«Η αντισεισμική θωράκιση της χώρας, η προστασία των κατοίκων και της περιουσίας τους από τους σεισμούς, είναι ζωτικής σημασίας έργο υποδομής», έχει τονίσει από το 1999 το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, προσθέτοντας ότι «μια τέτοια πολιτική δεν προσφέρεται για ψηφοθηρία, γι' αυτό δεν εφαρμόζεται. Απαιτεί τη μαζική και οργανωμένη παρέμβαση των εργαζομένων για την επιβολή της».
Η κυβέρνηση, βέβαια, φαίνεται πως δεν πιστεύει πως η αντισεισμική θωράκιση αποτελεί βασικό έργο υποδομής, προφανώς επειδή αυτό δεν εξυπηρετεί το μεγάλο κεφάλαιο. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, και κάτω από την πίεση φυσικά των γεγονότων, η κυβέρνηση εξήγγειλε ή έλαβε κάποια μέτρα, κυρίως κανονιστικά, όπως τον Νέο Αντισεισμικό Κανονισμό (ΕΑΚ - 2000), το νέο Κανονισμό Οπλισμένου Σκυροδέματος, τους Κανονισμούς Τεχνολογίας Χαλύβων και Σκυροδέματος, όμως και αυτά πάσχουν πολύ στον τομέα του ελέγχου εφαρμογής τους.
Το πόσο πίσω είμαστε, ακόμη στον τομέα της αντισεισμικής θωράκισης της χώρας, μπορεί να το κρίνει κανείς άνετα και μόνο αν ανατρέξει στις εξαγγελίες που έκανε ο υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γ. Τσακλίδης πριν από δύο μήνες στο 2ο Συνέδριο Αντισεισμικής Μηχανικής και Τεχνικής Σεισμολογίας. Εξαγγελίες για μέτρα που έχουν ζητήσει οι επιστημονικοί φορείς εδώ και δεκαετίες, όπως:
Οπως φάνηκε κατά τη διάρκεια του ίδιου Συνεδρίου υπάρχει μεγάλη ανάγκη ενίσχυσης των κτιρίων, ιδιαίτερα αυτών που κτίστηκαν με βάση τους παλιότερους Κανονισμούς (πριν το 1985), καθώς αποδεικνύεται πλέον έμπρακτα η τρωτότητά τους. Αντί, όμως, να πάρει κάποιο τέτοιο μέτρο η κυβέρνηση έσπευσε να καθιερώσει - με νομοσχέδιο που, ευτυχώς, προς το παρόν αποσύρθηκε - την υποχρεωτική ασφάλιση των κτιρίων, θέλοντας να αποφύγει ακόμη και αυτά τα ανεπαρκή κονδύλια που δίνει για την αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων.
Με το ίδιο ακριβώς πρίσμα αντιμετωπίζεται και η αντισεισμική έρευνα. Οπως χαρακτηριστικά τόνισε στο ίδιο συνέδριο ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ Γ. Πενέλης, «ενώ το κράτος διαθέτει κατά μέσο όρο 50 δισ. δρχ. ετησίως για αποκατάσταση των ζημιών (έναντι 150 δισ. δρχ. που υπολογίζεται το κόστος), για την επιστημονική έρευνα διατίθενται ελάχιστα, αν και όπως έχει καταδειχτεί είναι δυνατόν η έρευνα να μας οδηγήσει σε μελλοντικές κατασκευές ικανές να αντισταθούν στο σεισμό».
Eurokinissi |
Το πλήρες κείμενο των δηλώσεων του Γερ. Παπαδόπουλου έχει ως εξής:
- Το τελευταίο διάστημα υπάρχει πράγματι μια νέα σεισμική έξαρση στη χώρα μας;
- Την τελευταία βδομάδα, υπάρχει σχετική έξαρση στην ευρύτερη περιοχή του Νοτίου Αιγαίου, του Κεντρικού και Νοτίου Ιονίου. Αυτές οι τρεις σεισμογενείς εστίες, είναι οι εξής: Μία στο θαλάσσιο χώρο του Αργοστολίου στη Νότια Κεφαλονιά, μία στο θαλάσσιο χώρο του Κυπαρισσιακού Κόλπου και μία στην περιοχή του Πύργου Ηλείας. Οι τρεις αυτές εστίες είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους, ενώ εκείνη που αξίζει ιδιαίτερης έρευνας είναι η εστία του Πύργου Ηλείας, στην οποία παρατηρούμε μία σεισμική δράση μικρών μεγεθών από τις αρχές του Γενάρη.
- Πώς αξιολογείτε και εκτιμάτε εσείς αυτά τα φαινόμενα;
- Πολλές φορές στη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά και σ' άλλες περιοχές, παρατηρούνται τέτοιες μικρές εξάρσεις, δεν οδηγούμαστε όμως σε μεγαλύτερο σεισμό. Υπάρχουν όμως και ορισμένες περιπτώσεις που οδηγηθήκαμε σε μεγαλύτερο σεισμό. Για το λόγο αυτό δεν μπορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να προδικάσουμε ποια θα είναι η εξέλιξη της σεισμικής δραστηριότητας στη συγκεκριμένη περιοχή. Κατά τη γνώμη μου, το πιο πιθανό είναι να μην υπάρξει δυσμενής εξέλιξη, αλλά αυτό το λέω με επιφύλαξη.
- Κάτω από αυτές τις συνθήκες, εσείς τι περιμένετε να κάνει η πολιτεία;
- Επειδή πράγματι δεν μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα προς τα πού κλίνει η σεισμική δραστηριότητα, θα πρέπει σε κάθε περιοχή να υπάρχει πολύ καλά οργανωμένο σχέδιο αντιμετώπισης των σεισμών. Στις περισσότερες περιοχές της χώρας, τα σχέδια αυτά δυστυχώς δε βρίσκονται σε ικανοποιητικό επίπεδο και πρέπει να γίνει δραστική βελτίωσή τους. Και αυτό είναι μεγάλο μειονέκτημα που εξακολουθεί να υπάρχει στο όλο σύστημα αντισεισμικής προστασίας.
- Πρόσφατα, κατά το σεισμό των 6,6 Ρίχτερ στα Δωδεκάνησα, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο αναγκάστηκε με δεύτερη ανακοίνωση να διορθώσει τα πρώτα στοιχεία που είχε δώσει. Το γεγονός αυτό είναι τυχαίο ή μήπως το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο χρειάζεται κάποια ενίσχυση της υποδομής του;
- Διεθνώς οι ανακοινώσεις των σεισμολογικών κέντρων πάντα έχουν έναν προκαταρκτικό χαρακτήρα. Η τελική ανακοίνωση γίνεται αργότερα, μετά τη συγκέντρωση περισσοτέρων στοιχείων. Εάν όμως ήμασταν καλύτερα εξοπλισμένοι σε όργανα, τόσο πιο πολύ θα μπορούσε να μειωθεί η διαφορά ανάμεσα στην προκαταρκτική και την τελική ανακοίνωση. Σας λέω χαρακτηριστικά ότι το 2000 το Ινστιτούτο αξιολογήθηκε από Διεθνή Επιτροπή Επιστημόνων που ορίστηκε από τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας. Μεταξύ των άλλων, διαπίστωσε ότι το Ινστιτούτο πρέπει να διπλασιάσει τον αριθμό των σεισμογραφικών σταθμών που σήμερα διαθέτει ανά την επικράτεια. Επίσης διαπίστωσε ότι με το σημερινό αριθμό σταθμών που διαθέτουμε, καταγράφουμε 100 φορές λιγότερους σεισμούς από ό,τι τα αντίστοιχα κέντρα στην Ιαπωνία και την Καλιφόρνια, όπου υπάρχει αντίστοιχα μεγάλη σεισμική δραστηριότητα. Σας πληροφορώ, λοιπόν, ότι από τότε - δύο χρόνια πια - δεν έχει προστεθεί κανένας σταθμός, παρότι έχει ζητηθεί η ανάλογη χρηματοδότηση.