ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 11 Μάρτη 2017
Σελ. /24
Μερικές σκέψεις πάνω στις Θέσεις

Κλείνουμε τον 8ο χρόνο καπιταλιστικής κρίσης στη χώρα μας. Η κατάσταση που βιώνουν η εργατική τάξη και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, είναι αυτή που ζούμε κι εμείς καθημερινά. Στις Θέσεις γίνεται λόγος για ασθενική οικονομική ανάκαμψη. Αυτό σημαίνει ότι έκλεισε ο κύκλος της κρίσης; Θεωρώ πως μια τέτοια εκτίμηση είναι τουλάχιστον πρόωρη, με δεδομένα το ύψος του χρέους, τη συνεχιζόμενη διεθνή εποπτεία και την αστάθεια του πολιτικού συστήματος. Σ' αυτό το ζήτημα χρειάζεται ξεκάθαρη απάντηση.

Κάνουμε πολύ λόγο για τις εκτιμήσεις των αστικών επιτελείων διεθνώς. Μια από αυτές (που δεν αναφέρεται στις Θέσεις) είναι ότι η Ελλάδα είναι ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης. Το ερώτημα είναι αν είναι αδύναμος κρίκος με τη λενινιστική έννοια. Κατά τη γνώμη μου ήταν εν δυνάμει τέτοιος το προηγούμενο διάστημα: Πρωτοφανής οικονομική κρίση για τα μεταπολεμικά δεδομένα, πρωτοφανής αντιλαϊκή επίθεση σε διάρκεια έκταση και ένταση, η οποία προκάλεσε σοβαρότατες δυσκολίες στην αναπαραγωγή της αστικής πολιτικής (παίξανε γρήγορα όλα τα χαρτιά τους, μαζί και τις εφεδρείες).

Το ζήτημα είναι τι έπρεπε να έχουμε κάνει. Την πρώτη περίοδο 2009 - 2012 οφείλαμε να ηγηθούμε παλεύοντας για τη μεγαλύτερη δυνατή ενότητα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της απέναντι στη συντονισμένη επίθεση του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου. Είχαμε τη δυνατότητα: υπήρχε συσπείρωση γύρω από το Κόμμα, δικαίωση των θέσεών του και λαϊκά στρώματα που από εμάς περιμένανε να πάρουμε την πρωτοβουλία και τα οποία, δικαίως, δεν είχαν εμπιστοσύνη στον ΣΥΡΙΖΑ. Ζήτημα - κρίκος έπρεπε να μπει η μονομερής διαγραφή του χρέους (αντιμονοπωλιακό αίτημα που τσάκιζε κόκαλα). Να πάμε με την αντίστροφη σειρά απ' ό,τι τα λέγαμε. Η Λαϊκή Εξουσία όχι ως προϋπόθεση συμφωνίας, αλλά ως κατάληξη. Οι μάζες δεν πείθονται από τις ιδέες, αλλά από τη δική τους δράση και πείρα με την καθοδήγηση και παρέμβαση της πρωτοπορίας.

Καθήκον μας ήταν να οξύνουμε την κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος, να θέσουμε εμπόδια στην αναδιάταξή του (που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και ένα - εύθραυστο, ακόμα - διπολισμό) και όχι να λέμε στο λαό ότι αυτά είναι ζητήματα που θα τα λύσουν αυτοί (η αστική τάξη).

Πατώντας σε τέτοιες αδυναμίες θέριεψε ο οπορτουνισμός.

Στη συνέχεια, πριν αλλά και μετά την αναρρίχηση στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργήθηκαν σοβαρές αυταπάτες στα λαϊκά στρώματα. Εμείς έπρεπε να αναδείξουμε ως ζήτημα - κρίκο την έξοδο από την ΕΕ. Γι' αυτό παρά τις θεαματικές κωλοτούμπες του ΣΥΡΙΖΑ, με κορυφαία το δημοψήφισμα, δεν έχουμε καταφέρει να ξεμπλοκάρουμε και να συσπειρώσουμε δυνάμεις.

Στις Θέσεις το ζήτημα αντιμετωπίζεται ως άλλη μία ενδοαστική αντίθεση. Παραγνωρίζουμε ότι πρόκειται για στρατηγική επιλογή της άρχουσας τάξης από το 1960 μέχρι σήμερα. Και παραμένει τέτοια. Είναι χαρακτηριστικό από αυτήν την άποψη ότι κανένα κόμμα δεν υποστηρίζει την έξοδο. Και η ΛΑΕ, ένα μικροαστικό κόμμα, που υποστήριξε την έξοδο από το ΕΥΡΩ, παρότι συσπείρωνε τουλάχιστον το 1/3 των μελών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπήκε στο κοινοβούλιο. Η δική μας θέση πρέπει να είναι ξεκάθαρα στον αντίποδα της αστικής πολιτικής και στρατηγικής. Και όχι να λέμε ότι έξω από το ΕΥΡΩ χωρίς λαϊκή εξουσία θα είναι τα ίδια, ίσως και χειρότερα για το λαό. Αυτό είναι «βούτυρο στο ψωμί» της κυβερνητικής προπαγάνδας. Και να μην ξεχνάμε ότι πάνω σε αυτό το ζήτημα (τη θέση απέναντι στην ΕΟΚ) τσακίσαμε τον οπορτουνισμό του ΚΚΕ Εσωτερικού.

Συνοψίζοντας, αντί να βρίσκουμε τον κατάλληλο κρίκο από τον οποίο, κρατώντας τον σφιχτά, θα τραβήξουμε όλη την αλυσίδα της πολιτικής μας, κρατάμε γερά τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας. Αυτό είναι καλό για γυμναστική, αλλά όχι για να μπορέσουμε να την τραβήξουμε. Είναι απότοκο της ταύτισης τακτικής και στρατηγικής, ιδεολογικής και πολιτικής πάλης, που διαπερνούν την πολιτική και τις Θέσεις. Λύνουμε την αντίθεση καταργώντας τη μία πλευρά της. Και αυτό έχει ως συνέπεια, ανάμεσα στ' άλλα, ότι δεν μπορούν να δεθούν οι οικονομικοί αγώνες, στους οποίους μπαίνουμε μπροστά, με το στρατηγικό μας στόχο. Είναι σαν να βαράμε «μια στο καρφί και μια στο πέταλο».

Συντροφικά


Ανδρέας Βασιλείου
ΚΟΒ Ναυπλίου


Στην ίδια ρότα

Οι Θέσεις για το 20ό Συνέδριο έρχονται να επιβεβαιώσουν μια πολιτική στροφή του Κόμματος, ως συνέχεια του 19ου. Ενώ η στροφή αυτή μας φέρνει σε αντίθεση με την πολιτική πραγματικότητα, το Κόμμα συνεχίζει στην ίδια ρότα, με μόνο τεκμήριο τη μη συμμετοχή μας σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, παρά το γεγονός ότι ουδέποτε το επιδιώξαμε!

Η πολιτική που προωθούμε τα τελευταία 8 χρόνια, μας απέδειξε ότι το Κόμμα αδυνατεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις, ενώ τελευταία αναζητάμε - πλαγίως - πίστωση χρόνου μέσω της ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος, πράγμα που δείχνει τις απώλειες του Κόμματος τόσο στις εκλογικές του δυνάμεις όσο και στο μαζικό κίνημα.

Οι Θέσεις, κατά τη γνώμη μου, εμμένουν σε αντιλενινιστική κατεύθυνση, με διαφοροποιημένη όμως ρητορική, σημαντικά ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα παραμένουν ανοιχτά, ενώ ακόμη και στο επίπεδο της στρατηγικής, οι Θέσεις δεν προσφέρουν κάποια αξιόλογη εμβάθυνση που ήταν πάντα το ζητούμενο.

Κύριο πρόβλημα παραμένει το ιδεολόγημα της θέσης της Ελλάδας σε μια πυραμίδα αλληλεξάρτησης, το οποίο μόνο στρεβλώσεις παράγει στην πολιτική μας και συμπαρασύρει τη θέση για τον πόλεμο δημιουργώντας συνεχώς και νέες στρεβλώσεις.

Ως αποτέλεσμα, στις σχεδόν 100 σελίδες των Θέσεων, επικρατούν γενικεύσεις, αμφισημίες, ακόμη και ανακρίβειες, που λόγω του περιορισμένου χώρου μόνο να θίξω μπορώ με ορισμένα παραδείγματα και οι οποίες χρησιμοποιούνται για να καλύψουν την προγραμματική μας αδυναμία, ενώ υπογραμμίζουν την ανάγκη να επιστρέψουμε στη λενινιστική κατεύθυνση.

Αν μιλήσουμε γενικόλογα για την οικονομική κρίση και δεν πάρουμε υπόψη ότι αυτή εξελίσσεται στον δυτικό κυρίως καπιταλισμό, την ίδια περίοδο που στην ανατολή υπάρχουν θετικοί δείκτες ανάπτυξης, τότε οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η κρίση ήταν παγκόσμια και συγχρονισμένη, πράγμα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού, για παράδειγμα, η Κίνα δεν έπεσε ποτέ την ίδια περίοδο σε κρίση... Ομως, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να ερμηνεύσουμε τα φαινόμενα συγκεκριμένα και να προκύψουν αντίστοιχα καθήκοντα για το κομμουνιστικό κίνημα.

Τον πιο σημαντικό κρίκο στην ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος στην Ευρώπη, αυτόν της ρήξης με την ΕΕ, τον προσπερνάμε σε μόλις 2 σελίδες, χωρίς να προσδιορίζονται η θέση της Ελλάδας και η σχέση της με την ΕΕ. Ούτε περιγράφουν, για παράδειγμα, το δυνάμωμα της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης της χώρας μας.

Στη σελ. 12, οι Θέσεις πραγματεύονται την πιθανότητα γενικευμένου πολέμου που με αυτοπεποίθηση... έχουμε προβλέψει στο παρελθόν. Ενώ η παράγραφος περιγράφει ποιες χώρες κατέχουν πυρηνικά όπλα και αν αυτό έχει παίξει αποτρεπτικό ρόλο στη γενικευμένη σύγκρουση μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, επικαλείται μια αυθαιρεσία ότι οι καπιταλιστές όποτε χρειάστηκε τα χρησιμοποίησαν. Ιστορικά όμως έχει αποδειχτεί το ανάποδο. Από τη στιγμή που ο Στάλιν και η Σοβιετική Ενωση κατάφερε να παράξει πυρηνικά όπλα, στον πλανήτη, 65 χρόνια τώρα, εξελίσσονται περιφερειακοί και όχι γενικευμένοι πόλεμοι.

Ετσι, ενώ οι Θέσεις εμμένουν στο ενδεχόμενο γενικευμένου πολέμου, στη σελ. 14 μιλάνε για «προσωρινή αναστολή της γενικευμένης αντιπαράθεσης». Ποια η σημασία αυτής της θέσης;

Ενώ γενικά οι Θέσεις κάνουν λόγο για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, στη θέση 44 το ενδεχόμενο πολέμου συγκεκριμενοποιείται στην πιθανότητα ενός περιφερειακού μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας, χαρακτηρίζοντας την Τουρκία ως ιμπεριαλιστική χώρα - εισβολέα!

Ερώτημα: Αυτή η θέση δεν έρχεται σε αντίθεση με τις γενικότερες επεξεργασίες του Κόμματος για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, δηλαδή τη μετατροπή του σε εμφύλιο; Δεν επηρεάζει τις διακηρυγμένες θέσεις του για τη στάση μας σε έναν τέτοιο πόλεμο; Τέλος, με αυτήν τη μεθοδολογία δεν χάνεται οριστικά η λενινιστική θέση περί μιας χούφτας χωρών που μοιράζουν τις αγορές και σέρνουν μαζί τους τις εξαρτημένες χώρες;

Το πιο σπουδαίο όμως στο κείμενο των Θέσεων, είναι ότι υπάρχει απευθείας μεταστροφή, σε μια τουλάχιστον διακηρυγμένη θέση του προηγούμενου Συνεδρίου. Αυτή αφορά στον ένα από τους πυλώνες της αντικαπιταλιστικής - αντιμονοπωλιακής συμμαχίας, τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης και του χωριού, που πλέον δεν θα έχουν αντικαπιταλιστικό - αντιμονοπωλιακό χαρακτήρα αλλά μόνο αντιμονοπωλιακό. Στο Πρόγραμμα (σελ. 104, ΚΟΜΕΠ 3/2013) γράφονται τα παρακάτω: «Το εργατικό κίνημα, τα κινήματα των αυτοαπασχολούμενων στις πόλεις και των αγροτών και η μορφή έκφρασης της συμμαχίας τους (Λαϊκή Συμμαχία) με αντιμονοπωλιακούς - αντικαπιταλιστικούς στόχους, με την πρωτοπόρα δράση των δυνάμεων του ΚΚΕ σε μη επαναστατικές συνθήκες, αποτελούν το πρόπλασμα για τη διαμόρφωση του επαναστατικού εργατικού - λαϊκού μετώπου σε επαναστατικές συνθήκες».

Η πραγματικότητα είναι ότι αυτή η θέση ακυρώθηκε από τις περσινές αγροτικές κινητοποιήσεις. Σε αυτές, με βάση το Πρόγραμμά μας, έπρεπε να πάμε με αντικαπιταλιστικά - αντιμονοπωλιακά αιτήματα, δηλαδή με πλαίσιο που θα βάζει ως στόχο πάλης την κοινωνικοποίηση της γης, κατ' αντιστοιχία με τις κινητοποιήσεις των φαρμακοποιών, που διεκδικούσαμε ως στόχο πάλης την κοινωνικοποίηση των φαρμακείων τους, ταυτόχρονα με την κοινωνικοποίηση των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών. Και βέβαια, ο φορέας της κοινωνικής συμμαχίας με ένα τέτοιο πλαίσιο θα έπρεπε να είναι η ΠΑΣΥ και όχι τα αγροτικά μπλόκα!

Είναι πασιφανές ότι αν πηγαίναμε με τις προγραμματικές μας θέσεις δεν θα υπήρχαμε ως Κόμμα στο κάδρο των αγροτικών κινητοποιήσεων, με ανυπολόγιστες συνέπειες ακόμα και για την ίδια την ανάπτυξη του αγροτικού κινήματος. «Δικαιούνταν», όμως, η ΚΕ να πάει έτσι; Την ώρα που το 98% των κομματικών μελών ψήφισαν αλλιώς!

Αυτό που η ίδια η πραγματικότητα μας έσπρωξε να κάνουμε, στο 19ο Συνέδριο το ξορκίζαμε και το βαφτίζαμε στάδιο. Πώς λοιπόν σήμερα αλλάζουμε αυτή τη θέση χωρίς να θίξουμε την τεκμηρίωσή της; Και όσοι υπερψήφισαν εκείνο το Πρόγραμμα πώς θα υπερψηφίσουν και αυτές τις Θέσεις;

Προσοχή όμως! Υπάρχει και ο ανάποδος κίνδυνος. Αν το Κόμμα δεν έχει διατυπωμένο το ελάχιστο πρόγραμμα που θα οδηγεί στη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, ελλοχεύει ο δεξιός οπορτουνισμός, αδυνατεί ο αγωνιστής αγρότης να διαφοροποιηθεί από την προσπάθεια ενσωμάτωσης των αστικών δυνάμεων που παρεμβαίνουν. Χωρίς αυτό, ούτε ικανοί συνδικαλιστικοί αγώνες μπορούν να αναπτυχθούν, όποια οργανωτική ανασυγκρότηση και να κάνουμε. Αντίθετα, ο βαθμός συνδικαλιστικής οργάνωσης των λαϊκών στρωμάτων θα συνεχίσει να μειώνεται.

Σήμερα, έχει ωριμάσει η πολιτική συνείδηση των εργατών και των μικρομεσαίων στρωμάτων. Πλέον όλοι αντιλαμβάνονται ότι χωρίς πολιτική λύση, οι συνδικαλιστικοί αγώνες έχουν κοντό ορίζοντα. Εμείς, ενώ αναγνωρίζουμε την ανάγκη για ανάπτυξη συνδικαλιστικών αγώνων, ταυτόχρονα απαιτούμε ο λαός να κάνει πολιτικό άλμα στο σοσιαλισμό.

Αυτό το πρόβλημα έλυνε η προγραμματική πρόταση του 15ου Συνεδρίου.

Η διόρθωση της θέσης για τους ΕΒΕ και τους αγρότες πρέπει να συμπαρασύρει και τους άλλους πυλώνες της κοινωνικής συμμαχίας, όχι όμως με εμπειριοκριτικισμό αλλά αναγνωρίζοντας τη λενινιστική τακτική.


Γιάννης Δούρος
ΚΟΒ Πετρούπολης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ