ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Σεπτέμβρη 2002
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Πολιτική αύξησης της κερδοφορίας και της εκμετάλλευσης
  • Στα 10 τρισεκατομμύρια δραχμές έφτασαν τα κέρδη των μεγάλων (ΑΕ και ΕΠΕ) επιχειρήσεων το διάστημα 1998 - 2000
  • Καθαρά κέρδη 5,7 εκατομμύρια δραχμές ανά εργαζόμενο τσέπωσαν οι μεγαλοεπιχειρηματίες το 2000

Ολες τις τελευταίες μέρες έγινε πολύς ντόρος για τις τιμές στην αγορά, τις συνεχείς ανατιμήσεις και την ακρίβεια που φουντώνει κατά κύματα τσουρουφλίζοντας τα λαϊκά νοικοκυριά. Το ποιος επιβάλλει και ποιος κερδίζει από τις ανατιμήσεις, δε χρειάζεται πολλή κουβέντα. Αν αναλογιστούμε απλά ότι από τα τέλη της δεκαετίας του '40 οι εμποροβιομήχανοι της χώρας πρόβαλαν, με διάφορες κατά καιρούς διατυπώσεις, την αξίωση για την πλήρη - τελικά - απελευθέρωση της αγοράς, έχουμε την απάντηση στο πιάτο. Το γεγονός ότι η αξίωσή τους αυτή υλοποιήθηκε ολοκληρωτικά από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ στα τέλη της δεκαετίας του '80 και από την κυβέρνηση της ΝΔ στις αρχές δεκαετίας του '90, συνδέεται περισσότερο με τα γενικότερα σχέδια ανάπτυξης και εδραίωσης του καπιταλισμού στη χώρα, αλλά και με τους συσχετισμούς των κοινωνικών δυνάμεων, όπως εξελίχτηκαν όλα αυτά τα χρόνια.

Οι τιμές των προϊόντων και η διαμόρφωσή τους ανάλογα με τα δεδομένα που υπάρχουν για τους κεφαλαιοκράτες στην αγορά, είναι οπωσδήποτε μια πηγή αύξησης της κερδοφορίας των επιχειρηματιών. Ομως, το ζουμί, όπως δείχνουν και τα επίσημα στοιχεία, βρίσκεται αλλού, Βρίσκεται στην απλήρωτη εργασία των εργαζομένων, που είναι και η μοναδική πηγή για τη δημιουργία του κεφαλαίου. Ετσι, οι επιχειρηματίες κλέβουν τους εργαζόμενους με δύο τρόπους. Ως εργάτες στις επιχειρήσεις τους, όπου τους παρακρατούν την υπεραξία και ως καταναλωτές πουλώντας τους όσο γίνεται πιο ακριβά τα προϊόντα κατανάλωσης. Για τις τιμές της αγοράς, οι περισσότεροι έχουν πλέον εικόνα. Η αισχροκέρδεια, η μόνιμη δηλαδή τάση και σταθερή επιδίωξη του κεφαλαίου να κερδίζει όσο γίνεται περισσότερα, έχει οδηγήσει σε μια θεαματική κούρσα ανατιμήσεων. Την ίδια στιγμή η άμεση εκμετάλλευση των εργαζομένων στους χώρους δουλιάς, παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις.

Απίστευτα κέρδη


Η πορεία για την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, μια περίοδο κατά την οποία οι εργαζόμενοι κλήθηκαν να πληρώσουν με σκληρή λιτότητα και υπονόμευση του βιοτικού τους επιπέδου συνολικά το τίμημα του ευρώ, για τους μεγαλοεπιχειρηματίες αποδείχτηκε περίοδος σημαντικής αύξησης της κερδοφορίας τους. Ηταν παράλληλα περίοδος παραπέρα έντασης της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, αφού διευρύνθηκαν ακόμα περισσότερο τα κέρδη που αποσπούν οι μεγαλοεπιχειρηματίες για κάθε εργαζόμενο που απασχολούν. Συγκεντρωτικά στοιχεία για την πορεία των επιχειρήσεων, υπάρχουν μέχρι και την 31η του Δεκέμβρη του 2000, από όπου προκύπτει και η εξέλιξη των καθαρών κερδών των μεγαλοεπιχειρηματιών. Στο διάστημα λοιπόν από το 1998 μέχρι και το 2000, οι μεγαλοεπιχειρηματίες (οι ΑΕ και ΕΠΕ) κατά κλάδο εμφάνισαν κέρδη που πλησίασαν τα 10 τρισεκατομμύρια δραχμές! Αναλυτικότερα:

  • 2,1 τρισεκατομμύρια δραχμές στη βιομηχανία
  • 1,4 τρισεκατομμύρια δραχμές στο εμπόριο
  • 6 τρισεκατομμύρια δραχμές στους κλάδους των υπηρεσιών

Στους πίνακες 1, 2 και 3 φαίνεται με τον πλέον αποκαλυπτικό τρόπο η εξέλιξη των επιχειρηματικών κερδών σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών. Μόνο που, κοιτώντας τα στοιχεία αυτά καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι: Πρώτον, οι αριθμοί και τα ποσοστά αναφέρονται σε μέσους όρους. Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα σε κάθε κλάδο υπάρχουν μερικές, λίγες επιχειρήσεις - οι θεωρούμενες πιο ισχυρές - οι οποίες παρουσιάζουν πολύ πιο σημαντική αύξηση κερδών και πολλές των οποίων τα σχετικά ποσοστά είναι σαφώς μικρότερα. Δεύτερον, η εξεταζόμενη περίοδος χαρακτηρίστηκε από μαζικές εξαγορές - συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, δηλαδή, οι επιχειρήσεις που ήταν αγοραστές σε μια επιχειρηματική πράξη, αφαίρεσαν από τον όγκο των κερδών τους το τίμημα της αγοράς της άλλης επιχείρησης και άρα η κερδοφορία ουσιαστικά είναι μεγαλύτερη από αυτή που εμφανίζεται στους σχετικούς ισολογισμούς. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των εμπορικών επιχειρήσεων στο κλάδο των τροφίμων. Ιδού πώς αλλοιώνεται η επίσημη και φαινομενική κερδοφορία σε δύο μόνο περιπτώσεις. Για παράδειγμα, το 1990 η αλυσίδα «ΑΒ Βασιλόπουλος» άνοιξε 5 νέες μονάδες κόστους 3 δισεκατομμυρίων δραχμών, ενώ κατέβαλε και ως προκαταβολή 2 δισ. δρχ. για την εξαγορά των αλυσίδων «ΤΡΟΦΟ» και «ΕΝΑ». Την ίδια ακριβώς περίοδο η φίρμα «ΑΤΛΑΝΤΙΚ» άνοιξε 4 νέα καταστήματα, ενώ εξαγόρασε και τη «ΓΑΛΗΝΟΣ - ΛΟΥΤΑΡΗΣ» μια σημαντική αλυσίδα με πάνω από 20 μονάδες. Τρίτον, η ακριβής κλαδική εξέλιξη της κερδοφορίας στο τομέα των υπηρεσιών δεν είναι εύκολο να αποτυπωθεί, επειδή το 1999 άλλαξε ο τρόπος κωδικοποίησης των κλάδων στις υπηρεσίες και άρα και στο σχετικό πίνακα τα κέρδη είναι μικρότερα από τα πραγματικά. Ωστόσο, ακόμα και με αυτές τις διευκρινίσεις τα στοιχεία, για το ποιος ωφελήθηκε από την οικονομική πολιτική, είναι εύλογα. Και προκλητικά.

Απροκάλυπτη κλοπή


Η πρόκληση γίνεται ακόμα μεγαλύτερη αν παρατηρήσουμε τα κέρδη ανά εργαζόμενο που τσεπώνουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες. Εδώ η κλοπή είναι καταφανής και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με κανένας τρόπο και από κανέναν! Τι λένε τα στοιχεία; Οτι το 2000 κατά μέσο όρο οι περί τους 700.000 εργαζόμενους στις μεγάλες επιχειρήσεις όλων των κλάδων της οικονομίας του ιδιωτικού τομέα προσέφεραν με την εργασία τους 5.700.000 δραχμές ο καθένας στο αφεντικό του, ως εμφανή απλήρωτη εργασία, ποσό που είναι αισθητά χαμηλότερο από το εισόδημα των εργαζομένων. Στο πίνακα 4 παρουσιάζονται οι κλάδοι όπου τα καθαρά κέρδη ανά εργαζόμενο είναι πάνω από 5 εκατομμύρια δραχμές, ενώ δε συμπεριλήφθηκαν ορισμένες πιο... ακραίες περιπτώσεις κλάδων. Για παράδειγμα, ο κλάδος «εταιρίες επιχειρηματικού κεφαλαίου», όπου το καθαρό κέρδος ανά εργαζόμενο ήταν 1,2 δισεκατομμύρια δραχμές, «εταιρίες χαρτοφυλακίου και επενδύσεων» (427, 3 εκ. δρχ.) κλπ. Πέρα από τα στοιχεία:

  • Σε 9 κλάδους τα καθαρά κέρδη ανά εργαζόμενο ήταν από 4 μέχρι 5 εκατομμύρια δραχμές (όπου μαύρο κλάδος του εμπορίου): Χαρτί - Ξύλο - Φελλός, Διάφορα Εμπορικά Είδη, Χημικά - Αέρια - Χρώματα - Εκρηκτικά, Φάρμακα - Καλλυντικά - Απορρυπαντικά, Οικιακές - Επαγγελματικές Συσκευές, Φάρμακα - Καλλυντικά - Απορρυπαντικά, Θέρμανση - Ψύξη - Κλιματισμός - Αερισμός, Μη Μεταλλικά Ορυκτά και Διαφημίσεις.
  • Σε 6 κλάδους τα αντίστοιχα κέρδη ήταν από 3 μέχρι 4 εκατ. δρχ.: Μηχανήματα, Νήματα - Υφάσματα, Αποθηκεύσεις, Μεταφορικά Μέσα, Καύσιμα - Λιπαντικά - Υγραέρια, Επαγγελματικός Εξοπλισμός.
  • Σε 36 κλάδους τα καθαρά ανά εργαζόμενο κέρδη ήταν από 1 μέχρι 3 εκατομμύρια, και
  • σε 7 κλάδους το σχετικό ποσό ήταν κάτω από 1 εκατομμύριο δραχμές: Χαρτί και προϊόντα χαρτιού, Ενδύματα - Εσώρουχα - Αξεσουάρ, Εστιατόρια - Χώροι Ψυχαγωγίας, Ε.Λ.Δ.Ε. Χαλιά - Μοκέτες - Ταπετσαρίες, Ιδιωτική Εκπαίδευση, Λευκά Είδη - Είδη από Υφασμα, Επιτραπέζια - Μαγειρικά - Διακοσμητικά.



Κείμενα - Επεξεργασίες
Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


«Εκσυγχρονιστές» και ξεπερασμένες αντιλήψεις

«Η αντίληψη των παροχών είναι μια ξεπερασμένη αντίληψη». Αυτή ήταν η απάντηση Χριστοδουλάκη, βγαίνοντας από το Μέγαρο Μαξίμου την Τετάρτη, μετά από συνεργασία που είχε με τον πρωθυπουργό. Εκεί φτάσαμε. Να ερωτώνται οι αρμόδιοι υπουργοί για τις πιθανότητες, που έχουν οι εργαζόμενοι να σταματήσει ο κατήφορος στις συνθήκες ζωής τους και να σου απαντάνε πως αυτά είναι ξεπερασμένα πράγματα. Παρωχημένες αντιλήψεις μιας άλλης εποχής.

Με την πολύχρονη πλύση εγκεφάλου και τη συστηματική ιδεολογικοπολιτική επίθεση που έχουν εξαπολύσει, η άρχουσα τάξη και το πολιτικό της προσωπικό, επιδιώκουν να ενοχοποιήσουν ακόμα και την ελάχιστη υποχρέωση που έχουν οι εργαζόμενοι απέναντι στον εαυτό τους και την τάξη τους. Να διεκδικούν αδιάκοπα και ποικιλοτρόπως μια ανθρώπινη ζωή και τη βελτίωση της θέσης τους στην κοινωνία. Με αυξήσεις μισθών. Με συγκράτηση των τιμών στα είδη λαϊκής κατανάλωσης. Με μείωση της υπέρογκης και άδικης φορολογίας τους. Με ουσιαστική και πλήρη δωρεάν Παιδεία και υγειονομική περίθαλψη. Με πολιτικές που θα αναβαθμίζουν τις συνθήκες εργασίας και το περιβάλλον. Ολα αυτά, όμως, στο ...«εκσυγχρονιστάν» είναι δογματισμοί και ξεπερασμένες αντιλήψεις.

***

Οι τωρινοί καιροί, της ΟΝΕ και του ευρώ, είναι αλλιώτικοι. Τους θέλουν καιρούς του «σκάσε και σκάβε». Στο όνομα της δήθεν «ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας» και της -επίσης δήθεν- «πραγματικής σύγκλισης». Μια σύγκλιση που, εντελώς σχηματικά, στοχεύει στην εξασφάλιση ίσης με το ευρωπαϊκό κεφάλαιο κερδοφορίας για κάποιους ντόπιους μεγαλοεπιχειρηματίες, κάτι που μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την πλέρια αμφισβήτηση και την ανοιχτή υπονόμευση της θέσης και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Στην υφαρπαγή, δηλαδή, από μέρους των κεφαλαιοκρατών, ακόμα μεγαλύτερου μέρους του παραγόμενου πλούτου, που θα αφαιρείται από τους πραγματικούς παραγωγούς του, από τους εργαζόμενους. Σ' αυτό ακριβώς το φόντο εκπονούνται και τα σχέδια για την οικονομική πολιτική της επόμενης χρονιάς, η οποία στα βασικά της χαρακτηριστικά διόλου διαφέρει από την πολιτική που ασκείται όλα τα τελευταία -και όχι μόνο- χρόνια. Από εκεί και πέρα οι ονομασίες και οι χαρακτηρισμοί που μπορεί να συνοδεύουν την εκάστοτε οικονομική πολιτική και τα μέτρα που ανακοινώνονται, είναι μόνο το περιτύλιγμα, που επιδιώκει να κρύψει τη δυσοσμία της συνεχώς εντεινόμενης κοινωνικής ανισότητας και του απαράμιλλου ταξικού προσανατολισμού της κυβερνητικής πολιτικής.

***

Ο τρόπος που αναπτύσσεται τελευταία η φιλολογία γύρω από τις εξελίξεις στην αγορά και η συζήτηση που περιορίζει το όλο πρόβλημα στις ανατιμήσεις των προϊόντων, που πράγματι ροκανίζουν τα λαϊκά εισοδήματα, κοντά σε όλα τα άλλα έχει ακόμα ένα σκοπό. Να οριοθετήσει την εμβέλεια των αιτημάτων που μπορούν να προβάλλουν οι εργαζόμενοι. Για παράδειγμα, αιτήματα που συνδέονται με τη λεγόμενη πάταξη της ...αισχροκέρδειας στην αγορά. Τέτοια αιτήματα με ευχαρίστηση τα νομιμοποιούν ακόμα και τα πρώτα αστέρια της αντιλαϊκής πολιτικής, όπως είναι το δίδυμο Χριστοδουλάκη - Τσοχατζόπουλου. Το γεγονός ότι μέτωπο κατά της ακρίβειας και της αισχοκέρδειας, είναι απολύτως κενό περιεχομένου, όταν προβάλλεται γενικά και αφηρημένα και δε συνοδεύεται από συγκεκριμένες πολιτικές αντιμετώπισης της κυριαρχίας του κεφαλαίου σαν τέτοιο, ουδόλως τους ενοχλεί. Το αντίθετο, μάλιστα. Το να ξορκίζεις την ακρίβεια, σε μια κοινωνία που θεωρείται φυσιολογικό καθεστώς η «ελεύθερη αγορά», είναι πέρα για πέρα ανέξοδο.

***

Αλλα πράγματα θα ήταν δυσάρεστα γι' αυτούς. Να συνειδητοποιήσουν, για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι, πως η συνεχώς διευρυνόμενη αισχροκέρδεια των μεγαλοεπιχειρηματιών είναι το οξυγόνο επιβίωσης του κεφαλαίου. Να καταλάβουν πως οι ίδιοι είναι οι παραγωγοί του πλούτου και να διεκδικήσουν ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο από αυτόν. Να κατανοηθεί από την πλειοψηφία του λαού πως «ελεύθερη αγορά» σημαίνει ελευθερία των εκπροσώπων του κεφαλαίου να καθορίζουν τις συντεταγμένες της οικονομικής πολιτικής αποκλειστικά σύμφωνα με τους δικούς τους ξεδιάντροπους στόχους για μεγαλύτερα κέρδη και ταυτόχρονα σημαίνει ...ελεύθερη πτώση των απολαβών που έχουν οι πολλοί από τα συνολικά εισοδήματα που παράγονται στην κοινωνία. Να σηκωθεί κίνημα αντίστασης στη λωποδυσία του κράτους, που λεηλατεί με τεράστιους έμμεσους φόρους τα, έτσι κι αλλιώς, καθηλωμένα λαϊκά εισοδήματα, για να εξασφαλίζει προνόμια για το μεγάλο κεφάλαιο. Αντί όμως, σου λέει, να αναπτυχτούν τέτοια μέτωπα, καλύτερο είναι ένα ημερήσιο μποϊκοτάζ εκτόνωσης για τις τιμές...

***

Οι εργαζόμενοι στο φόντο των πρόσφατων εξελίξεων και ενόψει των ανακοινώσεων που θα γίνουν την επόμενη βδομάδα για την οικονομική πολιτική του 2003, μπορούν και πρέπει να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Η πολιτική που οδηγεί σε συνεχή χειροτέρευση του επιπέδου διαβίωσης και η ανάγκη για τη λήψη μέτρων βελτίωσης των συνθηκών ζωής, δεν είναι ζητήματα που αντιμετωπίζονται με μπαταριές στον αέρα. Μόνο απέναντι σε ένα ταξικά προσανατολισμένο κίνημα διεκδίκησης είναι δυνατόν το κεφάλαιο να υποχρεωθεί σε παραχωρήσεις. Μόνο ένα ρωμαλέο αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό μέτωπο μπορεί να υποχρεώσει τους κυβερνώντες να κάνουν πίσω. Μόνο με αγώνες καταχτούν οι εργαζόμενοι τα δικαιώματά τους, όσο κι αν θέλουν οι κουβερνώντες της ΟΝΕ να λένε ότι αυτά είναι παρωχημένες αντιλήψεις. Και μαζί, παράλληλα με τους αγώνες, εκείνο που χρειάζεται είναι η συνειδητοποίηση των δεδομένων που υπάρχουν, στον τομέα των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων. Γιατί όσο δεν αλλάζουν αυτές οι σχέσεις οι λίγοι πλουτοκράτες συνεχίζουν και θα εντείνουν την εκμετάλλευση των πολλών, ενώ οι πολλοί εργαζόμενοι θα είναι όλο και περισσότερο εκμεταλλευόμενοι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ