Icon |
Στο ίδιο πλαίσιο, διενεργήθηκαν οι συζητήσεις και τα παζάρια της κυβέρνησης με τα κλιμάκια των «θεσμών» που ολοκληρώθηκαν αυτήν τη βδομάδα στην Αθήνα, ενώ ο κύκλος της 4ης «μεταμνημονιακής» «αξιολόγησης» με τα νέα «προαπαιτούμενα» (συμπεριλαμβανομένου του κρατικού προϋπολογισμού) αναμένεται να ολοκληρωθεί στη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ στις 4 Δεκέμβρη, με βάση τη νέα «έκθεση αξιολόγησης» που αναμένεται να δημοσιοποιήσει λίγες μέρες νωρίτερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Κρίσιμη παράμετρος, αναφορικά με την «αποδοτικότητα» των αντιλαϊκών μέτρων στον νέο προϋπολογισμό, είναι ο ρυθμός ανάκαμψης του ΑΕΠ για το 2020, ενώ η «ποσοτικοποίηση» των τελικών αντιλαϊκών μεγεθών (π.χ. «πλεονάσματα», φόροι κ.ά.) θα έρθει να «κουμπώσει» με τις «Φθινοπωρινές Προβλέψεις» της Κομισιόν, που θα δημοσιοποιηθούν στις αρχές Νοέμβρη.
Να σημειωθεί πως, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τα πρωτογενή πλεονάσματα στον φετινό προϋπολογισμό κλειδώνουν πάνω από το στόχο (3,5% του ΑΕΠ), ενώ οι επεξεργασίες συνεχίζονται γύρω από τους τρόπους κάλυψης τυχόν «δημοσιονομικών κενών» για το 2020.
Σε αυτό το φόντο, η κυβέρνηση στην πορεία της ανάκαμψης προβάλλει ως δυνατό αντιλαϊκό «ατού» το μπαράζ των παρεμβάσεων που αφορούν στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων. Σε αυτές περιλαμβάνονται το «αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιο» καθώς και το νέο πακέτο κρατικών εγγυήσεων στις τράπεζες για την απαλλαγή τους από τα βαρίδια των «κόκκινων» δανείων.
Επιπλέον, στα σκαριά βρίσκεται το φορολογικό νομοσχέδιο με δεκάδες άρθρα, που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή περί τις 15 Οκτώβρη και όπως επιβεβαιώνουν κυβερνητικές πηγές το σύνολο των πρωθυπουργικών εξαγγελιών στο πλαίσιο της φετινής ΔΕΘ θα ενσωματωθεί στον νέο κρατικό προϋπολογισμό.
Πρόκειται για τις νέες μειώσεις της φορολογίας επί των επιχειρηματικών κερδών με κόστος εκατοντάδων εκατομμυρίων στον κρατικό προϋπολογισμό, οι οποίες βέβαια θα φορτωθούν στα λαϊκά στρώματα, αλλά και σειρά από άλλες παρεμβάσεις στον άξονα της ανταγωνιστικότητας και της προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων.
Μεταξύ άλλων, το φορολογικό νομοσχέδιο που συνοδεύει τον κρατικό προϋπολογισμό θα προβλέπει:
Μεταξύ άλλων, προωθούνται μέτρα τόνωσης της αγοράς ακινήτων και της οικοδομής (τριετής αναστολή του «φόρου υπεραξίας» στα παλαιά ακίνητα και του ΦΠΑ στα νέα, έκπτωση φόρου 40% στις δαπάνες αναβάθμισης ακινήτων).
Την ίδια ώρα, μετά το όργιο φοροληστείας απέναντι στο λαϊκό εισόδημα, η κυβέρνηση της ΝΔ στο ίδιο νομοσχέδιο θα ενσωματώσει τη μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή, από το 22% σήμερα, στο 9%, για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ, με εφαρμογή από την 1η Γενάρη 2020, για την οποία ήδη στις επαφές με τους «θεσμούς» αναζητούνται «αντίμετρα», τα οποία θα πληρώσει «από την άλλη τσέπη» και από το σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής ο λαός.
Αλλωστε, με τη ρύθμιση η «ελάφρυνση», για παράδειγμα, ενός μισθωτού ή συνταξιούχου (χωρίς προστατευόμενα παιδιά) με ετήσιο εισόδημα στα 9.500 ευρώ - και με τη διατήρηση του σημερινού αφορολόγητου ορίου - θα διαμορφωθεί σε περίπου 110 ευρώ, ή περίπου 9 ευρώ το μήνα. Για ετήσιο εισόδημα στα 9.000 ευρώ, το «όφελος» συμπιέζεται στα 47 ευρώ, ή 3,9 ευρώ το μήνα...
Με δυο λόγια, το ύψος της φοροληστείας ουσιαστικά παραμένει αμετάβλητο ακόμα και σε σχέση με τα επίπεδα του 2015, καθώς από το 2016 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στην κατακρεούργηση του αφορολόγητου ορίου, σε συνέχεια βέβαια αντίστοιχων παρεμβάσεων των προκατόχων της.
Και βέβαια τίποτα δεν θα αλλάξει και σε ό,τι αφορά το κύριο: ο λαός θα συνεχίσει να πληρώνει πάνω από το 95% των έμμεσων κι άμεσων φόρων, την ίδια ώρα που το κεφάλαιο θα συνεχίσει να απολαμβάνει φοροασυλία και προκλητικές φοροαπαλλαγές.
Ταυτόχρονα, με στόχο τη διόγκωση της μάζας των αντιλαϊκών φόρων, στο φορολογικό νομοσχέδιο αναμένεται να περιλαμβάνονται διατάξεις όπως η τόνωση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, από τις οποίες αναμένεται ότι θα υπάρχει σημαντικό εισπρακτικό αποτέλεσμα. Μεταξύ άλλων, προωθείται η αύξηση του ελάχιστου ποσοστού της ετήσιας δαπάνης για κατανάλωση με «πλαστικό χρήμα» προκειμένου να κατοχυρωθεί το αφορολόγητο για μισθωτούς, συνταξιούχους. Τα ποσοστά αυτά διαμορφώνονται σήμερα στο 10% για εισόδημα έως 10.000 ευρώ, 15% για εισόδημα από 10.000 έως 20.000 και 20% για εισόδημα πάνω από 20.000 ευρώ, ενώ ήδη εξετάζεται η αύξηση, όπως άλλωστε σχεδίαζε και η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες (15%, 20% και 25% αντίστοιχα).
Σε κάθε περίπτωση, το ακάλυπτο ποσό που προβλέπεται για τις αποδείξεις λιανικής με «πλαστικό χρήμα» θα χαρατσώνεται με τον συντελεστή του πρώτου κλιμακίου της φορολογίας εισοδήματος.
Εξετάζεται ακόμη η αύξηση των δόσεων της πάγιας ρύθμισης που αφορά στην εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, με στόχο βέβαια την ενίσχυση της μάζας των φορολογικών εσόδων που θα εισρέουν στο κρατικό ταμείο.
Θυμίζουμε ότι πάνω από 4 εκατομμύρια φορολογούμενοι - κατά κύριο λόγο λαϊκά νοικοκυριά - βρίσκονται στις λίστες με τα ληξιπρόθεσμα χρέη. Την ίδια ώρα, πάνω από 1,2 εκατ. βρίσκονται «υπό αναγκαστικά μέτρα είσπραξης», δηλαδή σε καθεστώς κατασχέσεων τραπεζικών λογαριασμών και άλλων μέτρων. Εξίσου χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι στο 12μηνο του 2018 ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός έβαλε «στο χέρι» 5,55 δισ. ευρώ από ληξιπρόθεσμα χρέη, μέσω των οποίων «αβγαταίνει» η μάζα των φορολογικών εσόδων και των πλεονασμάτων.