ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Ιούλη 2002
Σελ. /32
ΚΕΝΗ

Στις 19 Φλεβάρη του 2002 και ενώ συνεχιζόταν η επιδρομή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, η γνωστή αμερικανική εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» γράφει: «Σχέδια για τη διοχέτευση πληροφοριών, ακόμη και λανθασμένων, σε ξένους οργανισμούς μέσων ενημέρωσης αναπτύσσει το Πεντάγωνο στο πλαίσιο της νέας προσπάθειας επηρεασμού της διεθνούς κοινής γνώμης και των κυβερνητικών στελεχών σε χώρες, είτε εχθρικές, είτε φίλα προσκείμενες στην Ουάσιγκτον». Ηταν ένα ακόμη «επεισόδιο» στον πόλεμο για τη χειραγώγηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης με σκοπό τη νομιμοποίηση της «αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας» στη συνείδηση των λαών.

Σ' αυτό τον «πόλεμο των μέσων ενημέρωσης» που προηγείται των πολεμικών επιδρομών, συνεχίζεται παράλληλα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και δε σταματά όταν σιγούν τα όπλα, χρησιμοποιούνται όλα τα μέσα: Η προσπάθεια προσεταιρισμού των μέσων αλλά και των δημοσιογράφων, ο εκβιασμός και οι προγραφές, οι απολύσεις για τους «αμετανόητους», ακόμη και... οι πύραυλοι.

Φυσικά, πολύ γρήγορα αυτός ο «πόλεμος» επεκτάθηκε από τις ΗΠΑ σ' ολόκληρο τον κόσμο. Τόσο κατά τη διάρκεια της ΝΑΤΟικής επιδρομής στη Γιουγκοσλαβία, όσο και της επιδρομής στο Αφγανιστάν, όπως και τώρα με την εγχώρια «αντιτρομοκρατική εκστρατεία», έχουμε και την ελληνική εκδοχή αυτής της επιχείρησης χειραγώγησης της «κοινής γνώμης», των μέσων ενημέρωσης και των εργαζόμενων στον τύπο. Κυβέρνηση, αμερικανική πρεσβεία, άλλοι μηχανισμοί και «αντικειμενικοί δημοσιογράφοι» έχουν αποδυθεί σε μια προσπάθεια «σωφρονισμού» του ελληνικού λαού, ο οποίος δείχνει μια αξιοπερίεργη εμμονή στο να αμφισβητεί την αλήθεια «τους».

Η ενημέρωση στις «παράπλευρες απώλειες» της «αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας»

Από τον προσεταιρισμό και την επίσημη παραπληροφόρηση ως τον εκβιασμό, τις απολύσεις και τους... πυραύλους χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ για τη χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης και των δημοσιογράφων στη «μάχη κατά της τρομοκρατίας»

Εικόνα από τη βομβαρδισμένη Καμπούλ. Μία από τις ελάχιστες φωτογραφίες των διεθνών πρακτορείων, που δεν είδε όμως το φως της δημοσιότητας σε μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες

Associated Press

Εικόνα από τη βομβαρδισμένη Καμπούλ. Μία από τις ελάχιστες φωτογραφίες των διεθνών πρακτορείων, που δεν είδε όμως το φως της δημοσιότητας σε μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες
Αξιοποιώντας την πείρα από τις προηγούμενες επιδρομές της «Νέας Τάξης» και τον τρόπο μετάδοσης των πληροφοριών και των ειδήσεων, οι Αμερικανοί ιθύνοντες αμέσως μετά το χτύπημα της 11ης Σεπτέμβρη του 2001 έθεσαν σε εφαρμογή ένα τερατώδες σχέδιο για τον επηρεασμό των μέσων ενημέρωσης και των δημοσιογράφων σ' ολόκληρο τον κόσμο. Το δόγμα Μπους «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι με τους τρομοκράτες», μεταφέρθηκε στο χώρο της ενημέρωσης. Σταχυολογήσαμε ορισμένα χαρακτηριστικά γεγονότα από τον «επικοινωνιακό πόλεμο» που εξαπέλυσαν οι ΗΠΑ, παράλληλα με την επιχείρηση «Διαρκής Ελευθερία».

Η πρώτη εκδήλωση αυτής της φασιστικής εκστρατείας σημειώθηκε αμέσως μετά την 11η Σεπτέμβρη. Μαζί με τους «Δίδυμους Πύργους» κατέρρευσε πλήρως και ο μύθος περί της ανεξαρτησίας των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης. Μια απίστευτη λογοκρισία επιβλήθηκε πρώτα στη ροή εικόνων: Χιλιάδες νεκροί και όμως ούτε μια εικόνα. Μια ασύλληπτη καταστροφή και ούτε ένα κοντινό πλάνο στα ερείπια!

«Να προσέχουν τι λένε αυτό τον καιρό» (1), προειδοποίησε απειλητικά τα μέσα ενημέρωσης ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Αρι Φλάισερ.

Το μήνυμα ήταν σαφές και ανέλαβαν να το «μεταφράσουν» οι ιθύνοντες των ραδιοτηλεοπτικών μέσων και των εφημερίδων. Σε εγκύκλιο προς τους δημοσιογράφους, ο πρόεδρος του CNN, Ουόλτερ Ισάακσον, λέει: «Εισερχόμαστε σε μια περίοδο κατά την οποία υπάρχουν πολύ περισσότερα ρεπορτάζ και βίντεο από τις περιοχές του Αφγανιστάν. Θέλω να διασφαλίσετε ότι δε θα χρησιμοποιηθούμε ως όχημα προπαγάνδας. Πρέπει να εξασφαλίσετε ότι ο κόσμος θα καταλαβαίνει πως, όταν βλέπει πολίτες να υποφέρουν εκεί, αυτό συμβαίνει στο πλαίσιο μιας τρομοκρατικής επίθεσης που προκάλεσε τεράστιο πόνο στις ΗΠΑ» (2)...

Η «προσαρμογή» των πιο διάσημων Αμερικανών δημοσιογράφων ήταν εντυπωσιακή. Ενώ η επιδρομή στο Αφγανιστάν βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη και οι «παράπλευρες απώλειες» στον άμαχο πληθυσμό πολλαπλασιάζονταν, ο γνωστός αρθρογράφος των «Νιου Γιορκ Τάιμς», Τόμας Φρίντμαν, έγραφε στις 23 Νοέμβρη του 2001: «Αποδεικνύεται ότι πολλοί από αυτούς τους "πολίτες" Αφγανούς προσεύχονται για μια ακόμη δόση από βομβαρδιστικά Β-52 για να τους ελευθερώσουν από τους Ταλιμπάν, ανεξάρτητα από το αν θα υπάρξουν ή όχι θύματα»!

Οσο, για εκείνους τους Αμερικανούς δημοσιογράφους που δεν επέδειξαν τον αρμόζοντα «πατριωτισμό» υπήρχε και άλλη μέθοδος συμμόρφωσης. Ο Τομ Γκάτινγκ, ο οποίος τόλμησε να γράψει στην εφημερίδα «Τέξας Σίτι Σαν» ότι «στις 11 Σεπτέμβρη ο Μπους περιφερόταν στη χώρα σαν τρομαγμένο παιδί», απολύθηκε. Την ίδια τύχη είχε και ο Νταν Γκάθρι, επειδή τόλμησε να αναφέρει στην εφημερίδα «Ντέιλι Κούριερ» ότι «ο Μπους το έβαλε στα πόδια». Η εφημερίδα «Χέραλντ Τρίμπιουν» το έγραφε σαφέστατα: «Στις ΗΠΑ το δικαίωμα της διαφωνίας συγκρούεται με τον πατριωτισμό».

Πιστή στο δόγμα των σύγχρονων επικοινωνιολόγων ότι «πραγματικότητα είναι μόνο η εικόνα», η αμερικανική ηγεσία φρόντισε να ελέγξει εκτός από τη ροή των πληροφοριών και των ειδήσεων στα μέσα ενημέρωσης και τη ροή των εικόνων από την επιδρομή κατά του Αφγανιστάν. Στις 11 Οκτώβρη του 2002, το αμερικανικό Πεντάγωνο αποφάσισε άρον άρον να αγοράσει τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης όλων των φωτογραφιών του εμπορικού δορυφόρου «Ikonos» από την εμπόλεμη περιοχή. Η απόφαση ελήφθη μετά τις πληροφορίες ότι από τον «Ikonos» μεταδίδονταν φωτογραφίες από το αφγανικό χωριό Νταρούντα, το οποίο βομβαρδίστηκε από τα αμερικανικά αεροσκάφη, προκαλώντας την απώλεια μεγάλου αριθμού αμάχων (3).

Λίγο μετά τη μετάδοση του πρώτου μηνύματος του Μπιν Λάντεν από τον τηλεοπτικό σταθμό «Αλ Τζαζίρα» του Κατάρ, η σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις κάλεσε τους ιδιοκτήτες των πέντε μεγάλων αμερικάνικων καναλιών (ABC, CBS, NBC, CNN και FOX). Η κυρία Ράις απαίτησε από τους «καναλάρχες» να μεταδίδουν οι σταθμοί τους υλικό από τον «Αλ Τζαζίρα» (4). Σκοπός δεν ήταν μόνο η φίμωση του Σαουδάραβα σεΐχη, αλλά και η εξασφάλιση ότι δε θα μεταδίδονταν οι εικόνες φρίκης από τους ανηλεείς αμερικανικούς βομβαρδισμούς και τις «παράπλευρες απώλειες».

Στις 3 Οκτώβρη του 2001, πριν ξεκινήσει η αμερικανική επιδρομή κατά του Αφγανιστάν, η πρεσβεία των ΗΠΑ στο Κατάρ έκανε επίσημο διάβημα στην κυβέρνηση του εμιράτου για τον τρόπο κάλυψης των γεγονότων από τον «Αλ Τζαζίρα». Στις 12 Νοέμβρη του 2001, λίγες ώρες πριν οι δυνάμεις της Βόρειας Συμμαχίας μπουν στην Καμπούλ, τα γραφεία του «Αλ Τζαζίρα» στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν ανατινάζονται από έναν αμερικανικό πύραυλο, ο οποίος εκτοξεύτηκε «κατά λάθος» από αμερικανικό αεροσκάφος. Ετσι, την επομένη, όταν οι τηλεθεατές σ' ολόκληρο τον κόσμο γύρισαν τους δέκτες τους στη συχνότητα του «Αλ Τζαζίρα» για να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, είδαν έκπληκτοι στις οθόνες τους... τον Αμερικανό παρουσιαστή του CNN Μάθιου Τσανς. Τι είχε γίνει;

Ο «Αλ Τζαζίρα», μετά την ανατίναξη των εγκαταστάσεών του στην Καμπούλ, «υποχρεώθηκε» να χρησιμοποιήσει το συνεργείο του CNN για να καλύψει την «απελευθέρωση» της πόλης!

1. «New York Times» 19/2/2002.

2. «Ελευθεροτυπία» 20/1/2002.

3. «Guardian» 18/10/2001.

4. «Αποκάλυψη τώρα. Ο δρόμος προς τη μονοκρατορία» Γ. Δελαστίκ. Εκδόσεις Λιβάνη.

5. «Guardian» 14/11/2001.


Κείμενα:
Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ, Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ, Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Στην «υπηρεσία» των Μπερνς - Μίλερ

Στις 31/5/1999 στην ισπανική εφημερίδα «Ελ Μούντο» αποκαλύφθηκε μια ενδιαφέρουσα μυστική έκθεση του ΝΑΤΟ.

Στην έκθεση η συμμαχία καταγράφει ως σημαντική πλευρά για την επιτυχία του πολέμου που είχε τότε εξαπολύσει κατά της Γιουγκοσλαβίας, τον «εντοπισμό εκείνων των δημοσιογράφων κάθε χώρας που είναι ικανοί (...) να προσκληθούν σε συνάντηση όπου θα εκθέσουν τις ιδέες τους πάνω σε τρόπους του μηνύματός μας προς την κοινή γνώμη». Το «μήνυμα» που ήθελαν να περάσουν τότε, μέσω των... πρόθυμων δημοσιογράφων, δεν ήταν άλλο από το ότι ο βομβαρδισμός αμάχων ήταν «ανθρωπισμός»...

Δεν ξέρουμε αν μια τέτοια τακτική «προσέγγισης» ακολουθήθηκε από τις ΗΠΑ και στην Ελλάδα. Ξέρουμε, όμως, ότι η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα δε θα είχε δυσκολία, ειδικά μετά την 11η του Σεπτέμβρη, να εντοπίσει εκείνους τους - έτοιμους από καιρό - να λειτουργήσουν στο χώρο του Τύπου ως χειροκροτητές του φασιστικού δόγματος του Μπους, ότι «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας».

Βέβαια στην Ελλάδα οι αντιστάσεις είναι ακόμα πολύ ισχυρές. Ετσι, πέραν των θλιβερών απολογητών των Αμερικανών υπάρχουν και εκείνοι που δε συμμορφώνονται στις υποδείξεις. Αυτός ήταν προφανώς ένας από τους λόγους που οδήγησαν τον «ανθύπατο» Μπερνς να προβεί σε κάτι πρωτοφανές: Σε δημόσια δήλωση - απειλή στην προσπάθεια να φιμώσει το χώρο του Τύπου που δε στρατεύτηκε με την αμερικανική αντιτρομοκρατική υστερία και τις πιέσεις που ασκήθηκαν στην Ελλάδα ευθύς μετά τη δολοφονία του Σόντερς.

«Νομίζω - έλεγε ο Μπερνς στις 27/7/2001 - ότι μερικές εφημερίδες εδώ έχουν ιδεολογικές αγκυλώσεις, ό,τι κι αν πεις. Ο "Ριζοσπάστης" - συνέχιζε - είναι μια τέτοια εφημερίδα, δε νομίζω ότι είπε ποτέ καλή κουβέντα για τις ΗΠΑ, αυτή είναι η φιλοσοφία τους». Ομως το στόχαστρο του Μπερνς ήταν ευρύτερο. «Υπάρχουν άλλες εφημερίδες - πρόσθεσε - όπως η "Ελευθεροτυπία", η οποία συχνά δημοσιεύει άρθρα, τα οποία βρίσκω ότι δεν είναι αντικειμενικά στο θέμα της τρομοκρατίας».

Δύσκολα θα βρει κανείς αντίστοιχη λογοκριτική επέμβαση που να συνέβη σε άλλη χώρα, ή περίοδο. Εκτός ίσως από τη στάση του διαδόχου του, του Μίλερ, ο οποίος παρέλαβε τη σκυτάλη από εκεί που την άφησε ο «ανθύπατος».

Ετσι, ο Μίλερ την παραμονή της έναρξης της επίθεσης κατά του Αφγανιστάν, έστειλε το δικό του «μήνυμα» προς τον Τύπο λόγω του έντονου αντιαμερικανισμού στην Ελλάδα. «Πιστεύω - είπε ο Μίλερ στις 9/10/2001 - ότι (...) αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε μαζί» από κοινού δηλαδή η αμερικανική πρεσβεία με τα ΜΜΕ...

Φυσικά, πέρα, από τις «προειδοποιήσεις» είχαμε και τις ανοιχτές επεμβάσεις. Ολοι θυμούνται, για παράδειγμα, ότι τον περασμένο Νοέμβρη «βούιζε η πιάτσα» από τη φημολογία για ανοιχτή παρεμπόδιση των δημοσιογράφων να κάνουν τη δουλιά τους και τις έντονες «οχλήσεις» της Αμερικανικής Πρεσβείας προς εφημερίδες (όπως η «Καθημερινή» ή ο «Επενδυτής») που κρίθηκε ότι δε συντάχθηκαν όπως θα έπρεπε με την «Αστερόεσσα».

Ας πάμε, όμως, σε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα από εκείνους τους «πρόθυμους» να σύρουν το χορό του ιδιότυπου μακαρθισμού.

Πρόκειται για «γνώριμους» από παλιά. Ο κ. Σωμερίτης, για παράδειγμα, που την περίοδο του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία το μόνο «λάθος» του ΝΑΤΟ που αναγνώριζε ήταν ότι δεν είχε βομβαρδίσει μια ώρα αρχύτερα τη Σερβία (!), τώρα, με αφορμή την «αντιτρομοκρατική» επίθεση στο Αφγανιστάν κατηγορούσε τους «καλούς συναδέλφους» που έκαναν μνεία του βομβαρδισμού αμάχων ότι προκαλούσαν κίνδυνο «με απρόβλεπτες συνέπειες για την αντοχή της δυτικής κοινής γνώμης» («Βήμα» 21/10/2001)! Αφήστε την κοινή γνώμη της Δύσης να νομίζει ότι οι ΗΠΑ κυνηγούν τρομοκράτες και όχι ότι σκοτώνουν αμάχους, δηλαδή!

Επίλεκτο μέλος αυτής παρέας ο κ. Πρετεντέρης. Γνωστός κι αυτός από την εποχή που σε γλαφυρές για το ήθος του περιγραφές, χαρακτήριζε «δέκα καραγκιόζηδες και πενήντα σαλεμένους» («Βήμα», 11/11/1999) όσους διαδήλωναν εναντίον της ΝΑΤΟικής επιδρομής στη Γιουγκοσλαβία. Είναι το ίδιο άτομο που τώρα, με αφορμή την υπόθεση της «17Ν», στέλνει ραβασάκια για τις γνώσεις του στην «Αντιτρομοκρατική»: «Ξέρω - έγραφε στο «Βήμα» στις 14/7/2002- καμιά τριανταριά δημοσιογράφους και αρκετούς πολιτικούς και πανεπιστημιακούς που κάνουν και έκαναν δημόσια καριέρα αναμασώντας καθημερινά τις αρλούμπες που έγραφε καθημερινά η 17Ν στις προκηρύξεις της»!

Ποιο είναι το συμπέρασμα; Οτι αν περιμένετε να αρχίσουν να κυκλοφορούν ανάμεσά μας με κουκούλες και να καταδίδουν ανθρώπους με αστοιχείωτες ρουφιανιές, αδίκως περιμένετε. Τα πράγματα, ακόμα και σε ό,τι αφορά στις σπιουνιές, έχουν πλέον «εκσυγχρονιστεί». Και γίνονται με όλους τους τύπους του «σαβουάρ βιβρ»...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ