Νέο χαράτσι με τα «επαγγελματικά συμβόλαια»
Σε θέσεις μάχης μπαίνουν οι ασφαλιστικές εταιρίες, αλλά και όλα τα «πιράνχας» της χρηματαγοράς ενόψει της διαμόρφωσης από την Ευρωπαϊκή Ενωση του κανονιστικού πλαισίου των επαγγελματικών συντάξεων. Σημειώνεται ότι με πρόσφατες δηλώσεις του, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χ. Πολυζωγόπουλος εμφανίζεται ως ένθερμος υποστηρικτής των επαγγελματικών συμβολαίων, ως πρόσθετης μορφής ασφάλισης, για την οποία οι εργαζόμενοι θα πρέπει να καταβάλλουν επιπλέον εισφορές, πέραν της κύριας και επικουρικής σύνταξης.
Σε τι συνίσταται όμως αυτή η «νέα ιδέα» για τη χώρα μας, των επαγγελματικών συμβολαίων, την οποία ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ προωθεί ακάθεκτα, υπό το πρόσχημα της βελτίωσης των συνταξιοδοτικών παροχών; Οπως σημείωσε η γενική διευθύντρια της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδας (ΕΑΕΕ) Μ. Αντωνάκη, παρουσιάζοντας την πρόταση Οδηγίας της ΕΕ για τις Συμπληρωματικές Επαγγελματικές Συντάξεις, «ο ρόλος τους είναι βασικός στη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και στη λειτουργία των κεφαλαιαγορών»..!
Ο ρόλος αυτός, εξασφαλίζεται αφού τα επαγγελματικά συμβόλαια δεν μπορούν να «ρευστοποιηθούν» πριν την ηλικία συνταξιοδότησης, με αποτέλεσμα οι φορείς που τα διαχειρίζονται να έχουν στη διάθεσή τους μεγάλες δυνατότητες ρευστότητας και μακροπρόθεσμης τοποθέτησης των κεφαλαίων τους. «Πρωταθλητής» στην ΕΕ στα επαγγελματικά συμβόλαια είναι η Ολλανδία, στην οποία το ύψος του ενεργητικού τους φτάνει στο 115% του ΑΕΠ και καλύπτουν το 91% του εργατικού δυναμικού. Στη Μ. Βρετανία στο 90% του ΑΕΠ και 50% των εργαζομένων, στη Γερμανία 16% του ΑΕΠ και 50% των εργαζομένων και στην Ιταλία στο 2% του ΑΕΠ και 8% των εργαζομένων. Συνολικά στην Ευρωπαϊκή Ενωση 2.400 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή ποσοστό πάνω από το 25% του ΑΕΠ της, βρίσκεται στα χέρια των φορέων που διαχειρίζονται τα κεφάλαια από τα επαγγελματικά συμβόλαια.
Σύμφωνα με την Πρόταση Οδηγίας της ΕΕ, οι φορείς (Ιδρύματα Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών) θα μπορούν να επενδύουν τα κεφάλαια από τις εισφορές των εργαζομένων και επιχειρήσεων μέχρι 70% σε μετοχές. Μάλιστα μέχρι 5% θα μπορεί να εξαγοράζει μετοχές από την ίδια την εταιρία που «χρηματοδοτεί» το Ταμείο. Με τον τρόπο αυτό, οι εργαζόμενοι της «χ» εταιρίας που θα καταβάλλουν τις εισφορές τους για την επαγγελματική σύνταξη, θα εξαρτούν την απόδοση των χρημάτων τους με την πορεία της μετοχής της ίδιας της εταιρίας που εργάζονται. Θα δένονται έτσι σε ένα πολυπλόκαμο σύστημα εξάρτησης, που εκ των πραγμάτων θα τους κάνει ευάλωτους απέναντι στους εκβιασμούς των εργοδοτών τους, αλλά και της γενικότερης τύχης της εταιρίας. Το πρόσφατο παράδειγμα της ΕΝΡΟΝ, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, σε τι «λούκι» σπρώχνει η κυρίαρχη τάξη τους εργαζόμενους, για το οποίο όμως υπερθεματίζει ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.
Ανακοινώθηκαν χτες οι ισχνές ονομαστικές αυξήσεις που θα δοθούν στους συνταξιούχους του δημοσίου (μαζί με το διορθωτικό υπολείπονται του πληθωρισμού), με υποδείξεις για ανάλογες αυξήσεις και στα άλλα ασφαλιστικά ταμεία
Το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι με την εγκύκλιο που υπογράφει ο νεοφιλελεύθερος υπουργός Οικονομίας, Ν. Χριστοδουλάκης, συνιστά και στα αυτοτελή Ταμεία να μη δώσουν αυξήσεις μεγαλύτερες από αυτές που αποφάσισε η κυβέρνηση για το δημόσιο. Ετσι, για τις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από τη γενική ρύθμιση, εισάγεται η έννοια της χορήγησης συντάξεων ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες εκάστου ασφαλιστικού φορέα. Ακόμα χειρότερα, εισάγονται στοιχεία κεφαλαιοποιητικού συστήματος, όπως στην περίπτωση της ασφάλισης των αυτοαπασχολουμένων, όπου ζητείται να χορηγηθούν μεγαλύτερες αυξήσεις παράλληλα με την αύξηση των εισφορών. Η ίδια παρότρυνση, για αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, γίνεται και για τους κλάδους πρόνοιας.
Στην ανακοίνωσή του, το αρμόδιο υπουργείο Οικονομίας, επιστρατεύοντας τους γνωστούς μηχανισμούς της μαύρης προπαγάνδας, επιχειρεί να παρουσιάσει μια διαφορετική εικόνα για το ύψος των χορηγούμενων αυξήσεων στις συντάξεις. Ειδικότερα, προσφεύγουν στην αλχημεία και προσθέτουν το διορθωτικό ποσό για το 2001 στο ύψος των αυξήσεων και κατ' αυτό τον τρόπο κάνουν λόγο για κλιμακωτές συνολικές αυξήσεις συντάξεων ως εξής:
Φυσικά πρόκειται για συνειδητή προσπάθεια εξαπάτησης της κοινής γνώμης. Το διορθωτικό ποσό ίσο με 1% δεν έχει καμιά σχέση με τις χορηγούμενες αυξήσεις για το 2002, αλλά δίνεται για να καλυφθεί μέρος της διαφοράς μεταξύ των αυξήσεων και του πληθωρισμού του 2001. Πρόκειται για αναγκαστικό δάνειο που χορήγησαν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι στην κυβέρνηση και η τελευταία τούς το επιστρέφει καθυστερημένα και άτοκα...
Αν αφαιρεθεί το διορθωτικό ποσό, όπως είναι και το σωστό, τότε οι ονομαστικές αυξήσεις περιορίζονται σε:
Οι χορηγούμενες από 1/1/2002 αυξήσεις στις συντάξεις αφορούν τους συνταξιούχους του δημοσίου, καθώς και τους συνταξιούχους των ακόλουθων Ταμείων κύριας και επικουρικής ασφάλισης: ΙΚΑ, ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, ΙΚΑ-ΕΤΕΑΜ, ΟΑΠ- ΔΕΗ, ΤΑΠ-ΟΤΕ, ΤΑΠ-ΗΣΑΠ. Καλύπτει επίσης και τα Ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης των τραπεζών.
Με την ίδια εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομίας ορίζεται ότι:
Το «νέο κοστούμι» της κοινωνικής ασφάλισης, στα μέτρα των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, κόβουν και ράβουν από κοινού ο υπουργός Εργασίας Δ. Ρέππας και ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χ. Πολυζωγόπουλος, με δύο παράλληλες συνεντεύξεις που δημοσιεύει η «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Λίγες ημέρες πριν την επίσημη έναρξη του διαλόγου της απάτης και τα δύο κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ αν μη τι άλλο επιβεβαιώνουν ότι «δουλεύουν» προς την ίδια κατεύθυνση, επιδιώκουν τους ίδιους στόχους.
Χαρακτηριστικό του κλίματος που επιδιώκουν να δημιουργηθεί είναι η δήλωση του υπουργού Εργασίας πως «όλοι πρέπει να αναγνωρίσουν ότι το κράτος και σήμερα έχει αναλάβει μεγάλο οικονομικό βάρος». Αναφέρει ότι το κράτος δαπανά περί τα 2 τρισεκατομμύρια ετησίως για να καλυφθεί το έλλειμμα της κοινωνικής ασφάλισης. Ισχυρίζεται, δε, ότι οι συνταξιούχοι, και μάλιστα αυτοί που παίρνουν τις κατώτερες συντάξεις, επιδοτούνται από την κυβέρνηση. Με δυο λόγια, οι χαμηλοσυνταξιούχοι πρέπει να πούνε και «ευχαριστώ» για τα ψίχουλα που απολαμβάνουν..! Αλλά, βεβαίως, δε μας λέει τι έγιναν τα 30 τρισεκατομμύρια αποθεματικά των ταμείων που καταληστεύτηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες, τα επιπλέον τρισ. της εισφοροδιαφυγής, εισφοροκλοπής, των απαλλαγών των εργοδοτών κλπ.
Αναπτύσσοντας την προκλητική αυτή επίθεση σε βάρος των δικαιωμάτων συνταξιούχων και ασφαλισμένων, ο υπουργός θεωρεί πως «δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται κεκτημένο, ότι μπορεί να καθιστά το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης άνισο και άδικο». Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει ότι είναι τα κεκτημένα, είναι τα δικαιώματα που ευθύνονται για την ανισότητα και την αδικία του συστήματος. Αρα, τι πιο φυσιολογικό από το να τσακίσουμε αυτά τα δικαιώματα; Για τον υπουργό δεν υπάρχει το μεγάλο κεφάλαιο που ασέλγησε και συνεχίζει να ασελγεί στο σώμα της κοινωνικής ασφάλισης. Δεν ευθύνεται η κυβερνητική πολιτική. Ευθύνονται τα δικαιώματα των εργαζομένων, οι οποίοι και πάλι θα πρέπει να πληρώσουν. Ιδού με ποια πολιτική, από τη σκοπιά ποιων συμφερόντων η κυβέρνηση προσέρχεται στον «κοινωνικό διάλογο».
Σε ένα διάλογο στον οποίο όπως δηλώνει ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ «δεν έχουμε να χάσουμε κάτι...». Πράγματι ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ δεν έχει να χάσει τίποτα. Οι εργαζόμενοι όμως έχουν και πάλι να χάσουν πολλά. Αλλωστε με τις θέσεις του φροντίζει να το ξεκαθαρίσει. Γιατί υιοθετεί πλήρως τη βασική λογική της κυβέρνησης, σύμφωνα με την οποία το «ασφαλιστικό» πάσχει από εσωτερικές αδικίες και ανισότητες.
Ετσι τάσσεται υπέρ της μείωσης του ποσοστού αναπλήρωσης στην κύρια σύνταξη στο 70%, ενώ η συνολική σύνταξη δεν πρέπει να υπερβαίνει το 100%. Ζητάει κίνητρα παραμονής στην εργασία για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Δηλαδή το «δικαίωμα» στην εργασία μέχρι... θανάτου και ταυτόχρονα «ευελιξία» στη συνταξιοδότηση από το 55 έως το 65ο έτος που σε συνδυασμό με το παραπάνω δικαίωμα σημαίνει επιμήκυνση της ηλικίας συνταξιοδότησης. Τέλος ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ τάσσεται υπέρ της καταβολής και πρόσθετων εισφορών από τους εργαζόμενους για τη δημιουργία «επαγγελματικών συντάξεων» υπό το πρόσχημα των «πρόσθετων παροχών», προφανώς γιατί κρίνει ότι οι εργαζόμενοι πληρώνουν λίγα. Εισφορές για τις οποίες ήδη η ΕΕ ετοιμάζει το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο και για το πώς αυτά τα κεφάλαια θα ενισχύσουν τις κεφαλαιαγορές. Στην ίδια λογική και τα επικουρικά ταμεία θα πρέπει σύμφωνα με τις θέσεις του Χ. Πολυζωγόπουλου να λειτουργήσουν κεφαλαιοποιητικά.