Συγκεκριμένα η «Λαϊκή Συσπείρωση» καταγράφει άνοδο και στις 13 Περιφέρειες, με συνολικό ποσοστό 10,03%, δηλαδή αύξηση 3,2% σε σχέση με το 2019 (6,86%).
Είναι σημαντικό ότι αυτά τα αποτελέσματα επιτεύχθηκαν σε συνθήκες ενός - πρωτοφανούς για εκλογές - «σιωπητηρίου» που επιβλήθηκε με ευθύνη της κυβέρνησης και των άλλων κομμάτων. Στόχος αυτής της αποσιώπησης, που αφορούσε κυρίως τις θέσεις και τους υποψηφίους της «Λαϊκής Συσπείρωσης», ήταν να μείνει ο λαός στο σκοτάδι, να μην υπάρξει ουσιαστική αντιπαράθεση για τα πραγματικά διλήμματα των εκλογών, αλλά και να ανακοπεί η δυναμική που εμφάνιζαν τα ψηφοδέλτια της «Λαϊκής Συσπείρωσης» ιδιαίτερα σε μεγάλους δήμους και Περιφέρειες.
Οι Κομματικές Οργανώσεις ανταποκρίθηκαν - παρά τις όποιες αδυναμίες και καθυστερήσεις - σε μια σύνθετη ιδεολογική - πολιτική μάχη λίγους μήνες μετά τη μάχη των εθνικών εκλογών, τις μαζικές πολιτικές - πολιτιστικές εκδηλώσεις του 49ου Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή» μέσα σε συνθήκες που εξελισσόταν μια σειρά μετώπων, όπως οι μεγάλες καταστροφές από πυρκαγιές και πλημμύρες, της Υγείας, η ανάπτυξη των εργατικών κινητοποιήσεων απέναντι στον νέο νόμο της κυβέρνησης, οι εξελίξεις με τη βαθύτερη εμπλοκή της Ελλάδας στα αμερικανο-ΝΑΤΟικά σχέδια στον πόλεμο στην Ουκρανία και στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου κ.ά.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, αναδείχθηκε, για ακόμα μια φορά, αποφασιστικός ο ρόλος του «Ριζοσπάστη» ως καθημερινού διαφωτιστή και οργανωτή, γεγονός που κάνει επιτακτική την προσπάθεια για σημαντική άνοδο της κυκλοφορίας του. Σημειώνουμε σημαντικά βήματα στον τομέα της προπαγάνδας του Κόμματος, όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από τις κεντρικές παρεμβάσεις των στελεχών του στα ΜΜΕ, το πόρταλ «902», τις παρεμβάσεις στο διαδίκτυο.
Σημαντικό ρόλο παίζει η συστηματική προσπάθεια όλων των άλλων κομμάτων, τα οποία από κοινού καλλιεργούν τη λογική ότι δήθεν οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές είναι μια μάχη «τοπική» και «αυτοδιοικητική», συσκοτίζοντας τον χαρακτήρα της Τοπικής Διοίκησης και διαχέοντας τις ευθύνες πότε στην κυβέρνηση, πότε στην Περιφέρεια, πότε στους δήμους και τελικά στο «πουθενά». Αυτό είναι τελικά το έδαφος που λειτουργεί και ως «πλυντήριο» δημοτικών και περιφερειακών αρχών για τις καταγεγραμμένες και μεγάλες ευθύνες που έχουν στην όξυνση των λαϊκών προβλημάτων. Η αποπροσανατολιστική αντίληψη ότι δήθεν τα πρόσωπα κρίνονται με όρους «αυτοδιοικητικούς» και όχι «πολιτικούς - ιδεολογικούς» κ.λπ., ότι «τα τοπικά προβλήματα δεν έχουν πολιτικό πρόσημο και ιδεολογία», ευνοεί ακόμα και ακραία αντιδραστικές δυνάμεις και υποψηφιότητες.
Αυτές οι αντιλήψεις, που υπερτονίζουν τον τοπικό χαρακτήρα της μάχης των εκλογών και κυρίως υποτιμούν τον ρόλο που παίζουν οι τοπικές - δημοτικές διοικήσεις ως τμήμα του ενιαίου κρατικού μηχανισμού, επιδρούν και σε ένα τμήμα φίλων και ψηφοφόρων του Κόμματος, ιδιαίτερα στους δήμους. Εκεί οφείλεται σε έναν βαθμό - χωρίς να παραγνωρίζουμε και άλλους παράγοντες - και η απόκλιση που υπάρχει σε ψήφους και ποσοστό μεταξύ των δημοτικών και περιφερειακών ψηφοδελτίων της «Λαϊκής Συσπείρωσης» στις ίδιες περιοχές. Συνεπώς, το επόμενο διάστημα είναι ανάγκη μέσα από τη δουλειά των Κομματικών Οργανώσεων των εκλεγμένων της «Λαϊκής Συσπείρωσης» σε Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια να ανέβει το μέτωπο τόσο στις περιφερειακές όσο και ιδιαίτερα σε δημοτικές αρχές, να αποκαλυφθεί ακόμη περισσότερο ο ρόλος που παίζουν στην εξειδίκευση της αντιλαϊκής πολιτικής σε τοπικό επίπεδο και στην ενσωμάτωση εργατικών - λαϊκών δυνάμεων.
Το ΚΚΕ έθεσε το πραγματικό δίλημμα των τοπικών εκλογών από τη σκοπιά του λαού, δηλαδή την ανάγκη να αναδειχθούν περισσότεροι εκλεγμένοι σε δήμους και Περιφέρειες, δημοτικές αρχές που θα είναι σύμμαχοι στον αγώνα του λαού και μαχητική αντιπολίτευση στις κυβερνήσεις και τους άλλους κρατικούς μηχανισμούς. Αυτό το δίλημμα εκ των πραγμάτων αφορούσε τόσο τον πρώτο όσο και τον δεύτερο γύρο των εκλογών. Γι' αυτό και το ΚΚΕ απευθύνθηκε στον λαό με ενιαίο τρόπο, καλώντας τον να καταδικάσει εκείνες τις δυνάμεις που αποτελούν τα «καλά παιδιά» των κυβερνήσεων και των υπόλοιπων κρατικών μηχανισμών και υπηρετούν το σημερινό αντιλαϊκό θεσμικό πλαίσιο συγκρότησης και λειτουργίας της Τοπικής Διοίκησης. Αυτή η καταδίκη εκφραζόταν αντικειμενικά με τη στάση «λευκό ή άκυρο», εκεί όπου δεν υπήρχαν υποψήφιοι της «Λαϊκής Συσπείρωσης». Η τοποθέτηση αυτή δεν θα αργήσει να επιβεβαιωθεί το αμέσως επόμενο διάστημα, από τη στάση και τη θέση των εκλεγμένων υποψηφίων με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ που και ως νέοι δήμαρχοι ή περιφερειάρχες έχουν ήδη αρχίσει να δείχνουν τα πρώτα δείγματα γραφής στη συμπόρευση με την κυβερνητική αντιλαϊκή πολιτική.
Το υψηλό ποσοστό αποχής, ιδιαίτερα σε μεγάλους δήμους, περικλείει επίσης σημαντικό ποσοστό διαμαρτυρίας απέναντι σε τοπικές αρχές που υλοποίησαν την κυρίαρχη πολιτική, εκφράζει απαξίωση απέναντι στον «θεσμό» της Τοπικής Διοίκησης με τον ταξικό αντιλαϊκό του χαρακτήρα αλλά και δυσαρέσκεια απέναντι συνολικά στην αντιλαϊκή πολιτική των κυβερνήσεων και των κομμάτων που τη στηρίζουν. Ζητούμενο είναι αυτή η διαμαρτυρία, ιδιαίτερα νέων ανθρώπων, να εκφραστεί με την ενεργό συμμετοχή στο κίνημα, στην οργανωμένη πάλη και διεκδίκηση, να αποκτήσει ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, να συναντηθεί με την ανατρεπτική πολιτική του ΚΚΕ.
Η κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί να ερμηνεύσει το εκλογικό αποτέλεσμα ως επιβράβευση της πολιτικής της από τον λαό παρά τις σημαντικές απώλειες που κατέγραψε στον β' γύρο (δήμος Αθήνας, δήμος Θεσσαλονίκης, Περιφέρεια Θεσσαλίας κ.ά.) και τη μεγάλη πτώση σε ψήφους και ποσοστά που υποψήφιοί της είχαν σε πολλές περιπτώσεις. «Χείρα βοηθείας» στην κυβέρνηση της ΝΔ έδωσαν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, στηρίζοντας σε πολλές περιπτώσεις, είτε ο ένας είτε ο άλλος, ή και οι δύο μαζί, κοινές υποψηφιότητες με τη ΝΔ (Πειραιάς, Περιστέρι κ.λπ.). Αυτή η σύμπλευση εκφράστηκε σε πολλές περιπτώσεις και στον δεύτερο γύρο απέναντι στους υποψηφίους της «Λαϊκής Συσπείρωσης». Ανεξάρτητα από την προσπάθεια μερικής διαφοροποίησης από τη ΝΔ, μέσω της συμπόρευσης του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ στη Θεσσαλία και στον β' γύρο στην Αθήνα, η γενική πολιτική σύγκλισή τους με τη ΝΔ σε θέσεις, προγράμματα, ακόμη και σε υποψηφιότητες - πρόσωπα είναι αυτή που δίνει «αέρα» στην κυριαρχία της ΝΔ. Ωστόσο, τα «κυβερνητικά χαμόγελα» για το εκλογικό αποτέλεσμα έχουν «κοντά ποδάρια», γιατί σε μεγάλα τμήματα του λαού δυναμώνουν η ανασφάλεια, η οργή, η αγανάκτηση απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική. Οξύνονται τα εργατικά - λαϊκά προβλήματα.
Καμία υποτίμηση δεν πρέπει να υπάρχει για τη δράση ακροδεξιών - φασιστικών δυνάμεων. Οχι μόνο γιατί το ποσοστό του ναζιστή καταδικασμένου εγκληματία Κασιδιάρη παραμένει υψηλό, παρά τις απώλειες, αλλά και γιατί αντικομμουνιστικές, ακροδεξιές, φασιστικές δυνάμεις «κρύφτηκαν» σε ψηφοδέλτια όλων των άλλων κομμάτων, αποδεικνύοντας τον ομφάλιο λώρο που τους δένει με το αστικό πολιτικό σύστημα.
Απέναντι σε αυτό το σκηνικό, εναλλακτική λύση δεν είναι ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε το ΠΑΣΟΚ και γενικότερα η ανασύνθεση στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας. Δεν είναι η αναβίωση του χρεοκοπημένου διλήμματος «δεξιά - αντιδεξιά». Ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να καλύψει τις νέες εκλογικές απώλειές του μέσω της στήριξης υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ. Αυτές οι λεγόμενες «προοδευτικές» υποψηφιότητες λειτουργούν και προβάλλονται σαν «δοκιμαστικός σωλήνας» για τις διεργασίες και τα παζάρια στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Ανεξάρτητα από την τελική κατάληξή τους, ενισχύεται εκείνο το ρεύμα που προκρίνει τη συνεργασία, ακόμη και τη συγχώνευση ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, μέσα και από πιθανές διασπάσεις ή αποχωρήσεις στελεχών στον ΣΥΡΙΖΑ. Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ σε μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων (καταδίκη των Παλαιστινίων, ανοικτή στήριξη του κεφαλαίου από τον πρόεδρό του στον ΣΕΒ κ.λπ.), δείχνει την αγωνιώδη προσπάθειά του να εμφανιστεί ότι είναι αξιόπιστος εκφραστής των συμφερόντων της άρχουσας τάξης και ότι έχει πάρει και τυπικά «διαζύγιο» από οτιδήποτε αριστερό και προοδευτικό είχε απομείνει σε αυτό το κόμμα, έστω και σε επίπεδο κάποιων διακηρύξεων, συμβολισμών ή συνθημάτων.
Φυσικά, συμπεράσματα πρέπει να βγουν και για το πού οδηγούν δυνάμεις που προσπαθούν να αναβιώσουν χρεοκοπημένες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις των πρώτων χρόνων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και άλλες δυνάμεις του οπορτουνιστικού χώρου (ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.λπ.). Είναι χαρακτηριστικό ότι αξιοποιούνται ως αναχώματα σε λαϊκές - εργατικές δυνάμεις στη συμπόρευσή τους με το ΚΚΕ, όπως εκφράστηκε και στις τοπικές εκλογές που αφενός λειτούργησαν ως ανάχωμα στη «Λαϊκή Συσπείρωση» κι αφετέρου στήριξαν τις προσπάθειες «αναβάπτισης» της σοσιαλδημοκρατίας, με αφορμή τις εκλογές στον δήμο της Αθήνας.
Η μεγαλύτερη φθορά της σοσιαλδημοκρατίας πρέπει να γίνει στοιχείο μεγαλύτερης μαχητικής συνειδητοποίησης ότι δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος για τον λαό, αναζητώντας μια «αριστερή», «προοδευτική» κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλιστικού συστήματος. Διέξοδος για τον λαό υπάρχει μόνο στον δρόμο της αποφασιστικής σύγκρουσης με αυτό.
Το ΚΚΕ απευθύνει κάλεσμα συμπόρευσης στις μεγάλες μάχες, στο εργατικό - λαϊκό κίνημα στον προοδευτικό αριστερό κόσμο, που σήμερα είναι απογοητευμένος από την πορεία της σοσιαλδημοκρατίας, από τον δρόμο των ψευδαισθήσεων και των αυταπατών που έχει οδηγήσει στον εκφυλισμό. Η ελπίδα για τον λαό είναι ο δρόμος αμφισβήτησης της κυρίαρχης αντιλαϊκής πολιτικής, είναι ο δρόμος των εργατικών - λαϊκών αγώνων σε σύγκρουση με το καπιταλιστικό σύστημα, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις.
Εχουμε πλήρη επίγνωση ότι μεγαλώνουν οι ευθύνες μας μπροστά στις μικρές και μεγάλες μάχες που έρχονται, για να συμβάλουμε πιο αποφασιστικά στην ανασυγκρότηση, στη μαχητικότητα, στη μαζικότητα του εργατικού - λαϊκού κινήματος, στην οργάνωση της καθημερινής πάλης του λαού, για να αποτρέψουμε χειρότερα μέτρα από την κυβέρνηση της ΝΔ και από τη συναίνεση που παρέχουν τα άλλα αστικά κόμματα, αλλά και από τις αντιλαϊκές τοπικές διοικήσεις σε δήμους και Περιφέρειες.
Για να εμποδιστούν νέα μέτρα και αντεργατικοί νόμοι. Για την πραγματική ανακούφιση των εργαζομένων, των ανέργων, των λαϊκών νοικοκυριών, των συνταξιούχων, της νεολαίας, όλων όσοι υποφέρουν. Για τη διεκδίκηση ουσιαστικών αυξήσεων στους μισθούς, την κατάργηση αντιλαϊκών φόρων, την προστασία της λαϊκής κατοικίας. Για τη διεκδίκηση έργων και υποδομών που θα υπηρετούν την προστασία του λαού. Για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Για να εκφραστεί η αντίθεση στα επικίνδυνα σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ στην περιοχή μας, όπου έχει ανάψει για τα καλά το φιτίλι του πολέμου, όπως δείχνει και η κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, η επιθετικότητα του κράτους του Ισραήλ απέναντι στον λαό της Παλαιστίνης. Πρόκειται για σχέδια στα οποία εμπλέκει πιο ενεργά τη χώρα μας η κυβέρνηση της ΝΔ, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των άλλων αστικών κομμάτων.
Το ΚΚΕ αναλαμβάνει την ευθύνη του για να δυναμώσει η πραγματική λαϊκή αντιπολίτευση, για να ανοίξουμε τον δρόμο της ανατροπής, με τον λαό πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Για μια ριζικά διαφορετική οργάνωση της κοινωνίας, τη σοσιαλιστική - κομμουνιστική όπου ο εργαζόμενος είναι οργανωτής της δικής του εξουσίας, με τον πλούτο και τα μέσα παραγωγής ως κοινωνική ιδιοκτησία.
Η ΚΕ του ΚΚΕ
18/10/2023