδιασμούς της για την καπιταλιστική ανάπτυξη, αξιοποιώντας την επιστημονική ιδιότητα.

Η αστική τάξη έχει δημιουργήσει πολυδαίδαλους μηχανισμούς. Αξιοποιείται η επιστημονική ειδίκευση για να διαχωρίσει τους μισθωτούς επιστήμονες από την υπόλοιπη εργατική τάξη. Διαταξικοί επιστημονικοί φορείς (π.χ. ΤΕΕ, ΟΕΕ κ.ά.) διεκδικούν τη συνδικαλιστική εκπροσώπηση στη βάση της επιστημονικής ιδιότητας. Καλλιεργούνται αυταπάτες ότι με την καινοτομία, τα ΕΣΠΑ, την «κοινωνική οικονομία» και την επιχειρηματικότητα μπορεί να εξασφαλιστεί επαγγελματική προοπτική και οικονομικά καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.

Σε αυτή την κατεύθυνση αξιοποιούν διάφορους κρατικούς θεσμούς, ινστιτούτα και ιδιαίτερα τα επιστημονικά επιμελητήρια. Διαπερνούν πλατιά την αντίληψη περί δήθεν ομοιοεπαγγελματικών συμφερόντων όλων των επιστημόνων, συσκοτίζοντας τον πραγματικό ταξικό διαχωρισμό.

Στις «πλατείες» και αργότερα ο ΣΥΡΙΖΑ με άλλες δυνάμεις δούλεψαν σχεδιασμένα με αυτά τα στρώματα, αξιοποιώντας το «διαδίκτυο» και υποτίθεται «νέες» μορφές «κινήματος». Παρόμοιο σκηνικό ζήσαμε στις αρχές του 2016 με τον άλλο πόλο της αστικής διαχείρισης, ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, με αφορμή τις μεγάλες κινητοποιήσεις για το νέο ασφαλιστικό νόμο - έκτρωμα. Αξιοποιήθηκε το «κίνημα της γραβάτας» για να ποδηγετήσουν τη δίκαιη αγανάκτηση μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων, εμφυτεύοντας τις πλέον αντιδραστικές θέσεις που υπηρετούσαν τις ανάγκες του κεφαλαίου.

Στο βαθμό που πήραμε πρωτοβουλίες, αδυνατίσαμε την παρέμβαση των άλλων δυνάμεων, συσπειρώσαμε νέα τμήματα, βοηθήσαμε να βγουν γενικότερα πολιτικά συμπεράσματα. Μεγάλη μερίδα μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων επηρεάζονται από τους επιστημονικούς φορείς ή τους θεωρούν συνδικαλιστικό τους εκπρόσωπο. Ετσι, αυτοί οι φορείς αξιοποιούνται και στην πράξη από τα αστικά κόμματα ως μοχλοί προώθησης της πολιτικής τους.

Η κατάκτηση της ικανότητας επίδρασης απαιτεί πολύπλευρη ιδεολογική και πολιτική παρέμβαση, που αγκαλιάζει το επιστημονικό πεδίο ενασχόλησης αυτών των τμημάτων. Η διαπάλη με την αστική ιδεολογία αγκαλιάζει και αυτόν τον τομέα. Αναπτύσσεται και στους κόλπους αστικών κρατικών θεσμών, όπως είναι τα επιστημονικά επιμελητήρια. Τα τελευταία έχουν αναβαθμίσει τη δραστηριότητα και στον ιδεολογικό τομέα, με συχνές ημερίδες σχετικές με την καπιταλιστική ανάπτυξη, την οικονομία, το «νέο παραγωγικό μοντέλο».

Η ενίσχυση της κομματικής δουλείας, ιδιαίτερα σε κλάδους στρατηγικής σημασίας, απαιτεί σήμερα να παίρνουμε υπόψη μας αυτές τις πλευρές. Να κατακτήσουμε σε καθοδηγητικό επίπεδο να διεξάγουμε με καλύτερους όρους αυτήν τη μάχη, κερδίζοντας περισσότερους μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες δίπλα στο Κόμμα και αποσπώντας τους από την αστική επιρροή.

Αυτό απαιτεί σχεδιασμό για την οργάνωση και κινητοποίηση σε ταξική βάση (μισθωτοί/αυτοαπασχολούμενοι) σε κάθε κλάδο. Από την άλλη, ενίσχυση της εξειδικευμένης παρέμβασης στους επιστημονικούς φορείς - επιμελητήρια. Η ένταξη αυτής της παρέμβασης στο γενικό σχεδιασμό μας είναι αναγκαία για την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης στους μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες. Διευκολύνει να συνδεθούμε με χιλιάδες εργαζόμενους, άνεργους και ερευνητές, ιδιαίτερα νέους, που δεν έχουμε οποιαδήποτε επαφή μέσα από τα συνδικάτα ή επιτροπές αγώνα.

Οσον αφορά την ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος, το ζήτημα σχετίζεται και με τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για να προχωρήσει η κοινωνική συμμαχία. Η επεξεργασία πάνω στους στόχους πάλης, παίρνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες τέτοιων στρωμάτων, βοηθάει καθοριστικά στο να ενισχυθεί η ταξική γραμμή, να συσπειρώνονται κι άλλες δυνάμεις σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Ξεχωριστή πλευρά της κομματικής παρέμβασης είναι η προσπάθεια να πεισθούν μισθωτοί και άνεργοι επιστήμονες να μένουν στη χώρα μας και να μη φεύγουν στο εξωτερικό παρά τις δυσκολίες. Ακόμα και όταν πηγαίνουν στο εξωτερικό, να συμβάλουν στην ταξική πάλη μέσα από τις γραμμές του Κόμματος. Πάνω απ' όλα να πείθονται να συμβάλουν ως κομμουνιστές στην οργάνωση της ταξικής πάλης και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στο μέλλον.

Πλέον έχουμε κατακτήσει σημαντική πείρα. Στο βαθμό που δουλεύουμε με τέτοιον τρόπο, σημειώνουμε σημαντικά αποτελέσματα στην κατεύθυνση της αλλαγής του συσχετισμού δύναμης.


Χρήστος Αγγελόπουλος
Μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ

Ιδεολογικά μέτωπα γύρω απ' τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο. Θέλω να σταθώ στο ζήτημα του πολέμου που θίγεται σε σημαντικό κομμάτι του κειμένου. Η κατάσταση στη Συρία, τα συνεχή τρομοκρατικά χτυπήματα, που αποτελούν φάσεις του ιμπεριαλιστικού πολέμου τον 21ο αιώνα και η μεγάλη συγκέντρωση πολεμικού υλικού σε συνδυασμό με την άνοδο της τουρκικής προκλητικότητας είναι εξελίξεις που προβληματίζουν τη νεολαία. Θεωρώ ότι είμαστε ικανοί να εξηγήσουμε ότι ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής των ανταγωνισμών με βίαια - ένοπλα μέσα, ότι είναι αυτός που σαρώνει ό,τι άφησε όρθιο η ειρήνη τους. Οπως επίσης μπορούμε να πείσουμε και με βάση την κοινωνική πείρα ότι μόνιμο θύμα, από τα τραπέζια των διαπραγματεύσεων μέχρι τα πεδία των μαχών, είναι η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της.

Πού πρέπει να σταθούμε; Μπροστά στις επικίνδυνες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, οφείλουμε να δώσουμε βάρος στις επεξεργασίες του 19ου Συνεδρίου για τη στάση του Κόμματος σε περίπτωση είτε επιθετικής επέμβασης είτε εισβολής. Κρίνοντας ότι τα ιμπεριαλιστικά κέντρα έχουν ευθύνη (ακόμα και σε περίπτωση που δέχονται επίθεση) εξαιτίας της διαπάλης τους το προηγούμενο διάστημα, ανεξάρτητα από μείγμα διαχείρισης, οι κομμουνιστές θα δράσουν στην κατεύθυνση αυτοτελούς οργάνωσης της εργατικής τάξης κάτω από τη σημαία της, κόντρα στις σοβινιστικές και ψευτοπατριωτικές εκκλήσεις που αντικειμενικά θα κάνει η αστική τάξη στο λαό. Η ιστορική πείρα έχει δείξει ότι το ενδεχόμενο δημιουργίας επαναστατικής κρίσης, την ώρα που ο πόλεμος είναι σε εξέλιξη, είναι υπαρκτό. Τότε είναι που το Κόμμα θα κριθεί στην έγκαιρη προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα, αν την κατάλληλη στιγμή η λαϊκή πλειοψηφία συνειδητά θα στρέψει την πάλη της ενάντια και στον ντόπιο και τον ξένο κατακτητή. Αλλωστε, οι θυσίες του λαού για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο είναι αυτές που θα πιάσουν τόπο και η σοσιαλιστική κοινωνία θα είναι η βάση για την εξάλειψη των πολέμων.

Το ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου αντιμετωπίζεται κατά τη γνώμη μου ως ταμπού στις γραμμές μας. Πέραν του ότι αποτελεί σύνθετο ζήτημα που απαιτεί σταθερή μελέτη των εξελίξεων και της ιστορικής πείρας, υπάρχει δικαιολογημένα σε πολύ κόσμο έντονος φόβος. Συνεπώς θέλει προσοχή πώς το ανοίγουμε, μιας και στόχος μας δεν είναι να τρομοκρατήσουμε, αλλά να ατσαλώσουμε συνειδήσεις ιδεολογικά - πολιτικά, να συσπειρώσουμε ευρύτερες μάζες στην πάλη κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Μπορούμε να αφήσουμε βαθύ πολιτικό στίγμα, ανοίγοντας μια σειρά από μέτωπα γύρω από το θέμα. Για παράδειγμα, η Οκτωβριανή Επανάσταση, που φέτος γιορτάζουμε τα 100χρονα της, ξέσπασε μέσα από τις στάχτες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι μπολσεβίκοι εκμεταλλεύτηκαν τις άλυτες αντιθέσεις Γερμανίας και Μ. Βρετανίας και αποδέσμευσαν οριστικά τη Ρωσία από τον πόλεμο με τη συμπαράσταση λαών της Ευρώπης (Γερμανία, Ελβετία, Ιταλία, Φινλανδία κ.τ.λ.). Παράλληλα, η νεαρή Σοβιετική εξουσία ακύρωσε τα δάνεια της Τσαρικής και της Προσωρινής Κυβέρνησης Κερένσκι, αρνήθηκε να αναγνωρίσει τα χρέη των προηγούμενων κυβερνήσεων και διέγραψε τα χρέη μιας σειράς χωρών, όπως η Ελλάδα (χρέος 100 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα απέναντι στο ρωσικό κράτος και παραίτηση απ' τα δικαιώματα της Τσαρικής Αυλής στο Αγιο Ορος). Το εργατικό κράτος αντικατέστησε το τσακισμένο αστικό και κοινωνικοποίησε τις ιδιωτικές τράπεζες, τις μεταφορές και το εξωτερικό εμπόριο, υποδομές που πλέον εξυπηρετούσαν τις λαϊκές ανάγκες. Η πολιτική του ΚΚ των μπολσεβίκων είναι ιδιαίτερα διδακτική και ξεσκεπάζει θεωρίες των οπορτουνιστών, όπως ότι μια κυβέρνηση στο έδαφος του αστικού κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος, χωρίς σύγκρουση με αυτά μπορεί με μεταρρυθμίσεις να κάνει βήματα προς το σοσιαλισμό. `Η το γεγονός πως μπορεί η Ελλάδα να αποδεσμευτεί από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες (στην περίπτωση της Ρωσίας ήταν ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος όπου είχε ηγετική θέση) μέσα από μια κυβερνητική απόφαση κάτω από την «πίεση» του εργατικού κινήματος.

Επιπλέον, ένα ζήτημα ιστορικής σημασίας που συνδέεται άμεσα με τις σύγχρονες εξελίξεις είναι και η παραδοσιακή σχέση σοσιαλδημοκρατίας - φασισμού. Φασισμός και σοσιαλδημοκρατία παρά τις μεγάλες διαφορές όσον αφορά στην ιστορική καταγωγή, τις ιδεολογικές αναφορές ως συνιστώσες του αστικού πολιτικού συστήματος έχουν κοινό παρονομαστή την υπεράσπιση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Το τελευταίο διάστημα έχουμε καταγγείλει την ανοχή του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη Χρυσή Αυγή (όπως η στάση της Κωνσταντοπούλου ως Πρόεδρος της Βουλής, η κοινή επίσκεψη στο Καστελόριζο και οι πρόσφατες δηλώσεις Παρασκευόπουλου περί εκδημοκρατισμού της ΧΑ), που μόνο τυχαία δεν είναι. Η ιστορία της σοσιαλδημοκρατίας δείχνει ότι σε περίοδο οικονομικής κρίσης και πολιτικής αστάθειας, η αστική τάξη τη χρησιμοποιεί για να αποδιοργανώσει το εργατικό κίνημα. Χρησιμοποιεί επαναστατική φρασεολογία και αναγάγει τους στόχους της αστικής τάξης σε εθνικούς, προωθεί την ταξική ανακωχή. Μια βαθιά κρίση μπορεί να πυκνώσει τα σύννεφα ενός γενικευμένου πολέμου, περίοδος όπου απαιτείται να υπάρχει ένα πιο μακρύ χέρι για το σύστημα όπου θα τρομοκρατεί, θα κρατά το κίνημα υποταγμένο, θα χύνει ρατσιστικό και αντικομμουνιστικό δηλητήριο προετοιμάζοντας το έδαφος της σύγκρουσης. Συνεπώς, τα συμπεράσματα από τον 20ό αιώνα γι' αυτήν την αναγκαία για το αστικό σύστημα διεργασία στις συγκεκριμένες συνθήκες (Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας - Μουσολίνι μετά από αποτυχημένη επανάσταση που ξεπουλήθηκε από τους ρεφορμιστές, SPD - Χίτλερ την περίοδο της κρίσης 1929-1933) είναι καθρέφτης στο σήμερα που ο ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχει ενεργά στους περιφερειακούς πολεμικούς σχεδιασμούς και το ΝΑΤΟ, δεν βγάζει άχνα για την έντονη κινητικότητα στο χώρο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα και καλλιεργεί εφησυχασμό κι ελπίδα ότι η «βελτίωση της γεωπολιτικής θέσης της χώρας» θα ωφελήσει το λαό.

Τέλος, εκφράζω την αισιοδοξία μου ότι το Συνέδριο θα βγάλει το Κόμμα πιο ατσαλωμένο, πιο ικανό να βοηθήσει την ΚΝΕ να περάσει σε φάση ιδεολογικής - πολιτικής αντεπίθεσης. Εχουμε δείξει αντοχή μέσα στη δίνη της αντεπανάστασης, αποκαθιστούμε όλο και περισσότερο τον επαναστατικό μας χαρακτήρα. Τα έγκαιρα αντανακλαστικά που έχουμε μπροστά στην ταχύτητα των εξελίξεων (όπως η αλλαγή της Θέσης μας για το Κυπριακό) δείχνει ότι είμαστε Κόμμα που καθοδηγούμαστε ουσιαστικά απ' το Μαρξισμό - Λενινισμό, εμπλουτίζοντας και εκλαϊκεύοντας τις θέσεις μας με ζωντάνια και νέες επεξεργασίες.

Ζήτω το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ!


Δημήτρης Πέππας
Μέλος του ΤΣ Πανεπιστημίου Πειραιά της ΚΝΕ

Σχετικά με τα ενδιάμεσα στρώματα

Οι Θέσεις κορυφώνονται, θα έλεγα, στο ζήτημα της Κοινωνικής Συμμαχίας (Θέση 56 κ.ε.), κάτι πολύ φυσικό και λογικό, αφού α) διευρύνθηκαν οι γραμμές της εργατικής τάξης με νέα τμήματα από κατεστραμμένα μεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού (Θέσεις 23 και 24), β) πρέπει να φροντίζουμε τη συγκέντρωση και διάταξη των δυνάμεών μας (Θέση 42) και γ) χρειάζεται διατήρηση των αγωνιστικών δεσμών με όσους και όσες θέλουν να αντισταθούν (Θέση 49). Οπως επίσης σωστά αναφέρεται στη Θέση 51, χρειάζεται προσοχή και ευελιξία στη διεύρυνση, χωρίς να ατονεί το στοιχείο της επαγρύπνησης και της διαπάλης.

Από την άλλη πλευρά, στη Θέση 50 απαριθμούνται κλάδοι στρατηγικής σημασίας (Ενέργεια, Τράπεζες, Μεταφορές, Τηλεπικοινωνίες, Δημόσια Διοίκηση, Υγεία, Εκπαίδευση), όπου οι δυνάμεις μας είναι μικρές, τονίζοντας παράλληλα ότι το Κόμμα δεν υποχώρησε ιδεολογικά και οργανωτικά, παρά την πολύ έντονη πίεση.

Στο άρθρο του «Τρεις Κρίσεις» τον Ιούλη του 1917 (είναι επίκαιρο να θυμόμαστε το τι και πώς έγινε το κάθε τι πριν από 100 χρόνια!) ο Λένιν επέσυρε την προσοχή στις κινητοποιήσεις με ευρύτατο περιεχόμενο και με όλο και πιο σαφείς πολιτικούς στόχους ως εξής: «...ότι αυτό δεν είναι μια συνηθισμένη διαδήλωση, είναι κάτι σημαντικά περισσότερο από διαδήλωση και λιγότερο από επανάσταση. Είναι έκρηξη της επανάστασης και της αντεπανάστασης μαζί, είναι ένα οξύ και σχεδόν ξαφνικό ξέπλυμα (ή ξεσκαρτάρισμα, Τ. Λ. Ο ρωσικός όρος στο κείμενο είναι vymyvanije) των μεσαίων στοιχείων ως προς την ανακάλυψη των προλεταριακών και των αστικών στοιχείων»1.

Επιστρέφοντας στη γενίκευση της πείρας της πάλης, σύμφωνα με την Πολιτική Απόφαση του 19ου Συνεδρίου που επαναλαμβάνει η Θέση 40, πρέπει να δοθεί - και μάλιστα αυτήν τη χρονιά ιδιαίτερα - η μέγιστη προσοχή στους αυτοαπασχολούμενους των πόλεων (Θέση 58), αυτό το κοινωνικό στρώμα του οποίου η συρρίκνωση αναμένεται να ενταθεί. Εδώ πρέπει να δημιουργηθούν νέες και μόνιμες βάσεις επαφής και αφομοίωσης. Θεωρώ επίσης ότι στην προσπάθεια αυτή μεγάλος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της ιδεολογικής κατάρτισης και διαφώτισης, καθώς υπάρχουν οι σχετικές προϋποθέσεις και, πολύ περισσότερο, επειδή το ενδιάμεσο αυτό στρώμα έχει την εγγενή τάση να αμφιταλαντεύεται. Ελπίζω το 20ό μας Συνέδριο να αποτελέσει ξεκίνημα γι' αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «το φωτεινό μέλλον της Ανθρωπότητας», το Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό.

1 . Β. Ι . Λένιν, Tri krizisa, Izbrannye Proizvedenija, τόμ. ΙΙ, Μόσχα 1973, σελ. 126.


Τηλέμαχος Λουγγής
ΚΟΒ Ερευνας

Για την εξειδίκευση της παρέμβασής μας στον κλάδο του Εμπορίου

Αρκεί ο κομμουνιστής να είναι στο χώρο του πρωτοπόρος στη συνδικαλιστική δράση; Ασφαλώς αυτός είναι αναγκαίος όρος, αλλά όχι από μόνος του ικανός για να βοηθήσει στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και στον τελικό σκοπό του Κόμματος, που είναι ο σοσιαλισμός - κομμουνισμός. Οι κομμουνιστές κρινόμαστε και δρούμε με βάση το πώς επιδρούμε αποτελεσματικά ιδεολογικοπολιτικά στην οργάνωση και κινητοποίηση των εργαζομένων προς αυτή την κατεύθυνση. Για αυτό, τονίζουν οι Θέσεις, απαιτείται «η ικανότητα να προσαρμόζουν τις γενικές κατευθύνσεις (του Κόμματος) στα δεδομένα του χώρου δουλειάς τους, λαμβάνοντας υπόψη μία σειρά παράγοντες» όπως είναι οι αντιλήψεις των εργαζομένων, η παρέμβαση της εργοδοσίας και του εργοδοτικού συνδικαλισμού, η κοινωνική σύνθεση του χώρου κ.ά.

Στον κλάδο του Εμπορίου οι εμποροϋπάλληλοι βιώνουν την ορθοστασία, τους χαμηλούς μισθούς, τα εξοντωτικά ωράρια, την τρομερή εντατικοποίηση. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζουν την παρέμβαση της εργοδοσίας που αξιοποιεί την τρομοκρατία, αλλά και το «χάιδεμα» της ενσωμάτωσης. Τα ιδεολογήματα του τύπου «είμαστε μια οικογένεια», «είναι επιλογή σου να δουλεύεις εδώ», «έχετε εσείς ευθύνη να βελτιώσετε μέσα στο κατάστημα τις συνθήκες δουλειάς», δεδομένων βέβαια των απαιτήσεων της εταιρείας, συνοδεύονται και από «κεράσματα» με τα κλεμμένα χρήματα από τον ιδρώτα των εργαζομένων, από εξόδους για διασκέδαση. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιείται η αξιολόγηση συνδεόμενη και από γραπτές παρατηρήσεις (feedbacks) τόσο από προϊσταμένους όσο και από συναδέλφους, ώστε από τη μία από εργαζόμενος να μετατρέπεται σε κριτή του συναδέλφου του και από την άλλη ως εργαζόμενος να φοβάται περισσότερο την απόλυση και να νιώθει υπεύθυνος για αυτή.

Επιπλέον, η εργασία στο Εμπόριο εμπεριέχει ακόμη μία «ιδιαιτερότητα», την επαφή με τους υπόλοιπους εργαζόμενους στο ρόλο του πελάτη.

Είναι φανερό ότι οι προαναφερόμενες αντικειμενικές δυσκολίες και αντίστοιχα οι υπαρκτές δυνατότητες δεν οδηγούν τον εργαζόμενο να αντιληφθεί αυτόματα τον πραγματικό ένοχο για την κατάστασή του, ούτε τη στρατηγική διέξοδο που είναι προς όφελός του. Εύκολα η δυσαρέσκειά του μπορεί να αποπροσανατολιστεί στον προϊστάμενό του, στον ιδιότροπο πελάτη, στη συγκεκριμένη κυβέρνηση. Εύκολα μπορεί να εγκλωβιστεί στην ηττοπάθεια και στον ανταγωνισμό με τους συναδέλφους του.

Για να σημαδέψει ο εμποροϋπάλληλος στο μεγάλο εμπορικό κέντρο, στο μονοπωλιακό όμιλο, στο κατάστημα, τον πραγματικό αντίπαλο, το κεφάλαιο, πρέπει η κάθε ΚΟΒ (κλαδική και εδαφική) να παρέμβει πολιτικά ολοκληρωμένα και όχι μόνο ως πρωτοπορία στην καθημερινή συνδικαλιστική δράση.

Πώς θα γίνει αυτό χωρίς καλή οργάνωση σχεδιασμού και ελέγχου πάνω σε αυτόν; Πώς θα γίνει χωρίς χρόνο για αυτομόρφωση και τη μελέτη εντύπων του Κόμματος («Ρ» και ΚΟΜΕΠ); Πώς θα γίνει χωρίς και την ατομική βοήθεια στον κάθε σύντροφο, προσαρμόζοντας το σχέδιο στις δυνατότητες και τις ικανότητές του, βγάζοντάς τις στην επιφάνεια και εξελίσσοντάς τις;

Η καλή οργάνωση και ο έλεγχος απαιτεί από τον καθένα μας ξεχωριστά να είναι σε ετοιμότητα να αντιληφθεί γρήγορα τι έρχεται από τους εργαζόμενους, ποια είναι, πώς γίνεται και τι θέλει να πετύχει η παρέμβαση της εργοδοσίας κάθε φορά και πώς αυτό εντάσσεται στις γενικότερες στοχεύσεις της, τη συχνά συγκαλυμμένη δράση άλλων πολιτικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων. Ικανότητα να κατανοήσει το κύριο που αναδεικνύεται από την κουβέντα και να τοποθετηθεί πάνω σε αυτό, χωρίς να χάνεται σε έναν κυκεώνα σκέψεων, ικανότητα να γενικεύει την πείρα, να έχει γνώμη και το θάρρος να την υποστηρίξει ώστε να μεταφέρεται και έτσι να συμβάλει στη διαμόρφωση και προσαρμογή του σχεδιασμού και στα αιτήματα πάλης - κρίκους που θα κινητοποιούν τους εργαζόμενους, θα τους βοηθήσουν να βγάλουν συμπεράσματα, να οργανώνονται στα σωματεία. Δεν είναι μόνο η εξόρμηση στον εργασιακό χώρο, αλλά το πριν και το μετά που είναι το ζήτημα ουσίας.

Για την ανάπτυξη αυτής της ικανότητας απαιτείται γνώση των νομοτελειών του καπιταλισμού αλλά και των εξελίξεων τόσο συνολικά όσο και στον κλάδο. Προσπάθεια για τον κλάδο αυτόν έχει ήδη γίνει με επεξεργασία στην ΚΟΜΕΠ. Η αξιοποίησή της είναι στοίχημα για την Οργάνωση.

Εξειδίκευση της δουλειάς και της οργάνωσης σημαίνει συγκεκριμένη καθοδηγητική βοήθεια ώστε ο κάθε σύντροφος να μιλήσει με το συνάδελφό του, να διαμορφώσει κριτήριο που θα τον βοηθήσει να έχει τα μάτια του ανοιχτά, που θα τον κατευθύνει στην παροχή βοήθειας από πλευράς του τόσο στην ουσιαστική συμπλήρωση της εικόνας για τον κλάδο στο Κόμμα όσο και στη διαμόρφωση αιτημάτων πάλης για το εργατικό κίνημα. Πώς θα αποκτήσει αυτή την ικανότητα αν δεν το μελετήσει και πώς θα συμβάλλει στη συνολική δουλειά της Οργάνωσης σε αυτή την κατεύθυνση;

Για να υλοποιηθεί αυτό το εξειδικευμένο σχέδιο κάθε Οργάνωσης απαιτείται χρόνος για αυτομόρφωση, ενημέρωση, επαφή με τους εργαζόμενους και συζήτηση πέραν της εξόρμησης, για άνοιγμα συνολικά των πνευματικών οριζόντων (επαφή με την τέχνη, το θέατρο, τη γυμναστική, το χορό κ.ά.).

Απαιτείται ατομική θυσία, σε περίοδο όπως αυτή που τρέχουν τα πάντα με ιλιγγιώδη ταχύτητα, αλλά πρωτίστως απαιτείται καθοδήγηση τέτοια που να εξασφαλίζει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί συνολικά και ευρέως η ικανότητα να παρεμβαίνουμε ουσιαστικά στο κίνημα, να οργανώνουμε εργαζόμενους στα σωματεία με όρεξη να συμβάλουν. Ικανότητα να συμβάλουμε τελικά στην εξειδίκευση της πολιτικής του Κόμματος.

Εχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας, σε δύσκολες συνθήκες αλλά οι δυνατότητές μας και η προσπάθεια όλης αυτής της περιόδου μάς δίνει τη δυνατότητα για ουσιώδη συμπεράσματα και οργάνωση της δουλειάς, ώστε η εργατική τάξη να διεκδικήσει τη ζωή που της αξίζει.


Βαμβακίδου Αιμιλία
Συνεργάτης Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ