ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 18 Σεπτέμβρη 2001
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ
Επιβολή τρομοκρατίας σε όλα τα μήκη και πλάτη

«Τον θέλω ζωντανό ή νεκρό...», δήλωσε χτες ο Αμερικανός Πρόεδρος

Associated Press

«Τον θέλω ζωντανό ή νεκρό...», δήλωσε χτες ο Αμερικανός Πρόεδρος
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ - ΜΟΝΤΡΕΑΛ.-

Ο πραγματικά καταστροφικός χαρακτήρας των γεγονότων της 11ης του Σεπτέμβρη έχει ειπωθεί πολλάκις - ακόμη και στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο φυσικά ήταν δυνατόν αυτό να εισακουστεί μέσα στον πανικό των πρώτων ημερών - ότι μπορεί να αποτελέσει την καλύτερη και άκρως νομιμοποιημένη, στα μάτια της διεθνούς αλλά και της αμερικανικής κοινότητας, προσπάθεια για την προώθηση μία σειράς μέτρων, κατασταλτικών κυρίως, υπό τη σκέπη των «μέτρων κατά της τρομοκρατίας», που γίνονται αποδεκτά και εφικτά με την καλλιέργεια του φόβου και του πανικού τόσο μέσα στις ΗΠΑ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.

Τη στιγμή που τα μάτια όλης της οικουμένης στρέφονται έντρομα προς την Κεντρική Ασία και πιο συγκεκριμένα προς το Αφγανιστάν, που θα δεχτεί την πιθανή επίθεση από τις ΗΠΑ, με αφορμή τον Νο 1 τρομοκράτη για τους Αμερικανούς, τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, καθώς επιθυμούν να έχουν κάποιο συγκεκριμένο στόχο για επιτύχουν τους «πραγματικούς τους σκοπούς», τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό, χτες ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζορτζ Μπους δήλωσε, μιλώντας στους δημοσιογράφους, ότι θέλει τον Σαουδάραβα πολυεκατομμυριούχο μπιν Λάντεν «νεκρό ή ζωντανό» και προειδοποίησε τους Ταλιμπάν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους τις δηλώσεις του αυτές.

«Θυμάμαι πως όταν ήμουν παιδί, υπήρχε η συνήθεια στο δυτικό τμήμα των ΗΠΑ να τοιχοκολλούν αφίσες που έλεγαν "Καταζητείται νεκρός ή ζωντανός"», δήλωσε ο Μπους κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Πεντάγωνο, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Αμερική επιθυμεί να αποδοθεί δικαιοσύνη. `Η, καλύτερα, όχι μόνο δικαιοσύνη...

«Αρση του νόμου για τις πολιτικές δολοφονίες»

... αλλά κυρίως να προωθήσει στόχους, πολλαπλούς, υπό τη μορφή του αγώνα κατά της τρομοκρατίας, και κυρίως τη στρατιωτικοποίηση και την επιβολή ενός νέου τύπου ασφυκτικού ελέγχου.

Η συζήτηση στο αμερικανικό Κογκρέσο συνεχίζει να κινείται αποκλειστικά προσδιορισμένη στα μέτρα που πρέπει να λάβουν οι ΗΠΑ, μία συζήτηση που καταδεικνύει δύο κυρίως στοιχεία: Κατ' αρχήν τη λήψη μέτρων, ακραίων, που μάλιστα μόνο δημοκρατικά δε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, αφού σαφώς παραβιάζουν αυτό που οι Αμερικανοί διατείνονται ότι υπερασπίζονταν πρωτίστως, «τα ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα», με αφορμή τα οποία μάλιστα έχουν εξαπολύσει πολέμους, όπως στη Γιουγκοσλαβία. Και ένα ακόμη πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι η απόλυτη ομοφωνία στη λήψη ανάλογων μέτρων, ένα κοινό μέτωπο δηλαδή Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών. Χαρακτηριστικό είναι ότι την πρόταση για την έκδοση «ομολόγων πολέμου», υπό την ονομασία «ομόλογα ενότητας», τα οποία κύριο στόχο έχουν την κάλυψη των τεράστιων χρηματικών ποσών, τόσο για την ανακούφιση των πληγέντων και την ανοικοδόμηση, όσο και τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», από τους απλούς Αμερικανούς πολίτες, την έκανε ο Τιμ Τζόνσον, ο δημοκρατικός γερουσιαστής της Νότιας Ντακότα.

Υπό αυτό το σκεπτικό μάλλον θεωρείται ζήτημα χρόνου η υπερψήφιση της άρσης της απαγόρευσης για δολοφονίες από τις αμερικανικές υπηρεσίες. «Εχουμε το δικαίωμα να δολοφονήσουμε κάποιον πριν εκείνος δολοφονήσει εμάς» δήλωσε προς το Σώμα ο γερουσιαστής Μπομπ Γκράχαμ, επικεφαλής της αρμόδιας Επιτροπής Μυστικών Υπηρεσιών της Γερουσίας.

Η κίνηση αυτή είναι το επόμενο βήμα για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπό τον Τζορτζ Ουόκερ Μπους, που έλαβε την απόλυτη εξουσιοδότηση από το Κογκρέσο μόλις την περασμένη Παρασκευή για την άσκηση βίας, ακόμη και κήρυξη πολέμου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ήδη ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει τεθεί επικεφαλής της «επιτροπής πολέμου» στο Καμπ Ντέιβιντ, που συνίσταται κυρίως από ανώτατους Αμερικανούς αξιωματούχους, και μελετά όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο «οι ΗΠΑ θα απαντήσουν αποτελεσματικά στην κήρυξη πολέμου», αλλά και την προώθηση δρακόντειων μέτρων ασφαλείας, που περιλαμβάνουν αυξανόμενες εξουσίες στη σύλληψη μη Αμερικανών πολιτών, παγίδευση τηλεφώνων, άνοιγμα και παρακολούθηση τραπεζιτικών λογαριασμών και πολύ αυστηρότερες ποινές κυρίως σε αυτούς που φέρονται ότι βοηθούν τους τρομοκράτες.

Ειδικότερα, όσον αφορά στην άρση της απαγόρευσης δολοφονιών, η οποία έχει τη μορφή της εκτέλεσης διαταγής, όπως τονίζουν αναλυτές, μπορεί να γίνει και από τον ίδιο τον Αμερικανό Πρόεδρο χωρίς να χρειαστεί η έγκριση από τους νομοθέτες. Μέχρι στιγμής, σύμφωνα με το πρακτορείο «Ρόιτερς», οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου έχουν αρνηθεί να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν ή ακόμη και να συζητήσουν αυτή την άρση, αλλά ο υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ, σε χτεσινές του δηλώσεις, τόνισε πως «οτιδήποτε» - περιλαμβανομένου και του νόμου που προώθησε το 1976 ο τότε Πρόεδρος Τζέραλντ Φορντ και με τον οποίο απαγορεύεται ρητά η διάπραξη δολοφονιών ξένων πολιτικών ηγετών και προσώπων - «τίθεται προς επανεξέταση». «Είναι ακόμη θεωρητικό και όσον αφορά στην εκστρατεία μας, εξετάζουμε τα πάντα, από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η CIA μέχρι τον τρόπο που λειτουργεί και ενεργεί το FBI και το υπουργείο Δικαιοσύνης», θα τονίσει πολύ χαρακτηριστικά ο Πάουελ.

«Υποκλοπή τηλεφωνικών συνδιαλέξεων»

Και μια και γίνεται ο λόγος για το υπουργείο Δικαιοσύνης και το ρόλο του στο «νέο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», η κυβέρνηση Μπους ζητεί μεγαλύτερες εξουσίες για να παρακολουθεί τις τηλεφωνικές γραμμές και τα δίκτυα ηλεκτρονικών υπολογιστών, δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Τζον Ασκροφτ, αφού όπως υποστήριξε «οι τρομοκράτες εξακολουθούν να βρίσκονται εντός των Ηνωμένων Πολιτειών». Οι κανονισμοί για την έγκριση παρακολουθήσεων τηλεφωνημάτων πρέπει να αλλάξουν ώστε να επικεντρωθούν στον ύποπτο μάλλον παρά στην τηλεφωνική συσκευή, σε μια εποχή που πολλοί έχουν πολλαπλά και «μιας χρήσεως» τηλέφωνα, δήλωσε και ζήτησε από το Κογκρέσο να νομοθετήσει μακρότερες ποινές κάθειρξης για άτομα που προσφέρουν καταφύγιο σε τρομοκράτες - μέχρι σήμερα η ανώτατη ποινή είναι πέντε χρόνια - ώστε να εξισωθούν με εκείνες που προβλέπονται για την υπόθαλψη κατασκόπων.

Μιλώντας στην τηλεόραση από την προεδρική εξοχική κατοικία στο Καμπ Ντέιβιντ, ο Ασκροφτ δήλωσε ότι οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες ασφαλείας, όπως το FBI, έχουν αυτή τη στιγμή καλύτερα εργαλεία για να αντιμετωπίσουν το οργανωμένο έγκλημα και τον παράνομο τζόγο απ' ό,τι για να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία.

Την ίδια στιγμή ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσέινι, σε δηλώσεις του την Κυριακή, τόνισε ότι την 11η Σεπτέμβρη η πιο δύσκολη απόφαση ήταν η εντολή για την κατάρριψη οποιοδήποτε επιβατικού αεροσκάφους το οποίο δε θα υπάκουε στις εντολές, γνωρίζοντας ότι σε αυτά επιβαίνουν εκατοντάδες άνθρωποι. Μάλιστα, ο Τσέινι τόνισε ότι το μέτρο είναι ακόμη σε ισχύ όσον αφορά τη Νέα Υόρκη και την πρωτεύουσα Ουάσιγκτον, ενώ οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι το αεροδρόμιο της πρωτεύουσας παραμένει κλειστό επ' αόριστον, αφού τα αεροπλάνα κατά την προσγείωση και απογείωσή τους περνούν τόσο πάνω από το Λευκό Οίκο όσο και πάνω από το Πεντάγωνο.

Και ο Καναδάς σε πόλεμο!

«Ο Καναδάς σε πόλεμο», ανήγγειλε χτες με πρωτοσέλιδό της η μεγάλη καναδική εφημερίδα «Νάσιοναλ Ποστ», βασιζόμενη σε χτεσινή συνέντευξη του υπουργού Εξωτερικών Τζον Μάνλεϊ, ο οποίος δήλωσε ότι ο Καναδάς αναμφίβολα θα πλαισιώσει τις ΗΠΑ στις στρατιωτικές επιχειρήσεις τους για την πάταξη της τρομοκρατίας, έστω και αν χαθούν ζωές.

«Ο Καναδάς είναι σε πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας», τόνισε ο Καναδός υπουργός Εξωτερικών, επισημαίνοντας ότι η Οτάβα θα σταθεί στο πλευρό των Αμερικανών, όταν θα πολεμήσουν τους ενόχους, ακόμη κι αν η ζωή των Καναδών στρατιωτών τεθεί σε κίνδυνο. Ο Τζον Μάνλεϊ, ο οποίος υποστήριξε ότι η συμπαράσταση του Καναδά στις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ, αφού έχουν χαθεί στην τραγωδία και Καναδοί πολίτες, δήλωσε ακόμη ότι η Οτάβα θα επανεξετάσει τους μεταναστευτικούς νόμους και την πολιτική της για να αποφύγει τη διείσδυση υπόπτων στοιχείων στο αμερικανικό έδαφος μέσω των συνόρων της χώρας. Η Ουάσιγκτον έχει κατηγορήσει τον Καναδά ως παράδεισο των τρομοκρατών, επειδή έχει χαλαρούς νόμους για τη μετανάστευση και την προστασία των πολιτικών προσφύγων, καθώς και αναποτελεσματική πολιτική ασφάλειας στα σύνορά του. Το Κογκρέσο των ΗΠΑ, αλλά η ίδια η Μυστική Υπηρεσία Ασφαλείας του Καναδά έχουν επισημάνει ότι κάθε γνωστή τρομοκρατική ομάδα εκμεταλλεύεται τις εθνικές κοινότητες της χώρας, αποτελώντας πραγματικό κίνδυνο για την ασφάλεια των πολιτών.

Ο Τζον Μάνλεϊ τόνισε ότι εάν δε ληφθούν μέτρα για την ασφαλή διακίνηση στα σύνορα του Καναδά με τις ΗΠΑ, η χώρα κινδυνεύει να έχει τεράστιο οικονομικό κόστος εξαιτίας της μείωσης του διμερούς εμπορίου. Ο Καναδός υπουργός προειδοποίησε ότι οι Καναδοί θα πρέπει να είναι έτοιμοι να δεχτούν κάποια όρια στις προσωπικές τους ελευθερίες, καθώς ο Καναδάς και οι σύμμαχοί του θα θέσουν νέα μέτρα για την πάταξη της τρομοκρατίας. Η εξαγγελία του υπουργού έχει ήδη προκαλέσει έντονες συζητήσεις, αφού η νέα προοπτική αφήνει αδιευκρίνιστα τα όρια της εξουσίας του κράτους έναντι του πολίτη.


Παράταση στις αγωνιώδεις διαβουλεύσεις

Αναχώρηση του 7ου Στόλου προς άγνωστη κατεύθυνση...

Associated Press

Αναχώρηση του 7ου Στόλου προς άγνωστη κατεύθυνση...
ΚΑΜΠΟΥΛ - ΚΑΝΤΑΧΑΡ - ΙΣΛΑΜΑΜΠΑΝΤ.-

Παράταση μιας ημέρας έλαβε η παραμονή της πακιστανικής αντιπροσωπείας στο Αφγανιστάν, προκειμένου να «καταστήσει σαφές στην ηγεσία των Ταλιμπάν με το γλαφυρότερο δυνατό τρόπο, το μέγεθος των συνεπειών μιας στρατιωτικής επιδρομής εναντίον της χώρας τους», δήλωνε, αργά χτες, ο Πακιστανός υπουργός Εξωτερικών. Οπως έγινε γνωστό, ο θρησκευτικός ηγέτης των Ταλιμπάν, μουλάς Μοχάμεντ Ομάρ παρέπεμψε την τελική απόφαση για την τύχη του Οσάμα Μπιν Λάντεν, στην έκτακτη σύνοδο του Ανώτατου Ισλαμικού Συμβουλίου, σήμερα, πιθανότατα στην Καμπούλ.

Περισσότερες από τρεις ώρες φέρεται να διήρκεσαν οι συνομιλίες ανάμεσα στην πακιστανική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον αρχηγό των πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών, αντιστράτηγο Μαχμούντ Αχμέντ, και αντιπροσωπεία των Ταλιμπάν, με επικεφαλής τον μουλά Μοχάμεντ Ομάρ. Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, οι συνομιλίες διεξήχθησαν στο Κανταχάρ, ενώ σήμερα αναμένεται να επαναληφθούν στην Καμπούλ. Ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Αμπντούλ Χάι Μουταμάεν, χαρακτήρισε τις συνομιλίες «θετικές», αλλά τόνιζε ότι «δε συζητήθηκε το θέμα του Μπιν Λάντεν». Σύμφωνα με τις δηλώσεις του μουλά Ομάρ, όπως τις μετέδιδε το ραδιόφωνο των Ταλιμπάν «Σαριάτ», «η πακιστανική αντιπροσωπεία έθεσε ορισμένα ζητήματα για το πώς μπορεί να αποφευχθεί μια αμερικανική επίθεση» και αυτά θα «κληθούν να εξετάσουν οι 20 κληρικοί του Ανώτατου Ισλαμικού Συμβουλίου, οι οποίοι θα λάβουν την τελική απόφαση».

Παράλληλα, πάντως, ο υπουργός Πολιτικής Αεροπορίας του καθεστώτος των Ταλιμπάν, Ακχατάρ Μοχάμαντ Μανσούρ, ανακοίνωνε ότι κλείνει για τις διεθνείς αεροπορικές εταιρίες ο εναέριος χώρος του Αφγανιστάν επικαλούμενος «τους κινδύνους που προκύπτουν από μία αμερικανική επίθεση». Επίσης, το καθεστώς των Ταλιμπάν κατέστησε σαφές, ήδη, από την Κυριακή ότι δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί την ασφάλεια των τελευταίων μελών των διεθνών ανθρωπιστικών οργανώσεων που βρίσκονται στη χώρα. Σύμφωνα με την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, σχεδόν όλα τα μέλη των οργανώσεων αυτών έχουν εγκαταλείψει το Αφγανιστάν, ενώ τεράστιο είναι το κύμα των Αφγανών προσφύγων προς τα πακιστανικά και τα ιρανικά σύνορα. Εκτιμάται ότι τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπως η Καμπούλ, το Κανταχάρ και το Τζαλαλαμπάντ, έχουν σχεδόν ερημώσει.

Την πρόθεσή της να παράσχει «ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες για τον εντοπισμό του Οσάμα Μπιν Λάντεν» εξέφρασε, με ανακοίνωσή της, η αφγανική αντιπολίτευση. Μάλιστα, ο ηγέτης της, και ανατραπέντας πρόεδρος της χώρας, Μπουρανουντίν Ραμπανί, δήλωνε έτοιμος «να παράσχει κάθε δυνατή βοήθεια, καθώς οι μαχητές της αντιπολίτευσης γνωρίζουν πολύ καλά το έδαφος του Αφγανιστάν». Πάντως, οι ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες για επικείμενη επίθεση των Ταλιμπάν κατά των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, φέρονται να είναι η αιτία για την κατάσταση συναγερμού που τέθηκαν τα στρατεύματα του γειτονικού Τατζικιστάν.

Ο ίδιος ο Μπιν Λάντεν, την Κυριακή, με ανακοίνωσή του μέσω του Αφγανικού Ισλαμικού Πρακτορείου, επαναλάμβανε ότι δεν έχει καμία σχέση με τις επιθέσεις στις ΗΠΑ.

Διαψεύσεις και ανησυχία

«Ο χρόνος πιέζει» προειδοποιούσε, χτες, ο Πακιστανός υπουργός Εξωτερικών, δηλώνοντας ότι η πακιστανική αντιπροσωπεία θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να πείσει τους Ταλιμπάν να παραδώσουν τον Μπιν Λάντεν. Ο Αμπντούλ Σατάρ διέψευδε ότι οι πακιστανικές Ενοπλες Δυνάμεις θα συμμετάσχουν σε κάποιο επικείμενο πλήγμα κατά της γειτονικής χώρας και αρκέστηκε να επαναλάβει τα λόγια της επίσημης ανακοίνωσης του στρατιωτικού ηγέτη της χώρας, Περβέζ Μουσαράφ, ότι «θα παράσχει πλήρη υποστήριξη γιατί επιθυμεί να υπηρετήσει το διεθνές δίκαιο». Πακιστανικές πηγές τόνιζαν ότι η αντιπροσωπεία που διεξάγει τις διαπραγματεύσεις «προειδοποιούσε ότι μια αμερικανική επίθεση θα μπορούσε να γίνει και μέχρι το Σαββατοκύριακο», ενώ υπογράμμιζαν ότι «δεν είναι βέβαιο ότι δε θα γίνει επίθεση, ακόμη και αν παραδοθεί ο Μπιν Λάντεν».

Σύμφωνα, πάντως, με αμερικανικές διπλωματικές πηγές, τουλάχιστον 50 Αμερικανοί στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες βρίσκονται, ήδη, από την Παρασκευή, στο Ισλαμαμπάντ και έχουν διαρκή συνεργασία με τις πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες. Οι ίδιες, πάντα, πηγές υποστήριζαν ότι οι ΗΠΑ ζήτησαν (και πέτυχαν) να κλείσουν τα σύνορα με το Αφγανιστάν και πιθανώς να χρησιμοποιηθεί ο εναέριος χώρος του. Παρ' όλα αυτά, ο στρατιωτικός εκπρόσωπος Ρασίντ Κουρέισι διέψευδε, χτες, τις δημοσιογραφικές πληροφορίες ότι υπάρχει ενίσχυση των πακιστανικών δυνάμεων στα σύνορα ή ότι η συνοριακή γραμμή έχει κλείσει και επιτρέπεται μόνο η διακίνηση τροφής. Απέφυγε, επίσης, να επιβεβαιώσει προηγούμενες πληροφορίες ότι οι Ταλιμπάν έχουν ενισχύσει τις δυνάμεις τους στα σύνορα με, τουλάχιστον, 25.000 άνδρες και με αντιπυραυλικές συστοιχίες Scud.

Την ίδια στιγμή, η μεγάλη πακιστανική εφημερίδα Jang υποστήριζε ότι 20 αντιτορπιλικά, 1 καταδρομικό και πιθανώς 2 αεροπλανοφόρα των ΗΠΑ, 6 βρετανικά και 2 γαλλικά πολεμικά πλοία, έχουν συγκεντρωθεί στην αραβική θάλασσα στα ανοιχτά του Ομάν. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ένα αμερικανικό αεροσκάφος επιτήρησης «P-3C Orion» πραγματοποιεί διαρκώς πτήσεις κατά μήκος της ακτής Μάκραν, στη δυτική πακιστανική επαρχία Μπαλουχιστάν.

Οι αντιδράσεις, όμως, στο εσωτερικό της χώρας, της οποίας η συντριπτική πλειοψηφία των 140 εκατομμυρίων κατοίκων είναι μουσουλμάνοι, είναι εξαιρετικά αρνητικές. Μετά από συνεδρίασή τους στη Λαχόρη, τουλάχιστον 30 θρησκευτικές οργανώσεις σχημάτισαν «Συμβούλιο για την άμυνα του Αφγανιστάν και του Πακιστάν» και κάλεσαν το λαό να διαδηλώσει, μετά την προσευχή της Παρασκευής, ενάντια σε κάθε πακιστανική διευκόλυνση σε βάρος του Αφγανιστάν, ενώ διοργανώνουν κεντρική συγκέντρωση στο Ισλαμαμπάντ την Κυριακή. Μάλιστα, δεν έλειψαν οι προειδοποιήσεις ότι «μία επίθεση εναντίον του Αφγανιστάν θα είναι σαν να είναι εναντίον του Πακιστάν» και κατέστησαν σαφές ότι ελλοχεύει σοβαρότατος κίνδυνος για εμφύλια σύρραξη εντός του Πακιστάν.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ