ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 28 Νοέμβρη 2001
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002
«Βαθιά ταξικός» και αντιλαϊκός

Από το 2002 οι εργαζόμενοι «θα μετράνε τη φτώχεια τους σε ευρώ», τόνισε χτες στη διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή ο βουλευτής του ΚΚΕ, τεκμηριώνοντας με στοιχεία το αντιλαϊκό περιεχόμενο του κρατικού προϋπολογισμού 2002

«Βαθιά ταξικό» χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό του 2002 ο εισηγητής του ΚΚΕ, Αγγελος Τζέκης, τοποθετούμενος χτες στη Βουλή στα πλαίσια της συζήτησής του στην αρμόδια διαρκή επιτροπή της Βουλής. Ο βουλευτής του ΚΚΕ, επισήμανε πως «δε θα πρέπει να θριαμβολογεί η κυβέρνηση», αφού ο προϋπολογισμός είναι «ένα καλό εργαλείο στα χέρια της», προκειμένου να γίνει «μια αναδιανομή ενός πλούτου που παράγουν τα λαϊκά στρώματα. Για μια ακόμη φορά, αυτοί οι οποίοι ωφελούνται δεν είναι άλλοι από τους μεγαλοεπιχειρηματίες». Σχολιάζοντας μάλιστα το γεγονός ότι ο προϋπολογισμός του 2002 θα είναι ο πρώτος προϋπολογισμός σε ευρώ σημείωσε ότι «τώρα ο εργαζόμενός θα μετράει τη φτώχεια του σε ευρώ».

Απαντώντας στα επιχειρήματα των κυβερνώντων ο Αγγελος Τζέκης τόνισε πως «όταν η κυβέρνηση επικαλείται την εθνική ανταγωνιστικότητα εννοεί την ανταγωνιστικότητα της ντόπιας ολιγαρχίας», η οποία «σημαίνει υψηλή κερδοφορία και διασφάλιση κεφαλαίων. Εκεί στοχεύουν τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση». Σχετικά με τις αναφορές του υπουργείου Οικονομίας για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τόνισε ότι το μεγάλωμα της πίτας «μοιράζεται με ληστρικό τρόπο σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων». Στα πλαίσια αυτά ανέφερε ενδεικτικά ότι «τα κέρδη των τραπεζών την τελευταία δεκαετία αυξήθηκαν κατά 1.000%».

Στη συνέχεια, ο Αγγελος Τζέκης, αναπτύσσοντας τις θέσεις και εκτιμήσεις του ΚΚΕ για το νέο προϋπολογισμό:

  • Στο θέμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας επισήμανε ότι «σημαίνει περικοπές των κρατικών δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα και αύξηση της φορολογίας» για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, ενώ «για τους εκπροσώπους του κεφαλαίου σημαίνει μείωση των φορολογικών συντελεστών» και άλλες φοροελαφρύνσεις. Οσον αφορά την περίφημη κοινωνική πολιτική της κυβέρνηση τη χαρακτήρισε «ελεημοσύνη της ντροπής».
  • αναφερόμενος στην αντιπαράθεση του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, επισήμανε ότι «αποδεικνύεται πως δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική διαφωνία ανάμεσα στο περιεχόμενο του προϋπολογισμού. Τα επιμέρους διαχειριστικά προβλήματα δεν αλλάζουν τη φιλοσοφία του προϋπολογισμού».
  • σχολιάζοντας συνολικά στην κυβερνητική οικονομική πολιτική σημείωσε ότι «συνεχίζεται ο αφανισμός της μεσαίας αγροτιάς και της μικρομεσαίας επιχείρησης», με αποτέλεσμα την «υπερχρέωση των νοικοκυριών» στις τράπεζες που αυξάνουν την κερδοφορία τους.
  • σημείωσε πως στο θέμα της ευρωπαϊκής ένωσης υπάρχει «ανισόμετρη ανάπτυξη». Στα πλαίσια αυτά, μίλησε για «απόκλιση φτώχειας και πλούτου μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση» -κάτι που επιβεβαιώνεται και από τα επίσημα στοιχεία της EUROSTAT- χαρακτηρίζοντας αποπροσανατολιστικές τις κυβερνητικές θριαμβολογίες περί ευρωπαϊκής χώρας. «Μη μας λέτε ότι πηγαίνουμε προς την πραγματική σύγκλιση», σημείωσε χαρακτηριστικά αφού «τα στοιχεία λένε ότι υπάρχει απόκλιση», θυμίζοντας ότι η Ελλάδα κατέχει την «5η χειρότερη θέση στις κοινωνικές δαπάνες».
  • αναφορικά με τη φορολογία επισήμανε: «Αφαιρείτε από το εισόδημα των πολλών που δεν μπορούν να αποφύγουν και να δίνετε σε αυτούς που χρόνια φοροδιαφεύγουν». Μάλιστα, σημείωσε ότι με τις τελευταίες φορολογικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης, ενώ τα εκατομμύρια των εργαζομένων και των πλατιών λαΪκών στρωμάτων θα ωφεληθούν μόνο 90 δισεκατομμύρια οι επιχειρήσεις θα ωφεληθούν κατά 170 δισεκατομμύρια.
  • για το πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων (ΠΔΕ) σημείωσε ότι είναι ελάχιστα τα κονδύλια για έργα κοινής ωφέλειας, αφού «τα υποβιβάζετε για να αυξηθεί το εξής κονδύλιο: Τα ολυμπιακά έργα όπου είναι αυξημένα κατά 182%».

Το λόγο πήρε εκτάκτως χτες στη συζήτηση και ο υπουργός Οικονομίας Νίκος Χριστοδουλάκης, προκειμένου να κατηγορήσει τη Νέα Δημοκρατία για αντιπολίτευση με «ανακρίβειες που δυσφημούν την πορεία της ελληνικής οικονομίας». Επίσης, σημείωσε ότι υπήρξαν ξένες επενδύσεις το 2001, λέγοντας ότι « μόνο στον τομέα του φυσικού αερίου ξένες επενδύσεις 125 δισεκατομμυρίων δραχμών».

Από την πλευρά της κυβέρνησης ο γενικός εισηγητής της Θεόδωρος Κολιοπάνος έκανε λόγο για έναν προϋπολογισμό που «αποτελεί αντικειμενικά μια νέα αφετηρία με θετικές προοπτικές για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ευημερία», σημειώνοντας πως «η πρόοδος της ελληνικής οικονομίας σε πολλούς τομείς αποτυπώνεται στα βασικά μεγέθη του».

Τη συνήθη κριτική της Νέας Δημοκρατίας για ταχύτερους ρυθμούς προώθησης των λεγόμενων «διαρθρωτικών αλλαγών» άσκησε ο εισηγητής της, Γιάννης Παπαθανασίου λέγοντας παράλληλα πως «η κυβέρνηση μπροστά στο δίλημμα να παρουσιάσει όλη την αλήθεια στον ελληνικό λαό και να λάβει κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον της χώρας ή να συνεχίσει την κατάθεση πλασματικών προϋπολογισμών και της μετάθεσης των αποφάσεων για το μέλλον, προτίμησε να ακολουθήσει και πάλι τη δεύτερη επιλογή».


ΚΡΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
«Θερμοκήπιο» κερδών για μεγαλοτραπεζίτες

Αυξημένα 55% τα χρεολύσια που θα πληρωθούν στο α' τρίμηνο του 2002, ενώ για ολόκληρο το έτος η κυβέρνηση προϋπολογίζει να δαπανήσει για χρεολύσια πάνω από 20 δισ. ευρώ (περίπου 7 τρισ. δραχμές) όσο δηλαδή το σύνολο των έμμεσων φόρων που θα εισπραχτούν το 2002

Το δημόσιο χρέος και η εξυπηρέτησή του, αποτελούν ένα από τους μεγαλύτερους βρόχους της ελληνικής οικονομίας. Αδιάψευστος μάρτυρας και τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για το... «πρόγραμμα δανεισμού στο Α` τρίμηνο του 2002». Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2002 το υπουργείο Οικονομικών πρόκειται να δανειστεί από τους τραπεζίτες και τους κάθε είδους «ρεντιέρηδες» και μεγαλοεισοδηματίες 55% περισσότερα συγκριτικά με φέτος, για τοκοχρεολύσια (δηλαδή την αποπληρωμή των δόσεων παλαιότερων δανείων). Είναι κι αυτό μέρος του τιμήματος των προγραμμάτων σύγκλισης με την ΟΝΕ, που θα αρχίσουν να πληρώνουν από το 2002 και για πολλά χρόνια ακόμη οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι της χώρας. Οι συνέπειες από τη διόγκωση του δημόσιου χρέους (από τα επαχθή πολυετή δάνεια που είχε συνάψει το ελληνικό Δημόσιο με ελληνικές και ξένες τράπεζες), φαίνονται και από το γεγονός ότι το 2002 η κυβέρνηση προϋπολογίζει να διαθέσει για την πληρωμή των δόσεων παλιότερων δανείων του δημοσίου (χρεολύσια) πάνω από 20 δισ. ευρώ (περίπου 7 τρισ. δραχμές), ποσό που ισοδυναμεί με το σύνολο των έμμεσων φόρων του 2002!

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εντείνει τη φιλομονοπωλιακή πολιτική της και στο πλαίσιο αυτό αλλάζει τις διαδικασίες έκδοσης κρατικών ομολόγων και τις αναθέτει σε πολύ περιορισμένο αριθμό τραπεζών. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών προκύπτουν -για το Α` τρίμηνο του 2002- και τα εξής:

  • Το πρόγραμμα κρατικού δανεισμού περιλαμβάνει την έκδοση δυο κοινοπρακτικών δανείων (5ετούς και 10ετούς διάρκειας), καθώς και δημοπρασία εντόκων γραμματίων και 3ετούς ομολόγου. Ετσι οι σημαντικές εκδόσεις θα διατεθούν σε πολύ περιορισμένο αριθμό τραπεζών, χωρίς να διευκρινίζεται ούτε ποιες θα είναι αυτές ούτε και ο αριθμός τους. Σύμφωνα, πάντως, με τις πληροφορίες θα είναι δυο ή τρεις. Αντίθετα, οι μικρότερες εκδόσεις θα διατεθούν μέσω δημοπρασιών στις οποίες συμμετέχουν συνολικά 15 ελληνικές και ξένες τράπεζες. Η κυβέρνηση δικαιολογεί την έκδοση κοινοπρακτικών δανείων με το επιχείρημα ότι «δίνει την ευχέρεια στο Ελληνικό Δημόσιο να επικοινωνήσει πιο άμεσα με τους τελικούς επενδυτές, συνεχίζοντας έτσι την προσπάθεια διεύρυνσης της επενδυτικής βάσης». Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση φαίνεται να ανοίγει τώρα κάποιες ιδιαίτερα προνομιακές σχέσεις με ορισμένους μεγαλοτραπεζίτες, οι οποίοι θα διαθέτουν στη συνέχεια σε άλλες τράπεζες και θεσμικούς ρεντιέρηδες.
  • Η χρονική διάρκεια των κοινοπρακτικών δανείων που θα συναφθούν μέσα στο 2002 θα είναι 3, 5, 10 και 20 χρόνια, ενώ το ποσό κάθε έκδοσης θα κυμαίνεται από 6 έως 8 δισ. ευρώ.
  • Οι εκδόσεις εντόκων γραμματίων (3μηνης, 6μηνης και 12μηνης διάρκειας) αποκτούν ολοένα και μικρότερη σημασία, καθώς θα καλύψουν μόλις το 5% των δανείων. Ετσι διευρύνεται η τάση αποπληρωμής του χρέους σε επόμενες γενιές.
  • Ποσοστό 4% του συνολικού χρέους θα γίνει μέσω «ειδικών εκδόσεων», οι οποίες σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου μπορεί να είναι ευκαιριακού χαρακτήρα ή να επιβάλλονται για λόγους παρουσίας σε άλλες νομισματικές ζώνες».
  • Οι λεγόμενες δανειακές ανάγκες του Δημοσίου εντοπίζονται κυρίως στο πρώτο τετράμηνο και κατά συνέπεια ο κύριος όγκος του συνολικού δανεισμού θα πραγματοποιηθεί από το Γενάρη μέχρι και τον Απρίλη.


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ